Ο Robert Siegler, καθηγητής Γνωστικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Carnegie Mellon, για την εκπαίδευση των παιδιών έδωσε μια συνέντευξη στην οποία μίλησε για την εκπαίδευση των παιδιών.
«Το καλύτερο που έχουν να κάνουν οι γονείς στη βρεφική ηλικία είναι να παρέχουν στο παιδί τους ένα ζεστό περιβάλλον και να του μιλούν μέχρι να στερέψει το σάλιο τους. Δεν χρειάζεται τίποτα το ιδιαίτερο, ούτε προϊόντα για ”μωρά Αϊνστάιν” (”Baby Einstein”), που κυκλοφορούν μαζικά στις ΗΠΑ, όπως κάρτες για να μαθαίνουν ξένες γλώσσες ή να λύνουν προβλήματα αριθμητικής. Δεν κάνουν τίποτα όλα αυτά. Είναι αηδίες».
«Οι γονείς καθορίζουν την πνευματική ανάπτυξη των παιδιών τους. Γι’ αυτό, πρέπει να παρέχουν όσο περισσότερα πνευματικά ερεθίσματα και εμπειρίες στα παιδιά τους μπορούν».
«Τα παιδιά μπορούν να γίνουν αυθεντίες σε μια ξένη γλώσσα αλλά και σε οτιδήποτε περιλαμβάνει τη σύνθετη επιδεξιότητα των κινήσεων (αθλήματα, χορός, μουσικά όργανα) αν ξεκινήσουν την εκμάθησή του σε πολύ μικρή ηλικία. Δεν είναι τυχαίο ότι τα άτομα που μεταναστεύουν από μια χώρα σε μια άλλη πριν από τα 7 τους χρόνια μαθαίνουν τη γλώσσα σαν ντόπιοι, ακόμα και στο πιο δύσκολο κομμάτι της που είναι η γραμματική και η προφορά. Αν είναι 7-11 ετών την μαθαίνουν αρκετά καλά, κυρίως όμως το λεξιλόγιο, και αν είναι μετά τα 11, σχεδόν κανείς δεν γίνεται αυθεντία».
«Και τα δύο. Τα γονίδια με τα οποία γεννιέται κανείς παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο. Σημαντικό είναι όμως και πόσο σκληρά δουλεύει κανείς, πόσο επιδίδεται στην καλλιέργεια του μυαλού. Κανείς δεν γίνεται ευφυΐα χωρίς να εργαστεί πολύ σκληρά».
Ο Siegler έχει ανακαλύψει τις στρατηγικές που χρησιμοποιούν τα παιδιά για να μάθουν, τον τρόπο που χρησιμοποιούν τις γνώσεις που έχουν για να αποκτήσουν νέες, αλλά και πώς οι υπαρκτές γνώσεις ορισμένες φορές κάνουν πιο δύσκολη την απόκτηση νέων. «Τα παιδιά της μεσαίας τάξης πριν ξεκινήσουν το νηπιαγωγείο προηγούνται σε πολλές, διαφορετικές μορφές γνώσεων των παιδιών φτωχών οικογενειών, διότι οι γονείς τους τους αφιερώνουν περισσότερο χρόνο. Δεν είναι ότι γνωρίζουν τα πάντα τα παιδιά αυτά, αλλά με όσο περισσότερες γνώσεις αρχίζει κανείς τόσο ευκολότερα μαθαίνει νέα πράγματα».
«Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι αυτό. Ο πιο καθοριστικός είναι ότι οι γονείς που ανήκουν στη μεσαία τάξη έχουν και αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στα παιδιά τους. Μιλούν περισσότερο στα παιδιά τους, χρησιμοποιούν ευρύτερο λεξιλόγιο, τους διαβάζουν περισσότερα βιβλία πριν πέσουν για ύπνο, συζητούν μαζί τους θέματα που σχετίζονται με αριθμούς συχνότερα, παίζουν επιτραπέζια παιχνίδια που βοηθούν τα παιδιά να κατανοήσουν τους αριθμούς. Είναι προφανές ότι οι γονείς αυτοί κάνουν καλύτερη δουλειά στο να μεταδίδουν την πνευματικότητα στα παιδιά τους. Πολύ συχνά οι φτωχοί άνθρωποι έχουν λιγότερο χρόνο, πολλοί μεγαλώνουν μόνοι τους τα παιδιά (μονογονεϊκές οικογένειες), οπότε είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί ο χρόνος, αλλά αξίζει να προσπαθεί κανείς. Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν είναι έξυπνοι, ούτε ότι είναι φτωχοί».
Στην έρευνά του ο Siegler χρησιμοποιεί τα μαθηματικά με πολλούς τρόπους. Για να μελετήσει τους τρόπους με τους οποίους τα παιδιά μαθαίνουν να κάνουν αριθμητικές πράξεις, για να κάνει στατιστικές αναλύσεις που τον βοηθούν να διαπιστώνει αν οι διαφορές που παρατηρεί είναι τυχαίες ή οφείλονται σε σταθερούς παράγοντες και για να δημιουργεί προσομειώσεις (μοντέλα λειτουργίας) του παιδικού μυαλού σε υπολογιστές.
