Θα ξυπνήσω ένα πρωί και θα μου χαμογελάσεις,
χωρίς να σε νοιάζει που ξύπνησες κι εσύ από τις 7
ενώ δεν έχεις πού να πας,
θα σηκωθούμε από το κρεβάτι και θα πιούμε καφέ κοιτάζοντας τον ήλιο να ανεβαίνει στην αρχή αργά
και μετά πιο γρήγορα πάνω από την Πεντέλη,
το φως θα πέφτει πάνω στα μισόκλειστα μάτια σου
και θα βάζεις το χέρι σου μπροστά
προσπαθώντας να κρυφτείς – από το φως ή από εμένα,
δε ξέρω – και θα γεμίσουμε το πάτωμα σταγόνες καφέ
και το τραπέζι με υπολείμματα μαρμελάδας.
Μετά θα τρέχω να προλάβω το λεωφορείο των 8 παρά
για να φτάσω πάλι καθυστερημένος στη δουλειά,
δεν θα με νοιάζει η δουλειά,
μόνο που θα καθυστερήσω να γυρίσω σε εσένα
και θα έχω τα ακουστικά κολλημένα στα αυτιά,
με National και Anthony και Cohen
και όταν θα μιλήσουμε στο τηλέφωνο θα μου πεις
να σταματήσω να ακούω όσα με κρατάνε πίσω
και να ακούω μόνο εσένα.
Εσύ είσαι κάπου πιο μπροστά.
χωρίς να σε νοιάζει που ξύπνησες κι εσύ από τις 7
ενώ δεν έχεις πού να πας,
θα σηκωθούμε από το κρεβάτι και θα πιούμε καφέ κοιτάζοντας τον ήλιο να ανεβαίνει στην αρχή αργά
και μετά πιο γρήγορα πάνω από την Πεντέλη,
το φως θα πέφτει πάνω στα μισόκλειστα μάτια σου
και θα βάζεις το χέρι σου μπροστά
προσπαθώντας να κρυφτείς – από το φως ή από εμένα,
δε ξέρω – και θα γεμίσουμε το πάτωμα σταγόνες καφέ
και το τραπέζι με υπολείμματα μαρμελάδας.
Μετά θα τρέχω να προλάβω το λεωφορείο των 8 παρά
για να φτάσω πάλι καθυστερημένος στη δουλειά,
δεν θα με νοιάζει η δουλειά,
μόνο που θα καθυστερήσω να γυρίσω σε εσένα
και θα έχω τα ακουστικά κολλημένα στα αυτιά,
με National και Anthony και Cohen
και όταν θα μιλήσουμε στο τηλέφωνο θα μου πεις
να σταματήσω να ακούω όσα με κρατάνε πίσω
και να ακούω μόνο εσένα.
Εσύ είσαι κάπου πιο μπροστά.
(Κόβεται το σήμα)
Το πρωί, την ώρα που στρίβω στην Πανεπιστημίου,
ο ήλιος έχει μόλις σηκωθεί πάνω από την καθολική εκκλησία ή το οφθαλμιατρείο,
τα μάτια μου συνήθως δακρύζουν από το ξαφνικό φως
αλλά το πρόσωπό μου ζεσταίνεται
και παίρνει μια γκριμάτσα ευχαρίστησης,
παλεύω όλη μέρα μετά
για να διατηρήσω αυτή την ίδια γκριμάτσα
αλλά δύσκολα κρατάει πάνω από δέκα λεπτά.
Εκείνη την ώρα όλη η πόλη δείχνει ήρεμη,
θα μπορούσες να την πεις και φιλική,
αλλά οι μπάτσοι στην αρχή της Ερμού σου θυμίζουν ότι
δεν είναι.
Όχι πάντα τουλάχιστον.
ο ήλιος έχει μόλις σηκωθεί πάνω από την καθολική εκκλησία ή το οφθαλμιατρείο,
τα μάτια μου συνήθως δακρύζουν από το ξαφνικό φως
αλλά το πρόσωπό μου ζεσταίνεται
και παίρνει μια γκριμάτσα ευχαρίστησης,
παλεύω όλη μέρα μετά
για να διατηρήσω αυτή την ίδια γκριμάτσα
αλλά δύσκολα κρατάει πάνω από δέκα λεπτά.
Εκείνη την ώρα όλη η πόλη δείχνει ήρεμη,
θα μπορούσες να την πεις και φιλική,
αλλά οι μπάτσοι στην αρχή της Ερμού σου θυμίζουν ότι
δεν είναι.
Όχι πάντα τουλάχιστον.
(Υποκλοπές στο σήμα)
Παρατηρώ τον κόσμο στην δουλειά,
οι περισσότεροι θα ήθελαν να είναι κάπου αλλού,
οι επικίνδυνοι είναι όσοι θέλουν να βρίσκονται εκεί.
Ένα οκτάωρο στην άμυνα,
όποιος αντέξει ίσως επιτεθεί το βράδυ, αλλού.
οι περισσότεροι θα ήθελαν να είναι κάπου αλλού,
οι επικίνδυνοι είναι όσοι θέλουν να βρίσκονται εκεί.
Ένα οκτάωρο στην άμυνα,
όποιος αντέξει ίσως επιτεθεί το βράδυ, αλλού.
(Το τηλέφωνο χτυπάει συνέχεια)
Στο λεωφορείο για το σπίτι
ανεβαίνουν τέσσερα-πέντε ζευγάρια μεταναστών
κρατώντας στα χέρια τα παιδιά τους – τα περισσότερα είναι το πολύ έως τριών χρονών.
Δείχνουν χαρούμενοι, μιλούν μεταξύ τους και γελούν.
Να νιώθουν ότι σώθηκαν ή φοβούνται περισσότερο;
Κι εμείς;
ανεβαίνουν τέσσερα-πέντε ζευγάρια μεταναστών
κρατώντας στα χέρια τα παιδιά τους – τα περισσότερα είναι το πολύ έως τριών χρονών.
Δείχνουν χαρούμενοι, μιλούν μεταξύ τους και γελούν.
Να νιώθουν ότι σώθηκαν ή φοβούνται περισσότερο;
Κι εμείς;
(Η κοπέλα δίπλα μου μιλάει στο τηλέφωνο δυνατά, κάποιος την περιμένει σπίτι)
Γυρίζω και το σπίτι έχει πλημμυρίσει,
ευτυχώς χάλασαν μόνο κάτι άδειες χαρτόκουτες,
από εκείνες που έχεις πάντα στην άκρη
για τη στιγμή που θα φύγεις πάλι ξαφνικά.
Δεν πειράζει, μου λες.
Τώρα ο καθένας το σωσίβιο του.
ευτυχώς χάλασαν μόνο κάτι άδειες χαρτόκουτες,
από εκείνες που έχεις πάντα στην άκρη
για τη στιγμή που θα φύγεις πάλι ξαφνικά.
Δεν πειράζει, μου λες.
Τώρα ο καθένας το σωσίβιο του.