Μέρος 1…
του Σπύρου Κάκου
Πολλοί μιλάνε για την «αθανασία» και προσπαθούν να δείξουν γιατί η ψυχή του ανθρώπου δεν καταστρέφεται μετά το θάνατο του φυσικού σώματος. Πολλοί προσπαθούν να επιχειρηματολογήσουν υπέρ της ύπαρξης ενός «αθάνατου» πνεύματος το οποίο συνεχίζει να «υπάρχει» και μετά το σταμάτημα της λειτουργίας του φυσικού εγκεφάλου μας. Οι συζητήσεις αυτές βασίζονται ωστόσο σε ένα λάθος δεδομένο: το ότι αυτό που πρέπει να αποδειχθεί είναι η «αθανασία» και όχι ο «θάνατος».
Πολλοί σήμερα θεωρούν σαν δεδομένα πολλά πράγματα. Μάλιστα η εποχή μας χαρακτηρίζεται από ένα είδος αλαζονικής πίστης σε ένα υλιστικό κόσμο όπου όλα όσα λέει σήμερα η φυσική και η χημεία είναι «πραγματικά» ενώ όλα όσα λένε οι φιλόσοφοι – ειδικά αυτοί που έζησαν σε παλαιότερες εποχές. Ωστόσο τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
Για να πιστεύει κανείς στο «θάνατο», ήτοι στην πλήρη εξαφάνιση του πνεύματος του ανθρώπου μετά την παύση της λειτουργίας του φυσικού του σώματος, πρέπει να πιστεύει σε μια σειρά από δόγματα τα οποία ήταν και είναι θέμα συζήτησης μεταξύ των φιλοσόφων. Για να πιστεύει κανείς στο θάνατο πρέπει να πιστεύει στην έννοια της διαφορετικότητας των αντικειμένων (κάτι με το οποίο ο Παρμενίδης διαφωνούσε), πρέπει να πιστεύει στην έννοια της αλλαγής (κάτι με το οποίο ο Ζήνωνας αλλά και ο Παρμένίδης, πρέπει να πιστεύει στην έννοια του χρόνου (κάτι με το οποίο ακόμα και πολλοί φυσικοί σήμερα διαφωνούν)…
Αυτά τα στοιχεία θα αναλύσω σε μια σειρά άρθρων, με θέμα «Τι χρειάζεται για να πιστεύεις στο θάνατο».
Μέρος 2ο
Ι. Η έννοια της αλλαγής…
Στον άνθρωπο του αρέσει να δίνει ονόματα σε πράγματα. Αυτό είναι ένα από τα χαρακτηριστικά του (δυτικού κυρίως) πολιτισμού. Έτσι και στην παύση της υλικής ζωής όπως τη γνωρίζουμε σήμερα έχουμε δώσει το όνομα «θάνατος». Ο θάνατος όπως τον έχουμε ορίσει σημαίνει πολλά και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ξεχνάμε πως σημαίνει ό,τι ακριβώς έχουμε εμείς θελήσει να σημαίνει. Αν ο «θάνατος» είναι «κάτι», αυτό συμβαίνει επειδή εμείς το έχουμε θελήσει και αποφασίσει. Δεν μας έδωσε τον ορισμό του κάποιος εξωγήινος, δεν τον βρήκαμε γραμμένο σε κάποια ιερή πλάκα, δεν μας τον προώθησε κατευθείαν στον εγκέφαλο μας καμία οντότητα πέραν του ορατού σύμπαντος. Βλέπουμε έναν άνθρωπο να παύει να μιλάει, να παύει να αναπνέει και ορίζουμε: «αυτός ο άνθρωπος έχει πεθάνει, το σώμα του σταμάτησε να λειτουργεί, το πνεύμα του έπαψε να υπάρχει». Πως όμως μπορεί κάτι να πάψει να υπάρχει; Ή αντίστροφα, πως μπορεί κάτι που δεν υπάρχει να αρχίσει να υφίσταται; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι τόσο δύσκολη που οδήγησε τους πρώτους στοχαστές (και όχι φιλοσόφους) να σκεφτούν το… προφανές: τίποτα δεν μπορεί να κάνει ούτε το ένα ούτε το άλλο! Έτσι ο Παρμενίδης έλεγε πως ο κόσμος είναι Ένα και πως τίποτα που «δεν υπάρχει» δεν μπορεί να αρχίσει να υπάρχει έτσι ξαφνικά. Η μη-ύπαρξη είναι κάτι τόσο θεμελιώδες, κάτι τόσο ουσιαστικά «κενό» που δεν μπορεί να οδηγήσει πουθενά. Κάτι που δεν υπάρχει δεν μπορεί με κανένα λόγο και τρόπο να αρχίσει