Ευρισκόμεθα μέσα στον Ιερό Ναό της Παναγίας μας, η οποία πρώτη ανέβηκε την κλίμακα όλων των αρετών και μας εδίδαξε, όπως λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στην ομιλία του στα Εισόδια, τον τρόπο της ενώσεώς μας με τον Θεό.
Επίσης η Εκκλησία μας σήμερα εορτάζει την μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, του οποίου η μεγάλη προσφορά έγκειται στο ότι εθεμελίωσε θεολογικώς την ησυχαστική παράδοση της Εκκλησίας, συνοψίζοντας όλους τους πριν από αυτόν αγίους Πατέρες, και διέκρινε στον Θεό Ουσία και Άκτιστες Ενέργειες. Έτσι κατέστη το ανάχωμα τόσο απέναντι στην Δυτική ορθολογιστική θεολογία, όσο και στους Ανατολικούς νοησιαρχικούς θεολόγους.
Στηρίζομαι στις πρεσβείες της Παναγίας μας, στις ικεσίες του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, στις ευλογίες σας και στις ευχές του σεβαστού Γέροντά μου, ώστε η ομιλία με θέμα: Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΝΗΨΕΩΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΩΣΗ, να είναι προς οικοδομήν και ωφέλειαν όλων μας.
1. Η ΟΔΟΣ ΤΗΣ ΘΕΩΣΕΩΣ
Η Σημασία της Νήψεως στον Αγώνα για την Θέωση!
Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωσή Του. Του έδωσε την δυνατότητα, εάν υπήκουε στο θείο Του θέλημα, να μετέχει στο Φως Του και να έχει κοινωνία μαζί Του, να δεχθεί την θέωση, να γίνει Θεός κατά χάριν. Η αμαρτία της παρακοής επλήγωσε τον άνθρωπο, ανέκοψε την πορεία του προς την θέωση. Όταν ο Αδάμ παρέβη την εντολή του Θεού, απέθανε, όπως είχε προειδοποιηθεί. Απέθανε πρώτα τον ψυχικό θάνατο και ακολούθησε ο σωματικός θάνατος. Ο ψυχικός θάνατος ήταν ο χωρισμός του από τον Θεό.
Την θεόπλαστη ψυχή του ανθρώπου ο Θεός επροίκισε με ψυχικές δυνάμεις, τον νου, τον λόγο και την αίσθηση, τα οποία συγκροτούν αυτό που λέμε καρδία του ανθρώπου. Προτού ο άνθρωπος αμαρτήσει, οι ψυχικές του δυνάμεις ήταν καθαρές, έβλεπε νοερά τον Θεό, αισθανόταν τον Θεό, κοινωνούσε μαζί Του. Όταν όμως οι δυνάμεις αυτές σκοτίσθηκαν με την αμαρτία, έπαυσαν πλέον να λάμπωνται από το Φως του Θεού και έτσι ο άνθρωπος έχασε την παρηγορία του και αισθάνθηκε γυμνός. Η χαρά του έγινε παρελθόν. Ακολούθησε θλίψη, πόνος, οδύνη. Έκλαιγε ο άνθρωπος τον απωλεσθέντα παράδεισο. Για να παρηγορηθεί έστρεψε τον νου του προς τα έξω, ανέπτυξε μία εμπαθή σχέση προς την κτίση ελπίζοντας να εύρει αυτό που απώλεσε. Αντί όμως χαράς, ετρύγησε κόπο και μόχθο. Αυτονόμησε την λογική του, ερεύνησε την κτίση, οικοδόμησε τις επιστήμες, αλλά και εκεί δεν ευρήκε ανάπαυση. Μάλιστα ολίσθησε στην έπαρση και την αλαζονεία καμαρώνοντας τα έργα των χειρών του. Εντυπωσιάσθηκε από το κάλλος του νοός του, που από την φύση του έχει κάποιο νοερό φως, και νόμισε γι αυτό ότι είναι Θεός. Έσχατη πτώση!
Αυτή ήταν με λίγα λόγια η εικόνα του πεπτωκότος ανθρώπου, έως ότου ήλθε «το Φως το αληθινόν, το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον». Ο Σαρκωθείς Κύριος με την Σταυρική θυσία Του μας εξηγόρασε από την κατάρα της αμαρτίας και με την Ανάστασή Του ενέκρωσε τον θάνατο και μας ανέστησε. Έδωσε πάλι την δυνατότητα σε όσους με υπομονή αγωνιζόμεθα μέσα στην Εκκλησία, σε όλους εμάς που αποτελούμε το θεανθρώπινο Σώμα Του, να πορευθούμε την οδό της Θεώσεως.
Ευχαριστούμε τον Κύριο για το δώρο της δημιουργίας μας, αλλά απείρως περισσότερο τον ευγνωμονούμε για το δώρο της θεουργίας μας!
