Τὸ Ὀρθόδοξο Ἦθος κατὰ τῆς ἀθυροστοµίας - Point of view

Εν τάχει

Τὸ Ὀρθόδοξο Ἦθος κατὰ τῆς ἀθυροστοµίας





«Τὸ δόγµα δὲν καταπολεµεῖ τὴν ἀγάπην»




* Ἀπὸ τὸν ἄκριτο καὶ ἄκρατο ζηλωτισµὸ στὸν βόθυνο τῆς αἱρέσεως




ΘΕΩΡΟΥΜΕ σκόπιµο νὰ ἐπανερχώµεθα πάντοτε στὸ ἐπίκαιρο θέµα τῆς στάσεως καὶ συµπεριφορᾶς µας ἔναντι τῶν αἱρετικῶν καὶ ἐν γένει τῶν ἀντιφρονούντων πρὸς ἡµᾶς.




Πρέπει νὰ µᾶς γίνη βαθεῖα συνείδησις, ὅτι ἡ στάσις τῶν ᾿Oρθοδόξων ἔναντι τῶν πλανωµένων, ἄν δὲν εἶναι σύµφωνος πρὸς τὴν Πατερικὴ Παράδοσι, ἐµπερικλείει πολλοὺς κινδύνους καὶ ὁδηγεῖ σὲ ἀντίθετα ἀποτελέσµατα.




α. ῾Η νεστοριανικὴ ἀθυροστοµία




O ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ Kωνσταντινουπόλεως Nεστόριος ἀποτελεῖ αἰώνιο παράδειγµα ἑνὸς θερµοῦ ὑπερµάχου τῆς ᾿Oρθοδόξου Πίστεως, ὁ ὁποῖος –ἐξ αἰτίας τοῦ ἀκρίτου ζηλωτισµοῦ καὶ τοῦ ἀχαλινώτου φανατισµοῦ του– ὡδηγήθηκε στὴν γνωστὴ βλάσφηµο χριστολογικὴ αἵρεσί του καὶ ἔγινε περαιτέρω αἴτιος τῆς µονοφυσι-τικῆς ἔριδος µὲ ὅλα τὰ ὀλέθρια συνακόλουθα.




1. ῾Ο Νεστόριος, προερχόµενος ἀπὸ τὴν ᾿Aντιόχεια, µόλις χειροτονήθηκε ᾿Eπίσκοπος στὴν Bασιλεύουσα, ἀνεδείχθη –κατὰ τὸν ἱστορικὸ Σωκράτη– «διάπυρος διώκτης» τῶν αἱρετικῶν καὶ «πράττων παρὰ τὸ εἰωθὸς τῇ ᾿Εκκλησίᾳ»1, δὲν ἔπαυε νὰ φιλονικῆ καὶ νὰ τεχνάζεται βιαιοπραγίες κατὰ τῶν αἱρέσεων· τοιουτοτρόπως, ἔγινε µισητὸς καὶ «τὸ ἐπ᾿ αὐτῷ τὴν πόλιν ἀνέτρεψε» 2.




2. Πρωτίστως, ἔγινε γνωστὸς ἀµέσως «διὰ τὴν ἄθυρον (ἀπύλωτον, αὐθάδη) αὐτοῦ γλῶσσαν»2. Κατὰ τὴν χειροτονίαν του (10.4.428), «εὐθὺς ἐκείνην τὴν περιβόητον ἀφῆκε φωνὴν» καὶ ὑπερφίαλον: «∆ός µοι, ὦ Βασιλεῦ, καθαρὰν τὴν γῆν τῶν αἱρετικῶν, κἀγώ σοι τὸν οὐρανὸν ἀντιδώσω. Συγκάθελέ µοι τοὺς αἱρετικούς, κἀγὼ συγκαθελῶ σοι τοὺς Πέρσας» 3 !...

 Τοὺς λόγους τούτους, ὅσοι εἶχον ἀπέχθεια πρὸς τοὺς αἱρετικούς, διευκρινίζει ὁ Σωκράτης, «ἡδέως ἐδέχοντο»· ὅµως ἀπὸ τοὺς «εὖ φρονοῦντας» δὲν διέφυγε «οὐδὲ τὸ κοῦφον τῆς διανοίας, οὐδὲ τὸ θυµικὸν (ὀργίλον, εὐέξαπτον) ἐν ταυτῷ καὶ κενόδοξον» τοῦ ἀνδρός 3.




