Σαρλ Μπωντλαίρ, εξόριστος στη γη - Point of view

Εν τάχει

Σαρλ Μπωντλαίρ, εξόριστος στη γη



Τα Άνθη του Κακού, το ποίημα. Σαρλ Μπωντλαίρ, ο ποιητής. Πρώτη έκδοση το 1857 κι όλοι έπεσαν να τον φάνε ζωντανό. Είναι πορνογράφος, σκανδαλίζει, μήπως δεν είναι στα καλά του, μήπως έχει κλονιστεί η πνευματική του υγεία. Σήμερα ο Charles Baudelaire θεωρείται κλασικός και η θέση του είναι εξέχουσα στην κορυφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Έτσι συμβαίνει. Για όποιον ήρθε να μας πει κάτι χωρίς να πάρει προηγουμένως την άδεια της Δικαιοσύνης και την ευλογία της Εκκλησίας. Τον χαρακτήρισαν αηδιαστικό, αχρείο, αμαρτωλό, τον έσυραν στα δικαστήρια για το Ευαγγέλιο της ποίησής του, Τα Άνθη του Κακού.
Ναι, η βία είναι κακό πράμα, όμως έχει και το άνθος της, τα άνθη της. Το ίδιο η λαγνεία, κι αυτή έχει την ομορφιά της.
Είναι πρόστυχος ο Μπωντλαίρ. Έτσι λες; Προσβάλλει τα χρηστά ήθη. Μιλάμε για αδιάφορα πράγματα. Έχεις να κάνεις μ' ένα αριστούργημα, “Τα Άνθη του Κακού”, γέννημα της τέχνης του και της φαντασίας του. Αυτή είναι η βασίλισσα του ποιητή, η φαντασία. Αυτή τον οδήγησε μέχρι να ολοκληρώσει τα Άνθη του Κακού.
Προηγήθηκε η Ζαν, βέβαια. Αυτή, μία μιγάδα πιτσιρίκα ήταν η δασκάλα του στο κρεββάτι. Αυτή, η Ζαν Ντυβάλ του έδειξε άγνωστα μυστικά στον έρωτα.


Στην ποίηση του κυριαρχεί η Αφροδίτη και η Σαπφώ. Στα Άνθη του Κακού, άλλωστε, ο ποιητής εξυμνεί τον πανηδονισμό των γυναικών και πλησιάζει το σκοτεινό μυστήριο στα ειδύλλια ανάμεσα σε δύο θηλυκά. Πέθανε στα 46 του χρόνια. Ο λόγος για τον οποίον γεννήθηκε είχε ήδη πραγματοποιηθεί.



Ο ποιητής , η ζωή  και το έργο του



Ο Σαρλ Μπωντλαίρ γεννήθηκε  στο Παρίσι στις 9/4/ 1821 και πέθανε στις 2/ 9/ 1867 στις Βρυξέλλες . 

