Σαν βότσαλα μικρά, που περιμένουν να βραχούν από μεγάλο κύμα - Point of view

Εν τάχει

Σαν βότσαλα μικρά, που περιμένουν να βραχούν από μεγάλο κύμα






Οι Άνθρωποι εκ των ανθρώπων,

εκείνοι που ξεχωρίζουν σαν κόκκινες τουλίπες ανάμεσα σε μαργαριτόμορφο κήπο,


εκείνοι που συναγωνίζονται σ΄ομορφιά ολάκερο τον ομορφότερο των κήπων

και δεν έχουν τη μέθη ανταγωνισμού ή την αίσθηση διαγωνισμού,

ενώ πάντα παρ΄όλ΄αυτά ξεπερνούν σε ομορφιά τόσο,

όσο ένα και μόνο λευκό, μικρό, λευκότατο μπουγαρινίου πεταλάκι.


Εκείνοι οι Άνθρωποι που έχουν τη μαγεία της συνουσίας μεταξύ

βαθιάς μπλε θάλασσας και καταιγίδας

και το άρωμα φρεσκοποτισμένου γιασεμιού.


Εκείνοι οι Άνθρωποι, που τόσο έχουν ζήσει μέσα στην ασχήμια

και ξεχωρίζουν πλέον καλύτερα την Ομορφιά όντες εν αγνοία τους καλλιτέχνες.


Εκείνοι οι λίγοι Άνθρωποι εκ των ανθρώπων είναι,

που θα περάσουν απ΄τη ζωή σου

και για κακή σου τύχη, άνθρωπε, χαμπάρι δε θα τους πάρεις.


Εκείνοι αθόρυβοι και διακριτικοί, μα δυνατοί κι ανεξίτηλοι,

κι εσύ, εκκωφαντικός λόγω των ανασφάλειών σου, ένας δήθεν,

και μόνιμα απασχολημένος να κρύψεις τη χειρότερη αδυναμία σου:

-Να αισθανθείς το πέρασμα των Ανθρώπων απ΄τη ζωή σου.


Συνηθισμένοι στη μη αναγνώρισή τους και στην ευτυχή δυστυχία τους οι Άνθρωποι,

διότι καλοπληρώθηκαν απ΄τη ζωή και όχι απ΄τους ανθρώπους.


Καλοπληρωμένοι σε λάθη, σ΄ αποτυχίες, σ΄απορρίψεις,

δέκτες και μελετητές δυστυχιών και καταδικασμένοι μόνιμα μια ζωή,

να μεταφράζουν τη ζωή τους σε μια ατέλειωτη συλλογή από ελεγείες

κι αυτό να είναι γι΄αυτούς το απώτερον χρέος τους προς τους ανθρώπους.


Χρεωμένοι δε, αισθάνονται προς τους ανθρώπους,

καθώς προς παραγωγή έμπνευσης η χαρά και η καλοσύνη

μάλλον εν ώρα παρατήρησής τους δεν ενδείκνυνται τόσο,

όσο η θλίψης, η αρνητικότης, η κακεντρέχεια και όλα τα κακά των ανθρώπων

που δείχνουν άπειρα κατά την απόπειρα αρίθμησής τους,


που φαίνοντ΄ εντονότερα και ικανότερα προς παραγωγή και κατανάλωση έμπνευσης,

αφού την ανάγκη για ελευθερία προκαλούν στους καλλιτέχνες Ανθρώπους.

-Ο Άνθρωπος αισθάνεται εγκλωβισμένος ανάμεσα στους ανθρώπους.-


Ο Άνθρωπος εμπνέεται από κάθε τι γύρω του που του δημιουργεί

την ανάγκη του απεγκλωβισμού του

ή όταν στην όψη ενός ανθρώπου, ή μιας κατάστασης ή ενός αντικειμένου

διακρίνει ν΄αναδύεται άυλη η ελευθερία.


Ο Άνθρωπος εμπνέεται πραγματικά,

μόνο απ΄αυτά που του δημιουργούν την ανάγκη για ελευθερία

και όχι από την ίδια την ελευθερία.


Αυτό συμβαίνει καθώς έπειτα από την πραγμάτωσή της,

η ελευθερία χάνει μετά από λίγο το γόητρό της

και ο Άνθρωπος ξαναγυρνά στο βαθύ του πόθο

ν΄αναζητεί την ευτυχία μεταξύ εγκλωβισμού κι ελευθερίας.


Αυτό οφείλεται στην αίσθηση της οικειότητας και στην παράξενη αίσθηση ασφάλειας

που του ΄χει προκαλέσει η συνήθεια στο να ζει εγκλωβισμένος,

αλλά απ΄την άλλη και στην αίσθηση για εξερεύνηση του αγνώστου

και το βίωμα του πρωτόγνωρου που φαντάζεται μ΄ενθουσιασμό,

μα εν τέλει του προκαλεί φόβο.


Σα μικρά ανώνυμα βότσαλα οι Άνθρωποι, που περιμένουν να βραχούν

από κάποιο μεγάλο κύμα που θα χτυπήσει την ακτή,

καθώς απομακρυσμένα είναι από ΄κεί που σκάει το εύηχο κυματάκι.


Στην υγειά του παραπόνου που τ΄ ανάγκασε στην απομάκρυνση πίνουν

και μαραζώνουν που τ΄όνομά τους, το γνώρισε μονάχα ο πιο σκοτεινός βυθός.

-Ας είναι,θα πουν. Και όντως θα ΄ναι.


Γιατί τον κατάλογο των αρετών τους,τον ξεκινάνε με την Αλήθεια.

Εγώ, ο κοινός θνητός, μερικές φορές έχω μια περίσσεια τάση ειλικρίνειας

και τολμώ να αισθάνομαι για λίγο Άνθρωπος.


Μερικοί με μπέρδεψαν με τους αγενείς, άλλοι με τους σκληρούς,

άλλοι με τους αυστηρούς, άλλοι με την κακιά φάρα των ρεαλιστών.


Εκείνοι που μ΄αναγνώρισαν ως ειλικρινή,

μ΄ έκαναν να θέλω να βαδίσω ανυπόδητος στα πιο τραχιά,

στα πιο απόμακρα, στα πιο δύσβατα μονοπάτια,


πληγώνοντας τα πόδια μου και γυρνώντας κουτσαίνοντας-μα σοφότερος-

για να τους φέρω πίσω μια κατακόκκινη πανέμορφη τουλίπα κι ένα καλοσχηματισμένο

κατάλευκο βότσαλο που λαμπρότατο θα ήταν και υπό του ήλιου,

αλλά και υπό του φεγγαριού το φως, πασίγνωστο και σ΄επιφάνειες,

αλλά και στους βυθούς των ωκεανών.


Η ουσία στο Ταξίδι του Ανθρώπου, δεν είναι να πάει και να γυρίσει,

αλλά να πάει, να εξακολουθεί να θέλει να γυρίσει, μα να ΄ναι τόσο σοφός,

έτσι ώστε στο τέλος να επιλέξει ο ίδιος

το δρόμο του γυρισμού και όχι η επιθυμία του,


η οποία θα τον γυρνούσε πίσω από το δρόμο που τον πήγε στην αρχή,

ανίκανη πλέον προς αναγνώριση του Ανθρώπου,

αφού γυρνά πίσω, έχοντας ξεπεράσει την.


Η δυσκολότερη όλων των τεχνών, είναι να είσαι Άνθρωπος.


Του Βαλάντη Γαούτση, 


Συνθέτης-Στιχουργός
 via

Pages