να υπάρχει. Κάτι που δεν υπάρχει δεν μπορούμε ούτε καν να αποτελέσει αντικείμενο της σκέψης μας για να είμαστε ακριβείς! Πως αλήθεια μπορούμε να σκεφτούμε για κάτι που δεν υπάρχει; Πως μπορεί ο εγκέφαλος μας και το πνεύμα μας να εκφράσουν άποψη και κρίση για κάτι που δεν υφίσταται σε κανένα σημείο του χωροχρόνου, που δεν έχει σύνδεση με τίποτα και κανέναν αφού…δεν υπάρχει; Με την αντίστροφη συλλογιστική, κάτι που «υπάρχει» δεν μπορεί να μεταβεί – με οποιονδήποτε τρόπο – στην μηδενιστική κατάσταση του «Δεν υπάρχω» που περιγράφηκε παραπάνω. Και οι αλλαγές ποτ βλέπουμε συνεχώς να συμβαίνουν; Παιχνίδια του πνεύματος και των αισθήσεων θα απαντούσε ο Παρμενίδης. Ο κόσμος είναι Ένας και η έννοια της αλλαγής είναι ένα αποτέλεσμα των κατηγοριοποιήσεων που ο εγκέφαλος μας τόσο πολύ του αρέσει να κάνει. Πως κάτι που είναι Α μπορεί μετά να γίνει Β; Πως μπορεί κάτι που έχει υπάρξει Β να γίνει μετά Γ; Σε κάθε αλλαγή αυτό το «κάτι»παραμένει ίδιο; Παραμένει το ίδιο ή «αλλάζει»; Και αν αλλάζει τότε μιλάμε ακόμα για το ίδιο που άλλαξε ή όχι; Ένα μήλο που σαπίζει παραμένει το ίδιο; Είναι ακόμα μήλο; (βλ. http://harmonia-philosophica.blogspot.com/2010/12/blog-post.html). Ένας άνθρωπος που αλλάζει μαλλιά είναι ακόμα ο ίδιος; Ένας άνθρωπος που αλλάζει κύτταρα; Πως μένει ίδιο κάτι που βλέπουμε να αλλάζει; Πόσο δύσκολες είναι οι απαντήσεις σε ερωτήσεις που θεωρούμε εύκολες; Μήπως το «λογικό» που έχουμε συνηθίσει να πιστεύουμε είναι τελικά το πλέον παράλογο;
Μέρος 3ο
ΙΙ. Η έννοια της ταυτότητας
Εκτός από την έννοια της αλλαγής που αναλύσαμε στο 2ο Μέρος, η πίστη στον θάνατο είναι βαθιά συνδεδεμένη και με την πίστη στην έννοια της «ταυτότητας». Για να πιστεύεις ότι κάποιος μπορεί να πεθάνει (με την έννοια του «εξαφανίζεται το σώμα μου και το πνεύμα μου και ό,τι έχει σχέση με εμένα από αυτόν τον κόσμο), σημαίνει πως πιστεύεις ότι μπορείς να ξεχωρίσεις πότε αυτός είναι ακόμα αυτός ο κάποιος που γνωρίζεις και πότε έχει πάψει να είναι, πότε με άλλα λόγια έχει πάψει να υπάρχει σαν ο άνθρωπος που ήξερες και έχει στην ουσία «πεθάνει». Όταν κάποιος πεθαίνει, κατανοούμε ότι έχει αλλάξει και δεν είναι πια αυτός που γνωρίζαμε: δεν αναπνέει, δεν μας μιλάει, δεν παίζει μαζί μας. Είναι νεκρός. Ποιος «είναι» όμως; Ή ακόμα καλύτερα, ποιος «ήταν»; (τη λανθασμένη πίστη στην έννοια του χρόνου θα την αναλύσουμε στο επόμενο 4ο Μέρος, οπότε ακόμα μπορούμε να μιλάμε με έννοιες παρελθόντος και παρόντος…)
Όταν νομίζουμε ότι γνωρίζουμε κάποιον, του προσδίδουμε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: μιλάει και πράττει με συγκεκριμένο τρόπο και έτσι γνωρίζουμε ότι είναι αυτός και όχι κάποιος άλλος. Είναι όμως πάντα πράγματι ο ίδιος. Τα κύτταρα των ανθρώπων αλλάζουν συνέχεια, ακόμα και αυτά του εγκεφάλου. Πως λοιπόν μένουμε «ίδιοι»; Ποιο είναι το χαρακτηριστικό εκείνο που θεωρούμε ότι έχει κάποιος – π.