Πόσο απότομος μπορεί να γίνει κάποιος με έναν φίλο;
Πόσο κακός μπορεί να γίνει κάποιος με έναν άγνωστο;
Πόσο κακός μπορεί να γίνει κάποιος με έναν άγνωστο;
Πόσο μπορεί να είναι σημαντικό να θέλει κανείς να του φερθούν όπως φέρεται;
Στη σημερινή καθημερινότητα, δεν βγαίνει τόσο εύκολα και ειλικρινώς η συγγνώμη, πόσο μάλλον η αληθινή συγχώρηση.
Ακούει κανείς από τα διάφορα δόγματα, είτε θρησκευτικά είτε κοινωνικά, ότι «πρέπει να συγχωρείς», οφείλεις ή έχεις δικαίωμα θα συμπλήρωνα εγώ προσωπικά να συγχωρείς.
Άπειρα τα παραδείγματα από άπειρες πηγές πάνω σε αυτό το θέμα.
“Εάν δε αμαρτήση εις σε ο αδελφός σου, επιτίμησον αυτώ.
Και εάν μετανοήση, άφες αυτώ.
Και εάν επτάκις της ημέρας αμαρτήση εις σε και επτάκις της ημέρας επιστρέψη προς σε λέγων, μετανοώ, αφήσεις αυτώ” [Λουκ. ιζ’ 3-4], αν αστοχήσει εις βάρος σου ο αδερφός σου να τον επιτιμήσεις, και εάν μετανιώσει να τον συγχωρήσεις, και εάν το κάνει πολλές φορές αλλά πάλι έρχεται για συγχώρηση πάλι να συγχωρείς.
Είναι τόσο εύκολο; Σαφώς και όχι.
Είναι βέβαια κάτι που καλλιεργείται, μαθαίνεται.
Το να μάθει κανείς να συγχωρεί θέλει αγώνα καθημερινό.
Σίγουρα, πρέπει πρώτα να μάθει κανείς να συγχωρεί τον εαυτό του.
Είναι πολύ εύκολο να μάθει κανείς να κατηγορεί τους άλλους αν κατηγορεί καθημερινά τον εαυτό του.
Είναι δυνατόν πάντα να φταίει κάποιος εσκεμμένα;
Άξιο συγχωρήσεως είναι το ακούσιο σφάλμα, θα μας πει ο Θουκυδίδης.
Είναι δυνατόν να αδικεί κανείς τον εαυτό του εσκεμμένα και έπειτα να τον κατακρίνει επιπλέον;
Κι όμως, αν δεν υπάρχει κάπου η έννοια της συγχώρησης είναι εφικτό κάτι τέτοιο.
Η αυτοκατάκριση είναι από τα μεγαλύτερα γνωστικά σφάλματα.
Μέσω μιας επιλεκτικής αφαίρεσης φτάνει κανείς στο συμπέρασμα να κατηγορεί αυφθαίρετα τον οποιονδήποτε.
Η συγχώρηση είναι το πρώτο βήμα προς τον εαυτό και προς τον άλλο.
Κάθε φορά που κάνει κανείς την αυτοκριτική του οφείλει να αναρωτιέται πόσες φορές κατεδίκασε άδικα τον εαυτό του και τους άλλους.
Κατά αυτόν τον τρόπο, με αυτή την αναδρομή και εξιχνιάζοντας ένα ένα τα στοιχεία της καθημερινότητας, βλέπει κανείς τα σφάλματά του και των άλλων.
Σε μια ουδέτερη στιγμή, χωρίς να είναι εν βρασμώ, τα πράγματα είναι πάντα καλύτερα να κρίνονται έτσι.
Δεν χρειάζεται να βιάζει κανείς καταστάσεις για να βγάλει γρήγορα συμπεράσματα.
Το να θέλει κανείς να εκδικηθεί και να τιμωρήσει είναι το μόνο εύκολο μιας και έρχεται και πρώτο στο μυαλό κανενός.
Τι πάει να πει αυτό;
Ότι είμαστε αγριάνθρωποι όλοι ή ότι στη φύση του ανθρώπου είναι να τσακώνεται;
Όχι.
Όλα είναι δυνατά και είναι στη φύση του ανθρώπου.