   
  Γονείς του  ο 60χρονος  Φρανσουά Μπωντλαίρ (βαθύτατα καλλιεργημένος και ερασιτέχνης ζωγράφος)   και η 27χρονη  Καρολίν Ντυφέ .Ο  πατέρας του πέθανε  στις  19/ 2/1827 , όταν ο Σαρλ Μπωντλαίρ ήταν 6 ετών. Στις 8 Νοεμβρίου του ίδιου έτους  η μητέρα του ξαναπαντρεύεται με τον ταγματάρχη Ζαν Οπίκ, έναν άνθρωπο αυστηρό και στυγνό  με τον οποίο ο Μπωντλαίρ δεν θα έχει ποτέ καλές σχέσεις. Ο μελλοντικός ποιητής δεν θα συγχωρέσει ποτέ  στη μητέρα του το γεγονός ότι ξαναπαντρεύτηκε  και σε όλη του τη ζωή ο πατριός του ενσαρκώνει στα μάτια του όλα τα εμπόδια σε όσα και όσους αγαπά: τη μητέρα του , την ποίηση, το όνειρο και τη ζωή χωρίς απρόοπτα και εκπλήξεις.  Ο Μπωντλαίρ  μεγαλώνει εσωτερικός σε κολέγια της Γαλλίας .Ένας δάσκαλός του , ο Αχιλλέας Σοντέν, επισημαίνει για τον μαθητή του : « πολύ ελαφρόμυαλος, δεν κατέχει τις αρχαίες γλώσσες, κακή διαγωγή, πολλά ψέματα. Τρόποι συχνά ιπποτικοί αλλά άλλες φορές, τρομακτικά απαράδεκτοι εξαιτίας της υπερβολικής εκζήτησης.» Το 1939 αποβάλλεται  από το Λύκειο εξαιτίας μιας φάρσας  και αρχίζει να ζει με έναν τρόπο που έρχεται σε πλήρη αντίθεση   με τα αστικά ιδεώδη που ενσαρκώνουν  η μητέρα του και ο πατριός του. Λίγο αργότερα γράφεται στη Νομική αλλά κατά τη διάρκεια των μαθημάτων προτιμά να διαβάζει Λογοτεχνία. Το 1840 συναντά τον Ζεράρ  ντε Ντερβάλ και τον Ονορέ ντε Μπαλζάκ . Δημιουργεί με φίλους μια ομάδα , όπου γράφουν ποιήματα  και τραγούδια Συναναστρέφεται με πόρνες. Το 1841 ο Οπίκ  κρίνοντας τη ζωή του πρόγονού του « σκανδαλώδη» αποφασίζει να τον στείλει στις Ινδίες , ταξίδι που ολοκληρώνεται στο νησί του Μαυρίκιου, το 1841. « Είναι επείγον να τον αποσπάσουμε από το ολισθηρό  πεζοδρόμιο του Παρισιού», έλεγε  ο Οπίκ. Στις 9 Ιουνίου του 1941, παρακινημένος από την οικογένειά του, δέχεται  να ταξιδέψει για την Καλκούτα .Εν πλω , απομονώνεται εγωιστικά, αδιάφορος για κάθε τι που δεν είναι  λογοτεχνία.
     Στις 15 / 10/ 1842 επιστρέφει και αποβιβάζεται στο Μπορντό  ενήλικος πια λαμβάνει την πατρική περιουσία , ποσό που ανερχόταν σε 75.000 φράγκα και διάγει την πολυτελή ζωή πλούσιου μποέμ. Κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών , ζει άστατη ζωή και το 1843 αρρωσταίνει από σύφιλη.
       Την ίδια χρονιά τίθεται υπό καθεστώς επιτήρησης από την οικογένειά του  και  θα λαμβάνει ένα μηνιαίο  εισόδημα 200 φράγκων που θα του το παραδίδει ο συμβολαιογράφος  που θα διαχειρίζεται την περιουσία του. Δημοσιεύει ποιήματα σε λογοτεχνικά περιοδικά. Μέσα στο 1845 κάνει δύο απόπειρες αυτοκτονίας .Εξομολογείται ο ίδιος: «  Σκοτώνω τον εαυτό μου γιατί είμαι άχρηστος στους άλλους και επικίνδυνος για τον ίδιο μου τον εαυτό. Σκοτώνω τον εαυτό μου γιατί θεωρώ πως είμαι αθάνατος και ελπίζω…». Το 1847 ανακαλύπτει το έργο του Εντγκαρ Άλαν  Πόε και αρχίζει να το μεταφράζει. Συνεχίζει να δημοσιεύει ποιήματα και διηγήματα.






ΤΑ  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ

  

