Μερικές τροφές είχαν ιδιαίτερη προτίμηση, στο διαιτολόγιο των αρχαίων, γιατί, σύμφωνα με τα παραγγέλματα των γιατρών και των δειπνολόγων, είχαν... αφροδισιακές ικανότητες.
Ο ονομαστός γιατρός Γαληνός θεωρούσε αρκετά διεγερτικά τα... ρεβίθια, και οι αρχαίοι φρόντιζαν να τα τρώνε ψημένα μέσα στη στάχτη ή βρασμένα, σαν σούπα ή πουρέ. Οι μεσόκοποι όμως κυνηγούσαν με μανία τους βολβούς, αφού αυτούς θεωρούσαν πιο δυναμωτικούς οι ειδικοί:
Τρώγε όσους μπορείς βολβούςψημένους στη στάχτηκαι με σάλτσα ποτισμένους.Γιατί αυτό το φαγητό έχει την ιδιότητανα σηκώνει του άντρα τη δύναμη.(Αθηναίος, A 8)
«Αφροδισιακές συμβουλές» έδωσε και ο Άλεξις (Αθηναίος, Β 64):
Άμα αγαπάς εταίραν και ζητάς να βρεις γι ’ αυτό κάθε συντελεστικό, ημπορείς να φαντασθείς άλλα φάρμακα που να ’ναι χρησιμότερα απ ’ αυτά που Θα σου απαριθμήσω. Ακούσε λοιπόν ποια είναι: πίννες, βολβοί και καραβίδες, κοχλιοί (σαλιγκάρια) αυγά και κουριαλοί, μπούτια, ποδάρια, κεφαλές.
Και ο γιατρός Ηρακλείδης ο Ταραντίνος στο «Συμπόσιό» του:
Ο βολβός, ο κοχλίας, το αυγό και τα όμοια θεωρούνται ως προμηθευταί σπέρματος, όχι διότι τα φαγητά αυτά είναι θρεπτικώτατα αλλά διότι τα πρώτα των στοιχεία έχουν το σχήμα κι αυτήν τη φυσική δύναμη τον σπερματικού υγρού. (Αθηναίος, Β 65)
Απ’ τους βολβούς πάντως oι προτιμότεροι ήταν εκείνοι με το ξανθοκόκκινο χρώμα.
Επόμενο ήταν να παρατηρείται μεγάλη ζήτηση στις αγορές και «η μανία των βολβών», που άλλοι τους έτρωγαν ωμούς κι άλλοι βραστούς, κυριάρχησε για καιρό. Πολλοί δειπνολόγοι, τότε, βρήκαν την ευκαιρία να προτείνουν κι άλλα εδέσματα στο τραπέζι με τους βολβούς, όπως αυτό που αναφέρει ο Φιλήμονας (Αθήναως, Β 67).
Αν θέλεις για να φας βολβό κοίταξε τι θα ξοδέψεις για να πεις πως κάτι αξίζει.Μ’αυτούς ταιριάζει το τυρί, το μέλι, το σουσάμι, το λάδι, το κρεμμύδι, το ξύδι και το σίλφιο.Μα αν τους φας χωρίς αυτά είναι πικροί και άθλιοι.
Φήμη καλού αφροδισιακού, αλλά για τους Αιγύπτιους, είχαν και τα μαρούλια, μια και ήταν το αγαπημένο λαχανικά των θεών Mlv και Σετ, που πίστευαν ότι κάνουν τους άντρες ερωτιάρηδες και τις γυναίκες γόνιμες.
Οι Έλληνες όμως είχαν τελείως διαφορετική γνώμη, για τις αφροδισιακές ικανότητες του μαρουλιού.
Μη μου βάνεις, γυναίκα, στο τραπέζι μαρούλια να φάγω, γιατί, αν το κάνεις, εγώ δε θα φταίω.
Γιατί σ ’ αυτό το λάχανο, όπως λέει ο λόγος,
η Αφροδίτη εξέθεσε νεκρό τον Άδωνί της
ώστ ’ όπως βλέπεις είναι αυτό φαΐ για τους νεκρούς,
τονίζει ο Εύβουλος στο έργο του «Αστύτοις».
Και ο Άμφις (κι αυτός κωμωδιογράφος) λέει στον «Ιάλεμο»:
Εις τα μαρούλια ανάμεσα, που θα καταστραφούν με τον πιο κακό τρόπο, αν φάγη κανείς απ ’ αυτά εις τα εξήντα χρόνια, όποτε ήθελε βρεθή μαζί με μια γυναίκα θα στριφογυριζόταν εκεί όλη τη νύχτα χωρίς να κάνη τίποτε απ ’ όσα επιθυμεί, κι αντί για περιποίηση στο χέρι ξεθυμαίνει η αναγκαία φύση του.
Πίστευαν, γενικά, οι αρχαίοι Έλληνες, ότι όποιος έτρωγε συχνά μαρούλια, έχανε πολλή από τη σεξουαλική του δύναμη.
Κακός δαίμων εισώρμηαε για να ξεθεμελιώση τον οίκο των Πελοπιδών.Ήταν οίκος ανίκανος να συνουσιαστήκι ούτε ο βραστός βολβός, τέκνον της γηςως το λαιμό χωμένος, ο σύνοικος της Δήμητρας,δεν είναι ικανός σ ’ αυτή την περίπτωση μόνος να επαρκέσηαν κι εννοεί το πάθος των ανθρώπων π αγαπούν.(Αθηναίος, Β 64)
via