Αν και η απελευθέρωση του ανθρώπου από τα δεσμά της Θεοκρατίας πραγματοποιήθηκε στον ελλαδικό χώρο όπου γεννήθηκε η επιστήμη και η λογική, ελάχιστοι γνωρίζουν ότι οι αρχαίοι πρόγονοί μας, όπως άλλωστε και οι Βυζαντινοί, ήταν εξαιρετικά προληπτικοί άνθρωποι και καθόριζαν πολλές πλευρές της ζωής τους βασισμένοι στα σημάδια που τους έδιναν οι υπερφυσικές δυνάμεις στις οποίες πίστευαν.
Απ’ όλους τους Αρχαίους Έλληνες όμως, κανείς δεν ήταν πιο προληπτικός από τους Σπαρτιάτες. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της ιδιομορφίας των Σπαρτιατών θα βρούμε στη μάχη των Πλαταιών (479 π.Χ) όπου, λόγω κάποιας ασυνεννοησίας, οι Σπαρτιάτες μαζί με τους γείτονες (και συχνά εχθρούς τους) Τεγεάτες βρέθηκαν αντιμέτωποι με τον κύριο όγκο του περσικού στρατού.
Οι περισσότεροι και οπλισμένοι κυρίως με εκήβολα όπλα (τόξα, ακόντια κ.λπ.) Πέρσες πλησίασαν τότε τη Σπαρτιατική φάλαγγα και άρχισαν να χτυπούν από απόσταση ασφαλείας τους πυκνά παρατεταγμένους Έλληνες. Όπως ήταν φυσικό, οι γενναίοι Σπαρτιάτες ζήτησαν αμέσως από τον Βασιλιά και στρατηγό τους Παυσανία την άδεια να επιτεθούν και να σκορπίσουν αυτούς τους θρασύς βαρβάρους. Εκείνος όμως τους απάντησε ότι οι χρησμοί δεν ευνοούσαν επίθεση και τους κάλεσε να παραμείνουν στη θέση τους.
Όσο περνούσε η ώρα, όλο και περισσότεροι Πέρσες έφταναν στην πρώτη γραμμή και όλο και πιο πολλοί Σπαρτιάτες και Τεγεάτες έπεφταν από τα τόξα και τα ακόντιά τους ανίκανοι να ανταποδώσουν τα χτυπήματα αφού διέθεταν ολισμό αποκλειστικά για μάχη σώμα με σώμα (αγχέμαχα όπλα όπως δόρατα και σπαθιά). Οι άνδρες λοιπόν άρχισαν να δυσανασχετούν και να ζητούν όλο και πιο έντονα την άδεια να επιτεθούν, αλλά ο Παυσανίας επέμενε να ρωτά τους μάντεις και, παίρνοντας αρνητική απάντηση, τους διέταζε να παραμείνουν στις θέσεις τους.
Τελικά, κάποια στιγμή οι Τεγεάτες δεν άντεξαν άλλο και κινήθηκαν μόνοι τους, χωρίς διαταγή, εναντίον των Περσών, ακολουθούμενοι όμως σχεδόν αμέσως από τους Σπαρτιάτες, καθώς εκείνη τη στιγμή ο Παυσανίας ανακοίνωσε πως επιτέλους οι χρησμοί ήταν ευνοϊκοί και μπορούσαν να επιτεθούν.
Όλοι γνωρίζουμε πως η επίθεση αυτή έληξε με μια περιφανή νίκη των Ελλήνων και ο Παυσανίας απέκτησε τεράστια δόξα και κύρος σε όλη την Ελλάδα. Εκ πρώτης όψεως βέβαια η δόξα αυτή δεν φαίνεται να δικαιολογείται από τις πράξεις του, καθώς μοιάζει να συμπεριφέρθηκε όχι σαν αρχηγός που αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και παίρνει δύσκολες αποφάσεις, αλλά ως ένας δειλός θρησκόληπτος που παρέδωσε τη στρατηγία στους οιωνοσκόπους και άφησε σε αυτούς την ευθύνη της διεξαγωγής της μάχης.
Τα φαινόμενα όμως απατούν.
Ο Παυσανίας ήταν ένας πολύ ευφυής άνθρωπος και γνώριζε πολύ καλά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα όχι μόνο του αντιπάλου, αλλά και της δικής του παράταξης. Κατάλαβε λοιπόν αμέσως ότι αν οι βαρύτερα οπλισμένοι άνδρες του επιτίθονταν αμέσως στους βαρβάρους που τους παρενοχλούσαν, θα κατάφερναν μεν να τους διασκορπίσουν αλλά τότε εκείνοι απλώς θα αποτραβιόντουσαν λίγο μακρύτερα και θα συνέχιζαν πάλι να φθείρουν από μακριά τους Έλληνες οι οποίοι, κουβαλώντας μεγαλύτερο βάρος, γρήγορα θα κουράζονταν από την καταδίωξη και θα περικυκλώνονταν από τους πολυαριθμότερους εχθρούς.