Την 1η Ιουνίου 1845 δημοσιεύει , στο « περιοδικό των δύο κόσμων» ,την διάσημη συλλογή του  Τα άνθη του κακού, που τότε αριθμεί 18 ποιήματα. Το 1857, αφού έχει πεθάνει ο πατριός του , εκδίδεται  η συλλογή Τα άνθη του κακού, συλλογή που περιέχει όλα τα ποιήματα που έγραψε από το 1840. Αυτή η συλλογή με 52 αδημοσίευτα ποιήματά του που θα άλλαζε τη ροή της μοντέρνας ποίησης ανοίγοντας δρόμο για τους συμβολιστές, τον Pεμπώ, τον Mαλλαρμέ . « Mε αυτά τα ποιήματα ο Mπωντλαίρ γίνεται ο πρώτος τραγικά ενδοσκοπούμενος ποιητής, εκείνος που παρουσίασε, πολλαπλασιάζοντας τον εαυτό του, τη σύγχρονη ανθρωπότητα της αμαρτίας, της θλίψης, της οδύνης, της μοντέρνας μητρόπολης: Ηδονή και παράπτωμα, πνευματική εκλέπτυνση και πόνος, αισθηματισμός και ανία, μαύρη μοναξιά και μελαγχολία μέσα στο θόρυβο και τις καθημερινές αλλαγές - αυτά είναι τα καινούργια στοιχεία που θα αποτελέσουν το συνθετικό απόσταγμα της τέχνης του.»
   Ο τίτλος Les Fleurs du Mal είναι επινόηση του κριτικού Hippolyte Babou, ενώ ο Μπωντλαίρ αρχικά προόριζε για τίτλο το Les Limbes( οι πύλες της κόλασης )
   Η πρώτη έκδοση κυκλοφόρησε στις 25/ 6/ 1857  σε 1100 αντίτυπα. Η επαναστατικότητα, ο αντικομφορμισμός, η άρνηση του αστικού πνεύματος, και η εξέγερση που κρύβει κάθε στίχος των “Ανθέων” δεν ήταν συμβατά με την εποχή του Στις 7 Ιουλίου ασκήθηκε  δίωξη – και στον ποιητή και στους εκδότες του βιβλίου -  για εξύβριση των θείων και προσβολή της δημοσίας αιδούς.  Ειδικότερα, η απόφαση εξηγεί ότι «όποια προσπάθεια εξωραϊσμού του ύφους και αν επιχειρήθηκε  τα ολέθρια αποτελέσματα των σκηνών που περιγράφει ο ποιητής οδηγούν αναπόφευκτα στη διέγερση των αισθήσεων από έναν ρεαλισμό χυδαίο και προσβλητικό για την αιδώ».  Στις 20/ 8 ο Μπωντλαίρ καταδικάστηκε σε χρηματική ποινή του υπερβολικού ποσού των 300 Φράγκων. Έξι από τα ποιήματά του, Lesbos, Femmes damnées, Le Lèthe, À celle qui est trop gaie, Les Bijoux, Les Métamorphoses du vampire ( «Λέσβος», «Κολασμένες γυναίκες», « η λήθη», «σε κάποια πολύ πρόσχαρη», «τα κοσμήματα», «οι μεταμορφώσεις της Λάμιας») απαγορεύτηκαν και αφαιρέθηκαν από τις επόμενες εκδόσεις.
 Έναν αιώνα μετά, μόλις το 1949, το γαλλικό κράτος  θα άρει  αυτή την καταδικαστική απόφαση αποκαθιστώντας το έργο του ποιητή.

Γράφει  ο ίδιος στο  Σχέδιο προλόγου στα Άνθη του Κακού :

«Ο εκδότης μου ισχυρίζεται ότι θα 'ταν καλό και για μένα και για κείνον να εξηγήσω γιατί και πώς έγραψα αυτό το βιβλίο, ποιος ήταν ο σκοπός και ποια τα μέσα μου, ο στόχος μου και η μέθοδός μου... Αλλά αν εξετάσουμε πιο προσεκτικά τα πράγματα, δεν είναι φανερό ότι πρόκειται για μια άσκοπη εργασία; Φοβάμαι μήπως γελοιοποιηθώ θέλοντας να κάνω τον λαό να καταλάβει ένα έργο τέχνης, και φοβάμαι ακόμα μήπως σ' αυτό το πεδίο φανώ όμοιος μ' αυτούς τους ουτοπιστές, που θέλουν μ' ένα διάταγμα να κάνουν μεμιάς όλους τους Γάλλους πλούσιους κι ενάρετους... Οδηγεί κανείς τα πλήθη στο εργαστήρι της ράφτρας ή του διακοσμητή ή στο καμαρίνι του ηθοποιού; Δείχνει κανείς στο κοινό, ξετρελαμένο σήμερα, αδιάφορο αύριο, τον μηχανισμό των τεχνασμάτων; Του εξηγεί κανείς τις τελειοποιήσεις και τις απρόβλεπτες παραλλαγές στις πρόβες, και σε ποια αναλογία το ένστικτο και η ειλικρίνεια είναι ανακατεμένα με το κοκκινάδι και τον απαραίτητο τσαρλατανισμό στο κράμα της παράστασης; Του δείχνουν τα κουρέλια, τα φτιασίδια, τις τροχαλίες, τις αλυσίδες, τις διορθώσεις, τα μουντζουρωμένα χειρόγραφα, με δυο λόγια όλες τις ασχήμιες που συνθέτουν το άδυτο της τέχνης;» 

