Σημ. Στήλης Άλατος: Άστο να παίζει όσο διαβάζεις...
Η μετάφραση των στίχων βρίσκεται στο τέλος του άρθρου
Αν ήμασταν στο χωριό τώρα, θα σου έλεγα να ανάψουμε το τζάκι και να κάτσουμε γύρω από την φωτιά να σου πω μια ιστορία, όπως μας έκαναν οι μεγάλοι σαν ήμασταν παιδιά.
Αλλά δεν πειράζει.
Θα στην διηγηθώ, αρκεί να έχεις μάτια και συναίσθημα ανοιχτό.
Όσο για τα αυτιά και την λογική, άστα απ έξω, δεν χωράνε στην ιστορία.
Μια φορά και έναν καιρό, σαν τους περισσότερους ανθρώπους και εγώ, χρειάστηκε να νοσηλευτώ για ένα χρονικό διάστημα σε νοσοκομείο.
Το διάστημα της νοσηλείας ήταν μια εβδομάδα.
Μια εβδομάδα όμως, ήταν αρκετή για να μου ανοίξουν οι ορίζοντες που μέχρι πρότινος κρατούσα καλά κλεισμένους, μην τυχόν και διαταράξει κανείς την εσωτερική μου γαληνή.
Τόσο χαζή ήμουν.
Στο διπλανό κρεβάτι από εμένα, είχαν φέρει ένα νεαρό αγόρι.
Την πρώτη μέρα, που τον έφεραν, γνωριστήκαμε κατ ευθείαν.
Δεν υπήρχε και κάτι καλύτερο να κάνουμε.
Πώς θα περνούσαμε την ώρα μας.
Αν είχες την τύχη να τον γνωρίσεις και εσύ, θα ενθουσιαζόσουν από τον χαρακτήρα του.
Δεν έχεις συναντήσει πιο έξυπνο άνθρωπο είμαι σίγουρη για αυτό.
Και αυτό το χιούμορ!
Αχ αυτό το χιούμορ του.
Πάντα τον έβγαζε από την δύσκολη θέση.
Και έσωζε κι εσένα μαζί, από τις καταπιεστικές αλλά γλυκύτατες νοσοκόμες.
Ένα βράδυ λοιπόν, μου έλεγε μια ιστορία κι εγώ τον άκουγα με προσοχή.
Πάντα τον άκουγα με προσοχή.
Πάντα φρόντιζε να με πάρει ο ύπνος με μια ιστορία του.
Έτσι, πρέπει να ήταν 10 το βράδυ, όταν ξαφνικά ενώ μου εξιστορούσε το φινάλε, άρχισε να σφαδάζει από τους πόνους.
Τρομοκρατήθηκα.
Αμέσως, πάτησα το κουμπί ώστε να έρθουν οι νοσηλεύτριες.
Φαντάσου ακόμα θυμάμαι τις κραυγές του και ανατριχιάζω.
Άμεσα ήρθαν και τον πήραν.
Άργησαν πολύ να γυρίσουν όμως.
Παρόλα αυτά είχα βάλει σκοπό, πως μάτι δεν θα έκλεινα μέχρι να τον φέρουν πίσω.
Σύμφωνα με την ιατρική, ο σωματικός πόνος αξιολογείται σε μια διαβαθμιζομένη κλίμακα.
Η οποία ονομάζεται Mc Gill.
Αρχίζει από το 0, που σημάνει καθόλου πόνος και σκαρφαλώνει μέχρι το 10 που συμβολίζει τον ανυπόφορο πόνο.
Ο Γιώργος ήταν κάπου στο 8 εκείνο το βράδυ.
Όμως μετά από κάποιες ώρες τον έφεραν πίσω.
Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να με κοροϊδέψει που ήμουν ξύπνια το ξημέρωμα και τον περίμενα λέει.
Και εγώ φυσικά κοκκίνισα από την ντροπή μου αλλά το κάλυψα με ένα υποτυπώδες «Άντε ρε» και το αφήσαμε να πέσει κάτω.
