Αν η τελειότητα αποτελεί για σας ιδανικό, η κάθε πράξη ή σκέψη σας περιφρουρεί το μύθο της και συντελεί στην πολυπόθητη επίτευξή της, αναλογιστείτε μήπως πάσχετε από την επώδυνη διαταραχή της τελειοθηρίας.
1. Η τελειοθηρία ως ψυχαναγκασμός
Επειδή ο εαυτός αντανακλάται στους άλλους, σε σημείο να είναι δύσκολα διακριτός ως μεμονωμένος, η εξάρτηση από την αποδοχή και τη συναίνεσή τους είναι σύμφυτη κοινωνική προϋπόθεση. Θεμιτή, μέχρι να αρχίσει να μετατρέπεται σε πείνα για αναγνώριση, ήπια, έως ότου να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά ψυχαναγκασμού και καταπίεσης.
Οι τελειοθήρες του είδους αυτού τηρούν απαρέγκλιτους κανόνες και διαδικασίες. Υπακούουν σε ιεροτελεστίες, που οι ίδιοι ή το σύστημα έχει καθιερώσει, και γίνονται καλοί στο παιχνίδι των τύπων, της γραφειοκρατίας και των κατεστημένων. Η προσήλωσή τους στο καθήκον και στο δέον γενέσθαι, για τον προσεκτικό παρατηρητή, δεν είναι παρά μία τεχνική, για να αποκρύπτουν το φόβο της προσωπικής ανεπάρκειας. Γιατί είναι γνωστό πως ένα πλήρως ελεγχόμενο περιβάλλον, η εμμονή για αψεγάδιαστες λεπτομέρειες δεν οδηγούν στο τέλειο (το οποίο δεν είναι το άρθροισμα των μερών αλλά το σύνολο των σχέσεων των μερών, εξ’ ού και από τους θνητούς απροσπέλαστο), αλλά σε μια ψευδαίσθηση ασφάλειας, που θολώνει κάθε παραφωνία στην προσωπικότητα. Για τους αυτόκλητους σκλάβους της τελειότητας κάθε νέα συνθήκη ή κατάσταση, η οποία δεν μπορεί να προσχεδιαστεί και να οριοθετηθεί βάσει των προαποφασισμένων πλάνων, αποτελεί απειλή. Το ρίσκο, η διακινδύνευση, η απόκλιση από τις νόρμες, για τις οποίες τόσα πολλά θυσίασαν, και πολύ περισσότερο όσοι αντιπροσωπεύουν το καινοτόμο, το πρωτόγνωρο, το ανεξέλεγκτο, δεν είναι παρά επαναστάτες εναντίον του τέλειου εαυτού, που δόμησαν υπό τους δικούς τους όρους.
Η παράλογη αγωνία της άμεμπτης αυτοπαρουσίασης τούς καθιστά ευάλωτους (και επιθετικούς) στη γνώμη των άλλων, έρμαια στην αρνητική κριτική τους, επαίτες της επιδοκιμασίας, υποτακτικούς στην εξουσία, απορριπτικούς προς τους κατώτερους ή εκείνους που θέτουν εν αμφιβόλω το σενάριο, που προστατεύει την εικόνα τους. Η τελειοθηρία ξεκινά ως μηχανισμός άμυνας και καταλήγει σε ψυχαναγκαστική διαταραχή, που δυναστεύει τους ίδιους και όσους βρεθούν στον περίγυρό τους.
Θύματα πλημμελών γονεϊκών προτύπων ή ανεπαρκούς φροντίδας, πάντα επιζητούν συμβολικούς κηδεμόνες, για να τους ικανοποιήσουν και να αποσπάσουν το πολυπόθητο εύγε, έστω και ως καθήλωση στην παιδική ανάγκη για επιβράβευση. Καταδυναστεύουν την ύπαρξή τους με σκέψεις και συναισθήματα έλλειψης, κάθε τους δράση υπολείπεται του ιδεατού, και μόνο η ιεροτελεστία της λεπτομέρειας απαλύνει το πληγωμένο εγώ. Όποια μορφή και να πάρει η συμπεριφορά αυτή, είτε του άκαμπτου υπερεγώ είτε του αδύναμου ανθρωπάκου, που προς όλους χρωστά και άπαντες πρέπει να ευχαριστήσει, ο βίος του είναι σπαρμένος με άκαρπες μέριμνες, επειδή η τελειοθηρία τον οδηγεί στην αποφυγή δραστηριοτήτων, συναισθηματικών επενδύσεων και σχέσεων, αν αυτές δεν είναι τέλειες, κατά τα δικά του μέτρα και σταθμά.