«  Τα άνθη του κακού»  είναι ένα έργο υπέρτατα  πρωτότυπο, υπέρτατα καινούργιο, υπέρτατα ανθρώπινο     « απεικονίζει    την   ατέρμονη και αιώνια σύγκρουση του καλού και του κακού, του πνευματικού και του αισθησιακού     καθώς και τη δραματική αντίθεση ανάμεσα στο ιδεώδες ( ideal)  που αντιστοιχεί στην Ιδέα του Καλού  και το spleen , μια  πολυσυζητημένη  μπωντλαιρική έννοια, ( που θα εξετάσουμε διεξοδικά παρακάτω)   ·  προσδιορίζεται  γενικά  ως συνύπαρξη  μελαγχολίας,  ρέμβης , ανίας  και  θλίψης και   βρίσκεται στην πλευρά του Κακού. Ανάμεσα σ΄αυτά ο Ποιητής ταξιδεύει απεγνωσμένα ως « φτωχός λαθρεπιβάτης πάνω στις φτερούγες των πουλιών» , όπως θα΄λεγε και ο Τ. Λειβαδίτης.

    Θέματα των περισσοτέρων ποιημάτων της συλλογής ο έρωτας, ο θάνατος, η νεότητα, η ίδια η καλλιτεχνική φύση.

« Για πρώτη φορά βιβλίο ποιημάτων, σχεδόν παραδεδεγμένων όσον αφορά τη ρομαντική τους διάσταση κι ανεπίληπτων μορφικά, έγινε αιτία παγκόσμιας ανακατάταξης της ίδιας της ποίησης, ανατρεπτική, καινούρια πραγματικότητα για ένα κίνημα που έπνεε τα λοίσθια και αντικείμενο διαθλάσεως της εξωτερικής πραγματικότητας, του κόσμου, που μέσα τους διυλίζεται σχεδόν μέχρις εξαφανίσεως. Δεν είναι τυχαίο που αυτά τα ποιήματα, παρ' όλη την ευλαβική μουσικότητα και τη σκοτεινή πολυχρωμία τους, θεωρήθηκαν περίπου παράφωνα, υπερτονισμένα σε βαθμό υστερίας και εργαστηριακής τελειότητας τόσης, σαν να επρόκειτο για τελετουργίες νυχτερινές και απόκοσμες, ικανές να κόψουν την ανάσα και τα γόνατα των αναγνωστών τους, παρά για απλή ποίηση και παιχνίδισμα των λέξεων.», γράφει ο Χάρης Μεγαλυνός.



ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ


         1.         ύφος ακραίου ερμητισμού
         2.         μουσικότητα στη γλώσσα
         3.         ακινητοποιημένες εικόνες που αντιστοιχούν σε ψυχολογικές καταστάσεις.  (Ηγέτης της σχολής του Συμβολισμού)
         4.    δεξιοτεχνική επιλογή των λέξεων ( πρώιμη παρνασσιστική τεχνική )

         5.         ο θάνατος και το κακό εγγεγραμμένα στην καρδιά της ποιητικής  του δράσης. Η ίδια η ιδέα της ικανοποίησης της ευτυχίας έχει για εκείνον κάτι το επονείδιστο και το περιφρονητέο
         6.         Χαρακτήρες που ταλαντεύονται ανάμεσα στις σκοτεινές δυνάμεις του καλού και του κακού
         7.         ελεγχόμενες ρομαντικές τάσεις
         8.         άγριος λυρισμός
         9.         βίαιος ερωτισμός
       10.       σαρκασμός, ειρωνεία
       11.       συναισθηματική ένταση
       12.       αντιπαράθεση δύο κόσμων:  το  μυθολογικό, ποιητικό παρελθόν απέναντι στον άδοξο κόσμο του παρόντος
       13.        στα ποιήματά του αποκεφαλίζει τις τρυφερές ψευδαισθήσεις της επικρατούσας ηθικής
       14.       σε αντίθεση με προηγούμενους ρομαντικούς ο Μπωντλαίρ αναζήτησε την έμπνευσή του στην αστική ζωή του Παρισιού. Υποστήριξε πως  η τέχνη πρέπει να δημιουργεί ομορφιά ακόμη και από τις μη ποιητικές καταστάσεις
       15.       Ο  Mπωντλαίρ με το έργο του  προσδιόρισε την φύση της ανθρώπινης ευαισθησίας , είδε την αντιπαράθεση της φύσης  με  την πυκνοκατοικημένη μεγαλούπολη, είδε  στη θέση της ηθικής και των ιδανικών την πολύμορφη  παρουσία του Kακού, ενώ τοποθέτησε στο επίκεντρο του ποιητικού του κόσμου  ανθρώπους, δράσεις, ιδέες και συμπεριφορές του περιθωρίου. Αποτύπωσε, με εντυπωσιακή διαύγεια, το σπαρασσόμενο εσωτερικό του τοπίο σε αντιστοιχία πάντα με τον πνιγηρό αστικό περίγυρο.