Και ποια είναι η οδός που οδηγεί στην Θέωση;
Είναι η οδός της υπακοής στο θέλημα του Θεού, της τηρήσεως των θείων Του εντολών, της μετάνοιας. Στην πορεία αυτή μας βοηθά αποτελεσματικά ο αγώνας για την επιστροφή του νου στην καρδία και την από εκεί ανάβασή του στον Θεό. Είναι ο αγώνας που δεν έκανε ο πρωτόπλαστος άνθρωπος.
Ο αγώνας αυτός δεν είναι εύκολος, όπως οι σωματικές ασκήσεις. Έχει δυσκολία, γιατί την επιστροφή μας προς τον Θεό αντιστρατεύεται ο αντίδικός μας, ο αντίπαλος εχθρός μας, ο διάβολος, ο οποίος προσπαθεί να μας ελκύσει προς τα κάτω με τους λογισμούς και τις φαντασίες. Ο πόλεμος αυτός φαίνεται σκληρός και δύσκολος αλλά, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, έχουμε οπλισθεί με τα κατάλληλα όπλα για να τον φέρουμε εις πέρας: «Έν σαρκί γάρ περιπατούντες ού κατά σάρκα στρατευόμεθα. Τά γάρ όπλα τής στρατειάς ημών ού σαρκικά, αλλά δυνατά τώ Θεώ πρός καθαίρεσιν οχυρωμάτων, λογισμούς καθαίροντες καί πάν ύψωμα επαιρώμενον κατά τής γνώσεως του Θεού και αιχμαλωτίζοντες πάν νόημα είς την υπακοήν του Χριστού» (Β΄Κορινθ. ι’, 4-6). Ο Απόστολος Πέτρος επίσης: «Διό αναζωσάμενοι τας οσφύας υμών, νήφοντες, τελείως ελπίσατε επί την φερομένην υμίν χάριν…» (Α’ Πετρ. α'. 13).
Τον νοερό αυτόν αγώνα περιγράφει ο μακαριστός Γέρων Παΐσιος ως εξής: «Ο άνθρωπος όταν αρχίσει να κάνει εσωτερική εργασία, παρακολουθεί τον εαυτό του, προσπαθεί να διώχνει τους κακούς λογισμούς και να καλλιεργεί καλούς. Συνεχίζοντας αυτήν την προσπάθεια, φθάνει μετά από ένα χρονικό διάστημα να έχει μόνον καλούς λογισμούς. Από το διάστημα που είχε τους κακούς λογισμούς στον κόσμο, θα εξαρτηθεί και το διάστημα που θα χρειασθεί για να φύγουν. Στη συνέχεια, σιγά – σιγά σταματούν και οι καλού λογισμοί και φτάνει σε ένα άδειασμα. Τότε περνά μια περίοδο που δεν έχει ούτε καλούς ούτε κακούς λογισμούς. Αυτή η φάση φέρνει και κάποια ανησυχία στην ψυχή και ο άνθρωπος αρχίζει να αναρωτιέται: «Τι συμβαίνει; Τι γίνεται τώρα; Είχα κακούς λογισμούς, έφυγαν, ήρθαν καλοί. Τώρα δεν έχω ούτε κακούς ούτε καλούς». Μετά από αυτό το άδειασμα γεμίζει ο νους με την θεία Χάρη και έρχεται ο θείος φωτισμός» (Γ. Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, τομ. Γ’).
2. Η ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΝΗΨΕΩΣ
Ο αγώνας για την επιστροφή του νου στην καρδία, σύμφωνα με την πατερική ορολογία, λέγεται νοερά εργασία και περιλαμβάνει την νήψι και την νοερά προσευχή.
Η νήψις είναι ένας αγώνας που αναπτύσσεται σε δύο στάδια.
Το πρώτο στάδιο αφορά την καθαρότητα του νου. Ο νους καθαρίζεται εύκολα, αλλά και εύκολα μολύνεται. Καθαρίζεται όταν ασχολούμεθα με την ανάγνωση των Αγίων Γραφών και των έργων των Αγίων Πατέρων, όταν κοπιάζουμε στην νηστεία, την αγρυπνία, την ησυχία, και όταν αποφεύγουμε τις ψυχοφθόρες συναναστροφές. Μολύνεται αντιθέτως, όταν καλλιεργούμε εμπαθείς λογισμούς ή όταν προσλαμβάνουμε με τις αισθήσεις μας αμαρτωλές εξωτερικές εντυπώσεις. Είναι αυτές που την ώρα της προσευχής έρχονται πάντα στον νου μας και μας εμποδίζουν να κάνουμε καθαρή προσευχή. Η αποφυγή λοιπόν των εξωτερικών παραστάσεων και η αυτοσυγκέντρωση του νου συνιστούν το πρώτο στάδιο της νηπτικής εργασίας.