«Σε μία προσομοίωση, για παράδειγμα, που φτιάξαμε για να μελετήσουμε τις στρατηγικές που χρησιμοποιούν τα παιδιά στην εκμάθηση της βασικής αριθμητικής, ο υπολογιστής ξεκίνησε γνωρίζοντας πώς να μετρά. Αν έλεγες λοιπόν πόσο κάνει δύο και δύο, σκεφτόταν ένα – δύο, ένα – δύο, ένα, δύο, τρία, τέσσερα, ενώ είχε και την ικανότητα να ανακτά απαντήσεις από τη μνήμη όταν υπήρχαν ισχυροί συσχετισμοί μεταξύ προβλήματος και απάντησης. Τα παιδιά θυμούνται απαντήσεις σε προβλήματα που έχουν δώσει, ενώ όσο εξασκούνται σε αυτά γίνονται πιο εύκολες και απλές στη λύση τους οι αριθμητικές πράξεις. Στα προβλήματα που περιλαμβάνουν περισσότερες πράξεις, οι πιθανότητες να γίνουν λάθη είναι μεγαλύτερες, ενώ ο χρόνος ανάκλησης των απαντήσεων είναι μεγαλύτερος, λόγω του ότι οι λάθος απαντήσεις μπερδεύονται με τις σωστές».
Οι μαθηματικές γνώσεις είναι δείκτης της εξυπνάδας του παιδιού;
«Απολύτως. Πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι το πόσα μαθηματικά ξέρει ένα παιδί όταν ξεκινά το νηπιαγωγείο -στα 5 του χρόνια- προβλέπει τις επιδόσεις του για την επόμενη οκταετία. Ετσι, τα παιδιά που ξεκίνησαν το νηπιαγωγείο γνωρίζοντας περισσότερα μαθηματικά ξέρουν πιο πολλά μαθηματικά και τελειώνοντας το γυμνάσιο. Τα παιδιά της μεσαίας τάξης γνωρίζουν όταν ξεκινούν το νηπιαγωγείο να λύνουν απλά προβλήματα αριθμητικής ή να συγκρίνουν τους αριθμούς (ποιος αριθμός είναι μεγαλύτερος). Γνωρίζουν ότι αν απλώσεις αντικείμενα δεν αλλάζει ο αριθμός τους. Τα παιδιά οικογενειών με χαμηλό εισόδημα δεν έχουν τις ίδιες γνώσεις».
Πόσο σημαντική είναι η μνήμη στα μαθηματικά;
«Σίγουρα η μνήμη έχει έναν πολύ σημαντικό ρόλο στον παιδικό εγκέφαλο, αλλά το ίδιο σημαντικές στην επίλυση προβλημάτων είναι και άλλες ικανότητες όπως η λογική και η ανάλυση. Τα παιδιά μπορούν να κάνουν ένα σωρό πράγματα. Τα παιδιά μπορούν με τη λογική να αντιλαμβάνονται διαφορές από τον πρώτο- δεύτερο μήνα της ζωής τους».
Υπάρχουν παιχνίδια που είναι σημαντικά;
«Ναι, είναι τα πιο απλά, κλασικά παιχνίδια, όπως το ”φιδάκι” (Snakes & Ladders), διότι περιλαμβάνουν αριθμούς. Το παιχνίδι αυτό βοηθά πολύ τα παιδιά να αναπτύξουν την κατανόηση των αριθμών. Τα παιδιά που παίζουν συχνά επιτραπέζια παιχνίδια έχουν περισσότερες αριθμητικές γνώσεις. Επιπλέον, αν πάρουμε τα παιδιά που δεν έχουν πολλές αριθμητικές γνώσεις και τους δώσουμε τη δυνατότητα να παίξουν επιτραπέζια παιχνίδια, παρατηρούμε ότι σημειώνουν πρόοδο».
«Οποιοδήποτε παιχνίδι περιλαμβάνει αριθμούς βοηθά το παιδί να καταλάβει ότι απαιτείται περισσότερος χρόνος για να φτάσεις στο 8 από ό,τι στο 4, ότι εμπλέκονται περισσότερες κινήσεις – διπλάσιες, στο διάστημα των οποίων μπορεί να πει ή να ακούσει τον διπλάσιο αριθμό λέξεων, ότι διανύει τη διπλάσια απόσταση. Όλη αυτή η διαδικασία ”μαθαίνει” στο παιδί ότι το οκτώ είναι περίπου δύο φορές το τέσσερα. Είναι επομένως, εξαιρετικά χρήσιμο να υπάρχει αυτή η κατανόηση των μεγεθών των αριθμών».
Ακόμα και το ελληνικό τάβλι θα είχε την ίδια χρησιμότητα, αν το παίζουν τα παιδιά.
Πόσο σημαντική είναι η καλή σχέση των γονιών για την πνευματική εξέλιξη του παιδιού;
«Δεν ξέρω αν αυτό κάνει το παιδί πιο έξυπνο, αλλά σίγουρα το βοηθά να συγκεντρωθεί καλύτερα στο σχολείο και τις εργασίες που έχει να κάνει, από το να ανησυχεί για τους τσακωμούς των γονιών του και άλλα προβλήματα. Πιστεύω ότι η ηρεμία βοηθά το παιδί να μάθει».
«Η δουλειά του δασκάλου δεν είναι απλά να διεκπεραιώνει το μάθημα και να προσποιείται ότι διδάσκει. Η δουλειά του είναι να βοηθά τα παιδιά να μαθαίνουν. Ενας καλός δάσκαλος μετρά πόσο καλά κάνει τη δουλειά του από το πόσο καλά μαθαίνουν τα παιδιά. Αν τα παιδιά δεν μαθαίνουν πολλά, τότε και ο δάσκαλος αποτυγχάνει».
Συνέντευξη που δόθηκε στην Ελευθεροτυπία από τον Robert Siegler στις 22/5/2007