Η μπωντλερική έννοια του spleen

 Για ένα Γάλλο του 19ου αιώνα, η λέξη είχε δύο προελεύσεις: η μία είναι ετυμολογική και η άλλη γεωγραφική. « Προερχόμενη από την ελληνική λέξη που σήμαινε τη σπλήνα, τη χρησιμοποιούσαν κυρίους για να δηλώσουν ένα οργανικό πρό­βλημα ( melancholia splenica). η δεύτερη ετυμολογία ήταν πάντα γνωστή. Σε όλη τη διάρκεια του αιώνα, η λέξη συνοδευόταν από τον προσδιορισμό που επισήμαινε την προέλευση και τη μοναδικότητα της. Στις εφημερίδες όπως και στα ποιήματα, ήταν πολύ συχνός ο όρος  le spleen anglais . Τη χρησιμοποίησε και ο   Φλωμπέρ για να περιγράψει   το   κλίμα και το  θυμικό της Αγγλίας, ενώ   η  λέξη έφερε πάντα το κλίμα που της δάνειζαν σε αυτή τη χώρα: χιόνι, βροχή, λάσπη, ομίχλη, που κολλά στο δέρμα. Οι συννεφιασμένοι ουρανοί και οι ομίχλες προκαλούν απανθρωπιά και αναλγησία, και η λέξη  spleen  άρ­χισε να σημαίνει, εκτός από το μετεωρολογικό δελτίο, την ανησυχητική πλήξη των Άγγλων. Η πλήξη, η ανία, δεν ήταν την εποχή εκείνη ένα ένοχο αίσθημα. Έφερε εντός της την ευγένεια των ψυχών, τις οποίες επιλέγει η δυστυχία.
    Ο Μπωντλαίρ δεν την χρησιμοποίησε ποτέ μέσα σε στίχους αλλά συχνά σε τίτλους έργων του ή επιστολές του. Έσκυψε στο ετερογενές δίκτυο της ρομαντικής θλίψης και ανίας, και απομόνωσε τη φλέβα του κακού. « Την είδε σαν ένα τέρας που ούρλιαζε μαζί με τα άλλα άγρια ζώα της καρδιάς.»  Η καινοτομία στον πρό­λογο στα Άνθη του κακού από τη μία, έγκειται στη δήλωση ότι η Ανία, η Πλήξη είναι ένα Βίτσιο.
Συχνά ο Μπω­ντλαίρ χρησιμοποιεί τη λέξη  spleen λιγότερο επιθετικά, πιο κοντά στην πρότερη σημασία της, αλλά πάντα υποδεικνύει μια κατάσταση αρνητικής χαύνωσης. Η ενόχληση αυτή, η ανία, η πλήξη, πνίγει ακόμα και τη μελαγχολία.
Αν και ο Μπωντλαίρ έδωσε έμφαση στις πιο σκοτεινές, μαύρες συνισταμένες της λέξης  spleen , ωστόσο δεν εκμηδένισε τη ρομαντική μελαγχολία. Αντιλήφθηκε και αξιοποίησε γόνιμα το θετικό περιεχόμενό της. Στην πραγματικό­τητα  το  spleen , η πλήξη, η ανία,  αποτελούν σκοτει­νές και αρνητικές καταστάσεις,  διότι η ελπίδα δεν έχει πλέον θέση. Η μελαγχολία φωτίζεται από τα απομεινάρια μιας ευτυχίας που μας είχε πλη­σιάσει αλλά που έχει χαθεί πια, από την οποία δεν μπορεί να αποσυνδεθεί η σκέψη.

ΑΛΜΠΑΤΡΟΣ

Συχνά για να σκοτώσουνε τον άδειο τους καιρό

οι ναύτες παίζουν με «άλμπατρος» που πιάνουν επιτήδεια·

τεράστιους γλάρους που πετούν απάνω απ' το νερό

 κι ακολουθούν, νωχελικοί συντρόφοι, τα ταξίδια.


