Η αναγνώριση που περιμένω από τους άλλους…
Συχνά συναντάμε ανθρώπους που ζητούν τη συνεχή αναγνώριση από τους άλλους, ώστε να είναι ευτυχείς, και εξίσου συχνά παρατηρούμε το παράδοξο, πως οι άνθρωποι αυτοί είναι δυστυχείς. Τι είναι όμως αυτό που στην πραγματικότητα προκαλεί τη δυστυχία τους;
Η απάντηση μου είναι πως τα άτομα αυτά είναι εξαρτημένα και η εξάρτησή τους αυτή καθεαυτή είναι και η πηγή της δυστυχίας τους. Εδώ θα ήθελα να παραθέσω έναν ορισμό αυτής της εξάρτησης, από τον αγαπημένο συγγραφέα και συνάδελφο Jorge Bucay:
«Εξαρτημένος είναι αυτός που κρέμεται από κάποιον άλλο, που ζει κρεμασμένος στον αέρα, χωρίς να στηρίζεται πουθενά. Μονίμως ατελής. Εξαρτώμαι σημαίνει παραδίδομαι οικιοθελώς στον άλλο να με κάνει ότι θέλει, να με άγει και να με φέρει, να ρυθμίζει τη συμπεριφορά και τα συναισθήματά μου κατά τη δική του βούληση και όχι τη δική μου».
Και τα άτομα αυτά, αυτό ακριβώς κάνουν, εξαρτούν την ευτυχία τους από την αναγνώριση που μπορεί να πάρουν από τους άλλους. Έχουν παραχωρήσει οικειοθελώς αυτό το δικαίωμα στους άλλους. Δεν μπορούμε όμως να ευχαριστούμε συνεχώς τους πάντες και αυτό είναι που τελικά τους κάνει δυστυχισμένους. Αυτή η εξάρτηση είναι ικανοποίηση και μαρτύριο ταυτόχρονα.
Τι έχει συμβεί όμως σε αυτούς τους ανθρώπους και λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο; Είναι άνθρωποι που είτε δεν εκπαιδεύτηκαν κατάλληλα από τους γονείς τους, ώστε να γίνουν κύριοι της ζωής τους, ανεξάρτητοι και υπεύθυνοι για τις επιλογές τους, είτε έχουν βιώσει τα συνεχή αρνητικά σχόλια αυτών με αποτέλεσμα να έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση. Δεν είναι δε σπάνιο το φαινόμενο να έχουν συμβεί και τα δύο συγχρόνως.
Είναι πιθανό, λοιπόν, τα άτομα αυτά να έχουν ζήσει μέσα σε ένα επικριτικό και απορριπτικό περιβάλλον, με συνεχείς υποδείξεις και παρατηρήσεις όταν έκαναν λάθος, χωρίς ταυτόχρονα να τους επιτρέπεται ή να τους αφήνουν το «χώρο» να βρουν από μόνα τους το λάθος και το σωστό που τους ταιριάζει. Αποτέλεσμα αυτού, ήταν σιγά σιγά να αναρωτιούνται, μήπως κάτι δεν πάει καλά με τους ίδιους, μήπως δεν είναι αποδεκτοί από τους ίδιους τους γονείς τους, τους δασκάλους ή τους συνομηλίκους τους. Στην ενήλικη ζωή αυτή η αντίληψη εκδηλώνεται ως συνεχή προσπάθεια να ευχαριστήσουν τους άλλους, ώστε οι άλλοι να τους συμπαθήσουν. Και βέβαια είναι φυσικό να τοποθετούν τις ανάγκες των άλλων πάνω από τις δικές τους, ώστε να κερδίσουν την εύνοια και την αναγνώριση .
Τα άτομα αυτά είναι πρόθυμα να συμβιβαστούν με λιγότερα από όσα αξίζουν μόνο και μόνο για να βιώσουν την ικανοποίηση αυτής της αναγνώρισης, και έχουν συνεχή έγνοια για την γνώμη των άλλων. Στην πραγματικότητα αυτό που δεν αντέχουν είναι η αδιαφορία και η απόρριψη που ήδη έχουν βιώσει στην τρυφερή παιδική τους ηλικία. Πιστεύουν πως μόνο τότε θα είναι ευτυχισμένοι.
