Κατά το έτος 1977 ήταν σε οξεία φάση το θέμα των αυτοκινήτων στο Άγιον Όρος. Μεταξύ των πατέρων επικρατούσε διαφωνία. Άλλοι υποστήριζαν την παραμονή και την χρήση των αυτοκινήτων, γιατί εξυπηρετούν και οικονομούν δήθεν χρόνο για προσευχή, και άλλοι πίστευαν ότι για το καλό του Αγίου Όρους, για να μη χαθεί η ησυχία και αλλοιωθεί η πνευματική του φυσιογνωμία, πρέπει να σταματήσει η διάνοιξη δρόμων και τα αυτοκίνητα να εξωσθούν από το Όρος.
Ο Γέροντας συμφωνούσε με τους δεύτερους. Πήρε θέση και μιλούσε με παρρησία και σαφήνεια. Έλεγε: «Αν θέλουν τέτοιες ευκολίες, ας πάνε σε κανένα μοναστήρι στον κόσμο και να μην καταστρέφουν το Άγιον Όρος. Είναι μικρότερο κακό να χάσουν αυτοί την παρθενία τους, παρά να καταστρέψουν αυτόν τον παρθένο χώρο. Θέλουν να κάνουν και δρόμο στην κορυφογραμμή, να διασχίζει όλο το Όρος. Ακούς εκεί! Μα δεν το καταλαβαίνουν; Είναι, ας υποθέσουμε, κατά κάποιο τρόπο σαν να ρίχνουν μια τσεκουριά στην ραχοκοκκαλιά του Άθωνα. Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση τι θα γίνει; Πολλοί με τα αυτοκίνητα θα αλωνίζουν όλο το Όρος για τουρισμό και μερικοί θα πουλάνε και αναψυκτικά. Και θα γίνει το Άγιον Όρος, που το αγίασαν οι άγιοι Πατέρες με τους αγώνες τους, σωστό τρελλοκομείο...».
Και μετά από μικρή σιωπή πρόσθετε: «Αλλά η Παναγία δεν θ' αφήσει να καταστραφεί το Περιβόλι της...»
Πολλοί αντιπρόσωποι έφθαναν μέχρι το Καλύβι του για να τον συμβουλευθούν. Ο Γέροντας πέρα από τις κατ' ιδίαν έντονες αλλά και έμπονες προτροπές του, ενήργησε να συνταχθεί και ένα κείμενο απαγορευτικό εναντίον των δρόμων και των αυτοκινήτων.
Το υπέγραψε μαζί με άλλους σεβάσμιους και εξέχοντες Αγιορείτες. Τελικά η Ιερά Κοινότης αποφάσισε το κάθε μοναστήρι να περιορίσει την κυκλοφορία των αυτοκινήτων εντός των ορίων του.
Αλλά δυστυχώς η κατάσταση δεν άλλαξε, μάλλον χειροτέρευσε. Στο τέλος, όταν πλέον δεν εισακουόταν, έλεγε με θλίψη: «Οι υπεύθυνοι θα δώσουν λόγο στον Θεό. Αρκεί να μη συμφωνεί κανείς μαζί τους και να μη γίνεται αίτιος».
Εκείνο το διάστημα επέστρεφε από τον κόσμο σε περίοδο χειμώνος. Το λεωφορείο από τα πολλά χιόνια δεν κατέβηκε στην Δάφνη. Το αυτοκίνητο ενός Μοναστηριού πήρε τους επιβάτες. Οι πιο πολλοί ήταν πατέρες. Όλοι ανέβηκαν στο αυτοκίνητο και προσπαθούσαν να πείσουν και τον Γέροντα να ανεβεί, αλλά ματαίως.
Ξεκίνησε με τα πόδια μόνος και τον ακολούθησε και ένας νέος. Στον ώμο είχε ένα σακκίδιο με αρκετό βάρος. Ήταν εξαντλημένος και κρυωμένος, ενώ δεν σταμάτησε να ρίχνει χιόνι. Δεν κατόρθωσε να φτάσει ως το Κελλί του, αλλά αργά το απόγευμα έφθασε στις Καρυές όπου και διανυκτέρευσε. Υπέστη όλη αυτή την ταλαιπωρία, για να μην αθετήσει με έργο, ότι υποστήριζε με λόγο. Την θέση του αυτή την κράτησε ως το τέλος του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την τελευταία ημέρα προ της οριστικής εξόδου του από το Άγιον Όρος παραβρέθηκε στην πανήγυρη του Κελλιού οσίου Χριστοδούλου στις 21-10-93, μαζί με γνωστούς του πατέρες.
