Πως οι προκαταλήψεις κάνουν τους έξυπνους να φαίνονται ηλίθιοι - Point of view

Εν τάχει

Πως οι προκαταλήψεις κάνουν τους έξυπνους να φαίνονται ηλίθιοι




Ας αρχίσουμε με μια απλή αριθμητική ερώτηση:  ένα ρόπαλο του μπέιζμπολ και μια μπάλα κοστίζουν  ένα δολάριο και 10 σεντς  σύνολο. Το ρόπαλο κοστίζει ένα δολάριο περισσότερο από την μπάλα. Πόσο κοστίζει η μπάλα;"του Jonah Lehrer"


Η πλειονότητα των ανθρώπων απαντά άμεσα και με αυτοπεποίθηση, επιμένοντας ότι η μπάλα κοστίζει  10 σεντς. Η απάντηση  είναι αναμενόμενη και λαθεμένη. (Η σωστή απάντηση είναι  ότι η μπάλα κοστίζει 5 σεντς και το ρόπαλο ένα δολάριο και 5 σεντς.)

Για περισσότερες από πέντε δεκαετίες, ο Daniel  Kahneman,  νομπελίστας και καθηγητής Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Πρίνστον, έθετε ερωτήματα σαν κι αυτό και ανέλυε τις απαντήσεις μας. Τα αφοπλιστικά απλά πειράματα του άλλαξαν σημαντικά τον τρόπο που σκεφτόμαστε σχετικά με τη σκέψη. Καθώς φιλόσοφοι, οικονομολόγοι και κοινωνικοί επιστήμονες υπέθεταν για αιώνες ότι τα ανθρώπινα όντα ενεργούν σύμφωνα με τη λογική – η λογική ήταν το δώρο του Προμηθέα στους ανθρώπους – ο Kahneman, o Amos Tversky (ο νεότερος), και άλλοι, συμπεριλαμβανομένου και του Shane Frederick (ο οποίος συνέθεσε το ερώτημα του ρόπαλου και της μπάλας), απέδειξαν ότι δεν είμαστε ούτε στο ελάχιστο τόσο λογικοί όσο θέλουμε να πιστεύουμε!

Όταν οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν μια αβέβαιη κατάσταση, δεν αξιολογούν προσεκτικά τις πληροφορίες που τους δίνονται ούτε εξετάζουν τις σχετικές στατιστικές. Αντιθέτως, οι αποφάσεις που λαμβάνουν βασίζονται σε μια μακριά λίστα λογικών συντομεύσεων  που συχνά τους οδηγεί σε χαζές αποφάσεις. Αυτές οι συντομεύσεις δεν είναι ένας πιο σύντομος τρόπος να βρεθεί η λύση, είναι ένας τρόπος για να αποφευχθεί ο προβληματισμός στο σύνολο. Ερωτώμενοι για το ρόπαλο και τη μπάλα, ξεχνάμε τις αριθμητικές μας γνώσεις και τείνουμε να επιλέγουμε την απάντηση που απαιτεί την ελάχιστη πνευματική προσπάθεια από μέρους μας.

Παρ’ όλο που ο Kahneman είναι πλέον ευρέως αναγνωρισμένος ως ένας από τους πιο σημαντικούς ψυχολόγους του εικοστού αιώνα, η δουλειά του δεχόταν απόρριψη για χρόνια. Ο Kahneman εξιστορεί πως ένας εξέχων Αμερικανός φιλόσοφος, εφόσον ενημερώθηκε για την ερευνά του, απομακρύνθηκε άμεσα λέγοντας «Δεν ενδιαφέρομαι για τη ψυχολογία της ηλιθιότητας!»

Ο φιλόσοφος, όπως φαίνεται, το πήρε αλλιώς!  Μια νέα έρευνα στο περιοδικό Προσωπικότητα και Κοινωνική Ψυχολογία της οποίας ηγείται ο  Richard West του πανεπιστημίου James Madison και ο Keith Stanovich  από το πανεπιστήμιο του Τορόντο ισχυρίζεται ότι, σε πολλές περιπτώσεις,  οι ευφυείς άνθρωποι είναι πιο ευάλωτοι σε αυτά τα λάθη σκέψης. Αν και υποθέτουμε ότι η ευφυΐα είναι ένα όπλο απέναντι στις προκαταλήψεις μπορεί να αποδειχθεί και «κατάρα».

