Η ανθρωπότητα (τουλάχιστον, το κομμάτι της που δικαιούται να θεωρεί τον εαυτό του πολιτισμένο) συγκλονίζεται από ένα ακόμα αποτρόπαιο έγκλημα θρησκευτικού φανατισμού. Και ο χρονικός ορίζοντας της λέξης «ακόμα» είναι βραχύς, αφού πρόσφατες είναι οι εφιαλτικές εικόνες αποκεφαλισμών και άλλων πράξεων θηριωδίας στο όνομα κάποιας θρησκευτικής πίστης…
Βλέποντας την ιστορία των θρησκειών διαχρονικά, έχω την αίσθηση (και ας με διορθώσουν οι αναγνώστες) ότι καμία δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο της ιστορικής κριτικής σε ό,τι αφορά τη στάση της απέναντι στην αντίθετη άποψη. Και πώς να συμβιβαστεί, αλήθεια, ο (συχνά φανατικός) δογματισμός με την ελευθερία της σκέψης που προϋποθέτει το δικαίωμα στην αμφισβήτηση; Όμως, υπάρχει ένα πιο θεμελιώδες και κρίσιμο ερώτημα που αφορά αυτή τούτη την ιδέα της θρησκείας, γενικά: Πόσο συμβατή είναι αυτή με την αναζήτηση (ακόμα περισσότερο, την εύρεση και την απόλυτη γνώση) της Αλήθειας περί της Ουσίας του Θείου;
Έχουμε συνηθίσει να δεχόμαστε την δήλωση θρησκευτικής πίστης ως μέρος του αυτοπροσδιορισμού ενός ατόμου. Η απουσία, δε, μιας τέτοιας δήλωσης οδηγεί εξ ορισμού στον χαρακτηρισμό του ατόμου ως «άθεου».
Το ότι ένας άθεος είναι άθρησκος, είναι, ασφαλώς, αυτονόητο. Το ζητούμενο είναι κατά πόσον ισχύει το αντίστροφο. Δηλαδή, κατά πόσον ο άθρησκος (αυτός, δηλαδή, που αρνείται να περιχαρακώσει την πίστη του στα δογματικά στεγανά οποιασδήποτε θρησκείας) είναι αναγκαία άθεος. Ή, κατά λογική ισοδυναμία, κατά πόσον ο μη-άθεος (αυτός που δεν αρνείται την πίστη σε ένα Υπέρτατο Ον) είναι αναγκαία θρήσκος (δηλώνει πίστη σε κάποια θρησκεία). Κάτι τέτοιο προϋποθέτει, κατ’ ελάχιστον, ότι η ίδια η ιδέα της θρησκείας είναι συμβατή με την πίστη σε μία Αρχή που κωδικοποιείται από τον άνθρωπο – και την ίδια τη θρησκεία – με το όνομα «Θεός».
Το ερώτημα που θέτουμε είναι αν αυτή η προϋπόθεση συμβατότητας καταρχήν πληρούται. Ερώτημα κρίσιμο, αφού μια αρνητική απάντηση οδηγεί αναπόφευκτα σε ένα δεύτερο, ακόμα σοβαρότερο ερώτημα: Κατά πόσον θα μπορούσε κάποιος να κατηγορήσει την ίδια τη θρησκεία ως «βλάσφημη»!
Θα περιοριστούμε σε δύο, μόνο, σημεία που θεωρούμε βασικότερα:
1. Σύμφωνα με τη θρησκεία, ο άνθρωπος είναι σε θέση να γνωρίζει (μερικώς, τουλάχιστον) τη φύση του Θεού. Για παράδειγμα, η Χριστιανική θρησκεία αναφέρεται στο τρισυπόστατο της φύσης αυτής (Τριαδικό Δόγμα). Συσχετίζει, έτσι, μια υπερβατική έννοια (Θεός) με έναν φυσικό αριθμό (τρία). Οι φυσικοί αριθμοί, όμως (οι οποίοι, εκτός των άλλων, υπόκεινται στον περιορισμό του διακριτού) είναι εφεύρημα των ανθρώπων για πρακτικούς, κυρίως, σκοπούς (π.χ., καταμέτρηση αντικειμένων). Έτσι, μια υπερβατική έννοια που ξεπερνά τα όρια της ανθρώπινης διάνοιας, εμπειρίας και λογικής, μοιάζει να συρρικνώνεται ώστε να προσαρμοστεί στα ανθρώπινα μέτρα. Πόσο απέχει ο εξορθολογισμός αυτός της έννοιας του Θεού από την βλασφημία;
2. Στο πλαίσιο της ανθρωπομορφικής εικόνας του Θεού, όπως την περιγράφει η θρησκεία (και όχι μόνο η Χριστιανική), Εκείνος εμφανίζεται με τις πλέον απεχθείς ανθρώπινες αδυναμίες: ματαιοδοξία, ζηλοτυπία, μνησικακία, σκληρότητα, εκδικητικότητα… Στον αντίποδα, και καθ’ υπέρβαση των ορίων τόσο της κοινής λογικής, όσο και της διαλεκτικής του μεταφυσικού, υπάρχει ταυτόχρονα η αγάπη Του για τον άνθρωπο (κορυφαίο – υποτίθεται – δημιούργημά Του)! Πόσο μακριά βρίσκεται ο οξύμωρος αυτός ανθρωπομορφισμός του Θεού από την βλασφημία;
Οι παραπάνω επισημάνσεις – και άλλες που θα μπορούσαν να αναφερθούν σε ένα εκτενέστερο άρθρο – θέτουν το ερώτημα, κατά πόσον ο δογματικός εξορθολογισμός και η κατ’ ουσίαν «εκκοσμίκευση» του υπερβατικού, που επιχειρεί να επιβάλει με αδιαπραγμάτευτη βεβαιότητα η θρησκεία, είναι σε αρμονία με την πίστη σε ένα Υπέρτατο Ον και δεν αποτελούν, αντίθετα, πράξεις βλασφημίας εκ μέρους του ανθρώπου. Από την απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται και συμβατότητα της θρησκείας με την ίδια την ιδέα του Θεού.
Με άλλα λόγια, η ζητούμενη απάντηση θα δικαιώσει ή θα καταρρίψει, ανάλογα, τη μομφή της εξ ορισμού «αθεΐας» προς όσους δεν δηλώνουν υποταγή σε προκατασκευασμένα δόγματα που επιβάλλουν την πίστη, αντί να την εμπνέουν…
Τα όσα αναφέραμε πιο πάνω αποτελούν ακαδημαϊκούς και μόνο προβληματισμούς, και σε καμία περίπτωση δεν επιχειρούν να υποβαθμίσουν τον κοινωνικό ρόλο και την κοινωνική σημασία της Εκκλησίας! Υπάρχουν άνθρωποι που, ακόμα κι αν δεν έχουν έντονα ανεπτυγμένη θρησκευτική πίστη, βρίσκουν στην Εκκλησία ένα ζεστό καταφύγιο από τα προβλήματα και τα αδιέξοδα της ζωής.