Χρόνος Κβαντικός, Γραμμικός, Φρακταλικός, Άπειρος, Στατικός. Χρόνος δημιουργικός, χρόνος για χάσιμο, για πέταμα, χρόνος υπαρκτός ή ανύπαρκτος. Τι είναι τελικά ο χρόνος;
"Ο Χρόνος υπάρχει πάντα όπου υπάρχει η λέξη «υπάρχει» και «πάντα». Χωρίς αυτό να σημαίνει πως υπάρχει πάντα."
Αυτές οι δύο λέξεις, «υπάρχει» και «πάντα» αλλά και οι λέξεις γενικότερα κάνουν τον χρόνο στην γραμμική του μορφή να υπάρχει. Ο κόσμος των λέξεων και των σκέψεων αλλά και ο τρόπος που τα χρησιμοποιούμε κάνουν τον χρόνο να υπάρχει. Άλλωστε αυτές είναι που δημιουργούν και τον χρόνο και τον χώρο.
Κατά τον Heidegger, ο χρόνος δεν είναι ένα πράγμα υπάρχον, αλλά μια εκτύλιξις η οποία γίνεται εις την ενότητα των κινήσεών της. Η κριτική της εννοίας του χρόνου είναι ανάλογος προς την του χώρου. Ο απόλυτος χρόνος, ανεξάρτητος μεταβλητών, είναι φανταστικός και παράλογος. Η κριτική του φαινομενικού χρόνου κατά τον Λεϊβνίτιο είναι όμοια προς την του χώρου.
Ο χρόνος αντιμετωπίζεται συμφώνως προς την σκέψη του Αριστοτέλη είναι γενικώς η μετάβασης, η πραγματική διάρκεια του σωματικού κόσμου. Η διάρκεια ενός σώματος δεν είναι εις τον χρόνο, αλλά, από κοινού με την διάρκεια των άλλων σωμάτων, αποτελεί τον πραγματικό χρόνο. Ο χρόνος, ως πραγματικός, είναι μια όψης της πραγματικής διάρκειας του σωματικού σύμπαντος, από την οποίαν δεν διακρίνεται.
Εις τον Καντ, ο χρόνος είναι ανάλογος προς τον χώρο. “Δεν είναι εμπειρική έννοια, προερχομένη από την εμπειρία τινός”, είναι “μια αναγκαία παράσταση, η οποία ίσταται εις την βάση όλων των διαισθήσεων”. “Δεν είναι μια έννοια, ως λέγεται, παγκόσμιος, αλλά μια καθαρή μορφή της υλικής διαισθήσεως”.
«Ο χρόνος ουδέν άλλο είναι ει μή η μορφή της εσωτερικής αισθήσεως, ήτοι της διαισθήσεως ημών των ιδίων και της εσωτερικής μας καταστάσεως». Κατά τον Έγελο, «οι διαστάσεις του χρόνου παρόν, μέλλον, παρελθόν, είναι το γίγνεσθαι ως τοιούτον εις την εξωτερικότητα του». Εις την φιλοσοφία των ημερών μας, ο χρόνος εμφανίζεται ενίοτε ως κατηγορία του πραγματικού.
Ο Νεοπλατωνισμός θεωρεί τον χρόνο υποκειμενικό.
Ο Πλωτίνος συνάπτει τον χρόνο όχι με τον φυσικό κόσμο, αλλά με την ψυχή και την αιωνιότητα, υποστηρίζοντας ότι ο χρόνος αποτελεί την ζωή της ψυχής και συνίσταται εις την κίνηση, δια της οποίας η ψυχή μεταβαίνει από μίαν κατάσταση ζωής εις άλλην κατάσταση ζωής.
Ο Αυγουστίνος έχει ιδιαιτέρα άποψη περί του χρόνου και διατυπώνει τα εξής: “Αν τίποτε δεν ήτο, τώρα δεν θα υπήρχε το παρόν”. (Conf. XI, 14).
Ο Καρτέσιος υποστηρίζει ότι ο χρόνος “ον διακρίνομεν από την γενικώς λαμβανομένην διάρκειαν και λεγομένην ότι είναι ο αριθμός της κινήσεως, ουδέν άλλο είναι ει μη ωρισμένος τις τρόπος μεθ’ ου σκεπτόμεθα την διάρκειαν ταύτην”. Διά τούτο χρόνος “έξω της αληθινής διαρκείας των πραγμάτων, ουδέν άλλο είναι ει μη εις τρόπος του σκέπτεσθαι”.
Ο Νεύτων και ο S. Clarke διατείνονται ότι ο χρόνος, ως και ο χώρος, είναι αναγκαία συνέπεια της υπάρξεως του Θεού και εν ιδίωμά του, άνευ του οποίου ο Θεός δεν θα ήτο αιώνιος.
