Η μια σκέψη φέρνει την άλλη, αρνητική. Αυτό πυροδοτεί το άγχος και γίνεται εμμονή, μέχρι να σου γίνει ένα τεράστιο και ασήκωτο βάρος που δεν θα ξεκολλά από πάνω σου
Δύο μοναχοί ταξίδευαν μαζί. Όταν έφτασαν σε ένα ποτάμι, είδαν μια νέα γυναίκα ανήσυχη να κοιτά το ποτάμι. Όταν τους είδε, τους ρώτησε εάν μπορούν να την κουβαλήσουν στην απέναντι όχθη, διότι φοβόταν ότι θα πνιγεί.
Ο ένας μοναχός δίστασε, μιας και απαγορεύεται σε μοναχούς να αγγίζουν γυναίκες.
Ο άλλος όμως χωρίς δισταγμό, ανέβασε την γυναίκα στους ώμους του και την πέρασε απέναντι.
Καθώς συνέχιζαν το ταξίδι τους, ο πρώτος μοναχός πάλευε συνέχεια με τις σκέψεις του: Πως τόλμησε να την αγγίξει; Πώς είναι δυνατόν να έκανε κάτι τέτοιο; Ξέχασε τους όρκους αγαμίας που έχουμε δώσει; Αυτές οι σκέψεις τον βασάνιζαν, ώσπου δεν άντεξε, και φώναξε στον δεύτερο μοναχό: Πως τόλμησες να την αγγίξεις, και μάλιστα να την πάρεις αγκαλιά;
Και ο δεύτερος απάντησε: Φίλε μου, εγώ την άφησα στο ποτάμι, εσύ γιατί την κουβαλάς ακόμη;