Το δεύτερο στάδιο αφορά στην καθαρότητα της καρδίας. Συνίσταται στην συνέλιξι (μάζεμα) του νου και την κατάβασή του στην καρδία, όπου οπλισμένος με την προσευχή: «ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ ΤΟΝ ΑΜΑΡΤΩΛΟΝ» στέκεται φύλακας και φρουρός και εμποδίζει την είσοδο κάθε εμπαθούς λογισμού και φαντασίας. Σε αυτό ακριβώς έγκειται και η ουσία της νηπτικής εργασίας, η οποία έχει σκοπό την απάθεια. Η εργασία αυτή είναι επίπονος, μακροχρόνιος αλλά και πρόξενος πολλών ευλογιών.
Τώρα μπορούμε να ορίσουμε τι είναι νήψις. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο: «Γρηγορήσεως επίτασις η νήψις εστιν» (Ομιλία Θ’, στην Α’ Θεσσαλονικείς). Νήψις είναι ο δρόμος για την τήρηση κάθε εντολής του Θεού και την απόκτηση κάθε αρετής. Κατά τον Ησύχιο τον Πρεσβύτερο (Φιλοκαλία, τομ. Α’), η νήψις λέγεται καρδιακή ησυχία. Ο Άγιος Ησύχιος παρομοιάζει το έργο της νήψεως με αυτό της αράχνης. Η αράχνη πλέκει τον ιστό της, που συμβολίζει το σύνολο των ψυχοσωματικών δυνάμεων του ανθρώπου, και η ίδια (ως νους) καραδοκεί πότε θα εμφανιστεί κάποιο ζωύφιο (δηλ. εμπαθής λογισμός) για να το νεκρώσει.
3. ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΝΗΨΕΩΣ
Η πολιορκητική μηχανή, την οποία χρησιμοποιεί ο διάβολος προκειμένου να αλώσει την ψυχή, είναι οι λογισμοί και οι φαντασίες. Όταν ένας αμαρτωλός λογισμός έρχεται στο νου, αυτό ονομάζεται προσβολή και αποτελεί το πρώτο στάδιο εξελίξεως του πειρασμού. Η προσβολή δεν λογίζεται αμαρτία, γιατί είναι έργο του διαβόλου και όχι της θελήσεώς μας.
Το επόμενο στάδιο είναι ο συνδυασμός. Η ηδονική εικόνα συνεχίζει να απασχολεί τον νου και αρχίζει η συζήτηση με τον εμφανισθέντα λογισμό είτε εμπαθώς είτε απαθώς. Η στάση αυτή λογίζεται μισή πτώση, γιατί και τότε ο νους έχει πάθει ζημία, επειδή τον εμόλυνε ο διάβολος. Δηλαδή όπως έλεγε ο π. Παΐσιος, «είναι σαν να ήρθε ο διάβολος και του λέμε: «Καλημέρα, τι γίνεται; Καλά; Κάθισε να σε κεράσω. Α, ο διάβολος είσαι; Φύγε γρήγορα». Αφού είδες ότι είναι ο διάβολος, γιατί τον έβαλες μέσα; Τον κέρασες και θα ξανάρθει».
Ακολουθεί η συγκατάθεση. Δηλαδή η ηδονική στροφή της ψυχής στον λογισμό. Εδώ υπάρχει αμαρτία. Έπεται η αιχμαλωσία, όπου ο λογισμός δεσπόζει στο νου και στη θέληση του ανθρώπου. Τέλος απομένει η πράξη, η οποία δοθείσης ευκαιρίας θα πραγματοποιηθεί. Και όταν η πράξη επαναλαμβάνεται και πολυκαιρίσει, έχουμε το πάθος, το οποίο από την πολλή συνήθεια κάνει την ψυχή να παραδίδεται μόνο σ’ αυτό.
Όταν ασκούμε νηπτική εργασία, προσπαθούμε με μια βουλητική κίνηση να απωθήσουμε τον εμπαθή λογισμό. Οι Άγιοι Πατέρες συνιστούν να τον απορρίπτουμε αμέσως, όταν βρίσκεται στο στάδιο της προσβολής. Εάν με τη βοήθεια της προσευχής το επιτύχουμε, αναχαιτίζεται η αμαρτία. Διαφορετικά χρειάζεται μετάνοια και εξομολόγηση. Η διαρκής εγρήγορση για την απώθηση του λογισμού είναι ακριβώς η νήψις. Ο Προφήτης Δαυίδ την περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά: «Θυγάτηρ Βαβυλώνος ή ταλαίπωρος… μακάριος ός κρατήσει καί εδαφιεί τά νήπια σου πρό την πέτραν» (Ψαλμ. ρλς’ 8-9). Θυγάτηρ Βαβυλώνος είναι η αμαρτία. Μακάριος λέγει ο Ψαλμωδός, είναι εκείνος ο οποίος θα συλλάβει τα νήπια της αμαρτίας, δηλαδή τους λογισμούς, και θα τους συντρίψει επάνω στην πέτρα, που είναι ο Χριστός, επικαλούμενος την βοήθειά Του με την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλό».
Υπάρχει και ένας δεύτερος τρόπος αντιμετωπίσεως των λογισμών, ο λεγόμενος αντιρρητικός. Στην περίπτωση αυτή αντιμετωπίζουμε τον λογισμό με διάλογο. Ένας αρχάριος όμως, έστω και αν η θέληση είναι αντίθετη στο λογισμό, δεν θα ωφεληθεί από αυτή την μέθοδο. Αντιθέτως θα ταλαιπωρηθεί πολύ, διότι, αν φέρει ένα επιχείρημα εναντίον του λογισμού, ο διάβολος θα φέρει δέκα και με την πείρα των αιώνων, που έχει, θα προκαλέσει ζημία. Εν πάση περιπτώσει δεν θα «εξέλθει καθαρός». Η αντιρρητική μέθοδος εφαρμόζεται μόνον από τους τέλειους. Αυτήν εφάρμοσε και ο Κύριος στους τρεις πειρασμούς που εδέχθη στην έρημο.
Νηπτική εργασία απαιτείται στο πρώτο στάδιο της πνευματικής μας ζωής, που είναι η κάθαρση, και στο δεύτερο που είναι ο φωτισμός – απάθεια. Από κει και πέρα , που είναι το στάδιο της τελειώσεως – θεωρίας ο άνθρωπος ζει μέσα στην Χάρη του Θεού. Αλλά και στην περίπτωση των τελείων, όταν υποχωρεί η Χάρις, πάλι χρειάζεται νήψις.
4. Η ΝΗΨΙΣ ΕΡΓΟ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ
Μερικοί ισχυρίζονται ότι η νήψις και η νοερά προσευχή είναι έργο μόνον των Μοναχών. Όμως η νήψις είναι μία αρετή που μπορεί να γίνει κτήμα κάθε πιστού χριστιανού, «γιατί ένα είναι το θέλημα του Θεού για όλους και μία είναι η πνευματική καρποφορία που ζητείται από όλους μας».
Θα σας υπενθυμίσω ένα γνωστό περιστατικό από τον Βίο του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, το σχετικό με τον ησυχαστή Ιώβ από την σκήτη της Βεροίας. Ο Άγιος Γρηγόριος συνομιλώντας με τον π. Ιώβ έλεγε πως κάθε Χριστιανός πρέπει να αγωνίζεται πάντοτε και να προσεύχεται ακατάπαυστα, όπως παραγγέλλει ο Απόστολος Παύλος: «αδιαλείπτως προσεύχεσθε». Ο π. Ιώβ τα εθεώρησε ως καινοτομία και άρχισε να αντιλέγει στον Άγιο, πως η νήψις και η αδιάλειπτος προσευχή είναι μόνο για τους ασκητές και τους Μοναχούς, που είναι έξω από τον κόσμο και τους περισπασμούς, και όχι για τους λαϊκούς που έχουν τόσες μέριμνες. Ο θείος Γρηγόριος αποφεύγοντας την πολυλογία και την φιλονικία εσιώπησε και επήγε ο καθένας στο κελλί του. Την ώρα που προσηύχετο ο π. Ιώβ, εμφανίστηκε Άγγελος Κυρίου, ο οποίος τον ήλεγξε επειδή εφιλονίκησε με τον Άγιο Γρηγόριο και ηρνείτο ότι η νοερά και αδιάλειπτος προσευχή είναι σωτήριος για όλους τους Χριστιανούς.
Αλλά και ο πατέρας του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ο Κωσταντίνος, αν και ήταν υψηλόβαθμος συνεργάτης του αυτοκράτορα Ανδρόνικου, ασκούσε συνάμα την νοερά προσευχή. Οι διοικητικές μέριμνες της αυτοκρατορίας δεν εμπόδιζαν την νηπτική εργασία του. Όταν κατά τις συνεδριάσεις του υπουργικού Συμβουλίου συνελαμβάνετο αφηρημένος, ο ίδιος ο αυτοκράτορας έλεγε: «Ο Κωνσταντίνος έχει δικές του έγνοιες, ο μακάριος, και εκείνες δεν τον αφήνουν να προσέχει στα λόγια μας. Ο νους του είναι προσηλωμένος στα αληθινά και ουράνια και για τούτο λησμονεί τα επίγεια, επειδή όλη η προσευχή του είναι στην προσευχή στον Θεό».
5. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΠΟΚΤΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΝΗΨΕΩΣ
5.1. ΝΗΨΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Όπως είπαμε και προηγουμένως η νήψις και η προσευχή μαζί συνιστούν το έργο της Ιεράς Ησυχίας, η οποία κατά το Μ. Βασίλειο είναι «αρχή καθάρσεως της ψυχής» (Επιστολή 2). Δεν μπορεί να νοηθεί νήψις χωρίς την προσευχή και το αντίθετο. Δεν μπορούμε να πορευθούμε σε πόλεμο απρόσεκτα (χωρίς νήψι) και άοπλοι (χωρίς προσευχή). Επειδή στον πόλεμο κατά των αμαρτωλών λογισμών μας έχουμε αντιμέτωπο τον διάβολο, τον κόσμο και τον εμπαθή εαυτό μας, επιβάλλεται η συμπόρευση της προσευχής με την νήψι. Αυτό παραγγέλλει και ο Απ. Παύλος όταν λέγει: «ενδύσασθε την πανοπλίαν του θεού προς το δύνασθε υμάς αντιστήναι προς τας μεθοδίας του διαβόλου… δια τούτο αναλάβατε την πανοπλίαν του Θεού, ίνα δυνηθήτε αντιστήναι εν τη ημέρα τη πονηρά… δια πάσης προσευχής και δεήσεως» (Εφ. ς', 11-18).
Σ’ αυτόν τον πόλεμο, όσο δυνατοί και αν είμαστε, δεν μπορούμε να νικήσουμε μόνοι μας. Δεν είναι δυνατόν να αντισταθούμε (νήψις) χωρίς την επίκληση του Θείου Ονόματος. Η μονολόγιστος ευχή μαζί με την νήψι ας είναι τα ακαταμάχητα όπλα μας κατά του αιωνίου εχθρού. Αυτό είναι το καταστάλαγμα της πνευματικής πείρας. Όπως και ο μακαριστός Γέροντας Μάξιμος ο Ιβηρίτης προέτρεπε τους πιστούς, που ήθελαν να τον συμβουλευθούν: «χρειάζεται προσοχή και προσευχή».
Η νήψις βοηθά πολύ, ώστε η προσευχή μας να γίνεται με σωστό τρόπο. Χωρίς νήψι η προσευχή μπορεί να εκπέσει σε φαντασιοκοπία, ονειροπόληση ή ρεμβασμό. Ή ενδεχομένως σε μία νοησιαρχική – διανοητική προσευχή, κατά την οποία η προσοχή μας συγκεντρώνεται στον εγκέφαλο πλάθοντας θεωρίες και φιλοσοφίες.
5.2. ΝΗΨΙΣ ΚΑΙ ΗΣΥΧΙΑ
Στο έργο της νήψεως βοηθούμεθα πολύ από την ησυχία (ησυχία εδώ εννοούμε την απουσία θορύβων). Οι θόρυβοι φέρνουν διάσπαση της προσοχής. Εμείς οι αρχάριοι είναι πολύ δύσκολο να ζούμε την πνευματική ζωή ευρισκόμενοι σε περιβάλλον με θορύβους. Άλλωστε και οι άνθρωποι που δεν κάνουν πνευματική ζωή, όταν τους δοθεί η ευκαιρία, φεύγουν στο ύπαιθρο για να καθαρίσει λίγο το μυαλό τους.
Όμως η ησυχία χωρίς νήψι προκαλεί πλήξη. Ησυχία με νήψι και προσευχή είναι η τελειότερη οδός, που μας ενώνει με τον Θεό. Πολύ θα μας ωφελήσει αν κάθε ημέρα, έστω και για λίγο στην αρχή, ησυχάζουμε στο δωμάτιό μας και εκεί μόνοι μόνω τω Θεώ προσφέρουμε την λογική μας λατρεία, προσέχοντας τους λογισμούς και ζητώντας με προσευχή το έλεος του Θεού. Με τον τρόπο αυτό σύντομα θα αποκτήσουμε την καλή συνήθεια της νηπτικής εργασίας και θα διαπιστώσουμε ότι «ο Θεός ου μακράν αφ’ ημών». Μπορεί να είμεθα στο κέντρο της Αθήνας και να έχουμε την αίσθηση ότι ευρισκόμεθα στην βαθύτερη έρημο του Αγίου Όρους.
Ο π. Πορφύριος, ο οποίος λειτουργούσε σε παρεκκλήσιο κοντά στην Ομόνοια, αισθανόταν ότι ευρίσκετο στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους. Η ησυχία και η νήψις φέρουν την νέκρωση του κόσμου, που είναι όχι μόνο να απομακρυνθεί κανείς σωματικά από την εμπαθή σχέση προς τα πράγματα του κόσμου, αλλά και να μην επιθυμήσει κάποιο από τα «αγαθά» του.
Επίσης, όταν ησυχάζουμε, επειδή εύκολα συγκεντρώνουμε τον νου μας, μπορούμε να ερευνήσουμε καλλίτερα και τα βαθύτερα της καρδίας μας. Με τον τρόπο αυτό ανακαλύπτουμε ατοπήματά μας, τα οποία σε περιβάλλον θορύβων δεν συλλαμβάνονται από τις κεραίες της συνειδήσεώς μας. Έτσι, ησυχία και νήψις προάγουν το έργο της μετάνοιάς μας και δεν αφήνουν να έχουμε ανεξόφλητες επιταγές την ημέρα της κρίσεως.