3. Τὴν πέµπτη ἡµέρα ἀπὸ τῆς χειροτονίας του στρέφεται µὲ µανία κατὰ τῶν ᾿Aρειανῶν καὶ προσπαθεῖ νὰ κρηµνίση τὸν ναό τους... Οἱ Ἀρειανοὶ στὴν ἀπελπισία τους ἐπυρπόλησαν τὸν ναό, ἡ φωτιὰ µεταδόθηκε στὰ παρακείµενα σπίτια, ἡ Πόλις ἀναστατώθηκε καὶ οἱ αἱρετικοὶ «πρὸς ἄµυναν ηὐτρεπίζοντο» 4 ... Στὸ ἑξῆς οἱ πάντες ἀποκαλοῦν τὸν Nεστόριο «πυρκαϊὰν» («ὁ φω-τιάς»! ), «οὐ µόνον οἱ τῶν αἱρέσεων, ἀλλ᾿ ἤδη καὶ οἱ οἰκεῖοι τῆς πίστεως» 4.




4. Κατόπιν, ἐστράφη ἐναντίον τῶν Nοβατιανῶν, «ἀλλ᾿ οἱ κρατοῦντες παραινέσει κατέστελλον αὐτοῦ τὴν ὁρµήν» 5.




5. ᾿Εν συνεχείᾳ, ἐδίωξε ἀπηνῶς τοὺς Tεσσαρεσκαιδεκατίτας, γενοµένης δὲ στάσεως «πολλοὶ περὶ Μίλητον καὶ Σάρδεις ἀπέθανον» 5 !




6. Μετά, ὥρµησε καὶ κατὰ τῶν Mακεδονιανῶν, τοὺς ὁποίους σφοδρὰ ταλαιπωροῦσε διὰ τοῦ ὁµόφρονός του ᾿Eπισκόπου ᾿Aντωνίου· ττε οἱ αἱρετικοί, «µηκέτι φέροντες τὸ ἄχθος», «ἀναιροῦσι (φονεύουσιν) αὐτὸν (τὸν ᾿Αντώνιον)» 6 !...




7. Τελικά, ὅµως ὁ Nεστόριος, φιλονικῶν φανατικῶς καὶ ἀντιχριστιανικῶς νὰ διώκη ἄλλους, «αὐτὸν ἐξελαθῆναι τῆς ᾿Εκκλησίας συνέπεσεν» 7, ἐξεδιώχθη αὐτὸς τῆς ᾿Eκκλησίας· ὅταν ἄρχισε νὰ ὑποστηρίζη τοὺς λέγοντας τὴν Παναγία Mητέρα τοῦ Σωτῆρος µας ὄχι Θεοτόκον, ἀλλὰ Xριστοτόκον/ἀνθρωποτόκον καὶ νὰ κηρύσση τὴν αἵρεσί του, ἦλθε σὲ σύγκρουσι µὲ τοὺς οἰκείους τῆς Πίστεως καὶ ἔστρεψε ἐναντίον τους τὸ διωκτικό του µένος.




8. Οἱ Κληρικοί, οἱ ὁποῖοι διέκοψαν κοινωνίαν µαζί του, ὑπέστησαν «ἅ οὔτε ἐν τοῖς ἔθνεσι τοῖς βαρβαρικοῖς ἐγένετο»8: συλλήψεις, φυλακίσεις, ἐξορίες, διαποµπεύσεις, κτυπήµατα, πληγές, λιµοὺς κ.ἄ. «Γυµνοὺς ἡµᾶς», διηγοῦνται οἱ παθόντες, «δεσµίους... ἐστύλισαν, ἐκρεβάτισαν καὶ ἐπτέρνισαν, ὅπερ οὐ πάσχουσιν ἐν τοῖς ἔξω δικαστηρίοις, οὐ λέγοµεν ὅτι κληρικοὶ καὶ ἀρχιµανδρῖται ἢ µονάζοντες, ἀλλ᾿ οὔτε οἱ τυχόντες κοσµικοί, ὃ ἡµεῖς ἐν τῇ᾿Εκκλησίᾳ ὑπὸ τοῦ παρανόµου παρανόµως πεπόνθαµεν» 9.




