Οι περισσότεροι άνθρωποι,
παρόλο που έχουν την εµφάνιση ανθρώπων,
δεν είναι άνθρωποι!
Αυτοί που αγαπούν το Θεό
δεν έχουν θρησκεία
παρά τον ίδιο το Θεό.
Ζώντας µία ενάρετη και φυσική ζωή
ήταν ο µόνος τρόπος
για να είναι κανείς ευτυχισµένος.
Άνθρωπον ζητούµε απεγνωσµένα
Ποτέ άλλοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας η παροιµιώδης ρήση του Κυνικού φιλοσόφου Διογένη, “Άνθρωπον Ζητώ”, δεν ήταν τόσο επίκαιρη όσο σήµερα κι αυτό όχι γιατί οι άνθρωποι είναι σήµερα χειρότεροι απ’ ότι ήταν τον 4ο και 3ο αιώνα π.κ.ε. αλλά διότι στη εποχή µας – εποχή της αστραπιαίας µετάδοσης των κακών ειδήσεων µέσω των ηλεκτρονικών Μέσων Μαζικής Ενηµέρωσης – η συνειδητοποίηση της επιτακτικής ανάγκης ύπαρξης Ανθρώπων σε κάθε τοµέα της δηµόσιας και ιδιωτικής ζωής είναι σχεδόν καθολική.
Άνθρωπον ζητούµε απεγνωσµένα στην εθνική και διεθνή πολιτική σκηνή που να βάλει κάποια τάξη στην αταξία και στην σύγχυση, που επικρατεί παντού και ζητούµε Άνθρωπον στη Δηµόσια Διοίκηση, στον τοµέα της Υγείας, στην Παιδεία – εκεί κατ’ εξοχήν – στη µικρή κοινωνία που ζούµε, στην πολυκατοικία µας, στην παρέα µας και µέσα στην ίδια την οικογένεια, τη µικρογραφία της κοινωνίας.
Σαν το Διογένη όλοι εµείς οι “Άνθρωποι” κρατώντας το δικό µας φανάρι, ψάχνουµε για Άνθρωπο µε όλη τη σηµασία της λέξης – Άνθρωπο µε ανθρωπιά, µε κοινό νου, µε χαρακτήρα, µε ηθικές αρχές και αξίες, µε υψηλούς στόχους και ιδανικά, µε αυτοσεβασµό και φιλότιµο. Το θλιβερό, βέβαια, είναι ότι οι περισσότεροι από µας (ευτυχώς όχι όλοι) δε µπήκαµε ποτέ στον κόπο να ψάξουµε πρώτα για τον Άνθρωπο µέσα µας, άλλα έχουμε αφήσει ανεξέλεγκτο το κοινό ανθρωπάκι και καταδυναστεύει την ζωή μας.
Κάνατε κάποτε ειλικρινά και θαρραλέα την αυτοκριτική σας – βρήκατε το χρόνο ή τη διάθεση για κάτι τέτοιο. Είχατε την πρόθεση ή την διάθεση έστω ν’ ανακαλύψετε τα δικά σας ελαττώµατα και ν’ αναδείξετε τις δικές σας αρετές· κι αν το κάνατε, ήταν συνήθως εντελώς περιστασιακά κι επιπόλαια, και γι’ αυτό ίσως δεν δικαιούσθε να κρίνετε τους άλλους, που το έχουν κάνει ή το κάνουν καθημερινά. Σε κάθε περίπτωση, στη σηµερινή αποπνικτική ατµόσφαιρα της χυδαιότητας, της αδικίας, της βίας και του συβαριτισµού, έχω τη γνώµη ότι θα ήταν χρήσιµο να ρίξουμε (όλοι μας ) λίγο φως µέσα µας και γύρω µας µε το φανάρι του Διογένη, δηλαδή µε τη φιλοσοφία του, µ’ άλλα λόγια να µελετήσουµε και αν ΕΦΑΡΜΟΣΟΥΜΕ, την σκοπίμως ξεχασµένη και επιπόλαια παρεξηγηµένηΚυνική Φιλοσοφία.
Ο Κυνισµός, σαν φιλοσοφία, γεννήθηκε στην Αρχαία Ελλάδα, από αντίδραση προς τον παραλογισµό του κατεστηµένου Δημοκρατικού Πολιτεύματος
Οι Κυνικοί φιλόσοφοι κατηγορήθηκαν ότι αποστρέφονταν προκλητικά τον πολιτισµό της εποχής τους. H αλήθεια, όµως, είναι ότι δεν αποστρέφονταν τον πολιτισµό καθεαυτό αλλά είχαν αντίρρηση προς τις παρενέργειές του. Ο Κυνικός φιλόσοφος έβλεπε την κοινωνία περίπου σαν ένα τεράστιο τρελοκοµείο, ή θέατρο, όπου καθηµερινά δίνονταν ανόητες παραστάσεις που δε σήµαιναν τίποτα και δεν πετύχαιναν κανένα στόχο, αλλά απλά προκαλούσαν περισσότερη σύγχυση και ζαλάδα στους ανθρώπους.
