Σ’ αγαπώ» Μια λέξη που τη λέμε συχνά ή σπανίως.
Ξέρουμε όμως τι σημαίνει;
Πολλοί από εμάς, εντελώς ανεπίγνωστα και υποκριτικά ταυτίζουμε την λέξη «Σ’ αγαπώ» με την ανταλλαγή προσδοκιών για τρυφερότητα, φροντίδα και ασφάλεια στο πλαίσιο των διαπροσωπικών μας σχέσεων.
Όταν νιώθουμε -ή λέμε- το «σ” αγαπώ» στον φίλο, τον σύντροφο, τον γονιό, ή το παιδί μας συνήθως αιτούμαστε από μέρους τους την επίδειξη, με λέξεις ή πράξεις, του ενδιαφέροντός τους.
Η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων αρνείται πεισματικά να δεχτεί τον αιτητικό χαρακτήρα του «σ” αγαπώ», ενώ αυτάρεσκα και επιδεικτικά υπερτονίζει την ανάγκη για δοτικότητα.
Η έννοια της αγάπης βέβαια δεν έχει καμία σχέση με το παραπάνω «παιχνίδι- αλισβερίσι» εντυπώσεων κι αυτοδικαίωσης. Η αγάπη υπερβαίνει καταλυτικά τις αυτό-τροφοδοτούμενες συναισθηματικές εντυπώσεις που παίρνουν και δίνουν στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Είναι ή ύστατη και γι' αυτό τελειωμένη κατάσταση ύπαρξης,
απ' την οποία απουσιάζει κάθε είδους προσδοκία.
Όσο για το πώς μετριέται;
Μετριέται με τον βαθμό παράδοσης
του ιδίου θελήματος
του αγαπώντος προσώπου,
στο βωμό της ανιδιοτελούς προσφοράς
για το όφελος κάθε ζωντανού πλάσματος.