Ο Λεϊβνίτιος διατυπώνει το παράδοξον ότι “ο Θεός θα εξαρτάται κατά τινα τρόπον εκ του χρόνου… και θα έχη ανάγκην τούτου”. Επιμένει δε ότι ο χρόνος είναι “καθαρώς σχετικός”, είναι “μία τάξις διαδοχών” η τάξις των ασταθών δυνατοτήτων, “αίτινες έχουν μία συνάφειαν”. Ο απόλυτος χρόνος, ο οποίος ευρίσκεται έξω των προσκαίρων πραγμάτων, είναι μηδέν.
Ο G. Berkeley κρίνει τον απόλυτον χρόνον του Νεύτωνος και υποστηρίζει ότι “ο χρόνος είναι μηδέν όταν γίνεται αφαίρεσις από την διαδοχήν των ιδεών του νοός μας”.
Εις την αρχαία Ελληνική φιλοσοφία, ο χρόνος θεωρείται υπό πνεύμα ρεαλιστικό.
Ο Πυθαγόρης θεωρούσε τον χρόνο ως σφαίρα η οποία περιβάλλει το παν (H. Diels, Die Frag..).
Ο Πλάτων συνάπτει την μεταβλητότητα με τον χρόνο και την αιωνιότητα με το αμετάβλητο.
Ο Αριστοτέλης αναφερόμενος εις τον χρόνο διατείνεται ότι, ο χρόνος αποτελεί μίαν όψιν της διαρκούς κινήσεως των σωμάτων, επ’ αυτού δε στηρίζεται η υποκειμενικότης του.Ο χρόνος δεν είναι η κίνησις, εφ’ όσον υπάρχουν πολλαί κινήσεις επί μέρους, ενώ ο χρόνος είναι μοναδικός.
Οι Στωϊκοί δέχονται ότι ο χρόνος είναι ασώματος, ενδιάμεσον της κινήσεως του σύμπαντος (Διογένης Λαέρτιος).
Ο Ζήνων χρησιμοποιεί τον περί ενδιαμέσου ορισμό του χρόνου και υποστηρίζει ότι “χρόνος είναι ψυχή και όρος ταχύτητος και βραδύτητος των όντων επί μέρους και συμφώνως προς αυτόν άρχονται, λήγουν και υπάρχουν τα πάντα.”
Σε αυτό το γίγνεσθαι της αδιάκοπης χρονικής «ροής» ο Ηράκλειτος θα διαβλέψει μια σύνθεση της ύπαρξης και της ανυπαρξίας, που την πιστοποιούμε ως εμπειρία αδιάκοπα καινούργιων πραγματοποιήσεων: «στο ίδιο ποτάμι δεν γίνεται να μπούμε δυο φορές» – τα νερά που μας βρέχουν κάθε φορά είναι άλλα. Η «ροή» είναι κυκλική, όχι σταθερή περιοδική επανάληψη των ίδιων γεγονότων, αλλά μια αδιάκοπα επιστρεπτική ενοποίηση κάθε έκφανσης του υπάρχειν (ροή συναγωγής και διασκορπισμού, σύστασης και αφανισμού, παρουσίας και απουσίας).
Χρόνος είναι ο Κρόνος, (Δημιουργός») ένας θεός, ένα ον, που γεννάει παιδιά και τα τρώει (….δημιουργεί, δημιουργεί, δημιουργεί, στο άπειρο, δημιουργίες) Η εικόνα αναπαράγει τη χρονική διαδοχή σαν πραγματικότητα προσωποποιημένη: Κάποιος «θεός-δημιουργός» μεταβάλλει αδιάκοπα το παρόν σε παρελθόν, την ύπαρξη σε ανυπαρξία και τούμπαλιν ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ.
Η κριτική σκέψη, που πρωτογέννησαν στην ανθρώπινη Ιστορία, οι προ-αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι, αποπροσωποποίησε τον γεννήτορα-δημιουργό:
Τον χρόνο τον γεννάει η μεταβολή, η αέναη στο σύμπαν κίνηση. Ταυτίζεται ο χρόνος με την ουράνια σφαίρα στην κίνησή της, τα ουράνια σώματα είναι «όργανα χρόνου», μέτρα για να μετράμε τον χρόνο.
Σε άμεση συνάρτηση με την ύλη, που είναι το δεδομένο και άναρχο υποκείμενο της κινητικής μεταβολής, είναι και ο χρόνος αγέννητος, άπειρος (δίχως πέρατα), στοιχείο αναπόσπαστο της κοσμικής ολότητας, ανερμήνευτα δεδομένο «γίγνεσθαι» συστατικό του υπάρχειν.