Ένα ορφανό φτωχόπαιδο 15χρονο μετά τον πόλεμο πουλούσε σάμαλι τις Κυριακές έξω από τα γήπεδα της Νέας Φιλαδέλφειας και της Ριζούπολης. Ήταν αυτός που μετά από τέσσερα χρόνια, το 1950, ανέβηκε για πρώτη φορά στο πάλκο και δυο χρόνια αργότερα κτύπησε τον πρώτο δίσκο. Το μεγαλύτερο όνομα Έλληνα τραγουδιστή, ο θρυλικός Στέλιος Καζαντζίδης, που γεννήθηκε σα σήμερα, στις 29 Αυγούστου, το 1931, στη Νέα Ιωνία.
Από πιτσιρικάς ο Στέλιος ένοιωσε στο πετσί του αυτό που λέγεται κοινωνική αδικία, κοινωνική ανισότητα, στην περίοδο του εμφυλίου πολέμου, για να ζήσει πουλούσε τσιγάρα στους φαντάρους στο Σταθμό Λαρίσης, κάστανα στην Ομόνοια, έκανε το βοηθό νερουλά και παράλληλα δούλευε σε οικοδομή.
Χωρίζει την Καίτη Γκραίη, που τότε ήταν μελαχροινή, και γνωρίζει στη Θεσσαλονίκη την Μαρινέλλα, που γίνονται ντουέτο και παντρεύονται το 1964, γάμος που κράτησε ένα χρόνο. Αθώος στα νειάτα του, στο πρώτο ραντεβού με την Μαρινέλλα, την πήρε και πήγαν για ψάρεμα, έτσι έμεινε μέχρι το τέλος, άδολος, άκακος, απονήρευτος. Πέθανε από καρκίνο στα 70 του.
ΑΜΑΝΕΔΕΣ ΚΑΙ ΕΜΒΑΤΗΡΙΑ
Ο Στέλιος Καζαντζίδης τραγούδησε σε πρώτη εκτέλεση 1.350 τραγούδια από τα οποία τα οκτώ, αριθμός 8, ήταν τούρκικα. Το πιο σωστό, το πιο συνεπές γι’ αυτόν τον μεγάλο τραγουδιστή, γι’ αυτή τη φωνή που τόσο αγαπήθηκε από τον κόσμο και τόσο υμνήθηκε από τους κουλτουριάρηδες, θα ήταν να τραγουδούσε 1.350 τούρκικα τραγούδια από τα οποία τα οκτώ, αριθμός 8, να ήταν ελληνικά. Αν, βέβαια, ο Καζαντζίδης θα τραγουδούσε ελληνικά, δηλαδή δημοτικά, νησιώτικα κ.α. Και σίγουρα με ελληνικά τραγούδια, όχι με τούρκικης, με ανατολικής μουσικής ελληνικούς στίχους, ο Στέλιος Καζαντζίδης δεν θα γινόταν αυτός που έγινε. Αυτός που πέρασε στην Ιστορία σα θρύλος. Ένα πρόσωπο μυθικό για τη σύγχρονη Ελλάδα.
Tον Έλληνα μετά τον πόλεμο, την Ελλάδα μετά την γερμανική κατοχή, την εκφράζει περισσότερο από κάθε άλλον ο Στέλιος Καζαντζίδης. Τα τραγούδια, δηλαδή οι στίχοι, και η μουσική από τους δίσκους του Στέλιου Καζαντζίδη.
Ούτε ο Καραμανλής και ο Παπανδρέου, ούτε ο Θεοδωράκης και η Παπαρήγα, ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟΚ, η Βουγιουκλάκη και η Βασιλειάδου, η Μενεγάκη και ο Λαζόπουλος, εκφράζουν τη σημερινή, τη μεταπολεμική Ελλάδα τόσο όσο ο Στέλιος Καζαντζίδης. Για να ξέρουμε τι λέμε. Βεβαίως κι όλοι αυτοί που ανέφερα είναι Ελλάδα, είναι Έλληνες, αλλά περισσότερο απ’ όλα, το στίγμα της κακομοιριάς, του αποπροσανατολισμού, της μοιρολατρίας, του εκτός θέματος για να το πω αλλοιώς, το δίνει ο Στέλιος Καζαντζίδης.
