Οι καυγάδες και οι συγκρούσεις είναι συστατικό στοιχείο της σχέσης ενός ζευγαριού Αυτό συμβαίνει γιατί κανένας άνθρωπος δεν είναι ίδιος με τον άλλο. Oι άνθρωποι διαφέρουν μεταξύ τους στον τρόπο που αντιλαμβάνονται, σκέφτονται και αντιδρούν στα γεγονότα. Οι συγκρούσεις με τους σημαντικούς για μας ανθρώπους – γονείς , δασκάλους, φίλους, συνεργάτες, σύντροφο – εμφανίζονται από την παιδική ακόμα ηλικία και συνεχίζονται σ’ όλη μας τη ζωή και μπορεί να δυναμώσουν ή να αποδυναμώσουν μία σχέση.
Μία σχέση όπου οι φανεροί καυγάδες είναι ελάχιστοι ή και ανύπαρκτοι δε σημαίνει ότι είναι πιο υγιής σε σύγκριση με μία σχέση όπου συναντάμε περισσότερες συγκρούσεις. Ωστόσο στην εποχή μας, που το θέμα των σχέσεων απασχολεί όλο και περισσότερο ειδικούς και μη, ενώ συχνά κάνουμε λόγο για την τέχνη της αγάπης και του έρωτα δεν ευαισθητοποιούμαστε στην τέχνη της σύγκρουσης.
ΓΙΑΤΙ ΣΥΓΚΡΟΥΟΜΑΣΤΕ;
Πολλές φορές παρατηρούμε ότι σε μία σχέση η διαφωνία που μπορεί να υπάρξει για έναν ασήμαντο λόγο, καταλήγει σε ένα σοβαρό καυγά. Ωστόσο, το σημαντικότερο πρόβλημα δεν είναι η διαφωνία που υπάρχει ανάμεσα σε’ μας και τον σύντροφό μας, αλλά ο τρόπος που την επεξεργαζόμαστε και η προσπάθειά μας να βρούμε τη λύση εκείνη που θα είναι αποδεκτή και δίκαιη και για τους δύο. Έτσι καθορίζεται και η ποιότητα της σχέσης. Οι συγκρούσεις σε μία ουσιαστική σχέση έχουν ως στόχο και ως αποτέλεσμα, τη βαθύτερη κατανόηση, την κοντινότητα και το σεβασμό μεταξύ των δύο συντρόφων. Εξάλλου πολλές φορές μέσα από έναν εποικοδομητικό καβγά βλέπουμε να αναζωπυρώνεται το πάθος στη σχέση και να έρχεται πιο κοντά ο ένας στον άλλο. Στην αντίθετη περίπτωση, σε μία επιφανειακή σχέση δηλαδή, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι καταστροφικά προκαλώντας την αγανάκτηση, την εχθρότητα, την απόσταση ή ακόμη και το χωρισμό στο ζευγάρι.
Πολλές φορές παρατηρούμε ότι σε μία σχέση η διαφωνία που μπορεί να υπάρξει για έναν ασήμαντο λόγο, καταλήγει σε ένα σοβαρό καυγά. Ωστόσο, το σημαντικότερο πρόβλημα δεν είναι η διαφωνία που υπάρχει ανάμεσα σε’ μας και τον σύντροφό μας, αλλά ο τρόπος που την επεξεργαζόμαστε και η προσπάθειά μας να βρούμε τη λύση εκείνη που θα είναι αποδεκτή και δίκαιη και για τους δύο. Έτσι καθορίζεται και η ποιότητα της σχέσης. Οι συγκρούσεις σε μία ουσιαστική σχέση έχουν ως στόχο και ως αποτέλεσμα, τη βαθύτερη κατανόηση, την κοντινότητα και το σεβασμό μεταξύ των δύο συντρόφων. Εξάλλου πολλές φορές μέσα από έναν εποικοδομητικό καβγά βλέπουμε να αναζωπυρώνεται το πάθος στη σχέση και να έρχεται πιο κοντά ο ένας στον άλλο. Στην αντίθετη περίπτωση, σε μία επιφανειακή σχέση δηλαδή, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι καταστροφικά προκαλώντας την αγανάκτηση, την εχθρότητα, την απόσταση ή ακόμη και το χωρισμό στο ζευγάρι.