Όπως θα έκανε και ένας καλός μαχητής του Judo λοιπόν, ο Παυσανίας αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τη δύναμη του εχθρού του εναντίον του. Κρατώντας τους άνδρες του ακίνητους γνώριζε πως όλο και περισσότεροι Πέρσες θα συγκεντρώνονταν απέναντί τους για να τους χτυπήσουν εκ του ασφαλούς. Όταν λοιπόν θα μαζεύονταν αρκετοί, οι Έλληνες θα επιτίθονταν βέβαιοι πως οι εχθροί απέναντί τους δεν θα μπορούσαν να διαφύγουν, μια και θα εμποδίζονταν από τις δεκάδες χιλιάδες των άλλων Περσών οι οποίοι θα είχαν συγκεντρωθεί πίσω τους, περιμένοντας και αυτοί τη σειρά τους για να χτυπήσουν τους “παθητικούς” Έλληνες.
Όσο πειθαρχημένοι και αν ήταν οι άνδρες του όμως, ο Παυσανίας γνώριζε πως δύσκολα θα μπορούσε να τους πείσει να δεχθούν αδιαμαρτύρητα τα χτυπήματα των Περσών μέχρι να έρθει η κατάλληλη στιγμή. Έτσι, αποφάσισε να εκμεταλλευτεί τη δεισιδαιμονία τους και δεν διέταξε επίθεση παρά μόνο όταν δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς (όταν οι Τεγεάτες δεν άντεξαν πλέον την αναμονή και επιτέθηκαν, αδιαφορώντας για τις διαταγές του).
Ευτυχώς για τον Παυσανία και για την Ελλάδα, οι συγκεντρωμένοι εχθροί ήταν ήδη αρκετοί και το σχέδιο λειτούργησε. Οι πρώτες γραμμές των Περσών προσπάθησαν να διαφύγουν, αλλά μπερδεύτηκαν με τις ενισχύσεις που έρχονταν από πίσω και επικράτησε κομφούζιο που σύντομα μετατράπηκε σε πανικό και φυγή.
Η νίκη στις Πλαταιές λοιπόν ήταν ένας θρίαμβος της γενναιότητας και του στρατιωτικού δόγματος των Ελλήνων, αλλά ωφελήθηκε τα μέγιστα και από τις διπλωματικές ικανότητες του Παυσανία ο οποίος αξιοποίησε προς όφελος των στρατιωτών του το ελάττωμα της δεισιδαιμονίας που τους χαρακτήριζε.
Δυστυχώς, στη ζωή σπάνια βρίσκονται άνθρωποι που μας αγαπούν τόσο πολύ και είναι τόσο ικανοί ώστε να κάνουν ακόμη και τα ελαττώματά μας να λειτουργούν προς το συμφέρον μας. Οι περισσότεροι πράττουν το ακριβώς αντίθετο και χρησιμοποιούν αυτά τα ίδια ελαττώματα (ματαιοδοξία, απληστία, φόβος κ.λπ.) για να μας βλάψουν και να για ωφεληθούν οι ίδιοι σε βάρος μας.
Για παράδειγμα, ο Κλεισθένης κατάφερε να κάνει την Αθήνα μεγάλη δύναμη, δωροδοκώντας το μαντείο των Δελφών. Έτσι, κάθε φορά που οι Σπαρτιάτες ρωτούσαν κάτι, η Πυθία απαντούσε μόνο “Ελευθερώστε την Αθήνα”. Τελικά πείστηκαν, έκαναν εκστρατεία και έδιωξαν τον τύραννο Ιππία με αποτέλεσμα την εγκαθίδρυση δημοκρατίας με αρχηγό τον μέχρι τότε εξόριστο Κλεισθένη ο οποίος ξεκίνησε τις μεταρρυθμίσεις που οδήγησαν την Αθήνα στο απόγειο της δύναμης και της δόξας της.
Η προστασία μας λοιπόν από την κακότητα, τις επιβουλές και τις παγίδες του κόσμου δεν βρίσκεται ούτε στην πονηριά ή την ευφυΐα μας ούτε στην συνεχή εγρήγορση και τη δυσπιστία μας, αλλά στο χαρακτήρα μας και στην αναγνώριση και θεραπεία των ελαττωμάτων μας. Την επόμενη φορά λοιπόν που κάποιος θα σας εξαπατήσει θυμηθείτε τους Σπαρτιάτες. Η αιτία του κακού δεν βρίσκεται στο ότι δεν αναγνωρίσαμε τον πραγματικό τους σκοπό, αλλά στο ότι δεν φροντίσαμε να διορθώσουμε τα ελαττώματά μας που αυτός τελικά εκμεταλλεύτηκε.
Πάλι δική μας η ευθύνη λοιπόν. Όπως άλλωστε ταιριάζει σε ελεύθερους και αυτεξούσιους ανθρώπους.