 Μόλις πάνω στου καραβιού τα ξύλα με χαρές

τους βασιλιάδες του γλαυκού ο ναύτης ακουμπάει,

αφήνουν τις φτερούγες τους εκείνοι χαλαρές

να τους κρεμούν σαν δυο κουπιά αχρείαστα στοπλάι.


 Οι αγέρωχοι ταξιδευτές πώς φαίνονται δειλοί!

Τι αστείοι που 'ναι κι άσκημοι οι ωραίοι αιθεροβάτες!

 Κάποιος το ράμφος τους με το τσιμπούκι του ενοχλεί

ή αναγελά κουτσαίνοντας τους φτερωτούς σακάτες.


 Όμοια μ' αυτούς τους πρίγκιπες του αιθέρα κι ο Ποιητής

ούτε για βέλη νοιάζεται ούτε αν βροντά κι αστράφτει· 

μα μέσ' στη χλεύη εξόριστος μιας κοινωνίας αστής

απ' τα γιγάντια του φτερά στο βάδισμα σκοντάφτει.


μτφρ. Νίκος Φωκάς

ΑΛΜΠΑΤΡΟΣ

Συχνά για να περάσουνε την ώρα οι ναυτικοί

άλμπατρος πιάνουνε, πουλιά μεγάλα της θαλάσσης,

 που ακολουθούνε σύντροφοι, το πλοίο, νωχελικοί

καθώς γλιστράει στου ωκεανού τις αχανείς εκτάσεις.


 Και μόλις στο κατάστρωμα του καραβιού βρεθούν

αυτοί οι ρηγάδες τ' ουρανού, αδέξιοι, ντροπιασμένοι,

τ' αποσταμένα τους φτερά στα πλάγια παρατούν

 να σέρνονται σαν τα κουπιά που η βάρκα τα πηγαίνει.


 Πώς κείτεται έτσι ο φτερωτός ταξιδευτής δειλός!

Τ' ωραίο πουλί τι κωμικό κι αδέξιο που απομένει!

Ένας τους με την πίπα του το ράμφος του χτυπά

κι άλλος, χωλαίνοντας, το πώς πετούσε παρασταίνει.


 Ίδιος με τούτο ο Ποιητής τ' αγέρωχο πουλί

που ζει στη μπόρα κι αψηφά το βέλος του θανάτου,

σαν έρθει εξόριστος στη γη και στην οχλοβοή

μέσ' στα γιγάντια του φτερά χάνει τα βήματά του.

μτφρ. Αλέξανδρος Μπάρας 

[ Δυο μεταφράσεις   ( από τις πολλές που υπάρχουν) για να δούμε πως η ποίηση καταργεί τα γλωσσικά αδιέξοδα και γίνεται οικουμενική. Βέβαια , θα πρέπει να παραδεχτώ πως η τροχοπέδη της άγνοιας της γλώσσας του ποιητή  με κρατά μακριά από την εξαίσια πρώτη ύλη: τη λέξη , το πιο ερωτικό σημείο του κορμιού της ποιητικής γλώσσας ....]

Το ποίημα

Στο ποίημα « Άλμπατρος»  συνοψίζεται ολόκληρη η κοσμοθεωρία του Μπωντλαίρ  για τη θέση του ποιητή στον κόσμο  και την λειτουργία της ποίησης .Το ποίημα  ανήκει στο πρώτο κεφάλαιο της συλλογής  «τα άνθη του κακού», που έχει τον τίτλο « Spleen et Ideal»
Η πηγή έμπνευσης του ποιητή αποτελεί ένα πραγματικό περιστατικό στο ταξίδι του προς τις Ινδίες : ένα πουλί άλμπατρος  (  τεράστιο θαλασσινό  πουλί )  που πέταγε κοντά στο κατάρτι, χτυπήθηκε  από τον καπετάνιο και μετά  βασανιζόταν για μέρες  από τους ναυτικούς  που το κρατούσαν  δεμένο από το πόδι, αιχμάλωτο στη γέφυρα του καραβιού. Όλοι γελούσαν μαζί του , με τον τρόπο που βάδιζε αιχμαλωτισμένο, εμποδισμένο από το δεμένο πόδι του και τα τεράστια φτερά του να σέρνονται στο κατάστρωμα 
   
 Ο Μπωντλαίρ βλέπει  στην εικόνα αυτού του τραυματισμένου, αιχμαλωτισμένου αλλά αγέρωχου πουλιού  τον ποιητή που  κατασπαράσσεται στον αντιποιητικό , συμβιβασμένο και εγωιστικό  κόσμο μας. Ο Συμβολισμόςκυριαρχεί.