9. ῾Η ἀθυροστοµία τοῦ φανατικοῦ Nεστορίου δὲν ἐσεβάσθη οὔτε τὸν ἁγιώτατο ᾿Aρχιεπίσκοπον ᾿Aλεξανδρείας Kύριλλον, ὁ ὁποῖος ἐσυµβούλευε ἐναγωνίως τὸν «πυρκαϊὰν» νὰ ἐπανορθώση τὸ αἱρετικό του κήρυγµα, «ἵνα παύσῃ σκάνδαλον οἰκουµενικόν» 10. Ὁ Nεστόριος ἀπαντᾶ ἀγενέστατα, θεωρῶν τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ Ἁγίου Kυρίλλου ὡς προερχόµενον ἐκ τῆς «αἰγυπτιακῆς αὐτοῦ ὁρµῆς» καὶ χαρακτηρίζων τὰς ἐπιστολάς του ὡς «ὕβρεις» καὶ ὡς ἀξίας « µακροθυµίας ἰατρικῆς», ἐφ᾿ ὅσον τὸ περιεχόµενό τους γέµει «σκοτεινῆς καὶ δυσπέπτου µακρηγορίας» καὶ προκαλεῖ «ναυτιασµόν» 11 !...




10. Τέλος, ἡ σκαιότης τοῦ δυστυχοῦς Nεστορίου στρέφεται καὶ κατὰ τῆς Γ´ Ἁγίας Oἰκουµενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία συνελθοῦσα στὴν ῎Eφεσο τὸν ᾿Iούνιο τοῦ 431, ἐκάλεσε κατὰ τὴν τάξιν –µέσῳ ᾿Eπισκόπων τρεῖς φορὲς γραπτῶς– τὸν ᾿Aρχιερέα τῆς Bασιλευούσης, καὶ µάλιστα παρακλητικῶς («παρακαλοῦµέν σε παραγενέσθαι» 12 ), «συνεδρεῦσαι εἰς τὴν Ἁγίαν ταύτην Σύνοδον» 13 . Εὑρισκόµενος στὴν ῎Eφεσο ὁ Nεστόριος, ἔδωσε ἐντολὴ σὲ ἕνα «πλῆθος στρατιωτῶν µετὰ ῥοπάλων» νὰ ἵστανται στὰ πρόθυρα τῆς οἰκίας του, «ὥστε µὴ ἐπιτρέψαι µηδενὶ τῶν ἀπὸ τῆς Συνόδου εἰσελθεῖν» 14 !... Ὁ Nεστόριος δὲν προσῆλθε στὴν Ἁγία Σύνοδο· οἱ Ἅγιοι Πατέρες τὸν ἔκριναν ἐρήµην: «δακρύσαντες πολλάκις», ὥρισαν «ἀλλότριον εἶναι τὸν αὐτὸν Νεστόριον τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώµατος καὶ παντὸς συλλόγου ἱερατικοῦ» 15.




β. Τὸ ζητούµενον: «τὸ µεῖναι ἀγαπῶντες»




AΠΟ ΤΑ ΑΝΩΤΕΡΩ προκύπτει σαφέστατα, ὅτι ὁ Nεστόριος ἔπεσε πτῶσιν δεινοτάτην, διότι δὲν ἀκολούθησε τὴν Πατερικὴ Παράδοσι στὴν στάσι του ἔναντι τῶν αἱρετικῶν· ἀγνοοῦσε, λόγῳ καὶ πράξει, τὴν κρυσταλλίνην διδασκαλίαν τοῦ µεγάλου προκατόχου του στὴν Kωνσταντινούπολι, τοῦ ἁγιωτάτου ᾿Iωάννου Xρυσοστόµου, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἀκόµη προγενεστέρου του Ἁγίου Γρηγορίου Θεολόγου, στὸν ὁποῖο θὰ ἀναφερθοῦµε ἄλλη φορά.




1. ῾Ο Χρυσορρήµων, ἄν καὶ διέλαµψε ὡς ἀντιαιρετικὸς ποιµὴν σπανίας δυνάµεως, οὐδέποτε ἐδίδαξε ἤ ἔπραξε τίποτε παρόµοιο πρὸς τὸν Nεστόριο, ἀλλὰ θεωροῦσε ὡς τὸ σπουδαιότερο ὅπλο τῶν ᾿Ορθοδόξων ἔναντι τῶν αἱρετικῶν τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς αὐτούς.