Αντιστεκόµενος σθεναρά σ’ αυτού του είδους τον πολιτισµό” της κυριαρχίας των παράλογων πάνω στους συνετούς και των ισχυρών πάνω στους αδύνατους, ο Διογένης ύψωσε τη φωνή του στον Αλέξανδρο, λέγοντάς του, “Μη µου κρύβεις τον ήλιο”! Η αλληγορική ή και κυριολεκτική, αυτή φράση του Κυνικού Διογένη, µας αφορά και σήµερα. Είναι πολλοί εκείνοι που µας κλέβουν το χαµόγελο και µας κρύβουν τον “ήλιο” Είναι πολλοί οι εξουσιαστές που κινούνται µηχανικά κυνηγώντας τις κενές αυταπάτες του πλούτου, της δύναµης και της φήµης, συντρίβοντας ανελέητα όσους σταθούν εµπόδιο στο δρόµο τους.
“Μη µας κρύβετε τον ήλιο”, βοούν, ψιθυριστά ή φωναχτά, όσοι καταφέρνουν, µέσα στη γενική έκπτωση αρχών και αξιών της σηµερινής κουλτούρας της κατανάλωσης, και παρά τις θολές και διαστρεβλωµένες εικόνες της πραγµατικότητας, να διατηρούν ίχνη κοινής λογικής και καθαρής συνείδησης, ελπίζοντας ακόµη σε κάτι καλύτερο. Στη θλιβερή εικόνα της αρχαίας κοινωνίας οι Κυνικοί φιλόσοφοι είχαν αντιδράσει δυναµικά , ίσως κάποιοι απ’ αυτούς, ενίοτε, και µε ακραίο τρόπο, σε µια απεγνωσµένη προσπάθεια να κλονίσουν τα βάθρα εκείνων που τους έκρυβαν τον “ήλιο”.
Επαναστάτησαν ειρηνικά εναντίoν των κακών συνεπειών του πολιτισµού της εποχής των, και µας στέλνουν ένα ηχηρό διαχρονικό µήνυµα να προσπαθήσουµε να κάνουµε κι εµείς το ίδιο σήµερα. Θα βρεθούν κάποτε κάποιοι ανάµεσά µας, έστω και λίγοι, ν’ απαιτήσουν σθεναρά απ’ όλους εκείνους που µας κρύβουν τον ήλιο της ελπίδας να κάνουν στην άκρη, µπας και ξηµερώσουν πιο φωτεινές µέρες για όλους µας; Αυτό είναι το ζητούµενο – “ίσως µόνο για τους ροµαντικούς και τους αιθεροβάµονες”, θ’ αντιτείνουν οι ρεαλιστές και οι απαισιόδοξοι.
Ας ξαναρίξουμε μια ματιά, στις βασικές αρχές της Κυνικής φιλοσοφίας µέσα από τις σελίδες του σύντοµου αλλά περιεκτικού τούτου πονήµατος, κι ας δούµε τι θετικό και πρακτικό µπορούµε ν’ αντλήσουµε που θα συντελούσε στο να φωτίσει τη ζωή µας. Στο κάτω-κάτω, αν είναι δύσκολο ν’ αλλάξει η κοινωνία, στο χέρι µας είναι, αν το θελήσουµε, ν’ αλλάξουµε τον εαυτό µας και το βαθµό που µας επηρεάζουν τα κακώς κείµενα γύρω µας. Εξάλλου, όπως θα δείτε, οι περισσότεροι Κυνικοί διέθεταν και πικάντικο χιούµορ, πράγµα που κάνει την ανάγνωση ευχάριστη.
Βεβαίως υπάρχουν και οι πολέµιοι του Κυνισµού, οι οποίοι υπερτονίζουν κάποιες έντονα προκλητικές συµπεριφορές συγκεκριµένων Κυνικών, όμως ήταν µεµονωµένες. Άλλωστε, η καθηµερινότητα είναι γεµάτη από αρνητικά πρότυπα και ερεθίσµατα και όλοι χρειαζόµαστε θετικά µηνύµατα για να πάρουµε µια βαθιά ανάσα και να κάνουµε αποτοξίνωση της σκέψης µας.
Σαν εναντίωση στον καθιερωµένο τρόπο ζωής που ήταν συχνά ασυµβίβαστος µε τη κοινή λογική. Η φιλοσοφία του Κυνισµού είχε στόχο να επιτύχει ο άνθρωπος αταραξία µέσω της θεληµατικής αποξένωσής του από την κοινωνία, και ν’ αποκτήσει ευδαιµονία και αυτάρκεια µε όσο το δυνατό πιο απλά, προσιτά και φυσικά µέσα.
Για τους Κυνικούς, η ενάρετη ζωή συνίστατο στη νίκη του ανθρώπου πάνω στις επιθυµίες του. Η κυριαρχία της λογικής πάνω στα πάθη ήταν βασικό αξίωµα της Κυνικής σκέψης. Η µελέτη της φιλοσοφίας του Κυνισµού δεν είναι εύκολη υπόθεση καθώς δεν διασώζονται αυθεντικά κείµενα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Στο Λεξικό της Ιστορίας των Ιδεών αναφέρεται ότι το πρόβληµα του Κυνισµού είναι στη ουσία πρόβληµα που αφορά στις πηγές του.
