Αυτό είναι για σένα…
Για σένα που στριφογυρίζεις τις νύχτες στην κλίνη σου και εύχεσαι το αύριο μια ευχάριστη είδηση να φέρει. Για σένα που διστάζεις να ξυπνήσεις και να νιώσεις την πραγματικότητα, προτιμώντας ξεκάθαρα πια να κοιμηθείς πλάι στο άπιαστο όνειρο. Μη φοβάσαι.
Για σένα που σε κακολόγησαν γιατί δεν ήξεραν ούτε ρώτησαν. Και άφησαν μια φήμη φρούδα να πλανάται, να γίνεται ίσκιος βαρύς κι εσύ ακόμα προτιμούσες το μάτι να σου ‘βγαζαν. Μη φοβάσαι.
Για σένα που επέλεξες να σωπάσεις όταν ήθελες να ουρλιάξεις «φτάνει», που γέμισαν το νου σου με πράματα που δεν ήθελες να μάθεις, με γνώσεις που ποτέ σου δε θέλησες να φτάσεις. Μη φοβάσαι.
Για σένα που πάλεψες και κόπιασες και έπεσες και στάθηκες ξανά. Γιατί πολλά σου φόρτωσαν κι εσύ ήσουν άμαθος πολύ για να τα αντέξεις. Να μη δείχνεις ευάλωτος γιατί τότε σε χτυπούν και σε γονατίζουν ξανά. Μη φοβάσαι.
Για σένα που το όραμα σου έφτανε μακριά και μπορούσες ξέρεις, να το φτάσεις. Μα δείλιασες και το ‘κρυψες κάτω από το μαξιλάρι σου ξανά. Γιατί τα όνειρα στο μαξιλάρι φτιάχνονται. Μα σιγά σιγά θεριεύουν και είναι ώρα φως να δουν. Άφησε τα ελεύθερα. Μη φοβάσαι.
Για σένα που άμοιρος νιώθεις και όλο κλαις σαν παιδί. Και μόνο αναρωτιέσαι αν σχέδια για σένα είχε ο Θεός ή σ’ άφησε μήπως μονάχο να παλέψεις. Μη φοβάσαι.
Για σένα που σκυφτός βαδίζεις-μοιάζεις μάλλον ασήμαντος πολύ. Μα είσαι σημαντικός και πρέπει να ορθοποδήσεις. Μη φοβάσαι.
Ήρθε η ώρα να κάψεις τα κακά σενάρια που σιγοντάρουν το νου κι όλο τον κάνουν να λυγίσει. Κάψτα! Τίποτα δε θα ‘χει σημασία αύριο. Μην αναρωτιέσαι πια για όσα δεν ήρθαν. Άστα! Το πιθανότερο εξάλλου είναι να μην έρθουν ποτέ. Και τότε θα μάθεις πως δεν ήταν για σένα, τότε θα ξέρεις. Πάψε να προσπαθείς να βάλεις τα πάντα σε τάξη. Κοίτα γύρω σου, το μόνο που επικρατεί… αταξία. Και χάος. Χάος παντού. Η κοινωνία γονάτισε μπρος στα πόδια της οικονομίας και η οικονομία παραχώρησε ολοκληρωτικά τα ινία της στην ανισόρροπη πολιτική. Η τελευταία δε με τη σειρά της, κατέστρεψε κάθε ίχνος πολιτισμού. Και μπήκαν στα σπίτια μας. Μας ‘καναν τέρατα δίχως νου, δίχως συναίσθημα και κρίση. Γι’ αυτό σου λέω, κάψτα! Τίποτα δε θα ‘χει σημασία αύριο.
Αυτό είναι για σένα που όλο κλαις και όλο ξανά γελάς. Που μια κλείνεσαι στη δίνη του σκότους, μια τον ήλιο ψάχνεις σα λουλούδι.
Κι όλο ταλαιπωρείς εκείνη την τούφα απ’ τα μαλλιά, που αν ήξερε κι εκείνη ποτέ της δε θα φύτρωνε. Όλο τα δόντια σου τρίζεις κι εκείνα έφθειραν από σιωπή. Όλο τα χέρια σου σφίγγεις και εκείνα μελάνιασαν γιατί αλλά δεν αντέχουν να βαστούν.
~Μπουμπάρη Μαριλένα