Σκοπὸς τοῦ ἀγῶνος δὲν εἶναι ἡ ἐξόντωσις ἢ ἡ βιαία ὑπαγωγὴ τῶν  αἱρετικῶν στὴν ᾿Eκκλησία, διότι αὐτὰ ἀποδεικνύουν, ὅτι ἡ Πίστις µας δὲν εἶναι «δι᾿ ἀγάπης ἐνεργουµένη» 16. Κατὰ τὸν Xρυσόστοµον, «οὐ γὰρ τὸ πιστεῦσαί ἐστι τὸ ζητούµενον µόνον, ἀλλὰ καὶ τὸ µεῖναι ἀγαπῶντας» 17. 




2. ᾿Απευθυνόµενοι πρὸς τοὺς πλανωµένους, µᾶς διδάσκει ὁ Xρυσολόγος ᾿Iωάννης, νὰ µὴ λησµονοῦµε τὰ ἑξῆς: 




α) «οὐ πρὸς ἔχθραν φθεγγόµα, ἀλλ᾿ ὥστε αὐτοὺς διορθῶσαι» 18 · 




β) δὲν σκοπεύουµε «ἵνα καταβάλω(µεν) τοὺς ἐναντίους, ἀλλ᾿ ἵνα ἀναστήσω(µεν) κειµένους» 19 · 




γ) ἡ δύναµις τῶν λόγων µας «οὐχὶ δίδωσι τραύµατα, ἀλλὰ ἰᾶται τραύµατα» 20 · 




δ) νὰ µὴ «ἀγριαίνωµεν πρὸς ἐκείνους, µηδὲ θυµὸν προβαλλώµεθα, ἀλλὰ µετὰ ἐπιεικείας αὐτοῖς διαλεγώµεθα· οὐδὲν γὰρ ἐπιεικείας καὶ πραότητος ἰσχυρότερον» 20. 




3. ᾿Επίσης, νὰ µὴ µᾶς διαφεύγη, ὅτι ἔκφρασις τῆς γνησίας ἀγάπης µας πρὸς τοὺς αἱρετικοὺς δὲν εἶναι µόνον ὁ λόγος, γραπτὸς καὶ προφορικός, ἀλλὰ καὶ ἡ σύντονος προσευχή: «᾿Επὶ τὴν εὐχὴν τὸ πᾶν τρέψωµεν», λέγει ὁ Xρυσορρήµων· «ὅσῳ µειζόνως ἀσεβοῦσι, τοσούτῳ πλέον ὑπὲρ αὐτῶν πα ρακαλοῦντες καὶ δεόµενοι ἀποστῆναί ποτε τῆς µανίας αὐτοὺς... µὴ διαλείπωµεν τοίνυν τὰς ὑπὲρ αὐτῶν ἱκετηρίους ποιούµενοι» 21 . 




4. ῾Η ἐπιµονή µας στὸ ἔργο τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς πλανωµένους πρέπει νὰ εἶναι ἀνεξάντλητος: καὶ ἄν ἀκόµη οἱ αἱρετικοὶ µᾶς ὑβρίζουν καὶ µᾶς φέρωνται ἀπάνθρωπα, δὲν πρέπει νὰ ὑποχωροῦµε, ἀλλὰ «δακρύειν χρὴ» 22 γιὰ τὴν πνευµατική τους ἀρρώστια καὶ «ὀλοφύρεσθαι» 23 (πενθεῖν, συµπονεῖν, γοερῶς κραυγάζειν) καὶ «θρηνεῖν» 23. «῾Ο ὀλοφυρµός... ἔστι µεµιγµένον φάρµακον, καὶ πολλὴν ἔχει τὴν ἰσχὺν πρὸς παραίνεσιν» 24. 




5. Καὶ µία τελικὴ διαπίστωσις: ἄν οἱ αἱρετικοὶ δὲν µετανοοῦν, τοῦτο ὀφείλεται µεγάλως στὸ ὅτι ἐλλείπει ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς «ἡ τοῦ βίου λαµπρότης», ἡ ἁγιοπρεπὴς πολιτεία, κυριώτερο γνώρισµα τῆς ὁποίας εἶναι ἡ ἀγάπη. αν θέλουµε ὁ ἀντιαιρετικὸς λόγος µας νὰ εἶναι ἀξιόπιστος, ἂς φροντίσουµε νὰ γίνουµε ἀξιοσέβαστοι πρωτίστως διὰ τῆς ὀρθοπραξίας, ἡ ἔλλειψις τῆς ὁποίας, κατὰ τὸν Xρυσορρήµονα, «τὰ σεµνὰ τῆς πίστεως τῆς ἡµετέρας διέβαλε· τοῦτο τὰ πάντα ἀνέτρεψε» 25. 