  Ο  Μπωντλαίρ παρομοιάζει τον ποιητή με τα άλμπατρος  γιατί έχουν μια κοινή μοίρα: εκείνα μεγάλα, προικισμένα, «ρηγάδες τ΄ουρανού» · ο ποιητής κι αυτός μεγάλος, σημαντικός μέσα στη μικρότητα της ανθρώπινης καθημερινότητας  « ρήγας», βασιλιάς στις σφαίρες μιας ανώτερης ζωής περιπλανιέται , ηττάται  από τις διαψεύσεις και τους φόβους του  και νιώθει ξένος , εξόριστος και μόνος .Όπως το περήφανο πουλί που ήταν ο κυρίαρχος του ουρανού παγιδεύεται στο κατάστρωμα του πλοίου και ταπεινώνεται από τους άξεστους  ναυτικούς, έτσι και ο ποιητής  υποφέρει.

«τ' αγέρωχο πουλί που ζει στη μπόρα κι αψηφά το βέλος του θανάτου, σαν έρθει εξόριστος στη γη και στην οχλοβοή

μέσ' στα γιγάντια του φτερά χάνει τα βήματά του.» 

Τα άλμπατρος   είναι «νωχελικοί συντρόφοι» του θαλασσινού ταξιδιού , με βραδείς ρυθμούς όπως ο βαθιά στοχαζόμενος ποιητής που αξόδευτος σε αναγκαστικούς συγχρωτισμούς  μπορεί να βυθίσει τη ματιά του στο αθέατο.

Το πλοίο και η θάλασσα σύμβολα  της ζωής και της ανθρώπινης επικοινωνίας:  Η ζωή ένα καράβι που προχωρά μπροστά  , καράβι που το παραμονεύουν κίνδυνοι άγνωροι κι απρόβλεπτοι . Η  θάλασσα  αχανής, ανεξερεύνητη, αφιλόξενη και απρόσιτη μάς παραπέμπει στις ανθρώπινες σχέσεις.  Είναι όμως , συνάμα, και η Ομορφιά  σαν ιδέα πλατωνική, ιδέα του Υψηλού  που αποτελεί το στόχο της ποιητικής δημιουργίας  ·  αυτή τη θάλασσα θέλει να την ταξιδέψει ο Ποιητής, να υπερασπιστεί το όραμα και την αξία του ιδανικού του κόσμου, να επικοινωνήσει  με τους ανθρώπους  μήπως τυχόν μπορέσει μια μικρή στιγμή  τους μεγάλη να την κάνει …

    Όμως (ου) τόπος για την Ποίηση, ο άλμπατρος-ποιητής θηρεύει το αδύνατο στην αφιλόξενη σκληρή πραγματικότητα  που ζει · εξόριστος κι ίδιος, εξόριστες και οι επιθυμίες του / μας. Γίνεται αντικείμενο εμπαιγμού γιατί η ευαισθησία του δεν χωράει στον κόσμο του συμβιβασμού και της μετριότητας· οι ναυτικοί –   παραπέμποντας στους κενούς  και αντιπνευματικούς  ανθρώπους  - φέρονται ταπεινωτικά στο μεγαλόπρεπο πουλί, βασανίζοντας το, όπως στους καιρούς μας οι πολλοί δεν θέλουν να βλέπουν τίποτε που να ξεπερνά  την ασημαντότητά τους· φοβούνται . απορρίπτουν, χλευάζουν, περιθωριοποιούν οτιδήποτε είναι αλλιώτικο ή αξιότερο από τη δική τους μικρή, έγκλειστη πραγματικότητα.
«Ένας τους με την πίπα του το ράμφος του χτυπά

κι άλλος, χωλαίνοντας, το πώς πετούσε παρασταίνει.»

«Όμοια μ' αυτούς τους πρίγκιπες του αιθέρα κι ο Ποιητής

ούτε για βέλη νοιάζεται ούτε αν βροντά κι αστράφτει· 

μα μέσ' στη χλεύη εξόριστος μιας κοινωνίας αστής

απ' τα γιγάντια του φτερά στο βάδισμα σκοντάφτει.»