χ. κάποιος φίλος μας – για να ξέρουμε με βεβαιότητα ότι είναι «αυτός»; Ότι έχει συγκεκριμένες απόψεις σε ένα θέμα; Και αν τις αλλάξει; Δεν είναι πια ο ίδιος; Ότι έχει συγκεκριμένο τρόπο σκέψης; Και αν τον αλλάξει; Δεν είναι ποια ο ίδιος; Το ότι έχει ένα συγκεκριμένο εξάνθημα στο χέρι του; Και αν το αφαιρέσει με εγχείριση; Δεν θα είναι πια ο ίδιος; Το ότι έχει μακριά μαλλιά; Και αν τα κόψει; Δεν θα είναι πια ο ίδιος; Το ότι αποτελείται από ένα συγκεκριμένο σύνολο κυττάρων; Και αν αυτά αλλάξουν (που αλλάζουν); Δεν θα είναι πια ο ίδιος; Το ότι αναπνέει; Και αν πάψει να αναπνέει; Δεν θα είναι πια ο ίδιος; Το ότι «ζει»; Και αν πάψει να ζει; Δεν θα είναι πια ο ίδιος; Δεν υπάρχει τρόπος να ξεχωρίζεις κάποιος ή κάτι από κάποιον άλλο! Δεν υπάρχει τρόπος να καθορίσεις την ταυτότητα κάποιου ανθρώπου με τόση βεβαιότητα που να γνωρίζεις πότε αυτός έχει πεθάνει και πότε ζει! Τα όρια που θέτουμε σχετικά με την «ταυτότητα» κάποιους είναι ανυπόστατα. Η απλή φράση «αυτός πέθανε» υπονοεί ότι γνωρίζουμε αυτά τα όρια, ενώ στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν…
Μέρος 4o
Όλες οι αντινομίες που τα μαθηματικά ή η σύγχρονη επιστήμη ανακαλύπτει βασίζονται σε πράγματα που θεωρούμε δεδομένα, αλλά δεν πρέπει. Μετά την ανάλυση ορισμένων ιδεών που πρέπει να έχουμε ως αξιώματα για να πιστέψουμε στον θάνατο, με τα βασικότερα εξ' αυτών να είναι η έννοια της «Αλλαγής» και η έννοια του «Χρόνου», πρέπει τώρα να προχωρήσουμε... Και μπορούμε να το κάνουμε αυτό μόνο με την άρνηση κάθε «αλήθειας» που τώρα πιστεύουμε πως "είναι" έγκυρη, μόνο με το να γίνουμε παράλογοι. Επειδή η «ορθολογικότητα» βασίζεται σε αξιώματα και μόνο με την απόρριψη όλων των αξιωμάτων μπορεί να φτάσει κάποιος στην αλήθεια (αν υπάρχει αυτή η έννοια δεν είναι άλλο ένα "αξίωμα" στο οποίο πιστεύουμε). Η αλήθεια σχετίζεται με το "Είναι" και κάτι που βασίζεται σε αξιώματα είναι πολύ μακριά από την πραγματική ουσία του. Πρέπει να βασίζουμε τα συμπεράσματά μας σε αυτό που "ξέρουμε" και όχι σε αυτό που «καταλάβαίνουμε» (βλέπε Harmonia Philosophica [Greek / Ελληνικά] για τη διαφορά μεταξύ αυτών και το πως οι αντιθέσεις μπορούν να συγκεραστούν σε μία αλήθεια). Και αυτό που ξέρουμε είναι μόνο το «Είναι». Από που προέκυψε λοιπόν η ιδέα ότι κάποτε ένας άνθρωπος θα "σταματήσει να είναι"; Διότι σίγουρα κανείς που "δεν Είναι" δεν θα μπορούσε να έρθει να μας μιλήσει για το "μη-Είναι". Και σίγουρα κανείς δεν είχε προηγούμενη εμπειρία του ότι «δεν είναι», έτσι ώστε να διαμορφώσει και να διαδώσει την ιδέα... Πως μάθαμε για πράγματα που "δεν είναι"; Διότι σίγουρα κανείς δεν θα μπορούσε να έχει εμπειρία από ένα τέτοιο πράγμα, αφού κανένας δεν μπορεί να έχει εμπειρία από κάτι που δεν υπάρχει... Και σίγουρα κανείς δεν μπορεί να σκεφτεί κάτι που "δεν Είναι" ... Από που προέρχεται λοιπόν η έννοια του "θανάτου"; Στο παρελθόν οι πρωτόγονοι άνθρωποι έθαβαν τους νεκρούς τους μαζί με τροφή και όπλα. Με κάποιο τρόπο "γνώριζαν" ότι η ζωή δεν τελειώνει με το θάνατο. Στο παρελθόν, οι αλχημιστές "γνώριζαν" ότι όλα έχουν μια ζωντανή δύναμη μέσα τους. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε και να κατανοήσουμε ότι η τελειωτικά οριστική διάκριση μεταξύ «ζωντανών οργανισμών» και «πραγμάτων» έγινε στα χρόνια του Κέπλερ από τη «νέα» επιστήμη της εποχής: τα μαθηματικά μπορούσαν να εφαρμοστούν για πρώτη φορά για να προβλέψουν τις κινήσεις των πλανητών, αλλά για να γίνει αυτό μια μεγάλη υπόθεση πρέπει να γίνει. Μια υπόθεση τόσο μεγάλη και τόσο ουσιώδης, που άλλαξε στην πραγματικότητα τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε για πάντα. Η υπόθεση ήταν «απλή»: *πρέπει* να υπάρχουν "πράγματα ζωντανά" και "μη-ζωντανά", με τα μαθηματικά (και την "επιστήμη") να εφαρμόζονται μόνο στα τελευταία. Αυτό καθόρισε σχεδόν τα πάντα στη συνέχεια... Ζητήστε ένα σύγχρονο φυσικό να βρει τον «άνθρωπο» μέσα στο Σύμπαν και θα δείτε πως θα δυσκολευτεί να απαντήσει. Διότι το «σύμπαν» είναι ένα πολύπλοκο σύνολο άψυχων πραγμάτων για αυτόν - δεν υπάρχει "χώρος" για ανθρώπους με συνείδηση σε αυτό ... Ζητήστε από ένα σύγχρονο βιολόγο να σας εξηγήσει τη διαφορά μεταξύ μορίων που οργανώνονται σε ζωντανή ύλη και μορίων που αποτελούν ένα "άψυχο" αντικείμενο. Θα δυσκολευτεί να εξηγεί αυτό που βιώνουμε καθημερινά, γιατί ένα μοντέλο το οποίο ορίζει ως άκυρη την έννοια της συνείδησης, δεν μπορεί να "ανακαλύψει" ξαφνικά τη συνείδηση... Ο Μπορ χαρακτηρίζε τη θεωρία του Pauli για το τέταρτο κβαντικό αριθμό ως «τρελή» και με αυτό εννοούσε "σωστή" (βλ. "Yung, Pauli - Ο ψυχοθεραπευτής, ο φυσικός και ο αριθμός 137"). Ο καλύτερος τρόπος για να βγεις από ένα αδιέξοδο είναι να σταματήσεις να βλέπεις το αδιέξοδο, όπως θα έκανε ένας τρελός. Όπως έλεγε και ο William James, «αυτό που θέλουμε να σκεφτούμε αυτό είναι". Και συνήθως αυτό που αδυνατούμε να εξηγήσουμε μπορεί να έχει μία απλή λύση: ίσως η διάκριση που δεν μπορούμε να εξηγήσουμε, δεν υπάρχει καν... Είναι άραγε τυχαίο ότι τα πάντα που σχετίζονται με το "μη-Ειναι" δεν μπορούν να εξηγηθούν εύκολα; Ο Χρόνος, η έννοια της Αλλαγής, το πρόβλημα της ταυτότητας, το πρόβλημα της ζωής ... Όλα αυτά είναι δύσκολο να τα εξηγήσουμε. Όλα αυτά είναι δύσκολο να τα προσδιορίσουμε. Αλλά η ίδια μας η ύπαρξη εξαρτάται από αυτές τις ιδέες... Ο Πυθαγόρας μίλησε για αρμονία και δεν μπορεί κανείς να βρει αρμονία αν πιστεύει σε πράγματα που συνεπάγονται το "τέλος της ύπαρξης". Τι "είναι" δεν μπορεί ξαφνικά να "σταματήσει να είναι" και αντίστροφα, χωρίς να καταστρέψει την αρμονία που όλοι βλέπουμε στον κόσμο... Όταν η φιλοσοφία άρχισε να μετατρέπεται σε θετική επιστήμη, οι άνθρωποι άρχισαν να μετατρέπονται σε αντικείμενα. Πρέπει να σταματήσουμε να πιστεύουμε πως είμαστε απλά αντικείμενα, αν θέλουμε να εκπληρώσουμε το πεπρωμένο μας ως άνθρωποι. Όταν σε ένα Σύμπαν κενό συνείδησης, η συνείδηση εμφανίζεται ως ένα κερί στο σκοτάδι, μπορεί κανείς να σταθεί στο γεγονός ότι το φως αυτού του κεριού κάποια μέρα θα σβήσει. Αλλά αυτό είναι μια πολύ κοντόφθαλμη άποψη... Ένας άλλος θα μπορούσε να σταθεί στο γεγονός ότι αυτό το κερί προέρχεται από κάπου, παράγει μια φλόγα από μια ενέργεια που περιβάλλει τον κόσμο και ρίχνει το φως του παντού ... Πώς μπορεί ένα τέτοιο κερί να πεθάνει; Πρέπει να προσπαθήσουμε απλά να ακούσουμε και να παρασυρθούμε από τη μουσική του κόσμου, αντί να προσπαθήσουμε να "καταλάβουμε" τα πάντα...
Πηγή: harmonia-philosophica