Αν σε έναν άνθρωπο δεν έγιναν επιτρεπτά τα συναισθήματά του από τους σημαντικούς του ανθρώπους, θεωρεί κάθε συναίσθημα που δεν έγινε αποδεκτό ως αρνητικό για τον ίδιο και προκειμένου να διαφυλάξει την θετική εικόνα που έχει για τον εαυτό του, γιατί αλλιώς θα συντριβεί η αυτοεκτίμησή του, τα εκτοξεύει αλλού. Αυτό βέβαια θα έχει ως αντίκτυπο, ο άλλος, που του προβάλλει τα συναισθήματα του, να γίνεται μισητός, εχθρικός, απεχθής και να αποτελεί συγχρόνως πόλο έλξης και πόλο άπωσης ταυτόχρονα για τον ίδιο.
Ελκύεται από εκείνον, γιατί εφόσον προβάλει το δύσκολο συναίσθημά του σε αυτό το πρόσωπο, θα δημιουργεί σχέση, έστω συγκρουσιακή, μαζί του γιατί έτσι θα νιώθει ενωμένος με το μέρος του εαυτού του που αποβάλλει οπότε, για να μην χάσει την σύνδεση με τον εαυτό του και αποσχιστεί ψυχικά, εξαρτιέται από εκείνον και δεν μπορεί να τον αποχωριστεί.
Θα φανατίζεται όμως παράλληλα με το πρόσωπο στο οποίο προβάλλει τα συναισθήματά του, γιατί όσο νιώθει κατακερματισμένος, η διαφορετικότητα του άλλου τον απειλεί, επειδή του θυμίζει την απόρριψη του εαυτού του από τους σημαντικούς ανθρώπους του όπως την βίωσε ή όπως φαντασιώθηκε πως την βίωσε, όταν τόλμησε να αισθανθεί διαφορετικά συναισθήματα από αυτά που του επέτρεψαν εκείνοι. Δεν έχει αποδεχτεί την διαφορετικότητα των πλευρών του εαυτού του, ώστε να καταφέρει να τις ενώσει, και κάθε ιδέα ένωσης ξεσηκώνει μια θύελλα συναισθημάτων οδύνης που γίνεται τρόμος στην ιδέα ότι μπορεί να χάσει τα ψήγματα της αποδοχής τους, αν εκείνος κάνει βήματα προόδου και διαφοροποιηθεί από εκείνους, οπότε, για να μην συντριβεί ψυχικά, ταυτίζεται με την απροθυμία των σημαντικών του προσώπων να αποδεχτούν τα συναισθήματα του.
Οι ρατσιστές για παράδειγμα εκδηλώνουν τα επιθετικά τους συναισθήματα σε όλους εκείνους που εκφράζουν ιδεώδη διαφορετικά από τα δικά τους, γιατί αισθάνονται απέχθεια και μίσος για όλα εκείνα τα κομμάτια του εαυτού τους που βλέπουν ως όμοια σε εκείνους που επιτίθενται και τα οποία δεν μπορούν να τα αποδεχτούν, γιατί απορρίφτηκαν βίαια από τα σημαντικά πρόσωπα της ζωής τους στο παρελθόν, οπότε προκειμένου να έχουν την εύνοια τους, υποτάσσονται παθητικά στα μοντέλα κυριαρχίας που έχουν διαμορφώσει, ενώ εκφράζουν την βία τους στους αδύναμους. Κάθε έκφραση αδυναμίας τους παραπέμπει σε συνθήκες μοναξιάς και οδύνης που βίωσαν, όταν συνθλίφτηκε η αυτοεκτίμησή τους κάτω από την μπότα της απόρριψης και για να μην συντριβούν ολοσχερώς, αρνούνται και αποδιώχνουν το συναίσθημα αδυναμίας τους, ταυτίζονται με τον επιτιθέμενο και επιτίθενται σε καθετί που ανασκαλεύει τις μνήμες, τις στοιχειωμένες από το φόβο τους.
Κάθε άνθρωπος που έμεινε απροστάτευτος στο χείμαρρο των συναισθημάτων του, γιατί κανείς δεν αποτέλεσε ένα φράγμα για εκείνον, κρύβει ένα μικρό παραπονεμένο παιδί μέσα του, που κατέχεται από μειονεκτική αίσθηση για τον ίδιο, αλλά και για την ικανότητά του να αγαπιέται, οπότε εκείνος ο εαυτός αποφασίζει για τις επιλογές του, τις αποφάσεις του, τις προτιμήσεις του, τις στάσεις και συμπεριφορές του. Ελκύεται από το όμοιο, που αυτό μπορεί να αφορά την μειονεκτική εικόνα του εαυτού του ή μπορεί να αφορά το όμοιο συναίσθημα τρόμου που βίωσε ως παιδί, κάτω από την ελλιπή συναισθηματική ανταπόκριση που αφάνισε την αξία του, ακόμα κι αν αυτό το όμοιο δεν το εξελίσσει, αλλά παραμένει σε αυτό γιατί νιώθει μια αίσθηση ασφάλειας, ψεύτικη μεν, αλλά τουλάχιστο το αίσθημα οικειότητας που αποπνέει αυτό το περιβάλλον δεν τον αποδιοργανώνει ριζικά.
Καθετί διαφορετικό τον φέρνει σε επαφή με μια θύελλα συναισθημάτων που βίωσε ως παιδί, τα οποία εξακοντίζονταν βίαια στον ψυχισμό του και εκείνο δεν βρήκε απάγκιο πουθενά, ώστε να μπορέσει να συνομιλήσει με τα συναισθήματά του, να τα καταγράψει ως φυσιολογικά. Η βία που ποτίστηκε τον καθορίζει στην ζωή του και την εξαπολύει σε οποιονδήποτε του θυμίζει την αδικία που βίωσε τότε.