Οι επόμενες μέρες κύλησαν ήσυχα με τους γιατρούς όμως να είναι σε συνεχόμενη επικοινωνία με την μητέρα του.
Και το πρόσωπο της κάθε φορά που επέστρεφε από την συνάντησή τους, να είναι όλο και πιο σκυθρωπό όλο και πιο άκαμπτο.
Και αυτός σαν να το είχε καταλάβει, να έρχεται όλο και πιο κοντά μου.
Έτσι ένα απόγευμα, ακόμα θυμάμαι εκείνο το ηλιοβασίλεμα μέσα από το μικρό παράθυρο του θαλάμου μας, μου είχε πει «δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο σε αυτό τον κόσμο από το να πιστεύεις ότι έχεις όλο τον χρόνο με το μέρος σου, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχεις τίποτα».
Και εγώ χάζεψα.
Άπλωσα το χέρι μου ώστε να συναντήσει το δικό του.
Και αυτή ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που ακούμπησε ο ένας τον άλλον.
Ήταν τόσο πλατωνικά όμορφο όλο αυτό και από τις δυο μεριές.
Δυο παιδιά.
Που το ένα μεγάλωσε και έφτασε ως εδώ και το ένα έμεινε εκεί. Έφυγε εκεί.
Έτσι, ο Γιώργος εκείνο το βράδυ έφυγε από την ζωή.
Και μαζί με την φυγή του άφησε πίσω του, μόνο τον πόνο.
Πόνο σε μια μητέρα, που ό,τι και να της πεις, εκείνη την στιγμή θα πουλούσε ακόμα και τα σωθικά της για να κατέβει ο Θεός στην γη, να της εξηγήσει για ποιο πούστη λόγο πήρε το παιδί της μακριά.
Άφησε τον πόνο στους φίλους του, οπού ακόμα παλεύουν με τα πώς και τα γιατί.
Εκείνη την ημέρα ο Γιώργος, τον όγδοο πόνο, συμφώνα με την κλίμακα, άφησε για εμένα.
Και εγώ αναλογίστηκα πως είτε ο Θεός δεν υπάρχει ή είναι τόσο απίστευτα σκληρός και άδικος.
Η ίδια η ζωή είναι ένας πόνος.
Γεννιέσαι μέσα από αυτόν μην το ξεχνάς.
Ρώτα την μητέρα σου για αυτό.
Αλλά, απ την άλλη μεριά, δεν ξέρω αν το έχεις παρατηρήσει.
Ό,τι οικοδομείται με βάση αυτόν, είτε φιλία είτε έρωτας, συνήθως έχει πολύ πιο γερά θεμέλια από ότι με την ανεμελιά και την χαρά.
Περίεργα μπλεγμένες οι κλωστές της ζωής.
Είναι τόσο αντίθετο όλο αυτό που δε γίνεται να έχει ισχύ.
Και όμως, αν κοιτάξεις βαθιά υπάρχει εξήγηση. Και αυτή είναι μια.
Ο πόνος αλλάζει τον άνθρωπο.
Και τις περισσότερες φορές προς κάτι καλύτερο ως προς αυτόν.
Του προσφέρει μια εξέλιξη.
Ξέρεις γιατί με βάση αυτόν θεμελιώνονται οι σχέσεις;
Γιατί στον πόνο δεν μπορείς να είσαι κάποιος άλλος.
Δεν μπορείς να προσποιηθείς.
Είναι το πιο δυνατό συναίσθημα που ξεγυμνώνει όλα τα υπόλοιπα, από την ωραία τους ενδυμασία. Ακόμα και τον έρωτα. Τον τσαρλατάνο των συναισθημάτων τον βάζει κάτω και τον πατάει στο λαιμό.
Τον φτύνει στη μάπα και του φωνάζει «νίκησα πάλι».
Γιατί ακόμα και ο έρως κάποια στιγμή με πόνο θα τελειώσει.