ΠΟΤΕ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΟΔΗΓΗΘΕΙΣ ΣΕ ΕΝΑΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟ ΚΑΥΓΑ;
– Έχει ξεκινήσει η διαφωνία σου για έναν συγκεκριμένο λόγο και σε ανύποπτο χρόνο καυγαδίζεις και για κάτι άλλο.
– Ξεκινώντας τη σύγκρουση για κάτι που συμβαίνει στο παρόν, εμπλέκεις και καταστάσεις από το παρελθόν.
– Εστιάζεις στον τρόπο που συγκρούεστε.
– Παρατηρείς ότι είτε εσύ είτε ο σύντροφό σου επαναλαμβάνεστε προκειμένου να επικρατήσει μία συγκεκριμένη άποψη.
– Υψώνεις τον τόνο της φωνής σου αδικαιολόγητα.
– Η συζήτηση έχει στραφεί σε επίθεση και κατηγορίες.
– Νιώθεις ότι επικρίνεσαι ή δικάζεσαι και κρατάς αμυντική στάση.
– Εστιάζεις περισσότερο στο σύντροφό σου και τα λάθη του και όχι στον εαυτό σου και στο πως αισθάνεσαι.
– Ο ένας εκφράζει τα παράπονά του για τον άλλο.
– Απευθύνεστε ο ένας στον άλλο χωρίς να ακούτε και να καταλαβαίνετε ο ένας τον άλλο.
– Παρατηρείς ότι απευθύνεσαι στο σύντροφό σου χρησιμοποιώντας προτάσεις που ξεκινούν «εσύ ποτέ…», «εσύ πάντα…»
– Ανταλλάσσετε μεταξύ σας επίθετα και απειλές.
– Έχεις στο μυαλό σου κάποια λύση που θα βγάλει εσένα «νικητή» και δεν αποδέχεσαι την οπτική του άλλου.
Το κλειδί για μία υγιή σχέση όπου αναμφισβήτητα οι συγκρούσεις θα μπορούσαν να λειτουργήσουν θετικά και εξελικτικά στη σχέση είναι η επικοινωνία. Οταν υπάρχει επικοινωνία μέσα στη σχέση ,εξασφαλίζεται η προσωπική εξέλιξη του ενός συντρόφου παράλληλα με την εξέλιξη του άλλου, ο κάθε σύντροφος διατηρεί την προσωπικότητά του, ανανεώνεται, νιώθει αποδεκτός και γενικότερα εντάσσονται τα πλαίσια των ευμενών προϋποθέσεων της συμβίωσης.
ΤΙ ΦΤΑΙΕΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΥΜΕ;
Οι λόγοι που μπορεί να συμβάλλουν στη δυσκολία κάποιου να επικοινωνήσει με το σύντροφο του είναι:
1. τα βιώματα από την πατρική του οικογένεια (π.χ μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον όπου μπορεί να έλλειπε ο διάλογος, ο αυθορμητισμός, κά).
2. η έλλειψη ψυχολογικής ωριμότητας: δηλαδή το άτομο δεν έχει αυτογνωσία, δεν έχει διάθεση συνεργασίας, δεν μπορεί να μεταφερθεί στη θέση του άλλου, υπερβάλλει, δεν περιορίζει τον εγωκεντρισμό και τον εγωισμό του.
3. ο φόβος και η ανασφάλεια για το πως θα αξιολογηθεί από το σύντροφό του (από τα πρώτα κιόλας στάδια της παιδικής ηλικίας ο άνθρωπος αξιολογείται από την οικογένεια, το σχολείο, το εργασιακό περιβάλλον, την κοινωνία).
4. η χαμηλή αυτοεικόνα, η αδυναμία πολλών ανθρώπων να εστιάσουν στον εαυτό τους, να αφουγκραστούν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους, είναι η αιτία να μην ξέρουν τι ακριβώς θέλουν. Αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στους ρυθμούς της ζωής που δε μας αφήνουν «να σταθούμε στον εαυτό μας».
ΠΟΤΕ ΟΙ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΑΠΕΙΛΟΥΝ Ή ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΥΝ ΤΗ ΣΧΕΣΗ;
– Οταν στόχος δεν είναι η επικοινωνία αλλά ο ανταγωνισμός, η προσπάθεια του ενός να αποδείξει την αλήθεια των λόγων του χωρίς να υπολογίζει τον άλλο. Στην περίπτωση αυτή δεν «μπαίνει καθόλου ο ένας στα παπούτσια του άλλου», δεν ακούει τον άλλο, θεωρεί ότι έχει όλο το δίκιο με το μέρος του και παραβλέπει την αμοιβαία υπευθυνότητα.