2. Η τελειοθηρία ως αντανάκλαση ναρκισσισμού
Οι νάρκισσοι είναι θύματα της ίδιας τους της εικόνας. Παιδιά ναρκίσσων, κατά πάσα πιθανότητα, με συντετριμμένο, ανασφαλές και ασταθές εγώ, ποτέ δεν απέκτησαν την ταυτότητα, που ήθελαν, επειδή οι ίδιοι διετέλεσαν καθρέφτες του ναρκισσισμού των γονιών τους με τίμημα την ανεξαρτητοποίηση από αυτούς. Η τελειοθηρία εκδηλώνεται ως απαίτηση για τέλεια απέναντί τους στάση των υπολοίπων, από αδιαμφισβήτητη αποδοχή των θέσεών τους, από θέσφατα του τύπου όλα ή τίποτα. Η παγίδα που στήνουν σε όσους συσχετίζονται μαζί τους δεν είναι το θέλω να θέλεις απλώς, αλλά απαιτώ να θέλεις όσα θέλω εγώ. Σε μια ερωτική σχέση επιζητούν την απόλυτη αφοσίωση, πληγώνονται ακόμα και από μη εσκεμμένες παραβλέψεις ή αστοχίες, θέτουν τόσο υψηλά κριτήρια, που οι περισσότεροι αποτυγχάνουν να ικανοποιήσουν, πληγώνονται με το παραμικρό, και καταλήγουν να γίνονται αναχωρητές του έρωτα, μεμφόμενοι τη σύγχρονη εποχή για την επιδερμικότητα ή επιπολαιότητα των δεσμών. Έτσι η μόνη διέξοδος για να αισθανθούν ξεχωριστοί είναι η απαίτηση να τους αντιμετωπίζουν όλοι ως μοναδικούς, καταδικάζοντας με την αξίωση αυτή τον εαυτό τους σε ειρκτές και σε αυτοδημιούργητα δεσμωτήρια. Τιμωρητικοί κάθε σφάλματος ως αφεντικά, απαιτητικοί και ανελαστικοί κριτές, υπερόπτες για τα δυσθεώρητα κριτήρια ποιότητας, που θέτουν, σπάνια παινεύουν την εργασία και τους κόπους των υφισταμένων, αν δεν συμμερίζονται το πάθος της τελειότητας.
Η έλλειψη ανοχής προς κάθετι ατελές, πρόσωπο ή ερέθισμα, εκπορεύεται από την πίστη τους πως η έλλειψη ακεραιότητας θα έχει αντίκτυπο πάνω τους, θα σπιλώσει την θελκτική εικόνα τους και θα πληγώσει ανεπανόρθωτα το αίτημα κάθε νάρκισσου: το λαμπερό είδωλο, που προβάλλεται, αντανακλάται και μεγεθύνεται, κίβδηλο, αλλά συναρπαστικό.
3. Η τελειοθηρία ως υπερδιέγερση
Οι Beck, Shapiro και Maxment παρατήρησαν πως άτομα, τα οποία βρίσκονται σε υπερδιέγερση, αν και το επιθυμούν, δεν μπορούν παρά να προσέχουν τις λεπτομέρειες, να καταγράφουν την ασυμμετρία, να ενοχλούνται από οποιαδήποτε έλλειψη αρμονίας. Η προσοχή τους εύκολα διασπάται, εάν δεχτούν πληθώρα ταυτόχρονων πληροφοριών. Επιζητούν το χρόνο να αναλύσουν διεξοδικά κάθε πλαίσιο κι αν διαπιστώσουν πως ανταποκρίνεται στα κριτήριά τους, μπορούν να προχωρήσουν στο επόμενο. Το πρόβλημα εντείνεται όταν προσπαθούν να γενικεύσουν την τακτική αυτή σε κοινωνικές και συναισθηματικές περιστάσεις.
Κάποτε ένας διαγνωσμένος ψυχωσικός, με μανία να διορθώνει κάθε συντακτικό ή ορθογραφικό σφάλμα σε κείμενα μου είπε: Κάθε φορά που φτιάχνω ένα λάθος, αισθάνομαι πως κάτι στραβό εξαλείφεται από την οικουμένη.
Η τελειοθηρία είναι πρόσχημα για έλεγχο. Για πρόγνωση της χαοτικής ζωής, για περιορισμό των εκπλήξεων, για μία λογική, κατά το δυνατόν, ερμηνευτική που νοηματοδοτεί τις ενέργειες, τα κίνητρα και τους στόχους. Αυτό ισχύει για όλους. Μόνο που οι τελειοθήρες εκλαμβάνουν το διαφορετικό ως απειλή και επιχειρούν να το χειραγωγήσουν, να το αξιολογήσουν να το προσαρμόσουν με την αυταπάτη της τελειότητας, το γνωστό τους παιχνίδι, όπου ο καθένας, αλλά και ο ίδιος τους ο εαυτός, σπάνια βγαίνει αλώβητος. Αν ο σύμβουλος προσπαθήσει να ανασκευάσει τα αίτια αυτής της συμπεριφοράς, αν τους βάλει να φανταστούν μία ζωή που δεν θα είχαν ανάγκη από επιβεβαίωση, έγκριση, αποδοχή, έλεγχο, μια ζωή χαλαρή, όπως αρμόζει σε όσους κατανοούν τη βραχύτητά της, συνήθως περιγράφουν την ανασφάλεια που αναβαπτίζεται σε ελευθερία.
Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου