Το 1810 μία 20χρονη Αφρικανή ταξίδεψε στην Ευρώπη, όπου ήλπιζε να βρει ένα καλύτερο αύριο. Τη συνόδευε ένας λευκός άντρας ονόματι Χέντρικ Σεζάρς, που είχε αναλάβει να την κάνει διάσημη σε όλο τον κόσμο. Το όνομα της κοπέλας ή τουλάχιστον αυτό που της έδωσαν αργότερα, ήταν Σάρα Μπάαρτμαν και καταγόταν από περιοχή της Νότιας Αφρικής. Όταν έφτασαν στο Λονδίνο η Σάρα βρήκε το αύριο που την περίμενε. Έγινε έκθεμα σε ζωολογικό κήπο…
Την παρουσίαζαν σχεδόν γυμνή για να αναδεικνύονται οι «εξωτικές» της αναλογίες. Η Σάρα παρουσίαζε έντονη στεατοπυγία, δηλαδή συγκέντρωση λίπους γύρω από τους γλουτούς και τα οπίσθια. Ο Σεζάρς θεώρησε ότι το σώμα της εμφάνιζε όλα τα «αφρικάνικα» στοιχεία που θα γοήτευαν τους Ευρωπαίους. Η κοπέλα εκτιθόταν σε ζωολογικούς κήπους μέσα σε κελιά για να ψυχαγωγήσει τους επισκέπτες. Αργότερα ανθρωπολόγοι την επεξεργάστηκαν και την παρομοίαζαν με ουραγκοτάγκους. Συνέκριναν το σώμα της με τα σώματα των Ευρωπαίων γυναικών για να αναδείξουν την ανωτερότητα της λευκής φυλής.
Η Σάρα πέθανε το 1815, μόλις πέντε χρόνια μετά την άφιξή της στην «πολιτισμένη» Ευρώπη. Ο σκελετός της, τα γεννητικά της όργανα και ο εγκέφαλός της εκτίθονταν στο Παρίσι έως και το 1974. Το 2002 επιστράφηκαν στην Αφρική ύστερα από αίτημα του Νέλσον Μαντέλα.
«Ο χαμένος σύνδεσμος»
Οι Ευρωπαίοι του 19ου αιώνα συνέρρεαν κατά χιλιάδες για να δουν από κοντά τους ιθαγενείς άλλων ηπείρων σε ζωολογικούς κήπους. Υπήρχαν ολόκληρες οικογένειες ιθαγενών, από την Αφρική, την Ασία και τη Νότια Αμερική, που φορούσαν τις παραδοσιακές τους ενδυμασίες και έδιναν έναν εξωτικό τόνο στις ζωές των Ευρωπαίων. Βέβαια, οι διοργανωτές των εκθέσεων δεν ενδιαφέρονταν τόσο για τη ρεαλιστική απεικόνιση της ζωής των ιθαγενών, αλλά κυρίως για τα οικονομικά έσοδα. Γι’ αυτό χρησιμοποιούσαν κάθε μέσο για να αυξήσουν την εμπορικότητα των «εκθεμάτων».
Παρουσίαζαν τους Αφρικάνους σαν άγριους κυνηγούς και δολοφόνους, που δεν διέφεραν ουσιαστικά από τα ζώα. Προέτρεπαν τους επισκέπτες να τους ταΐζουν με μπανάνες και φιστίκια σαν να ήταν μαϊμούδες και πίθηκοι. Στη Νέα Υόρκη το 1906, εκτιθόταν η πυγμαία Ότα Μπένγκα στον ίδιο περιφραγμένο χώρο με πιθήκους και στην ταμπέλα που περιέγραφε το έκθεμα, αναγραφόταν: «Ο χαμένος σύνδεσμος». Σύμφωνα με τους Τάιμς της Νέας Υόρκης, ελάχιστοι λευκοί αντέδρασαν αρνητικά στην ανθρώπινη αιχμαλωσία, αλλά η αφροαμερικάνικη κοινότητα προσβλήθηκε. «Η φυλή μας καταπιέζεται αρκετά, ακόμα και χωρίς να εκτίθεται ένας από εμάς σαν πίθηκος», δήλωσε ο αφροαμερικάνος ιερέας Τζέιμς Γκόρντον. «Πιστεύουμε ότι πρέπει να θεωρούμαστε άνθρωποι με ψυχές», προσέθετε.
«Το Χωριό των Νέγρων»
Ζωολογικοί κήποι με ανθρώπους για εκθέματα υπήρχαν στο Παρίσι, το Αμβούργο, την Αμβέρσα, τη Βαρκελώνη, το Λονδίνο, το Μιλάνο, τη Νέα Υόρκη και τη Βαρσοβία. Όμως τη μεγαλύτερη απήχηση είχε το «Χωριό των Νέγρων», που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1878 και για δεύτερη φορά το 1889. Συνολικά περισσότεροι από 30 εκατομμύρια άνθρωποι επισκέφτηκαν την έκθεση, που αποτελούνταν από 400 ιθαγενείς. Όταν η έκθεση μεταφέρθηκε στη Γερμανία, την επισκέφτηκε ακόμα και ο καγκελάριος της Γερμανίας, Όττο Μπίσμαρκ.
Ο κήπος της ντροπής
To 1907, ο «Κήπος της Τροπικής Αγρονομίας» του Παρισιού διοργάνωσε εκθέσεις με ιθαγενείς για να αναδείξει τα 100 χρόνια της γαλλικής αποικιοκρατίας. Υπήρχαν εκπρόσωποι από κάθε γαλλική αποικία: Μαδαγασκάρη, Ινδοκίνα, Σουδάν, Κονγκό, Τυνησία και Μαρόκο.
Οι ιθαγένεις παρουσιάζονταν σε περιφραγμένους χώρους που είχαν κατασκευαστεί σύμφωνα με τα πρότυπα των χωριών τους. Μάλιστα, ορισμένα σπίτια ανήκαν στους ίδιους του ιθαγενείς και είχαν μεταφερθεί απευθείας από τις αποικίες. Περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι επισκέφθηκαν τον κήπο στους πέντε μήνες που διήρκεσε η έκθεση.
Σήμερα, οι Γάλλοι αντιμετωπίζουν τον κήπο με ντροπή, τα κτίρια ερημώθηκαν και ο χώρος έχει μείνει ανεκμετάλλευτος. Έως το 2006, ο κήπος ήταν κλειδωμένος και απαγορευόταν η είσοδος. Από τότε ελάχιστοι επισκέπτονται τον χώρο, ο οποίος δεν διαφημίζεται πουθενά. Οι ζωολογικοί κήποι με ανθρώπινα εκθέματα λειτούργησαν και τον 20ο αιώνα. Το 1958 στις Βρυξέλλες είχε στηθεί ένα ολόκληρο χωριό του Κονγκό, ενώ μέχρι και το 1994 υπήρχε ένα χωριό της Ακτής Ελεφαντοστού στη Γαλλία.