6. Συνεχιστὴς γνησιώτατος τῆς χρυσοστοµικῆς καὶ ἐν γένει Πατερικῆς διδασκαλίας, σχετικῶς µὲ τὴν στάσι µας ἔναντι τῶν αἱρετικῶν, εἶναι καὶ ὁ ταπεινὸς καὶ πρᾶος Ἅγιος τῆς Aἰγίνης, Nεκτάριος ὁ Πενταπόλεως: 




« Αἱ δογµατικαὶ διαφοραί, ὡς ἀναγόµεναι πρὸς µόνον τὸ κεφάλαιον τῆς πίστεως, ἀφίενται ἐλεύθερον καὶ ἀπρόσβλητον τὸ τῆς ἀγάπης κεφάλαιον· τὸ δόγµα δὲν καταπολεµεῖ τὴν ἀγάπην... ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη ἐστὶν ἀναλλοίωτος, δι᾿ ὅ οὐδ᾿ ἡ τῶν ἑτεροδόξων χωλαίνουσα πίστις δύναται ν᾿ ἀλλοιώσῃ τὸ πρὸς αὐτοὺς τῆς ἀγάπης συναίσθηµα... Τὰ τῆς πίστεως ζητήµατα οὐδ᾿ ὅλως δέον ἐστὶ νὰ µειῶσι τὸ τῆς ἀγάπης συναίσθη µα» 26.




* * * 




O ΑΚΡΙΤΟΣ ζηλωτισµὸς καὶ ὁ ἀχαλίνωτος φανατισµὸς στὶς ἡµέρες µας ἔχει καταστῆ ἕνα ὁρµητικὸ καὶ ἐπικίνδυνο ρεῦµα, τὸ ὁποῖο δίκην νεστοριανικῆς ἀθυροστοµίας, ὅταν δὲν γεννᾶ νέες αἱρέσεις κατὰ τὸν ἀγῶνα ἐναντίον τῆς παναιρέσεως τοῦ Oἰκουµενισµοῦ, ἀδρανοποιεῖ τὴν γνησίαν ἀντιοικουµενιστικὴ µαρτυρία καὶ ὑποβαθµίζει τὸ σωστικὸ µήνυµά της: «τοῦτο τὰ πάντα ἀνέτρεψε»...«Στῶµεν καλῶς!... Στῶµεν µετὰ φόβου»!...

  (*) Περιοδ. «῞Αγιος Κυπριανός», ἀριθµ. 280/Σεπτέµβριος-Ὀκτώβριος 1997, σελ. 265, 278-279 καὶ 282.
1) PG τ. 67, στλ. 808A.
2) PG τ. 67, στλ. 805A.
3) PG τ. 67, στλ. 804B.
4) PG τ. 67, στλ. 804C.
5) PG τ. 67, στλ. 805A.
6) PG τ. 67, στλ. 808AB.
7) PG τ. 67, στλ. 808C.
8) ΣMΠΣ, τ. A´, σελ. 462β.
9) ΣMΠΣ, τ. A´, σελ. 463α.
10) ΣMΠΣ, τ. A´, σελ. 436α/PG τ. 77, στλ. 41.
11) ΣMΠΣ, τ. A´, σελ. 438α.
12) ΣMΠΣ, τ. A´, 470α.
13) ΣMΠΣ, τ. A´, σελ. 469β.
14) ΣMΠΣ, τ. A´, σελ. 470-471.
15) ΣMΠΣ, τ. A´, σελ. 490α.
16) Γαλ. ε´ 6.
17) PG τ. 61, στλ. 660.
18) PG τ. 48, στλ. 742.
19) PG τ. 48, στλ. 707.
20) PG τ. 48, στλ. 708.
21) PG τ. 48, στλ. 743.
22) PG τ. 48, στλ. 718.
23) PG τ. 61, στλ. 666.
24) PG τ. 61, στλ. 661.
25) PG τ. 60, στλ. 331.
26) Ποιµαντική, σελ. 192.

Pages