5.3. ΝΗΨΙΣ ΚΑΙ ΚΟΠΟΣ
Εάν «τα αγαθά κόποις κτώνται», πόσο μάλλον οι δωρεές του Θεού, που είναι αιώνιες και άφθαρτες. Για να αποκτήσουμε την νήψι απαιτείται υπομονή και κόπος, όπως λέγει και το Πατερικό απόφθεγμα: «δος αίμα και λάβε Πνεύμα», διότι «είναι εκ φύσεως αδύνατον, ένα πράγμα ασώματο, (όπως π.χ. ο νους) να περιορίζεται εντός του σώματος. Όλα όμως είναι δυνατά σε εκείνον που απέκτησε μέσα του τον Θεό» (Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, Λόγος ΚΣΤ’ Περί διακρίσεως, 52). Πράγματι ο νους μας πολύ εύκολα διαχέεται προς τα έξω. Πρέπει να έχουμε πάντα την προσοχή να τον επαναφέρουμε γρήγορα, γιατί, αν χρονίσει προς τα έξω, δύσκολα τον μαζεύουμε. Η συνεχής αυτή εναλλαγή κουράζει. Πολλές φορές φέρνει και απογοήτευση. Ας κάνουμε όμως υπομονή μέχρι να γευτούμε τις πρώτες δωρεές του Θεού, για να γλυναθεί ο νους μας από αυτές. Ας γνωρίζουμε ότι ο κόπος μας αμείβεται με καθαρότητα λογισμών, φωτεινό πρόσωπο, γνώση Θεού, εμπειρία Θείου Φωτός (Θέωσις).
Αλήθεια, θέλουμε να ανεβούμε στον ουρανό, να τύχουμε της μακαριότητος, της κοινωνίας με τους Αγγέλους και του Αγίους, να ενωθούμε με τον Θεό, να κληρονομήσουμε την βασιλεία Του, την αθάνατο Ζωή, και δειλιάζουμε επειδή απαιτείται κόπος, άσκηση ή και στέρηση κάποιων επίγειων «αγαθών»; Πόσες φορές για την απόκτηση κοσμικών πραγμάτων δεν θέτουμε σε κίνδυνο την ζωή μας; Πως, ενώ δεν δειλιάζουμε για μάταιους κόπους, στενοχωρούμεθα όταν κοπιάσουμε λίγο για τα ουράνια;
Ο Γ. Παΐσιος, ο οποίος είδε την Αγία μεγαλομάρτυρα Ευφημία, περιγράφει ως εξής τον πόθο της για πολύ περισσότερα μαρτύρια χάριν του Χριστού:
«Μετά μου διηγήθηκε την ζωή της. Ήξερα ότι υπάρχει μια αγία Ευφημία, αλλά τον βίο της δεν τον ήξερα. Όταν μου διηγείτο τα μαρτύριά της, όχι απλώς τα άκουγα, αλλά σαν να τα έβλεπα, τα ζούσα. Έφριξα! Πα, πα, πα!
-Πώς άντεξες τέτοια μαρτύρια, ρώτησα.
-Αν ήξερα τι δόξα ‘εχουν οι Άγιοι, θα έκανα ότι μπορούσα να περάσω μεγαλύτερα μαρτύρια». (Ιερομ. Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου)
Ας είναι προς παρηγορίαν μας ο αγιοστάλακτος λόγος της Αγίας.
Ακόμη ας γνωρίζουμε ότι η υπομονή και η επιμονή στον αγώνα για την σταθεροποίηση της αρετής της νήψεως φέρνει την καλή συνήθεια (έξις), η οποία με την πολυκαιρία γίνεται Δευτέρα φύσις και μας καθιστά δυσκίνητους προς το κακό.
5.4. ΝΗΨΙΣ ΚΑΙ ΜΕΡΙΜΝΕΣ
Είναι αλήθεια ότι νήψις και βιοτικές μέριμνες δεν συνυπάρχουν εύκολα.