– Οταν το ζευγάρι ξεφεύγει από το θέμα για το οποίο προέκυψε η σύγκρουση και αναφέρεται σε προηγούμενα προβλήματα και σε παράπονα του παρελθόντος. Με άλλα λόγια όταν δε μένει στο θέμα της σύγκρουσης αλλά επεκτείνεται σε, καταστάσεις, πρόσωπα που είναι μακριά από το «εδώ και τώρα». Έτσι φτάνει στο σημείο καμιά φορά μετά από λίγες ώρες ή μέρες να μη θυμάται το λόγο του τσακωμού.
– Οταν μετά από μία σύγκρουση, δεν ακολουθεί μία διεργασία στην οποία να εκφράζονται συναισθήματα πόνου, θυμού, λύπης, αλλά αντίθετα παραμένουν απωθημένα και κυρίως θυμός, που μπορεί να βγει ανεπεξέργαστος ως παθητική ή ενεργητική επιθετικότητα, σε κάποιον άλλο ανύποπτο χρόνο. Έτσι κάποτε προκαλούνται αποστάσεις αγεφύρωτες.
– Οταν η σύγκρουση δεν οδηγεί σε μία πραγματική συμφωνία αλλά σε έναν επιφανειακό συμβιβασμό που συνοδεύεται από ένα θρίαμβο αυτού που δεν υποχώρησε. Στην περίπτωση αυτή απουσιάζει μία ουσιαστική προσέγγιση που οδηγεί στη βελτίωση της σχέσης. Αντίθετα επαναλαμβάνονται παρόμοιες καταστάσεις που μπορεί να οδηγήσουν στην αναπότρεπτη διάρρηξη των σχέσεων.
– Οταν υπάρχει ο φόβος της τίμιας υποχώρησης γιατί αυτή θεωρείται συνώνυμη της απώλειας του προσωπικού γοήτρου.
Ωστόσο θα πρέπει να τονίσουμε, ότι η αποφυγή της σύγκρουσης δεν είναι κατά ανάγκη δείγμα μιας ευτυχισμένης συντροφικής ζωής. Η έλλειψη της πολλές φορές υπονομεύει τη σχέση, κλονίζει την εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και στον άλλο, οδηγεί στη μοναξιά και διαστρεβλώνει το νόημα της πραγματικής συμβίωσης. Έτσι θυσιάζουμε τον εαυτό μας, τις αξίες και τις ανάγκες μας Μπορούμε λοιπόν τη σύγκρουση να τη χρησιμοποιήσουμε ως μέσο και αφορμή για την αποφυγή των πρόσκαιρων συμβιβασμών και της αποτελμάτωσης, αρκεί να μάθουμε την τέχνη της. Η θετική σύγκρουση είναι τίμια και αντικειμενική, όχι κακοήθης ενοχοποιητική και σκληρή. Η τίμια μάχη οδηγεί στην αυθεντικότητα της σχέσης και στην ισοτιμία.
ΠΩΣ ΣΥΝΗΘΙΖΕΤΑΙ ΝΑ ΑΝΤΙΔΡΟΥΜΕ ΣΤΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ;
– Με αποφυγή ή άρνηση στην αντιμετώπιση του προβλήματος
– Με παραίτηση
– Ανταγωνιστικά
– Συμβιβαστικά
– Με ψυχραιμία και θετική διάθεση – έτσι περιορίζεται ο θυμός και η ανταγωνιστικότητα και τηρούνται οι προδιαγραφές για μία ουσιαστική προσπάθεια επίλυσης της διαφωνίας.
Ο τρόπος που αντιδρά ο καθένας μας σε έναν τσακωμό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως: τα προσωπικά βιώματα – πως βιώναμε τις συγκρούσεις στην πατρική οικογένεια, τη δομή της προσωπικότητάς μας, την αυτοεκτίμησή μας, την ίδια μας τη σχέση.