Απλά επειδή το να συγχωρείς είναι δύσκολο λίγοι το έμαθαν, λίγοι το εφαρμόζουν.
Για να συγχωρήσεις ειλικρινά και πραγματικά πρέπει να αλώσεις όλα τα στέρεα οικοδομήματα που έχει χτίσει ο εγωισμός, γιατί και αυτός ο ίδιος ο εγωισμός γυρνάει στο τέλος εναντίον του εαυτού σου.
Η συγχώρηση δεν είναι κοινωνικό έλεος.
Δεν είναι διακανονισμός απλός.
Δεν είναι απλή επανένωση μεταξύ φίλων ή ζευγαριών.
Δεν είναι δικαίωση, ακόμη μπορείς να κατηγορείς για σφάλματα.
Δεν είναι το να ξεχνάς.
Δεν είναι το να ισοσκελίζεις καταστάσεις γιατί πλησιάζεις την εκδίκηση έτσι.
Δεν είναι το να αφήνεις τον χρόνο να γιατρέψει τα πράγματα.
Η συγχώρηση είναι μια ενεργητική πράξη και όχι παθητική.
Δεν είναι το να παραχωρείς τη νίκη σε μια φιλονικία.
Δεν είναι το να νιώσεις απλά θετικά για τον άλλον.
Δεν είναι μόνο το να πει κανείς «Συγγνώμη».
Δεν είναι μόνο μια απόφαση, είναι μια διαδικασία που θέλει το χρόνο της.
Δεν είναι κάτι που γίνεται γρήγορα.
Δεν είναι απλά το να αποδεχτεί κανείς το τι έγινε.
Δεν είναι απλά το να συνεχίζεις τη ζωή σου.
Δεν είναι το να λες «εγώ σε συγχωρώ αλλά θα το βρεις από τον Θεό».
Δεν είναι το να αραδιάζεις στον άλλον πόσα σου χρωστάει.
Ο δρόμος προς τη συγχώρηση από τη στιγμή που ισχυρίζεται κάποιος ότι είναι διαδικασία θα έχει και κάποια στάδια.
Μια καλή αρχή είναι να συνειδητοποιεί κανείς ότι έχει θυμώσει με κάτι που προέρχεται από μια εξωτερική πηγή(φίλοι, περιβάλλον) είτε εσωτερική(εαυτός, προσδοκίες).
Στη συνέχεια, να αναχαιτήσει το αίσθημα εκδίκησης.
Έπειτα αν μιλάμε για κάποιον που μας πείραξε να προσπαθήσουμε να μπούμε στη θέση του και στη δική θέαση των πραγμάτων.
Έπειτα είναι το σημείο όπου πρέπει να αποφασίσει κανείς να δεχθεί την προσβολή όποιου τύπου και αν είναι.
Το να ανταποδίδει το ένα μέρος στο άλλο απλά μεγενθύνει τη διαφωνία.
Και τέλος, να προσπαθήσει ο θιγμένος να προβάλει την καλή του διάθεση σε αυτόν που τον θίγει.
Όλα αυτά φυσικά είναι ενδεικτικές προτάσεις.
Ο κάθε ένας έχει τον δικό του τρόπο να συγχωρεί και θέλει και τον δικό του χρόνο ανάλογα με το μέγεθος της προσβολής/αδικίας και την εμπειρία του με την πράξη της συγχώρησης.
Το να γίνει η αρχή είναι το πρώτο δύσκολο.
Έπειτα, έρχεται το στάδιο όπου κανείς θα αρχίσει να συγχωρεί τα δικά του σφάλματα και κατ’ επέκταση και των άλλων.
Στη συνέχεια, θα μπορεί πιο εύκολα να μπει στη θέση του άλλου και να έχει πιο σφαιρική εικόνα των καταστάσεων και γενικότερα θα αρχίσουν να μειώνονται κατά πολύ διάφορα γνωστικά σφάλματα.
Το να συγχωρείς δεν είναι μόνο μια γέφυρα προς τον άλλον είναι μια γέφυρα στον καλύτερο εαυτό αλλά και σε έναν πιο διαυγή κόσμο.
Από τον Δημήτρη Χιώνη,
Στρατιωτικό Ψυχολόγο
Βιβλιογραφία:
Καινή Διαθήκη