Η γνώση µας για τον Κυνισµό και τους Κυνικούς βασίζεται κυρίως στις πληροφορίες µεταγενέστερων συγγραφέων από αναφορές που βρέθηκαν διασκορπισµένες σε πολλά αρχαία κείµενα, στην πλούσια συλλογή ανεκδότων, και σε επιστολές αµφισβητούµενης αυθεντικότητας που είδαν το φως της δηµοσιότητας πολύ αργότερα. Για το λόγο αυτό η ερµηνεία των µεµονωµένων προτάσεων και περιλήψεων πρέπει να γίνεται µε επιφύλαξη και πάντα κάτω από το πρίσµα της ιστορίας των ιδεών που είχαν σχέση µε τους Κυνικούς. Σε τούτο ακριβώς οφείλεται το γεγονός ότι οι ερευνητές ενίοτε καταλήγουν σε διαφορετικές απόψεις.
Υπάρχουν βέβαια και κάποια κεντρικά αξιώµατα του Κυνισµού πάνω στα οποία οι περισσότεροι συµφωνούν. Οι Κυνικοί, µε το ζωντανό τους παράδειγµα και το λιτό τρόπο ζωής τους, προσπαθούσαν ν’ ανακουφίσουν τον ανθρώπινο πόνο που προκαλούσε ο λανθασµένος τρόπος ζωής. Πάντως, οι περισσότεροι Κυνικοί δεν αποκήρυτταν εντελώς το συµβατικό τρόπο ζωής, αν και επέλεγαν τους φίλους τους µόνο µεταξύ των συντρόφων τους Κυνικών. Ένας από τους λόγους ήταν το ότι οι Κυνικοί θεωρούσαν πως οι περισσότεροι άνθρωποι, παρόλο που έχουν την εµφάνιση ανθρώπων, δεν είναι άνθρωποι!
Οι Κυνικοί πίστευαν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είχαν πλανηθεί στο να θεωρούν τους εαυτούς των έξυπνους και ευπρεπείς, όταν στην πραγµατικότητα δεν ήταν παρά καµουφλαρισµένοι απατεώνες και ρουφιάνοι, και γι’ αυτό το λόγο δεν ήταν αληθινοί άνθρωποι. Ο Διογένης εξέφρασε αυτή την Κυνική άποψη, όταν αναχωρούσε από ένα δηµόσιο λουτρό. Ρωτήθηκε εάν ήταν πολλοί άνθρωποι λουόµενοι, και απάντησε ότι “ήταν λίγοι άνθρωποι αλλά µεγάλο πλήθος λουοµένων.”
Ένας άλλος λόγος που οι Κυνικοί επέλεγαν για φίλους τους µόνο άλλους Κυνικούς ήταν οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Οι Κυνικοί γενικώς περιφρονούσαν την κρατούσα θρησκεία της εποχής τους. Δεν είχαν διάθεση ή χρόνο για πολυθεϊστικές ή µονοθεϊστικές δεισιδαιµονίες και δοξασίες. Ήταν δύσπιστοι ως προς τα θρησκευτικά τελετουργικά και τα θεωρούσαν παιχνίδια που δηµιουργήθηκαν για την ψυχαγωγία και την παρηγοριά του πλήθους.
Δεν απέδιδαν καµία αξία στις θεογονίες και τους ανθρωποµορφικούς µύθους των θεών. Οι Κυνικοί προσπάθησαν να εξαλείψουν τις θρησκευτικές πρακτικές, συχνά µε σαρκασµό και γελοιοποίηση, ή µε καταγγελία και καταδίκη, και βασικά υιοθετώντας συµπεριφορές που ήταν αντίθετες µ’ αυτές τις δοξασίες και πρακτικές. Ο λόγος που οι ίδιοι καταδίκαζαν τις κρατούσες θρησκείες ήταν επειδή είχαν αποτύχει στο να προσφέρουν πρακτική καθοδήγηση στις καθηµερινές υποθέσεις και το αυτό συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Παρά ταύτα, οι Κυνικοί δεν ήταν άθεοι και δεν είχαν αποκηρύξει εντελώς ολόκληρη την οργανωµένη θρησκεία. Όµως, πίστευαν πως ήταν απεσταλµένοι του Θεού, και σαν τέτοιοι δεν χρειάζονταν την οργανωµένη θρησκεία, διότι αυτοί που αγαπούν το Θεό δεν έχουν θρησκεία παρά τον ίδιο το Θεό. Οι Κυνικοί πίστευαν πως ήταν οι de facto ηγέτες, και οι µόνοι αληθινοί άνδρες της πολιτικής και της θρησκείας, που εργάζονταν για το διαφωτισµό των µαζών. Επιδίωξαν να ζουν σύµφωνα µε τους σαφώς καθορισµένους στόχους των και κάτω από την καθοδήγηση ενός ελεύθερα επιλεγµένου σκοπού του Θεού, παρά να γίνουν οπαδοί µιας θρησκείας µέσω κίβδηλων τελετουργικών και άλλων απατηλών πρακτικών.