Ο West και οι συνεργάτες του ξεκίνησαν δίνοντας σε 482 φοιτητές ένα ερωτηματολόγιο το οποίο περιείχε μια πληθώρα κλασσικών προβλημάτων μεροληψίας.

Για παράδειγμα:

Σε μια λίμνη υπάρχει ένα μέρος αυτής που καλύπτεται από κρίνα. Κάθε μέρα αυτό διπλασιάζεται σε μέγεθος. Αν λοιπόν χρειάζεται 48 μέρες για να καλύψει ολόκληρη τη λίμνη, πόσο χρόνο θα χρειαστεί για να καλύψει τη μισή λίμνη;

Η πρώτη σας σκέψη θα είναι να ακολουθήσετε το σύντομο τρόπο σκέψης και συνεπώς να διαιρέσετε την τελική απάντηση στο μισό (δηλαδή 24 μέρες). Λάθος. Η σωστή λύση του προβλήματος είναι  47 μέρες.

Ο West επίσης έδωσε ένα πάζλ που μετρούσε το πόσο ευάλωτοι είναι οι ερωτηθέντες  σε κάτι που ονομάζεται «αγκυροβόληση» (anchoring), το οποίο ο Kahneman και ο Tversky  απέδειξαν τη δεκαετία του εβδομήντα. Τα υποκείμενα ερωτήθηκαν αρχικά αν το ψηλότερο ερυθρόδεντρο στον κόσμο ξεπερνούσε τα Χ πόδια (μονάδα μέτρησης), με το Χ να κυμαίνεται από τα 85 στα 100 πόδια. Οι μαθητές οι οποίοι εκτέθηκαν σε μικρή «άγκυρα» - για παράδειγμα στα 85 πόδια – υπέθεσαν κατά μέσο όρο ότι το ψηλότερο ερυθρόδεντρο στον κόσμο  έφτανε τα 118 πόδια. Σε όσους δόθηκε μια μεγαλύτερη «άγκυρα» χιλιάδων ποδιών, οι εκτιμήσεις τους κυμάνθηκαν σε πολύ υψηλότερα ποσοστά.

Ωστόσο, ο West και οι συνεργάτες του δεν ενδιαφέρονται και τόσο να επιβεβαιώσουν τις γνωστές προκαταλήψεις του ανθρώπινου νου.  Αυτό που ήθελαν ήταν να κατανοήσουν ήταν πως αυτές οι προκαταλήψεις συνδέονται με την ανθρώπινη ευφυΐα. Συνεπώς,  συνέθεσαν τα τεστ προκαταλήψεων μαζί με διάφορες γνωστικές μετρήσεις.

Τα αποτελέσματα ήταν αρκετά ανησυχητικά.  Καταρχήν, η αυτογνωσία δεν ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη: όπως τονίζουν οι επιστήμονες, «οι άνθρωποι που γνώριζαν τις προκαταλήψεις τους δεν κατάφεραν να τις ξεπεράσουν». Αυτό το εύρημα δε ξάφνιασε τον Kahneman , ο οποίος παραδέχεται ότι οι δεκαετίες της ανατρεπτικής του έρευνας δεν κατάφεραν να βελτιώσουν σημαντικά την αποδοτικότητα  της δικής του σκέψης. «Η διαισθητική μου σκέψη είναι το ίδιο επιρρεπής στην υπέρμετρη αυτοπεποίθηση, στις ακραίες προβλέψεις και στη σχεδιαστική πλάνη» - μια τάση υποτίμησης της απαιτούμενης διάρκειας για την ολοκλήρωση μιας εργασίας – «όπως ακριβώς και πριν κάνω τη μελέτη πάνω σε αυτά τα ζητήματα».

Ίσως η πιο επικίνδυνη μας προκατάληψη είναι το ότι υποθέτουμε με φυσικότητα ότι όλοι οι άλλοι  είναι πιο πιθανόν να κάνουν λάθη απ’ ότι εμείς, μια τάση γνωστή ως η «προκατάληψη του τυφλού σημείου» (blind spot bias). Οι ρίζες αυτής βρίσκονται στην ικανότητα εντοπισμού συστημικών λαθών στις αποφάσεις των άλλων – είμαστε άριστοι στο να παρατηρούμε τα λάθη των φίλων μας – και στην ανικανότητα εντοπισμού των ίδιων λαθών όταν τα κάνουμε εμείς. Παρ’ όλο που η συγκεκριμένη προκατάληψη (blind spot)δεν είναι κάτι νέο, η τελευταία εργασία του West φανερώνει ότι εφαρμόζεται σε κάθε άλλη προκατάληψη, από την προκατάληψη anchoring μέχρι το επονομαζόμενο «καδράρισμα» (framing effects bias). Σε κάθε περίπτωση, συγχωρούμε το δικό μας μυαλό, αλλά αντιμετωπίζουμε με αυστηρότητα τα μυαλά των άλλων ανθρώπων.