Τι είπε ο ίδιος ο Στέλιος; «Εγώ είμαι ένας τραγουδιστής…». Αυτό είπε ο σεμνός σ’ όλα του ανθρωπάκος. Ναι, ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν ένας ήσυχος, χαμηλών τόνων ανθρωπάκος με την καλή έννοια. Ουδεμία σχέση με το βαρύτατο όνομά του, με το θρύλο του, με την ιστορικότητα της παρουσίας του στο ελληνικό προσκήνιο. Ήταν άγνωστα σ’ αυτόν βεντετισμός ή αλαζονεία. Να μην απομακρυνθούμε από την ουσία, όμως. Και η ουσία δεν είναι ποιος ήταν ο χαρακτήρας ούτε η συμπεριφορά του Καζαντζίδη, ούτε ποια ήταν η διαδρομή της ζωής του, από την προσφυγομάνα Νέα Ιωνία, εκεί που γεννήθηκε πάμφτωχος.
«Εγώ είμαι ένας τραγουδιστής…» είπε ο Καζαντζίδης. Λάθος! Τι λέμε τώρα;… Μιλάμε για τον Στέλιο Καζαντζίδη, που σε καμμία περίπτωση μπορούμε να τον δούμε απλά σαν ένα λαϊκό βάρδο. Όχι! Δεν είναι τραγουδιστής ο Καζαντζίδης. Δεν είναι μόνο τραγουδιστής, δηλαδή. Κυρίως είναι πολιτικός. Είπαμε. Πολιτικός δεν είναι κάποιος σώνει και καλά επειδή ανήκει σ’ ένα κόμμα. Ούτε πολιτική ασκεί σίγουρα κάποιος επειδή είναι υπουργός.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, λέει, ήταν σοσιαλιστής. Παραμύθια! Κι αν ήταν σοσιαλιστής τι σημασία έχει, αφού ποτέ δεν εφάρμοσε σοσιαλισμό; Μιλάμε πολιτικά. Και λέμε ότι ο Ανδρέας πολιτικά ακολούθησε καζαντζιδισμό. Ακριβώς. Ο λαϊκισμός του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ ήταν γνήσιος καζαντζιδισμός ντυμένος με θεωρητικούρα, συνθηματοσούρα και κάργα θολούρα πολιτική.
Πολιτικός δεν είναι αυτός που επειδή είναι υπεχωδές φτιάχνει δρόμους και γεφύρια, επειδή είναι υπουργός υγείας ελέγχει νοσοκομεία και ο άλλος της δικαιοσύνης επιβλέπει φυλακές. Πολιτικός του ελληνικού λαού, πολιτικός της ελληνικής κοινωνίας ειδικά, είναι εκείνος που σαν ένας άλλος Καζαντζίδης, π.χ. όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου, αμολούσε τα γνωστά. Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες. Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά, Συμβόλαιο με το λαό, και άλλα τέτοια που με τη μια γινόντουσαν σουξέ. Ο Καζαντζίδης έκανε πολιτική με τους δίσκους του, το ίδιο που έκανε από το μπαλκόνι ο Παπανδρέου.
Η πολιτική του Στέλιου Καζαντζίδη έβγαινε από τα τραγούδια του. Το ίδιο και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Μέχρι το μπαλκόνι, όμως… Σαν εξουσία, σαν κυβέρνηση ο Ανδρέας δεν προχώρησε ποτέ στο σοσιαλισμό. Έμεινε στα τραγούδια, στα συνθήματα, στα σουξέ, στον καζαντζιδισμό. Γιατί, όμως, ο Καζαντζίδης είναι περισσότερο πολιτικός, λαϊκίστικός, όχι λαϊκός πολιτικός; Επειδή ο τραγουδιστής είπε το ψέμμα της ζωής, όχι την αλήθεια της. Είπαμε. Θα πούμε αυτά που δεν έχουν ειπωθεί.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν αληθινός. Δεν ήταν ψεύτικος. Ό,τι τραγούδησε το εννοούσε. Ό,τι τραγούδησε το πονούσε. Είπε, όμως, το ψέμμα της ζωής…, και το είπε στα τραγούδια του σα να είναι η αλήθεια της ζωής. Είπαμε. Δεν έχουν ειπωθεί ποτέ τέτοια πράγματα για ένα φαινόμενο. Βεβαίως και είναι φαινόμενο ο Καζαντζίδης. Και μετά απ’ αυτό «το φαινόμενο Καζαντζίδης» αξίζει να δούμε, να φωτίσουμε την αλήθεια της νεώτερης Ελλάδος και να δώσουμε κάποιες απαντήσεις, μάλλον κάποιες εξηγήσεις για το ποιοι ακριβώς είναι οι νεοέλληνες του 20ου και του 21ου αιώνος. Λοιπόν.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης ποτέ δεν πρόδωσε τον κόσμο. Πάντα έλεγε την αλήθεια που όμως ήταν ένα ψέμμα. Κι αν δεν ήταν ψέμμα, σίγουρα ήταν μακρυά από την αλήθεια. Και πολύ κοντά στον κόσμο ήταν αυτό που έλεγε με τα τραγούδια του ο Καζαντζίδης. Δηλαδή; Ο κόσμος δεν είναι με το ψέμμα, ούτε είναι με την αλήθεια. Αδιαφορεί ο κόσμος για το τι είναι αληθινό, τι είναι ψεύτικο. Αυτό μόνο που γουστάρει ο κόσμος είναι αυτό που θέλει. Κι αυτό που θέλει είναι για τον κόσμο το σωστό, το δίκαιο, το αληθινό. Τελειώσαμε.