Κανένα από τα γραπτά των ίδιων των Κυνικών δεν διασώζεται εξ’ ολοκλήρου. Η πιο εκτεταµένη αρχαία αναφορά στους Κυνικούς βρίσκεται στο 6ο βιβλίο, «Περί βίων δογµάτων και αποφθεγµάτων των εν φιλοσοφία ευδοκιµησάντων», του εκ Κιλικίας Έλληνα ιστοριογράφου της Φιλοσοφίας της Αρχαιότητας, Διογένη Λαέρτιου, που έζησε κατά τον 3ο µ.κ.ε. αιώνα. Εν τούτοις και αυτή η πηγή αµφισβητήθηκε ως προς την αξιοπιστία της από κάποιους µεταγενέστερους σχολαστικούς.
Όπως γράφει ο Luis E. Navia στην κριτική του µελέτη για τον Κλασσικό Κυνισµό,το Κυνικό κίνηµα θεωρείται ως ένα από τα πιο προκλητικά φαινόµενα της διανόησης στην ιστορία της Δύσης. Οι Κυνικοί, µε το κήρυγµά τους, που ήταν κάτι σαν κοινωνικό ευαγγέλιο και πολιτική διαµαρτυρία, στόχευαν στην υπονόµευση των εθίµων και της συµβατικότητας των συγχρόνων τους. Από την πρώτη δεκαετία του 4ου π.κ.ε. αιώνα, σύντοµα µετά την εκτέλεση του Σωκράτη, µέχρι τις τελευταίες στιγµές της Ρωµαϊκής αυτοκρατορίας όπου τα ορατά ίχνη της κλασσικής εποχής σβήνονταν από τις ορδές των Βαρβάρων και καταπνίγονταν από το σκοταδισμό του Χριστιανισµού, οι Κυνικοί ήταν γνώριµη παρουσία στον κλασσικό κόσµο.
Το επαναστατικό τους µήνυµα ακουγόταν τόσο στις αγορές από απλούς ανθρώπους όσο και στις αυλές ηγεµόνων και τα παλάτια αυτοκρατόρων. Πάντως, πρέπει να διευκρινιστεί ότι ο Κυνισµός δεν υπήρξε ποτέ ένα µονολιθικό φιλοσοφικό κίνηµα µε συγκεκριµένο “φιλοσοφικό δόγµα”, δηλαδή δεν υπήρξε αυτό που θα αποκαλούσαµε “σχολή” φιλοσοφίας, Η γνήσια φιλοσοφική σκέψη ουδέποτε μπαίνει σε καλούπια και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει “φιλοσοφικό δόγμα” το δόγμα και η φιλοσοφία είναι εκ διαμέτρου αντίθετα όπως η φιλοσοφία και η θρησκεία και όπως η φλόγα και ο πάγος.
Σύµφωνα µε τη µελέτη του Luis E. Navia, ο Κυνισµός συνιστούσε, περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, ένα άµορφο κίνηµα διανοητικής και κοινωνικής ανταρσίας εναντίον πολλών δοξασιών και πρακτικών. Από το τέλος του 19ου αιώνα αρκετοί σχολαστικοί άρχισαν ν’’ ασχολούνται σοβαρά µε τον Κυνισµό και την προέλευσή του. Το ενδιαφέρον τους εκδηλώθηκε κυρίως από την εποχή που ο Ferdinand Dummler δηµοσίευσε τη διατριβή του µε τον τίτλο Αντισθενικά (Antisthenica), το 1882.
Ο Dummler πίστευε πως είχε ανακαλύψει στο έργο του Πλάτωνα µια ολόκληρη σειρά από επιθετικές αναφορές για τον Αντισθένη, το φερόµενο ως ιδρυτή του Κυνισµού. Στη συνέχεια, βέβαια, οι θέσεις του Dummler πολεµήθηκαν ως ακραίες από άλλους σχολαστικούς, ενώ ο ρόλος του Αντισθένη ως ιδρυτού της φιλοσοφικής σχολής δεν τέθηκε σε αµφισβήτηση.
Ο όρος ‘Κυνικός’, σύµφωνα µε τις πηγές, προέρχεται από το Κυνόσαργες, ένα από τα τρία µεγάλα γυµναστήρια των Αθηνών, που βρισκόταν στα νοτιοανατολικά της πόλης, αµέσως έξω από το τείχος. Εκεί λέγεται πως δίδασκε ο Αντισθένης την Κυνική διδασκαλία. Το Κυνόσαργες πήρε τ’ όνοµά του διότι κάποια φορά που οι Αθηναίοι πρόσφεραν θυσία στον Ηρακλή, ένας σκύλος της ράτσας “άργος” άρπαξε τους µηρούς του ζώου από το θυσιαστήριο και στη συνέχεια καταδιωκόµενος έτρεξε και τους άφησε στο µέρος εκείνο. Έκπληκτοι οι Αθηναίοι έσπευσαν να συµβουλευτούν το Μαντείο των Δελφών µε ποιο τρόπο έπρεπε να εξιλεώσουν τον Ηρακλή. Ο χρησµός που έλαβαν ήταν να ιδρύσουν ιερό στο µέρος που ο σκύλος εγκατέλειψε το θυσίασµα. Πράγµατι, οι Αθηναίοι ίδρυσαν στο σηµείο αυτό ιερό το οποίο ονόµασαν Κυνόσαργες, από το όνοµα του σκύλου (κυνός+άργος).