Στη μετάφραση του Νίκου Φωκά  ο Ποιητής 

«μέσ' στη χλεύη εξόριστος μιας κοινωνίας αστής 

απ' τα γιγάντια του φτερά στο βάδισμα σκοντάφτει» , 

αναγνωρίζουμε τις αντιλήψεις του Μπωντλαίρ για τους ισοπεδωτικούς μηχανισμούς  και την υποκρισία της αστικής τάξης .
«  Η ιδέα του Μπωντλαίρ για τη μοίρα του Ποιητή παραμένει κατά βάση ρομαντική: ο ποιητής έχει έρθει στη γη για να φωτίσει την πραγματικότητα με το φως της ενόρασης του. Αντιτιθέμενος στις κοινωνικές συμβάσεις, ανίκανος στα πρακτικά θέματα, προσπαθεί ν' αποκαλύψει με την τέχνη του έναν κόσμο μαγικό και ιδανικό, από τον οποίο ο κοινός άνθρωπος δεν βρίσκει μέσα του παρά μόνο συγκεχυμένες και αποσπασματικές εικόνες. Όμως συγχρόνως ο ποιητής, που βιώνει τη μετριότητα της ανθρώπινης κοινωνίας, αισθάνεται μέσα σ' αυτήν ξένος και εξόριστος, γιατί βλέπει πως δεν μπορεί ν' ακολουθήσει τα οράματα του.»

Ποίημα για  παράλληλη ανάγνωση 


Κ. Καρυωτάκη
 «Κι αν έσβησε σαν ίσκιος...»

Κι αν έσβησε σαν ίσκιος τ' όνειρό μου,

κι αν έχασα για πάντα τη χαρά,

κι αν σέρνομαι στ' ακάθαρτα του δρόμου,

πουλάκι με σπασμένα τα φτερά·

κι αν έχει, πριν ανοίξει, το λουλούδι

στον κήπο της καρδιάς μου μαραθεί,

το λεύτερο που εσκέφτηκα τραγούδι

κι αν ξέρω πως ποτέ δε θα ειπωθεί·

κι αν έθαψα την ίδια τη ζωή μου

βαθιά μέσα στον πόνο που πονώ —

καθάρια πώς ταράζεται η ψυχή μου

σα βλέπω το μεγάλον ουρανό,

η θάλασσα σαν έρχεται μεγάλη,

και ογραίνοντας την άμμο το πρωί,

μου λέει για κάποιο γνώριμο ακρογιάλι,

μου λέει για κάποια που 'ζησα ζωή!

Από τη συλλογή Νηπενθή (1921)


Ηθικόν δίδαγμα  από το συναπάντημα με τον Μπωντλαίρ; 

-  Η μοίρα της Ποίησης είναι η μοναξιά ....
    -   Μόνο;  αναρωτιέμαι    
    -     Όχι μόνο! Φιμώνει και παραπλανά το θάνατο, διατηρώντας κραταιό το μαγικό δρώμενο Ζωή….



ΠΗΓΕΣ:


  • Τα άνθη του κακού, Τα απαγορευμένα ποιήματα Σ.Μπωντλαίρ, μετάφραση Ερρίκος Σοφράς
  • Εισαγωγή στη νεότερη ευρωπαϊκή λογοτεχνία, M.Travers

  • Αγάθης Γεωργιάδου, Ν.Γιαννακίτσα,  Ν.Κοκκινάκη , Νεότερη Ευρωπαϊκή  Λογοτεχνία (Καστανιώτης)
  • Η σκοτεινή ηδονή του σύγχρονου βίου ,  Γιώργου Βαϊλάκη
  •  Χάρη Μεγαλυνού,  Μπωντλαίρ, ένας ποιητής διαπιστευμένος στην Κόλαση
  • Γκυ  Σαν, Ντολφ ΄Ελερ , μελέτες για τον Μπωντλαίρ ( περιοδικό οδός Πανός  τχ 149 )
  • Ιφιγένειας Σιαφάκα, μια ματιά  στη Νεότερη Νεότερη Ευρωπαϊκή  Λογοτεχνία
  • Κων/να Τζανιδάκη,  Νεότερη Νεότερη Ευρωπαϊκή  Λογοτεχνία
  • Ισμήνη Λιόση, μια φανταστική συνέντευξη, εκδόσεις περί τεχνών
  • Τα "Απαγορευμένα" του Μπωντλαίρ , Κρημνιώτη Π.
via

Pages