Στο κέρασμα, από κάποια αφορμή που δόθηκε, έστρεψε την συζήτηση και καταφέρθηκε με ασυνήθιστη δριμύτητα εναντίον των δρόμων και των αυτοκινήτων στον ασκητικό Άθωνα. Σαν να ήθελε τρόπον τινά να αφήσει έντονα τις τελευταίες υποθήκες του και να σφραγίσει το πιστεύω του.
Ο Γέροντας συμφωνούσε με τους δεύτερους. Πήρε θέση και μιλούσε με παρρησία και σαφήνεια. Έλεγε: «Αν θέλουν τέτοιες ευκολίες, ας πάνε σε κανένα μοναστήρι στον κόσμο και να μην καταστρέφουν το Άγιον Όρος. Είναι μικρότερο κακό να χάσουν αυτοί την παρθενία τους, παρά να καταστρέψουν αυτόν τον παρθένο χώρο. Θέλουν να κάνουν και δρόμο στην κορυφογραμμή, να διασχίζει όλο το Όρος. Ακούς εκεί! Μα δεν το καταλαβαίνουν; Είναι, ας υποθέσουμε, κατά κάποιο τρόπο σαν να ρίχνουν μια τσεκουριά στην ραχοκοκκαλιά του Άθωνα. Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση τι θα γίνει; Πολλοί με τα αυτοκίνητα θα αλωνίζουν όλο το Όρος για τουρισμό και μερικοί θα πουλάνε και αναψυκτικά. Και θα γίνει το Άγιον Όρος, που το αγίασαν οι άγιοι Πατέρες με τους αγώνες τους, σωστό τρελλοκομείο...».
Και μετά από μικρή σιωπή πρόσθετε: «Αλλά η Παναγία δεν θ' αφήσει να καταστραφεί το Περιβόλι της...»
Πολλοί αντιπρόσωποι έφθαναν μέχρι το Καλύβι του για να τον συμβουλευθούν. Ο Γέροντας πέρα από τις κατ' ιδίαν έντονες αλλά και έμπονες προτροπές του, ενήργησε να συνταχθεί και ένα κείμενο απαγορευτικό εναντίον των δρόμων και των αυτοκινήτων.
Το υπέγραψε μαζί με άλλους σεβάσμιους και εξέχοντες Αγιορείτες. Τελικά η Ιερά Κοινότης αποφάσισε το κάθε μοναστήρι να περιορίσει την κυκλοφορία των αυτοκινήτων εντός των ορίων του.
Αλλά δυστυχώς η κατάσταση δεν άλλαξε, μάλλον χειροτέρευσε. Στο τέλος, όταν πλέον δεν εισακουόταν, έλεγε με θλίψη: «Οι υπεύθυνοι θα δώσουν λόγο στον Θεό. Αρκεί να μη συμφωνεί κανείς μαζί τους και να μη γίνεται αίτιος».
Εκείνο το διάστημα επέστρεφε από τον κόσμο σε περίοδο χειμώνος. Το λεωφορείο από τα πολλά χιόνια δεν κατέβηκε στην Δάφνη. Το αυτοκίνητο ενός Μοναστηριού πήρε τους επιβάτες. Οι πιο πολλοί ήταν πατέρες. Όλοι ανέβηκαν στο αυτοκίνητο και προσπαθούσαν να πείσουν και τον Γέροντα να ανεβεί, αλλά ματαίως.
Ξεκίνησε με τα πόδια μόνος και τον ακολούθησε και ένας νέος. Στον ώμο είχε ένα σακκίδιο με αρκετό βάρος. Ήταν εξαντλημένος και κρυωμένος, ενώ δεν σταμάτησε να ρίχνει χιόνι. Δεν κατόρθωσε να φτάσει ως το Κελλί του, αλλά αργά το απόγευμα έφθασε στις Καρυές όπου και διανυκτέρευσε. Υπέστη όλη αυτή την ταλαιπωρία, για να μην αθετήσει με έργο, ότι υποστήριζε με λόγο. Την θέση του αυτή την κράτησε ως το τέλος του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την τελευταία ημέρα προ της οριστικής εξόδου του από το Άγιον Όρος παραβρέθηκε στην πανήγυρη του Κελλιού οσίου Χριστοδούλου στις 21-10-93, μαζί με γνωστούς του πατέρες.
Στο κέρασμα, από κάποια αφορμή που δόθηκε, έστρεψε την συζήτηση και καταφέρθηκε με ασυνήθιστη δριμύτητα εναντίον των δρόμων και των αυτοκινήτων στον ασκητικό Άθωνα. Σαν να ήθελε τρόπον τινά να αφήσει έντονα τις τελευταίες υποθήκες του και να σφραγίσει το πιστεύω του.
Από το βιβλίο
«ΒΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ»
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΙΣΑΑΚ (ΣΕΛ.244-246)
http://hggiken.pblogs.gr
http://hggiken.pblogs.gr