Ίσως να ρωτήσετε: Είμεθα στον κόσμο και έχουμε ανάγκες, υποχρεώσεις και μέριμνες. Πως θα κρατάμε την νήψι;
Πράγματι υπάρχουν ανάγκες, υποχρεώσεις και μέριμνες. Κανείς δεν αμφιβάλλει γι αυτό. Όμως ας αναρωτηθούμε και πόσες από αυτές είναι περιττές. Άρα λοιπόν, ποιο είναι το μέτρο; Ο Απ. Παύλος μας το υποδεικνύει: «Ουδέν γαρ εισηνέγκαμεν εις τον κόσμον, δήλον ότι ουδέ εξενεγκείν τι δυνάμεθα· έχοντες δέ διατροφάς και σκεπάσματα, τούτοις αρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. ς' 6-7). Δηλαδή, να αρκούμεθα στα αναγκαία. Μια ιεράρχηση των φροντίδων μας είναι αναγκαία, αλλά έτσι όπως θέλει ο Χριστός. Και τι θέλει ο Χριστός: «Ζητείτε δέ πρώτον τήν Βασιλείαν τού Θεού καί τήν δικαιοσύνην Αυτού, καί ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν» (Ματθ. ς' 33). Ας θυμηθούμε τις μωρές παρθένες, οι οποίες, επειδή είχαν αδιαφορία και δεν είχαν εγρήγορση, κατεκρίθησαν. Γι αυτό ο Κύριος είπε: «Γρηγορείτε».
Ακόμη, χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Μάρθας και Μαρίας. Τι επαίνεσε ο Χριστός την μέριμνα της Μάρθας ή την αγαθή μερίδα της Μαρίας; Ας κλείσουμε το θέμα για τις μέριμνες σε σχέση με την νήψι με τους καταλυτικούς λόγους του Κυρίου μας: «Προσέχετε δέ εαυτοίς μήποτε βαρυνθώσιν υμών αι καρδίαι εν κραιπάλη καί μέθη καί μερίμναις βιωτικαίς, καί αιφνίδιος εφ’ υμάς επιστή η ημέρα εκείνη, ως παγίς γάρ επελεύσεται επί πάντας τούς καθημένους επί πρόσωπον πάσης τής γής. αγρυπνείται ούν εν παντί καιρώ δεόμενοι, ίνα καταξιωθήτε εκφυγείν πάντα τα μέλλοντα γίνεσθαι, και σταθήναι έμπροσθεν του Υιού του ανθρώπου» (Λουκ. κά 34-36).
Εδώ πρέπει να προσέξουμε κάτι πολύ σημαντικό. Ορισμένοι από εμάς συμβαίνει να έχουμε φροντίδες αναγκαίες, που δεν μας αφήνουν χρόνο και κουράγιο για νηπτική εργασία. Ας μην απογοητευόμεθα. Και όταν ακόμη «πνιγόμαστε» μέσα σε τέτοιες αναγκαίες φροντίδες, που από θυσιαστική αγάπη έχουμε αναλάβει, ο Χριστός δεν μας στερεί την Χάρι Του. Συχνά κάποιες ευλαβείς ψυχές διερωτώνται τι θα απογίνουν, αφού δεν μπορούν να κάνουν στοιχειωδώς την προσευχή τους. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι, όταν από αγάπη στον Χριστό θυσιαζόμαστε για τον συνάθρωπό μας (τα παιδιά μας, τους ασθενείς μας), τότε μέσα στην εντολή της αγάπης, όπως λέγουν οι Άγιοι Πατέρες ευρίσκεται ο Ίδιος ο Χριστός. Σε όλες τις εντολές Του ευρίσκεται ο Χριστός. Τηρώντας κάθε εντολή, κερδίζουμε τον Χριστό, ενούμεθα με τον Χριστό, απολαμβάνουμε την Χάρι του Θεού, θεούμεθα.
5.5. ΝΗΨΙΣ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ ΘΑΝΑΤΟΥ
Ο θάνατος είναι το μόνο σίγουρο και βέβαιο γεγονός της ζωής μας. Εάν δειλιάζουμε μπροστά του, είναι φυσικό. Εάν τρέμουμε, σημαίνει ότι έχουμε αμαρτίες που μας βαραίνουν. Οι κακοί λογισμοί, όταν τους εγκολποθούμε, προκαλούν τον αργό θάνατο της ψυχής. Ο αγωνιστής της Βασιλείας των Ουρανών θέλει να έχει ζωή μέσα του και γνωρίζει ότι, για να φυλαχθεί από τα θανατηφόρα πάθη και κυρίως την υπερηφάνεια, πρέπει να κατεβάζει τον νου του στον Άδη (άκρον άωτον της νήψεως). Εκεί κλαίει, μετανοεί, ελπίζει ότι θα τον ανυψώσει ο Θεός. Η βιωματική μνήμη του θανάτου μαζί με την νήψι μας ελευθερώνουν από τα σκληρά 16
πάθη, όπως της υπερηφάνειας, γιατί τίποτα δεν μπορεί να αντισταθεί στην φωτιά της μνήμης της κολάσεως, όπου όλες οι αμαρτίες λειώνουν και καθαρίζεται η ψυχή. Μετά από αυτό το λουτρό μας ανεβάζει ο Θεός καθαρούς μέχρι και του τρίτου ουρανού.
