Ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η ψυχή μας κατά τον Αριστοτέλη
Ο Αριστοτέλης στο βιβλίο του «Περί Ψυχής» επιχειρεί να μας γνωστοποιήσει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που χρειαζόμαστε, ώστε να γνωρίσουμε τον τόσο ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ψυχή μας.
Κατά καιρούς υπήρξαν πολλοί μελετητές της Αριστοτελικής Φιλοσοφίας που υποστήριξαν την άποψη, ότι ο Αριστοτέλης θεωρεί πως η ψυχή μας είναι υλικής φύσεως και ότι στο σημείο αυτό διαφοροποιείται από την άποψη του Πλάτωνα που θέλει την ψυχή μας άυλη, αόρατη και αιώνια.
Με μία προσεκτικότερη ανάγνωση του «Περί Ψυχής» διαπιστώνουμε ότι ο Αριστοτέλης σε καμμία περίπτωση δεν δέχεται ότι η ψυχή μας αποτελείται από ύλη.
Αυτό που υποστηρίζει ο Αριστοτέλης, είναι ότι η ψυχή του ανθρώπου την οποία προφανώς θεωρεί άυλη, αόρατη και αθάνατη, όπως ακριβώς την περιγράφει ο δάσκαλός του, ο Πλάτωνας, αποκτά την δυνατότητα να εξελίσσεται, μόνο μέσα στο χρονικό διάστημα που βρίσκεται ενσαρκωμένη σε κάποιο υλικό σώμα.
Με άλλα λόγια, η άυλη ψυχή μας αποκτά λόγο ύπαρξης, μόνο όταν εμψυχώνει ένα υλικό σώμα, και αυτό διότι μόνο μέσα τις πράξεις του ένας άνθρωπος, αποκτά και την δυνατότητα της εξέλιξης.
Μάλιστα ο Αριστοτέλης, όπως και το σύνολο των αρχαίων Φιλοσόφων, θεωρούν ότι ο βασικός λόγος ύπαρξης του ενσαρκωμένου Ανθρώπου, δεν είναι απλώς να εξελιχθεί, αλλά να καταφέρει να φτάσει μέχρι και στο τελικό στάδιο εξέλιξης, που θεωρείται ότι είναι η θέωση.
Μέσα στο αρχαίο κείμενο υπάρχει μία καταπληκτική παρομοίωση, που μας επιτρέπει όχι μόνο να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται ο Αριστοτέλης, αλλά και να διαπιστώσουμε τον κωδικοποιημένο τρόπο με τον οποίο γράφουν οι μεγάλοι Φιλόσοφοι, όταν πρόκειται να αναφερθούν σε θέματα ανώτατου μυστηριακού χαρακτήρα, όπως είναι το θέμα της λειτουργίας της ψυχής μας.
Στο απόσπασμα του αρχαίου κειμένου που ακολουθεί, χρησιμοποιώντας τέσσερις και μόνο λέξεις, ο Αριστοτέλης αναφέρεται σε ολόκληρο το νόημα της ζωής μας:
οἷον τί θεὸς ἢ ἄνθρωπος ἢ σὰρξ ἢ ὀστοῦν;
Παρατηρούμε καταρχήν ότι και οι τέσσερις λέξεις του μας είναι γνωστές, παρόλα αυτά είναι πολύ δύσκολο να βγάλουμε κάποιο συγκεκριμένο νόημα, το οποίο να πρέπει επιπλέον να συνδέεται και με την λειτουργία της ψυχής μας.
Υπάρχουν λοιπόν οι λέξεις Θεός, Άνθρωπος, Σάρξ και οστούν οι οποίες συνδέονται ή καλύτερα διαχωρίζονται από το διαζευκτικό ήτα, κάτι που σημαίνει ότι με κάποιον τρόπο αυτές οι τέσσερις έννοιες σχετίζονται και συγκρίνονται μεταξύ τους.