Το Κυνόσαργες, λοιπόν, έγινε Γυµνάσιο για τους “νόθους”, δηλαδή τους µη γνήσιους (από πατέρα και µητέρα) νεαρούς Αθηναίους. Οι νόθοι δεν έπαιρναν αθηναϊκή υπηκοότητα διότι είχαν γεννηθεί από µητέρα σκλάβα, ή ξένη, ή πόρνη. “Νόθοι” ήταν επίσης και όσοι είχαν γεννηθεί από Αθηναίους γονείς οι οποίοι δεν ήταν νόµιµα παντρεµένοι. Στο Κυνόσαργες χτίστηκε και περίφηµο ιερό αφιερωµένο στον (επίσης νόθο) ήρωα Ηρακλή. Αξίζει να σηµειώσουµε ότι εκεί γυµναζόταν και ο Θεµιστοκλής – “νόθος” ων λόγω αλλοδαπής µητέρας – ο οποίος λέγεται πως κατέβαλε πολλές προσπάθειες για να πείσει τους γνήσιους νεαρούς Αθηναίους να τον ακολουθήσουν στο Κυνόσαργες κι έτσι να εξαλειφθεί η διάκριση. Δεν το κατόρθωσε, όµως.
Εν τούτοις, µεταγενέστερη παράδοση θέλει τον όρο ‘Κυνικός’ να προέρχεται από τον τρόπο ζωής των Κυνικών φιλοσόφων: «Αρέσκει τούτοις κυνών µεταµφιένυσθαι βίον».
Στην αρχαιότητα, οι σκύλοι ήταν το σύµβολο της έλλειψης ντροπής. Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε από τις δύο ερµηνείες κι αν είναι σωστή, είναι άξιο να σηµειωθεί ότι οι Κυνικοί είχαν συµφωνήσει να έχουν σαν κοινό τους σύµβολο ένα σκύλο (κύνα), όπως φαίνεται και από την ταφόπετρα του Διογένη του Σινωπέα. Ο Αριστοτέλης δικαιολόγησε την ταµπέλα “Κυνικοί” µε τους εξής τρόπους:
> Η αδιαφορία ως προς τον τρόπο ζωής τους µοιάζει µ’ εκείνη των σκύλων. Περπατούσαν ξυπόλυτοι, έτρωγαν σε δηµόσιους χώρους, κλπ.
> Ο σκύλος (κύων) είναι ένα ζώο που δε νιώθει ντροπή. Οι Κυνικοί εφάρµοσαν την αδιαντροπιά ως τρόπο ζωής, όχι πως θεωρούσαν ότι ήταν κατώτεροι της µετριοφροσύνης, αλλά ανώτεροι αυτής.
> Ο σκύλος είναι ένα ζώο-φύλακας, και οι Κυνικοί φρουρούσαν τις αρχές της φιλοσοφίας τους µε µεγάλο ζήλο.
>Ο σκύλος είναι ένα ζώο που διαθέτει διάκριση στο να ξεχωρίζει τους φίλους από τους εχθρούς. Έτσι και οι Κυνικοί αναγνωρίζουν ως φίλους αυτούς που διάκεινται θετικά προς τη φιλοσοφία τους και τους δέχονται µε καλοσύνη, ενώ διώχνουν µε “γαυγίσµατα” εκείνους που είναι ανεπίδεκτοι.
Ο Κυνισµός ξεκίνησε από την ηθική θεώρηση του Σωκράτη που αναφερόταν στην αναγκαιότητα του µέτρου και της αυταπάρνησης. Με αυτό το ηθικό στοιχείο συνδύασε τις διαλεκτικές και τις ρητορικές µεθόδους των Ελεατικών και των Σοφιστών. Όµως διέστρεψε και τις δύο επιρροές από την αρχική τους χρήση: η Σωκρατική ηθική άλλαξε από τους Κυνικούς σε µια χωρίς διάκριση απαξίωση της γνώσης, της ευγένειας και της κοινής ευπρέπειας, ενώ οι µέθοδοι των Ελεατικών και των Σοφιστών έγιναν στα χέρια των Κυνικών συχνά όργανο φιλονικίας (Εριστική Μέθοδος) παρά ένα µέσον για την αναζήτηση της αλήθειας.
H Julie Piering, καθηγήτρια και ερευνήτρια της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήµιο του Arkansas, στο Little Rock των Ηνωµένων Πολιτειών, γράφει µεταξύ άλλων: “Οι Κυνικοί είναι µια από τις µικρότερες Σωκρατικές σχολές. Στην πραγµατικότητα δεν υπήρξαν ποτέ µια “καλά οργανωµένη Σχολή” .
Οι Κυνικοί ταύτιζαν την ενάρετη ζωή µε το να ζει κανείς σύµφωνα µε τη φύση
Γι’ αυτό περιφρονούσαν τις συµβατικές αξίες, όπως τον πλούτο και την κοινωνική θέση, τα οποία νόµιζαν πως ήταν αντίθετα µε τη φύση και τη λογική. Οι συµβατικότητες δεν είναι εγγενώς κακές, αλλά για τους Κυνικούς ήταν συχνά παράλογες κι άξιζαν να περιγελούνται επειδή εµπόδιζαν την καλή ζωή µε το να επιβάλλουν κώδικες συµπεριφοράς αντίθετους µε τη φύση, τη λογική και την ελευθερία.