Αντίστοιχα, τα άτομα που έχουν ζήσει σε οικογένειες που πάντα τα προστάτευαν, πάντα έσπευδαν να διορθώσουν το λάθος και να καλύψουν την ατέλεια, δεν είχαν το περιθώριο να ανεξαρτητοποιηθούν και να νιώσουν υπεύθυνα για τις επιλογές τους. Δεν είχαν την ευκαιρία να μάθουν να παίρνουν την ευθύνη της συμπεριφοράς και των συναισθημάτων τους και τελικά του ίδιου τους του εαυτού, με αποτέλεσμα να βιώνουν ένα συνεχές κενό, επειδή δεν είναι αυτάρκεις, και να αποζητούν να γεμίσουν αυτό το προσωπικό κενό με τα θετικά σχόλια και την αναγνώριση των άλλων, όπως γέμιζαν ως παιδιά από το θαυμασμό, την συνεχή παρουσία, ή και τον έλεγχο, ακόμα, των γονέων τους.
Οι παλαιότεροι έλεγαν, πως δεν φτάνει να δώσεις σήμερα ένα ψάρι σε κάποιον που πεινάει, αλλά θα ήταν καλύτερο να του δώσεις ένα καλάμι και να του μάθεις να ψαρεύει, ώστε να μην πεινάσει αύριο, που εσύ δεν θα είσαι εκεί. Οι γονείς αυτοί δεν έμαθαν στα παιδιά τους πώς να «ψαρεύουν» μόνα τους και τα παιδιά αυτά, ενήλικες σήμερα «πεινάνε» για την αναγνώριση, που θα τους «χορτάσει» και θα νιώσουν πλήρεις και άρα ευτυχισμένοι.
Και τέλος είναι οι άνθρωποι αυτοί, που έχουν μπερδέψει την αναγνώριση με την αγάπη και την αποδοχή. Αφού η μόνη ίσως προσοχή που έπαιρναν ήταν η επιβράβευση και η αναγνώριση των επιτευγμάτων και των επιτυχιών τους. Άρα θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτή η κατηγορία ανθρώπων διψά για αγάπη, αλλά νομίζει ότι θα σβήσει αυτή τη δίψα με περισσότερη αναγνώριση.
Είναι σημαντικό για τους ανθρώπους, που ανήκουν σε κάθε μια από τις τρεις αυτές κατηγορίες, να αντιληφθούν πως η μόνη λύση είναι να αναλάβουν την ευθύνη του εαυτού τους. Να ζητήσουν και να πάρουν πίσω όλες τις εξουσίες που έχουν παραχωρήσει στους άλλους. Να κατανοήσουν πως το να εκφράζει κανείς τη δυσαρέσκεια, το θυμό του, ακόμα και τις προσδοκίες του είναι εξίσου σημαντικό, όσο και η προσπάθεια να είναι μονίμως αρεστός. Και τελικά να τα βρουν με τον εαυτό τους και να μάθουν να τον αγαπούν ΣΩΣΤΑ.
Δεν λέω να γίνουμε όλοι ακοινώνητοι, αναίσθητοι ή απόλυτοι, μπορούμε πάντα να ακούμε τα λόγια των άλλων, χωρίς να βασιζόμαστε σε αυτά, όπως μπορούμε πάντα να καταγράφουμε στο μυαλό μας τη γνώμη των άλλων για εμάς, χωρίς να εξαρτόμαστε όμως από αυτή. Δική μας ευθύνη είναι να αμυνθούμε απέναντι στους άλλους, όταν είναι σκληροί απέναντί μας, όχι να τους αλλάξουμε ή να προσπαθούμε συνεχώς να αλλάξουμε οι ίδιοι, προκειμένου να γίνουμε τελικά αρεστοί. Τα άτομα που είναι μη εξαρτημένα και αναγνωρίζουν τα ίδια την πραγματική αξία τους, χωρίς να τη μετράνε σε σχέση με τους άλλους, είναι δύσκολο να τα χειριστεί κάποιος και να τα «κάνει» δυστυχισμένα.
Η αυτογνωσία λοιπόν διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο. Όταν γνωρίζω ποια είναι τα δυνατά μου σημεία, και ποιες οι αδυναμίες μου, όταν ξέρω πως είμαι ξεχωριστός, μοναδικός και ιδιαίτερος, δεν θα επιτρέψω στον εαυτό μου να γίνει άλλος άνθρωπος προκειμένου να ευχαριστήσω τους γύρω μου, ώστε να πάρω την αναγνώρισή τους για να είμαι ευτυχισμένος. Μπορώ να χαίρομαι με αυτό που είμαι και να εξελίσσομαι, να αλλάζω όποτε εγώ το κρίνω σκόπιμο, ή μπορώ να συνεχίσω να ματαιώνομαι καταδικασμένος από εμένα τον ίδιο, που έδωσα στον άλλο την εξουσία να με κρίνει, να με επικρίνει και να καθορίζει την αξία μου κάθε φορά.
Φαίη Μαυρομμάτη Ψυχολόγος- Παιγνιοθεραπεύτρια