Και εδώ έχουμε και το κερασάκι στην τούρτα:  η ευφυΐα φαίνεται να κάνει τα πράγματα χειρότερα! Οι επιστήμονες έδωσαν στους φοιτητές  τέσσερις μετρήσεις «γνωστικής επιτήδευσης». Όπως αναφέρουν στη μελέτη τους, και οι τέσσερις μετρήσεις έδειξαν θετικές συσχετίσεις, «δείχνοντας πως οι συμμετέχοντες με την υψηλότερη γνωστική επιτήδευση επέδειξαν μεγαλύτερη προκατάληψη  blind spot». Αυτή η τάση ίσχυσε και για τις περισσότερες προκαταλήψεις, υποδεικνύοντας πως οι εξυπνότεροι άνθρωποι και αυτοί που είναι πιο πιθανοί να εμβαθύνουν στη σκέψη τους είναι ελαφρώς πιο ευάλωτοι  σε κοινά λάθη σκέψης. Η μόρφωση  επίσης δεν είναι σωτήρια: όπως ο Kahneman και ο Shane Frederick παρατήρησαν πριν από χρόνια, περισσότεροι από το πενήντα τοις εκατό των φοιτητών του Χάρβαρντ, του Πρίνστον και του Μ.Ι.Τ. απάντησαν λάθος στο ερώτημα του ρόπαλου και της μπάλας.

Ποια η εξήγηση του αποτελέσματος αυτού;  Μια προκλητική υπόθεση είναι ότι η προκατάληψη του τυφλού σημείου (blind spot bias) εμφανίζεται εξαιτίας  μιας αναντιστοιχίας μεταξύ του πως αξιολογούμε τους άλλους και του πως αξιολογούμε τους εαυτούς μας. Όταν επεξεργαζόμαστε τις παράλογες επιλογές ενός αγνώστου, για παράδειγμα, αναγκαζόμαστε να βασιστούμε σε συμπεριφοριστικές πληροφορίες : βλέπουμε τις προκαταλήψεις τους ως τρίτοι, κάτι που μας επιτρέπει να αναγνωρίζουμε τα συστημικά λάθη τις σκέψης τους. Ωστόσο, όταν εκτιμούμε τις δικές μας κακές επιλογές, τείνουμε να βασιζόμαστε στην ενδοσκόπηση. Εξετάζουμε εξονυχιστικά τα κίνητρα μας και ψάχνουμε για σχετικές αιτίες . «Θρηνούμε» για τα λάθη μας στους θεραπευτές και αναμασούμε τις πεποιθήσεις που μας οδήγησαν στο να παραστρατήσουμε.

Το πρόβλημα με αυτή την προσέγγιση ενδοσκόπησης  είναι ότι οι κινητήριες δυνάμεις πίσω από αυτές τις προκαταλήψεις – οι κύριοι λόγοι του παραλογισμού μας – είναι σε μεγάλο βαθμό υποσυνείδητες, που σημαίνει ότι παραμένουν αόρατες στην αυτοανάλυση και αδιαπέραστες από την ευφυΐα. Στην πραγματικότητα, η ενδοσκόπηση μπορεί να μετατρέψει το λάθος σε σύνθετο κάνοντας μας τυφλούς απέναντι σε αυτές τις πρωταρχικές επεξεργασίες που είναι υπεύθυνες για τις πολλές από τις καθημερινές αποτυχίες μας.  Συνθέτουμε περίτεχνες ιστορίες, αλλά αυτές οι ιστορίες χάνουν το βασικό νόημα. Όσο περισσότερο προσπαθούμε να γνωρίσουμε τους εαυτούς μας,  τόσο λιγότερα αντιλαμβανόμαστε στην πραγματικότητα.


via

Pages