Η πρόταση μάλιστα καταλήγει σε ένα ερωτηματικό, που σημαίνει ότι αυτόν τον τρόπο σύγκρισης θα πρέπει να τον ανακαλύψουμε εμείς...
Παρατηρούμε ότι θα μπορούσαμε να χωρίσουμε την πρόταση σε δύο σκέλη:
Στο πρώτο συνδέεται η σχέση του Θεού με τον Άνθρωπο.
Στο δεύτερο συνδέεται η σχέση της σάρκας με το οστούν.
Τι είναι αυτό λοιπόν που θα πρέπει να κατανοήσουμε από αυτήν την παρομοίωση και πώς είναι δυνατό να το συσχετίσουμε με την λειτουργία της ψυχής μας;
Ας ξεκινήσουμε από το τέλος, από την λέξη οστούν και να ακολουθήσουμε μία αντίστροφη πορεία, πηγαίνοντας προς την αρχή.
οἷον τί σὰρξ ἢ ὀστοῦν;
Αυτό σημαίνει ότι, αρχικά είναι απολύτως απαραίτητο να προηγηθεί η κατασκευή των οστών του ανθρώπου, βάσει των οποίων θα σχηματιστεί ο σκελετός μας, ο οποίος θα στηρίξει, θα οικοδομήσει και να αναπτύξει το σάρκινο σώμα του ανθρώπου.
Δηλαδή χωρίς οστέινο σκελετό, δεν μπορεί να υπάρχει σάρκινο ανθρώπινο σώμα.
Αν προχωρήσουμε τώρα στην ανάλυση των δύο πρώτων λέξεων, μπορούμε να κατανοήσουμε αυτήν την μεγαλειώδη παρομοίωση:
οἷον τί θεὸς ἢ ἄνθρωπος;
Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, καταλαβαίνουμε ότι είναι απαραίτητο να προηγηθεί η ύπαρξη του υλικού μας σώματος, διότι ανάλογα με τον τρόπο που θα το χρησιμοποιήσουμε, δηλαδή ανάλογα τις πράξεις μας, θα μπορούσαμε να οικοδομήσουμε και να αναπτύξουμε κατάλληλα το ΨΥΧΙΚΟ ΜΑΣ ΣΩΜΑ και προχωρώντας στην εξελικτική μας πορεία, να φτάσουμε στο στάδιο της θέωσης.
Δηλαδή, η βασική προϋπόθεση για να γίνει κάποιος Θεός, είναι να έχει ολοκληρωθεί προηγουμένως σαν άνθρωπος!
Με άλλα λόγια, αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι το υλικό σώμα του ανθρώπου αποτελεί κατά κάποιον τρόπο το «οστούν», δηλαδή τον σκελετό επάνω στον οποίο μπορεί να οικοδομηθεί το σώμα του Θεού!
Το αν και κατά πόσο θα γίνει τελικά αυτό, εξαρτάται από τις πράξεις μας και τον τρόπο ζωής μας.
Επομένως, κάθε άνθρωπος θα πρέπει να θεωρείται ένας εν δυνάμει Θεός, που μπορεί να γίνει εν ενεργεία, αν κάνει τις κατάλληλες ενέργειες, δηλαδή αν επιλέξει να εφαρμόσει στην ζωή του τις αρχές της Φιλοσοφίας και αν πραγματικά «γνωρίσει τον εαυτό του» σύμφωνα με το Δελφικό παράδειγμα «γνωθισαυτόν».
Κάθε άνθρωπος, μέσω του υλικού του σώματος, αποτελεί την πρώτη ύλη, την οποία μπορεί να την χρησιμοποιήσει για να διαπλάσει το εσωτερικό «άγαλμα της ψυχής του», και είτε να καταστεί χρήσιμος στον εαυτό του και στην κοινωνία, είτε κάτι να αφήσει ανεκμετάλλευτες όλες αυτές τις σπουδαίες δυνατότητές του και να ζήσει μία συμβατική ζωή, που τελικά όμως δεν θα τον οδηγήσει πουθενά...
via