Για τους Κυνικούς η αρετή ήταν το µόνο καλό – και αρετή σήµαινε ζωή αυτάρκειας, καταστολής των επιθυµιών και περιορισµό των αναγκών. Απέκτησαν τη φήµη φανατικών αντικονφορµιστών λόγω της αδιαφορίας τους προς την ευχαρίστηση και τους άλλους ανθρώπους.
Οι Κυνικοί περιγελούσαν τη σπουδαιότητα που αποδίδονταν στους Ολυµπιακούς αγώνες, τους “µεγάλους κλέφτες” που διηύθυναν τα Ιερά κι έκλεβαν απ’ αυτά, τους πολιτικούς, καθώς και τους φιλοσόφους που έτρεχαν στις αυλές τους, τη µόδα, καθώς και τις προσευχές για φήµη και περιουσία. Περιφρονούσαν επίσης και τις θεωρίες. Τα πρωταρχικά τους ενδιαφέροντα ήταν ηθικά, αλλά αντιλαµβάνονταν την ηθική περισσότερο σαν τρόπο ζωής παρά σαν δόγµα που χρειαζόταν επεξηγήσεις. Από τη στιγµή που κάποιος απάλλασσε τον εαυτό του από τους κανόνες που εµπόδιζαν την ηθική ζωή µπορούσε να λέει πως ήταν αληθινά ελεύθερος.
Γι’ αυτούς η άσκηση ήταν ουσιώδης. Τέτοια άσκηση επιτρέπει στον Κυνικό να κριτικάρει ελεύθερα τον ηλίθιο, και συχνά βίαιο, τρόπο ζωής των συγχρόνων του, υποτιµώντας συστηµατικά τις πιο ρηχές αρχές του αρχαίου Αθηναϊκού πολιτισµού. Αντί ν’ ασκούν το σώµα για χάρη µιας νίκης στους Ολυµπιακούς αγώνες ή στη µάχη, ή για φυσική υγεία, οι Κυνικοί ασκούσαν το σώµα τους για χάρη της ψυχής.
Ο Κυνικός τρόπος ζωής χαρακτηρίστηκε από τους ίδιους, αλλά και από τους Στωικούς που τους ακολούθησαν, ο συντοµότερος δρόµος προς την αρετή. Παρόλο όµως που συχνά ισχυρίζονταν πως είχαν βρει το συντοµότερο και ίσως πιο σίγουρο δρόµο για την ενάρετη ζωή, αναγνώριζαν τις δυσκολίες αυτής της οδού.
Οι Κυνικοί είναι µια από τις µικρότερες Σωκρατικές σχολές. Η Κυνική Σχολή ιδρύθηκε από τον Αντισθένη, που ήταν οπαδός του Σωκράτη. Ο Κυνισµός υπήρξε περισσότερο ένας τρόπος ζωής παρά ένα φιλοσοφικό σύστηµα.
Οι Κυνικοί πίστευαν και διακήρυτταν πως ζώντας µια ενάρετη και φυσική ζωή ήταν ο µόνος τρόπος για να είναι κανείς ευτυχισµένος. Αυτό ήταν το κεντρικό ηθικό τους δόγµα που το εµπνεύσθηκαν από το Σωκράτη. Κατά τους Κυνικούς, η αρετή είναι ικανή αλλά και αναγκαία συνθήκη για να πραγµατώσει κανείς την ευτυχία και η περιφρόνηση της απόλαυσης είναι η
ύψιστη “απόλαυση”!
Η πεµπτουσία της αρχικής Κυνικής ιδεολογίας του Ηρακλή (Κυνική Παιδαγωγία) ήταν η αναγκαιότητα της διπλής εκπαίδευσης: του σώµατος και της ψυχής και οι δυο µορφές εκπαίδευσης ήταν εξ ίσου απαραίτητες για εκείνον που ήθελε να µάθει να ζει και να ενεργεί σωστά. Η αρετή, πρέσβευαν οι Κυνικοί, µπορεί να διδαχτεί. Το να προσδίδει κανείς αξία σε οτιδήποτε άλλο εκτός από την αρετή, όπως π.χ. στην απόλαυση, είναι επιζήµιο και πρέπει ν’ αποφεύγεται και να απορρίπτεται για να µην παγιδευτεί κανείς.
Οι Κυνικοί αντιτάσσονταν στο συµβατικό τρόπο ζωής διότι πίστευαν πως αυτός δεν ήταν ούτε ενάρετος ούτε φυσικός.
Πόσο δίκιο είχαν. Θεψρούσαν πως η κοινωνία προσδίδει αξία σε πράγµατα που δεν φέρνουν ευτυχία, όπως στον πλούτο, την οµορφιά, την κοινωνική θέση, τη φήµη, τον καθωσπρεπισµό. Το ενάρετο άτοµο πρέπει ν’ απορρίπτει αυτές τις συµβατικότητες. Οι Κυνικοί απέρριπταν τις παραδοσιακές αξίες της εποχής τους, και κάποτε, για ν’ αποδείξουν τη θέση τους, περιφρονούσαν συµβατικότητες µ’ έναν τρόπο που σοκάριζε. Κατηγορήθηκαν, µάλιστα, πως φέρονταν στους άλλους µ’’ ένα περιφρονητικό αίσθηµα ανωτερότητας, πιο σωστά, αηδίας, θα έλεγα εγώ.
