Χώρο ν’ Αναπνεύσω - Point of view

Εν τάχει

Χώρο ν’ Αναπνεύσω



Σ’ έναν καπιταλιστή δεν πρέπει ποτέ να λες “Αχ, σας παρακαλώ, θα μπορούσατε να μου κάνετε λίγο χώρο ν’ αναπνεύσω κι εγώ; Θα μπορούσατε να είστε λίγο πιο καλός, με λίγη περισσότερη κατανόηση;”
Ας συμφωνήσουμε. Όχι.
Ο μόνος τρόπος για να μιλήσεις μαζί τους είναι να τους στριμώξεις στον καμπινέ, να τους χώσεις το κεφάλι μέσα στη λεκάνη και να τραβήξεις το καζανάκι. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο, ίσως με λιγότερο φανταχτερές βιτρίνες, ίσως με λιγότερες λεωφόρους, αλλά με λιγότερες λιμουζίνες, με λιγότερους απατεώνες. Τους πραγματικούς απατεώνες, αυτούς τους μισάνθρωπους με τις χοντρές κοιλιές. Κι έτσι θα είχαμε δικαιοσύνη.
Έτσι, εμείς που βγάζουμε πάντα το φίδι απ την τρύπα για τους άλλους, θα μπορούμε επιτέλους να σκεφτούμε και τον εαυτό μας.
Να κτίζουμε σπίτια που να ανήκουν σε μας.
Να ζούμε μια ζωή που θα ναι ολότελα δική μας.
Να ζούμε σαν ολοκληρωμένοι άνθρωποι τέλος πάντων.
Να ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου η επιθυμία σου να γελάσεις, ξεσπάει από μέσα σου σα γιορτή, η επιθυμία να παίξεις και να γιορτάσεις κι επιτέλους να κάνεις μια δουλειά που να σ’ ευχαριστεί.

Σαν κανονικοί άνθρωποι κι όχι σαν ζώα που ζουν και υπάρχουν χωρίς χαρά και φαντασία.
Ένας κόσμος όπου μπορεί κανείς να δει ξανά ότι υπάρχει ακόμη ένας ουρανός, τα λουλούδια που ανθίζουν, ότι ακόμα υπάρχει άνοιξη και τα κορίτσια που γελούν και τραγουδούν.
Και όταν μια μέρα πεθάνεις, δε θα πεθάνεις σα γέρος, πεταμένος σα στιμένη λεμονόκουπα, αλλά σαν άνθρωπος που έζησε ελεύθερος κι ευχαριστημένος μαζί με τους άλλους ανθρώπους.
@Ντάριο Φο

O ήλιος λάμπει. Τι θράσος!




Αν πιστέψουμε το πρόσφατο πολυσυζητημένο ρεπορτάζ των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, το μεγαλύτερο πρόβλημα του μέσου Έλληνα σήμερα είναι ότι δεν μπορεί να κάνει κράτηση σε κανένα από τα εστιατόρια της αρεσκείας του γιατί είναι όλα γεμάτα και μάλιστα με γηγενείς κι όχι με ξένους τουρίστες.

Ο βρετανός δημοσιογράφος παρατηρεί με έκπληξη την έλλειψη πανικού και την ηρεμία που επικρατεί στην Ελλάδα. Επιπλέον ο ήλιος έχει το θράσος να λάμπει, όπως αναφέρεται και στον τίτλο του άρθρου.

Φαίνεται ότι τα αθηναϊκά φαγάδικα έχουν κάτι κοινό με τους γιατρούς του ΠΕΔΥ, του πρώην ΙΚΑ, μια που πρέπει να κάνεις κράτηση αρκετούς μήνες πριν για ένα ραντεβού με οφθαλμίατρο, όπως πρέπει να περιμένεις πολλά τέρμινα για εξέταση σε δημόσιο νοσοκομείο. Και καθώς το Ραντεβού με την Υγεία αναβάλλεται, τι θέλετε να κάνει ο Έλληνας ασθενής; Πηγαίνει στα εστιατόρια και τρώει του σκασμού για να ξεχάσει.
Με μεγάλη προθυμία έσπευσαν τα καθεστωτικά ΜΜΕ να αναπαράγουν το άρθρο της βρετανικής εφημερίδας στο οποίο κάποια έδωσαν τον τίτλο «Οι τελευταίες ημέρες της ελληνικής Πομπηίας». Αν ο Σαββόπουλος ξανάγραφε σήμερα το παλιό του τραγούδι, δεν θα έλεγε«η πλατεία ήταν γεμάτη…» αλλά «η μπιραρία ήταν γεμάτη». Στα σουβλατζίδικα, στα σαντουιτσάδικα, στα μπιστρό και στα μεζεδοπωλεία, η Ελλάδα αναστενάζει, όχι όμως από την πείνα αλλά από τη βαρυστομαχιά.
Χρόνια τώρα οι συστημικοί σχολιαστές επαναλαμβάνουν το επιχείρημα της «γεμάτης ταβέρνας», προβάλλοντας μια καρικατούρα Έλληνα που δεν δουλεύει, δεν πληρώνει τα χρέη του αλλά λιάζεται στο καφενείο και ζει σαν να μην υπάρχει αύριο. Αν από όλο τον πληθυσμό της Αττικής, κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες βγουν έξω για καφέ ή φαγητό, εύκολα μπορεί να νομίσει κανείς ότι είμαστε ένας λαός ανέμελων γλεντζέδων, ξεχνώντας ότι τουλάχιστον τρία εκατομμύρια αναγκάζονται να ζουν κλεισμένα στους τέσσερεις τοίχους σαν τις κατσαρίδες, μπροστά στην τηλεόραση καθώς δεν μπορούν να ξεμυτίσουν, αφού δεν τους περισσεύουν χρήματα για βόλτα. Και το κακό είναι ότι συχνά δεν τους περισσεύει διάθεση να βγουν, να συναντήσουν έναν άνθρωπο: πνιγμένοι στον ωκεανό των δικών τους (υπαρκτών) προβλημάτων, δεν αντέχουν να «φορτωθούν» τα βάσανα των άλλων.
via

Pages