ΟΙ ΟΡΟΙ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΔΟΜΗΤΙΚΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ
– Τη σύγκρουση να ακολουθεί συζήτηση αρχίζοντας από τη αναγνώριση των θετικών του άλλου, την έκφραση της αγάπης και του ενδιαφέροντος γι αυτόν. Έτσι υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να κρατηθεί η συζήτηση σε χαμηλούς τόνους και να διατηρηθεί νηφάλια η σκέψη και από τις δύο πλευρές.
Περιορισμός της επίρριψης των ευθυνών, των αξιολογήσεων, των γενικεύσεων και των ερμηνειών είναι επίσης πολύ βοηθητικά στοιχεία.
– Έχοντας υπόψη μας ότι θυμωμένοι άνθρωποι δεν ακούν, θα πρέπει να δώσουμε λίγο χρόνο στον εαυτό μας και στον άλλο για να γίνει συζήτηση.
– Δεν θα πρέπει, μόνο να μιλάμε αλλά και να ακούμε. Να αφήνουμε τον άλλο να ολοκληρώνει τις σκέψεις του. Όταν βλέπουμε να μη λύνεται η διαφωνία μπορούμε απλά να συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε.
– Χρειάζεται ευαισθησία στον τρόπο το χρόνο και το χώρο που γίνεται ο καυγάς. Είναι οικείο σε όλους το φαινόμενο της ενίσχυσης των εντάσεων όταν αυτές γίνονται ενώπιον τρίτων.
– Είναι πολύ σκληρό για να δυναμώσει κάποιος τη σχέση του να θίγει τα ευαίσθητα σημεία του άλλου.
Απαραίτητη προϋπόθεση για να τηρηθούν οι όροι της εποικοδομητικής σύγκρουσης, είναι η κατανόηση και από τους δύο συντρόφους ότι το πρόβλημα αφορά και τους δύο και γι’ αυτό η λύση θα πρέπει να είναι δίκαιη και αποδεκτή και από τους δύο.
ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΑΣΗ ΣΟΥ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ
1. Δώσε χρόνο στον εαυτό σου και στο σύντροφό σου ώστε να ηρεμήσετε. Προσπάθησε να συζητήσεις το γεγονός όταν και οι δύο θα έχετε πάρε απόσταση από την ένταση της στιγμής.
2. Εστίασε σε ένα γεγονός κάθε φορά.
3. Εξήγησε τη θέση σου ξεκάθαρα αποφεύγοντας το σαρκασμό, τις κατηγορίες, την κριτική και τα επίθετα απέναντι στο σύντροφό σου.
4. Η συναισθηματική φόρτιση είναι αναμενόμενη, ωστόσο προσπάθησε να χρησιμοποιήσεις και τη λογική σου, εστιάζοντας στο πρόβλημα και όχι στο σύντροφο. Να έχεις στο μυαλό σου ότι και οι δύο χρειάζεστε μία λύση στο πρόβλημα.
5. Πάρε τις ευθύνες που σου αναλογούν. Δε χρειάζεται να κρατάς αμυντική στάση και απέφυγε τις παρορμητικές αντιδράσεις αντικρίζοντας το θυμό του συντρόφου σου.
6. Η συζήτηση θα πρέπει να γίνει όταν θα είστε και οι δύο έτοιμοι.
7. Προσπάθησε να μείνεις στην ουσία της διαφωνίας και όχι σε λεπτομέρειες.
8. Πολλές φορές το χιούμορ βοηθάει. Χρησιμοποίησε και λίγο τη φαντασία σου χωρίς όμως να διακωμωδήσεις τελείως το γεγονός.
9. Συζήτησε πιθανές λύσεις.
10. Ορισε χώρο και χρόνο για την επανεξέταση του θέματος, όταν νιώθεις ότι δε λύθηκε το πρόβλημα.
11. Δείξε την ευγνωμοσύνη σου όταν ο σύντροφός σου κατανοεί τη θέση σου.
Τελικά το ζητούμενο είναι ο καθένας να είναι σε θέση να αγαπάει και να αποδέχεται τον εαυτό του και τους άλλους ως πρόσωπα, ανεξάρτητα από το εάν απορρίπτει κάποια στοιχεία της συμπεριφοράς του. Μήπως μπορούμε να απολαμβάνουμε αυτούς που αγαπάμε έτσι όπως είναι;
Συγγραφέας: Ντόρα Μίνου