Οι Κυνικοί συχνά παροµοιάζονται µε ασκητικούς πλανόδιους ρήτορες οι οποίοι µε ειρωνικό τρόπο κριτικάρουν και εξορκίζουν τους περαστικούς να εγκαταλείψουν το µάταιο τρόπο ζωής. Η αποστροφή των Κυνικών προς τις συµβατικές αξίες εκφραζόταν περισσότερο µε το ζωντανό παράδειγµά τους και λιγότερο µε τα λόγια τους. Μάλιστα το πρωτότυπο µοντέλο Κυνικού ήταν ο πάµπτωχος! Βλέπετε οι άνθρωποι ρέπουµε σε υπερβολές όταν ξεχνάµε το αξίωµα: «Μέτρον άριστον»
Ακόµη και η καλύτερη φιλοσοφία µπορεί να εκφυλιστεί αν αυτός που την υπερασπίζεται δε βρίσκεται σε διαρκή εγρήγορση.
Κατά τους Κυνικούς, η αρετή δεν απαιτούσε πολλές γνώσεις
Το να σπούδαζε κανείς µαθηµατικά, µουσική ή φιλολογία δεν του εξασφάλιζαν την ευτυχία. Ακόµη και στη φιλοσοφία, το µόνο που είχε αξία γι’ αυτούς ήταν η ηθική. Οι συνηθισµένες απολαύσεις της ζωής ήταν για τους Κυνικούς όχι απλά αµελητέες αλλά και επιζήµιες στο βαθµό που παρεµπόδιζαν την ελεύθερη λειτουργία της Θ Ε Λ Η Σ Η Σ. Θεωρούσαν πως ο πλούτος, η δηµοτικότητα και η δύναµη τείνουν να εκθρονίσουν την αυθεντία της λογικής και να διαστρεβλώσουν την ψυχή ώστε να στραφεί από το φυσικό προς το αφύσικο και κίβδηλο.
Ο άνθρωπος υπάρχει για τον εαυτό του και µόνο µέσα στον εαυτό του, και ο ύψιστος σκοπός του είναι – πρέπει να είναι – η αρετή µέσω της αυτογνωσίας και της αυτοπραγµάτωσης, πάντα σε συµµόρφωση µε τις υπαγορεύσεις της λογικής και µακριά από τις ανούσιες συµβατικότητες της κοινωνίας και του κράτους. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού, η ανυποληψία και η φτώχεια θεωρούνταν πλεονεκτήµατα, επειδή στρέφουν τον άνθρωπο στον εαυτό του, αυξάνοντας την αυτοκυριαρχία του και εξαγνίζοντας τη διανόησή του από την εσωτερική σκουριά. Ο καλός άνθρωπος είναι ο σοφός άνθρωπος – αυτός που δεν επιθυµεί τίποτα, όπως οι θεοί, δηλαδή ο αυτάρκης.
Η ίδια η ουσία της Κυνικής φιλοσοφίας ήταν η άρνηση των ευεργετηµάτων της κοινωνικής αβροφροσύνης
Μέσα σε µια κοινωνία ντυµένη σε συσσωρευµένη προσποίηση µιας εξελιγµένης συµβατικότητας, η επιστροφή στο φυσικό ήταν αδύνατο να γίνει χωρίς ισχυρό σοκ των εγγενών ευαισθησιών των µελών του Κυνικού κινήµατος.
Ήταν λοιπόν αναµενόµενο, οι θεµελιωτές του Κυνικού φιλοσοφικού συστήµατος να κριτικάρονται αυστηρά και να ταπεινώνονται από τους συνανθρώπους τους. Σαν αντίδραση στην περιφρόνηση, οι Κυνικοί επεδείκνυαν µια επηρµένη ανωτερότητα. Παρά ταύτα, θα ήταν άδικο και παράλογο οι εκκεντρικότητες των ολίγων να εκλαµβάνονται ως τα κύρια χαρακτηριστικά της Κυνικής φιλοσοφίας ή, ακόµη χειρότερο, σαν καταδίκη των απόψεων των Κυνικών.
Απ’ ό,τι µπορούµε να γνωρίζουµε, οι Κυνικοί δεν ανέπτυξαν µεταφυσικές θεωρίες, επιστηµολογία ή φιλοσοφία της γλώσσας. Μάλιστα, έχει αναφερθεί πως ο Διογένης είχε ειρωνευτεί τον Πλάτωνα για την έρευνά του σ’ αυτούς τους τοµείς. Αλλά ακόµη και σχετικά µε την ηθικολογία, οι Κυνικοί δεν ήταν συστηµατικοί φιλόσοφοι. Μ’ άλλα λόγια, δεν στήριζαν τις περί ηθικής θέσεις τους σε επιχειρήµατα. Για να κερδίσουν οπαδούς, χρησιµοποιούσαν έξυπνους έως σαρκαστικούς υπαινιγµούς, πικρόχολες ή και υβριστικές αποστροφές, έως και σάτιρα, παρά επιχειρήµατα. Οι Κυνικοί πίστευαν στην ιδέα της απόλυτης ελευθερίας για κάθε ανθρώπινο ον και δεν ένιωθαν υποχρέωση να συµµορφώνονται µε τους κανόνες που θέσπιζε η εξουσία.