Αν τελειώσει.
Με αυτόν, όχι μόνο μένει η ψύχη σου γυμνή και εκτεθειμένη, αλλά όλο σου το είναι.
Σε αυτόν καταλαβαίνεις τι αξίζει να μείνει, τι να φύγει, τι θα αλλάξει και τι θα παραμείνει ίδιο.
Στον πόνο νοσεί η καρδιά και τότε ο άνθρωπος ψάχνει καταφύγιο για να επουλωθούν οι πληγές του σε άλλη καρδιά.
Για αυτό ο πόνος μπορεί να είναι η πιο στέρεα βάση, στην ρευστή μορφή μιας σχέσης.
Το χειρότερο όμως, είναι ότι εκεί που νομίζεις ότι έχει φύγει, επιστρέφει ξαφνικά μεμιάς και σου χτυπά την πόρτα της λήθης.
Εν τέλει, η ανθρώπινη ζωή είναι γεμάτη καθημερινές απλές επιλογές.
Πάνω ή κάτω, δεξιά ή αριστερά, μέσα ή έξω, ναι ή όχι.
Και από την άλλη, υπάρχουν και οι επιλογές που έχουν κάποια σημασία όπως, αγάπη ή μίσος, να γίνεις ένας καλύτερος άνθρωπος ή ένας αλήτης του δρόμου, να πολεμήσεις για κάτι που αγαπάς ή να το αφήσεις να φύγει, να γίνει ήρωας ή να δειλιάσεις, να πονέσεις ή να χαϊδέψεις, να πεθάνεις ή να ζήσεις.
Όσο όμως κι αν ο πόνος συνδέεται με το θάνατο, παράλληλα αντιστοιχεί και στην ζωή.
Και η αυτή έχει να κάνει με το πόσες φορές σήκωσες κεφάλι και ας πονούσες πολύ.
Γιατί, λίγο πριν το τέλος, το μόνο που θα μετρήσει και θα περάσει μπροστά από τα μάτια σου, σαν ταινία μικρού μήκους, είναι όλες εκείνες τις φορές που σήκωσες κεφάλι, γέλασες δυνατά και φώναξες «σε πονώ ρε ζωή».
pillowfights.gr
Μετάφραση του Everybody hurts
Όταν η μέρα σου φαίνεται τόσο μεγάλη όπως και η νύχτα,
Η νύχτα είναι όλη δική σου
Όταν είσαι σίγουρος πως άντεξες αρκετά απ’ τη ζωή αυτή
Τότε κράτα γερά
Μην εγκαταλείπεις τον εαυτό σου
Διότι όλοι κλαίνε
Και όλοι πονούν κάποιες φορές
Κάποιες φορές όλα είναι λάθος
Τώρα ήρθε η στιγμή να τραγουδήσουμε μαζί
Όταν οι μέρες σου είναι μόνο νύχτα
Όταν νιώθεις πως αφήνεσαι
Όταν πιστεύεις πως άντεξες πάρα πολλά απ’ τη ζωή αυτή
Τότε κράτα γερά
Όλοι πονούν
Βασίσου στους φίλους σου
Όλοι πονούν
Μην μαζεύεις το χέρι σου
Όχι, μη
Μην μαζεύεις το χέρι σου
Αν νιώθεις πως είσαι μόνος
Όχι, όχι, δεν είσαι μόνος
Αν είσαι ολομόναχος σ’ αυτή τη ζωή
Οι μέρες και οι νύχτες περνούν αργά
Όταν πιστεύεις ότι άντεξες τόσα πολλά σ’ αυτή τη ζωή ώστε να μην εγκαταλείψεις
Τότε πρέπει να ξέρεις πως όλοι πονούν, όλοι κλαίνε καποιες φορές
Και όλοι πονούν κάποιες φορές
Έτσι λοιπόν, κράτα γερά, μην εγκαταλείπεις
(Όλοι πονούν… δεν είσαι μόνος)