Κλασσικό παράδειγμα τέτοιου γενναίου αθλητού είναι ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης. Γνωρίζουμε από τον βίο του μεγάλου αυτού εργάτου της νηπτικής ζωής και νοεράς προσευχής, ότι ο Κύριος του εφανερώθη για να τον βοηθήσει να απελευθερωθεί από τους λογισμούς της υπερηφάνειας και του είπε: «Κράττει τον νου σου εις τον Άδην και μη απελπίζου», το οποίο ετήρησε με ανδρείο αγώνα.
Οι αρετές της νήψεως και της μνήμης θανάτου γεννούν η μία την άλλη.
5.6. ΝΗΨΙΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΖΗΛΟΣ
Ο αγαθός ζήλος είναι ένας ασίγαστος πόθος, ο οποίος φλέγει την ψυχή και την κάνει να ορμά προς το ποθούμενο, αψηφώντας τους κινδύνους και νικώντας την χαύνωση, όταν η ψυχή διακατέχεται από θλίψεις και πειρασμούς. Ο ζήλος παρομοιάζεται με τον σκύλο, ο οποίος, όταν από μακριά αντιληφθεί κάτι ξένο, αμέσως φωνάζει και με τον τρόπο αυτό ειδοποιεί το αφεντικό του (το νου) να προσέχει. Ο ζήλος είναι φύλακας του νόμου του Θεού.
Η νήψις, η οποία είναι μία εντατική επιτήρηση του νου στους λογισμούς, πολύ βοηθείται από τον πνευματικό ζήλο, διότι εύκολα ανιχνεύει και αποδιώχνει του εμπαθείς λογισμούς. Ακόμη η νήψις με την βοήθεια του ζήλου αντιστέκεται στους τρεις ύπουλους γίγαντες εχθρούς, τους οποίους έχει ο διάβολος ως έσχατα όπλα κατά του ανθρώπου, δηλαδή την λήθη, την άγνοια και την ακηδία.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η πεμπτουσία της πνευματικής ζωής είναι η νήψις και η προσευχή. Ζούμε σε μια εποχή, της οποίας το χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι η πνευματική οκνηρία, η οποία μας οδηγεί στο πνευματικό κενό. Ο άνθρωπος με τις πολλές δραστηριότητές του προσπαθεί να καλύψει αυτό το κενό επενδύοντας σε, ότι του προσφέρει η καταναλωτική κοινωνία. Προσπαθεί να ικανοποιηθεί με, ότι νεώτερο παράγει αυτή και αγωνίζεται με όλες τις δυνάμεις του να το αποκτήσει. Αλλά στο τέλος πάντοτε εισπράττει την απογοήτευση. Ουσιαστικά ζει το δράμα του Σίσυφου.
Εμείς όμως εξαγοραστήκαμε από την κατάρα της αμαρτίας και του θανάτου με το Πανάγιο και πολυτιμότατο Αίμα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού. Αυτός μας αγάπησε με μια άπειρη αγάπη. Πράγματι, «μείζονα ταύτης της αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θή υπέρ τών φίλων αυτού» (Ιω. ιε΄ 13). Τι ζητεί από εμάς ο Χριστός; Να ανταποκριθούμε στην αγάπη Του τηρώντας τις εντολές Του. «Εάν αγαπάτε με, τάς εντολάς τάς εμάς τηρήσατε» (Ιω. ιδ’ 15) και «Αι εντολαί αυτού βαρείαι ούκ εισίν» (Α’ Ιω ε’ 4).
Με όπλο την προς τον Θεό και τον πλησίον ένθεη αγάπη μας, ας ξεκινήσουμε τον ταπεινό αγώνα της νήψεως. Και, όταν ο λογισμός μας φεύγει από τον Χριστό, δείγμα της ατελούς αγάπης μας προς Αυτόν, ας τον επαναφέρουμε γρήγορα στην πηγή της Αθανάτου Ζωής. Γιατί ο Θεός είναι καθαρός και πανάγιος και, μόνον όταν καθαρίσουμε δια της νήψεως και της προσευχής τον νου και την καρδία μας, τότε «Οψόμεθα Αυτόν καθώς εστίν». Ας μη μας γελά ο κόσμος με αυτά που μας προσφέρει, γιατί έχουμε εμπειρία ότι δεν αξίζουν.
Σεβασμιότατε,
Ευχηθείτε να οδεύσουμε και εμείς την οδό της Θεώσεως, πρεσβείαις της Κυρίας Θεοτόκου, του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ού την μνήμην επιτελούμεν, και πάντων των Αγίων, για να καταπαύσωμε και εμείς στην ανέσπερο Βασιλεία της Αγίας Τριάδος.
Ομιλία του π. Γρηγορίου Γρηγοριάτου
(της Ι. Μονής Γρηγορίου του Αγίου Όρους)
στο Ι. Ναό Παναγίας Φανερωμένης Κοζάνης
Κυριακή Αγ. Γρηγορίου Παλαμά 2006