Μια από τις αιτίες της αποξένωσής τους από την κοινωνία ήταν ότι θεωρούσαν τους εαυτούς των πολίτες του κόσµου, µέλη µιας παγκόσµιας κοινότητας κι όχι ενός έθνους ή µιας πόλης. Από την άποψη της ιστορίας των ιδεών, ο Κυνισµός σαν πρακτικο-φιλοσοφικό κίνηµα άρχισε µε τους Σοφιστές. Το µεγαλύτερο µέρος της θεωρητικής ώθησης και της ιδεολογικής του ουσίας προήλθε από τη Σοφιστική θεωρία της γνώσης, τη ριζοσπαστική αντίθεση προς την κοινωνία και τις συµβατικότητές της µέσω της υιοθέτησης του φυσικού νόµου, και µια κάποια εγωπάθεια. Από την παιδαγωγική των Σοφιστών προήλθε επίσης το ενδιαφέρον για πρακτικά ηθικά ερωτήµατα και εκπαιδευτικά προβλήµατα.
Επιβεβαιώνεται πως οι Κυνικοί θεωρούσαν την Α Ρ Ε Τ Η, ως το µόνο αγαθό, όχι απλά το ύψιστο αγαθό όπως λανθασμένα έλεγε ο Σωκράτης
Γι’ αυτούς Αρετή σήµαινε αυτάρκεια, καταστολή των επιθυµιών και περιορισµό των αναγκών. Αρέσκονταν, µάλιστα, να επιδεικνύουν τη φτώχεια τους, την αντίθεσή τους προς τις απολαύσεις και την αδιαφορία τους προς τη συµβατικότητα, κερδίζοντας έτσι τη φήµη φανατικών αντικοµφορµιστών.
Η φιλοσοφία των Κυνικών, επηρέασε τους Στωικούς µε τους οποίους είχε κάποιους κοινούς φιλοσοφικούς στόχους. Οι κυριότεροι Κυνικοί φιλόσοφοι µετά τον Αντισθένη ήταν ο Διογένης της Σινώπης και ο µαθητής του ο Κράτης. Σ’ αυτούς αναφέρεται και ο Ρωµαίος Αυτοκράτωρ-φιλόσοφος Μάρκος Αυρήλιος στο περίφηµο έργο του, «Τα εις Εαυτόν» πράγµα που σηµαίνει ότι γνώριζε και είχε ο ίδιος επηρεαστεί από τον Κυνισµό. Αξίζει να σηµειωθεί ότι το έργο αυτό το έγραψε απ’’ ευθείας στην Ελληνική.
Οι διάφοροι Κυνικοί που ακολούθησαν µετά από τους τρεις αυτούς διάσηµους Κυνικούς, απλά συνέχισαν κάποιες παραδόσεις, απλοποίησαν τον τρόπο ζωής τους, και διατήρησαν κάποιες Κυνικές αρχές που παρέλαβαν από τα αρχικά στάδια του κινήµατος – αρχές που χάραξαν οι προαναφερθέντες τρεις µεγάλοι του Κυνισµού.
Όµως, επειδή, όπως προείπαµε, οι Κυνικοί δεν οργάνωσαν ποτέ µια επίσηµη Σχολή µε αυστηρά καθορισµένη φιλοσοφία, παρουσιάστηκαν και αξιοσηµείωτες διαφορές µεταξύ των µαθητών του Διογένη, οι οποίοι υιοθετούσαν επιλεκτικά µόνο όποιες ιδέες τους άρεσαν. Έτσι συναντάµε πρόσωπα µε εντελώς διαφορετικό ταµπεραµέντο και εµφάνιση να αναφέρονται ως Κυνικοί, ενώ τάσεις εγγενείς στον αρχέγονο Κυνισµό διαπιστώνεται να έχουν κάποτε οδηγήσει σε εντελώς διαφορετικά συµπεράσµατα.
Δεν υπάρχει αµφιβολία ότι πολλά άτοµα πήραν βακτηρία και σακίδιο και φαντάζονταν ότι αυτό από µόνο του τους έκανε µαθητές του Διογένη. Πάντως πρέπει να διευκρινιστεί πως από την µαρτυρία των κειµένων προκύπτει ότι κατά την περίοδο αυτή δεν υπήρξαν τόσοι πολλοί τσαρλατάνοι που να σχετίζονταν µε τον Κυνισµό όσοι εµφανίστηκαν αργότερα στη Ρωµαϊκή Αυτοκρατορία.
Εξάλλου, η ιδέα του Κυνισµού προσήλκυσε από καιρού εις καιρόν φιλοσόφους σχολών που ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα να τονίσουν το χάος που χωρίζει το Σοφό Άνθρωπο από εκείνο που είναι ο κανόνας για το λαό.
-----------------
Βιβλιογραφία
«ΑΝΘΡΩΠΟΝ ΖΗΤΩ Αρχές της Κυνικής Φιλοσοφίας»
«Διογένης της Σινώπης, ο Κυνικός Φιλόσοφος»
«Ελληνες Κυνικοί»