Κάθε νέα εγγραφή τον διαταράσσει και η ορμή των συναισθημάτων που την ακολουθούν είναι τέτοια, που φοβάται πως μπορεί να προκαλέσει ρήγμα στο σύστημα ισορροπίας του. Καθένας, καθετί που θυμίζει ενότητα, εξέλιξη, απειλεί τον μονομερή κόσμο του που είναι γεμάτος μονόδρομους που έχει όμως μάθει τόσο καλά να τους περπατάει και ας αποτελούν τα αδιέξοδα του. Και όσο παραμένει εγκλωβισμένος εκεί, δεν μπορεί να διεκδικήσει την απελευθέρωσή του, γιατί αναλώνει αλλού την πολύτιμη ενέργεια του.
Εξαπολύει την ορμή των συναισθημάτων του σε όλους εκείνους που μοιάζουν ή που φαντασιώνεται πως μοιάζουν με εκείνους που τον εγκατέλειψαν στο περιθώριο της ύπαρξης του και μεταθέτει σε εκείνους τα αρνητικά συναισθήματα που δεν τολμά να τα στρέψει εκεί που τον αδίκησαν, σε εκείνους που του στέρησαν την ελπίδα να επικοινωνήσει την αλήθεια του, αλλά αυτός ο αδιάκοπος πόλεμος τον στερεί από την ευθύνη της ελευθερίας του, από την επαφή με την προσωπική του δύναμη, από την εξυγίανση της προσωπικότητάς του.
Καθένας μας κρύβει ένα κουβάρι στον ψυχισμό του, όπου, αν αγαπά τον εαυτό του και τους ανθρώπους του, καλείται να βρει την άκρη του και να ξετυλίξει το νόημα της ζωής του, τυλίγοντας το νήμα με τρόπο που θα του δώσει την έμπνευση να υφάνει ένα όμορφο πίνακα ζωής, στον οποίο η αξία του θα έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο για εκείνον.
Αν αγκαλιάσει κάθε πτυχή του με ενδιαφέρον και αγάπη, θα συνθέσει το παζλ της ενότητας του εαυτού του και θα επέλθει η ειρήνη στην ψυχή του, γιατί σύμμαχος του θα είναι η προσπάθεια του να αποδεχτεί κάθε δυνατή πλευρά του που θα τον οδηγήσει σε νικητήριες προσπάθειες, αλλά και κάθε αδύναμη που θα τον κάνει πιο βαθιά ανθρώπινο και θα τον φέρει πιο κοντά στην Αγάπη.
Το μικρό παιδί χρειάζεται βοήθεια από τους γονείς του στο να συλλάβει, να οργανώσει, να αξιοποιήσει τα ερεθίσματα που δέχεται από το εξωτερικό περιβάλλον, για να μπορέσει να κατακτήσει την ενότητα εκείνη που θα του προσφέρει την ψυχική ισορροπία, αλλά και την υγιή σύνδεση μεταξύ της πραγματικότητάς και του εαυτού του.
Χρειάζεται από τους γονείς του να τον καθησυχάσουν καταπραΰνοντας τα συναισθήματά του, κάθε φορά που στην επαφή του με το περιβάλλον κατακλύζεται από ερεθίσματα που είναι περίπλοκα για εκείνον, ώστε να μην μεταφέρει αυτά τα συναισθήματα στον εξωτερικό κόσμο, θεωρώντας τον εχθρικό, προκειμένου να απαλλαγεί από αυτά.
Ένα παιδί τρομάζει όταν νιώθει αρνητικά συναισθήματα για τους γονείς του ή για άλλους σημαντικούς ανθρώπους κάθε φορά που τον ματαιώνουν ή του εναντιώνονται και αυτό που χρειάζεται, για να καθησυχαστεί, είναι οι γονείς του να κατανοήσουν τα συναισθήματά του ως φυσιολογικά. Αυτό που θα βοηθούσε ένα παιδί είναι η αποδοχή τόσο των θετικών όσο και των δύσκολων συναισθημάτων του, ώστε να μπορέσει να δώσει χώρο τόσο στην χαρά όσο και στην θλίψη ή στον θυμό του. Θα μπορέσει να δεχτεί όλα του τα συναισθήματα, όταν αισθανθεί ότι οι γονείς του δεν αγωνιούν με αυτά τα συναισθήματα και επομένως δεν θα αντιδρά σε αυτά με απόσυρση ή με εκδικητική επιθετικότητα.
Εάν οι γονείς δεν καταφέρουν να το κάνουν αυτό, τότε δημιουργείται στο παιδί η εντύπωση ότι τα συναισθήματα του είναι επικίνδυνα, οπότε θα τα απορρίπτει προβάλλοντας τα αλλού, θεωρώντας ότι οι άλλοι νιώθουν αυτά τα συναισθήματα και όχι ο ίδιος. Ό,τι βιώνει ως επικίνδυνο θα το αποβάλλει από τον εαυτό του και θα το τοποθετεί στο περιβάλλον του ( εγώ εκτιμώ τον εαυτό μου, οι άλλοι δεν με εκτιμούν) ή σε άλλα πρόσωπα (δεν σε μισώ, εσύ με μισείς), προσπαθώντας να διατηρήσει, ότι βιώνει ως καλό, σε απόσταση ασφαλείας από ότι βιώνεται ως κακό και καταστροφικό, με αποτέλεσμα όμως έτσι να διασπάται ο ψυχικός του κόσμος και να νιώθει διχασμένος.
Αγγελική Μπολουδάκη
Ειδικός Ψυχικής Υγείας - Συγγραφέας
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com