…Εάν η ιδέα του αγαθού ήταν απλώς ιδέα, η αλήθεια θα ήταν αυτόφωτη και δεν θα χρειαζόταν τον ήλιο. Είναι όμως ήδη γνωστό πως η αλήθεια δεν νοείται εκτός του ηλιακού φωτός. Μεταξύ γνώσεως και πραγματικότητος ( επιστήμη και αλήθεια) φωτεινότητος και ενός πράγματος και της θέας του ( φως τε και όψις ), υφίσταται η αυτή αναλογία σχέσεων, ήτοι σαφής διαχωρισμός των δύο όρων και σύγκλιση που εξασφαλίζει η κοινή ηλιακή τους υφή. Η σύγκλιση αυτή θα ήταν αντίληψη εφ όσον η θέα αγνοούσε το φως , εφ όσον υπήρχε αφ ενός το αντικείμενο και αφ ετέρου το μάτι.
Αλλά η μεν γνώση δεν αφορά στο αισθητό αντικείμενο, γνωρίζει δε η ψυχή και όχι το μάτι. Η ρήση του Φιλήβου (30c) κατά την οποία εκτός της ψυχής η γνώση και η νόηση είναι αδύνατες, αποτελεί θεμελιώδες αξίωμα του Πλάτωνος.
Η γνωστική ιδιότης της ψυχής σημαίνει πως κάθε αυθεντική συνείδηση αναγνωρίζει τον υπερβατικό χαρακτήρα του απολύτου.
Η γνώση επομένως της αλήθειας περνάει από την άνθιση ψυχής, όχι από ταύτιση με το αντικείμενο. Όταν η γνώση γίνεται υπόθεση ματιών, είναι εφικτή μία παιδεία ψυχικής ελευθερίας και πως συμβιβάζεται η αντίληψη με την αθανασία της ψυχής και την θεωρία του επέκεινα; Συνδέοντας την γνώση με το ηλιακό φως, ο Πλάτων εξαρτά την αξία της επιστήμης από τον ηθικό της χαρακτήρα.
Υπ αυτή την έννοια η γνώση φανερώνεται εξύψωση και η διαφάνεια της υπάρξεως αλήθεια. Στο βάθος της μεταφυσικής γνώσεως διακρίνεται άνετα το πρότυπο της οπτικής των αρχαίων Ελλήνων, ο Πλάτων όμως το μεταθέτει επι φιλοσοφικού επιπέδου, κατορθώνει δε να εκφράσει με δύναμη κάτι επι πλέον , την ιδέα της διακρίσεως του ηλίου, αθέατου και απροσίτου καθ εαυτόν, και του φωτός που σκορπίζει, επιτελώντας κατ αυτόν τον τρόπο την δύσκολη και υπέρλογη σύνθεση της εγκοσμίου υπερβάσεως. Στα πλαίσια της γνώσεως η αλήθεια δεν είναι ακρίβεια αντιλήψεως αλλά αυτόνομη πραγματικότητα του όντος, βεβαιώνει ο Κρατύλος (421 b).
Το μαρτυρεί επίσης η δόξα (Πολιτεία 538b και 586bc), που ανταποκρίνεται στην κενή περιεχομένου επιστήμη των φαινομένων και όχι στην ανακριβή αντίληψη η λάθος. Το είδωλο στερεί από την όψη το φως και απομακρύνει την ψυχή από την αλήθεια, διότι είναι αδύνατον να υψωθούμε στο όντως όν, χωρίς την συνδρομή του φωτός. Κατά την εμπειρική παρατήρηση του αισθητού, μεταξύ αντικειμένου και ψυχής παρεμβάλλεται η συμπαγής ύλη, η οποία εμποδίζει το φως να φθάσει στο τέλος του και εξαφανίζει στην σκιά το προς γνώσιν.
Η σκιά σκοτίζει την αλήθεια και αποδεικνύει ότι δεν πρόκειται περι της αληθείας της κρίσεως αλλά περι της εμφανείας του όντος. Η αλήθεια ενσωματώνεται στο όν ( Πολιτεία 585c) και ως μέθεξη στο απόλυτο το κάνει να υπάρχει. Η πλατωνική οπτική αναπαύεται στην σχέση της ψυχής με το φώς και απολήγει στην αντίληψη του όντως ως αξίας, η σύγχρονη οπτική περιορίζεται στην αναπαράσταση, που αντιπαρέρχεται το φως και οφείλει την αξία της στο ότι αναπαράγει. Όπως φαίνεται εκτός του μύθου της σπηλιάς, και από τον Φαίδωνα ( 62b και 65bd), το Συμπόσιο ( 210-211c ), τον Φαίδρο ( 246d-248c ) τον Κρατύλο ( 400c ), ο συμβολισμός της αναβάσεως είναι ιδιαιτέρως προσφιλής στον Πλάτωνα, διότι αποδίδει τέλεια την έννοια της γνώσεως ως εξυψώσεως.
Σε μία αξιολογική προοπτική, αλήθεια του όντως είναι η νοητή πραγματικότης του, πραγματικότης προσιτή μόνο στην εσωτερικότητα, η οποία σαν θέα εκ των ένδον, μας μεταφέρει από τον κόσμο των αισθήσεων στο άλλο κόσμο ( Πολιτεία 529a). Εσωτερικότης είναι ο καρπός του φωτός, ο δεσμός της προφανείας του όντος με την ενέργεια του Αγαθού και η αφορμή της ψυχής προς το επέκεινα…
( Στέλιος Ρἀμφος: ΜΥΗΣΗ ΣΤΟ ΦΩΣ το όραμα της αλήθειας )