Κόσμος είναι αυτός. Δηλαδή; Δεν μπορεί με τίποτα ο κόσμος να αποδεχθεί ότι είναι ανίκανος, ότι ΣΥΜΒΑΛΕΙ κι αυτός, και ο πατέρας του, και ο αδελφός του, και ο συμμαθητής του, και ο φουκαράς ο γείτονάς του, στην αδικία, στην ανισότητα. Ότι στα κακά της μοίρας του έχει ευθύνη κι αυτός.
Παίζει το παραμύθι ότι για τη φτώχεια, τη μιζέρια, για όλες τις δυσκολίες της ζωής φταίνε οι άλλοι, οι πλούσιοι, οι οποίοι είναι κακοί και θα ήταν καλοί αν ήταν… φιλάνθρωποι. Αν αυτά που κερδίζουν, που έχουν, τα μοιράζανε στους μη έχοντες.
Ο Καζαντζίδης έγινε για τον λαό ο Στέλιος , η Στελάρα, γιατί τραγούδησε με αλήθεια και παράπονο τη ξενητιά, το ξεριζωμό, τα χαμένα όνειρα, τον ερωτικό χωρισμό, την εγκατάλειψη. Τραγουδούσε τα λόγια, τους στίχους και βούρκωνε ο Καζαντζίδης. Τα ένοιωθε ο άνθρωπος αυτά που τραγουδούσε. Δεν ήταν παραμύθης. Δεν προσποιούταν τον λυπημένο. Και τι σημαίνει αυτό;
Και μια πουτάνα που σηκώνει τα πόδια της μπορεί να το νοιώθει, όχι τα καλά του γαμησιού, αλλά ότι κάνει κοινωνική προσφορά. Και γιατί όχι, γιατί να μη θεωρείται προσφορά στο κοινωνικό σύνολο η πουτάνα. Όπως δέχομαι ότι πράγματι ο Στέλιος Καζαντζίδης έκανε κοινωνική προσφορά αφού έδινε με τη ψυχή του αυτό που ήθελε ο φουκαράς ο κόσμος. Απλά, ο Στέλιος Καζαντζίδης δεν του είπε του φουκαρά ότι είσαι φουκαράς. Ότι φταίς κι εσύ για όλα αυτά που τραβάς.
Δεν τον κατηγορούμε τον Καζαντζίδη. Γιατί; Επειδή ήταν γνήσιος. Ο ψεύτικος, ο παραμύθης ήταν ο Παπανδρέου, όπως ο κάθε πολιτικός που επίσης γλύφει και καλοπιάνει, δηλαδή δουλεύει τον κοσμάκη πουλώντας ψέμματα και ελπίδες, όνειρα και υποσχέσεις. Ο Καζαντζίδης ήταν αληθινός διότι πράγματι νόμιζε ότι ο κόσμος δεν φταίει. Να το πω αλλοιώς.
Πολιτικά ο Καζαντζίδης δεν ωρίμασε. Την ίδια εργατική συνείδηση που είχε από πιτσιρίκι, από τότε που ήταν ένας βιοπαλαιστής της ζωής, ένα φτωχόπαιδο, την κράτησε μέχρι το τέλος. Τόσο αθώος ήταν, για να τον κρίνουμε και από ένα άλλο επίπεδο. Ποτέ άλλος τραγουδιστής δεν τον ξεπέρασε σα φίρμα, σαν όνομα κι όμως αυτός παρέμεινε ένας καθημερινός άνθρωπος. Είπαμε, όμως, να μην παρασυρθούμε από την συγκεκριμένη προσωπικότητα, από τα προσωπικά του Καζαντζίδη. Να επανέλθουμε στην ουσία.
Ο ελληνικός λαός ήθελε τον Καζαντζίδη ΤΟΥ. Γι’ αυτό έγινε θεός ο άνθρωπος, γι’ αυτό λατρεύτηκε. Ο Στέλιος Καζαντζίδης έδωσε στον ελληνικό λαό αυτό που ήθελε ο κόσμος. Δεν θα γινόταν θρύλος, όπως έγινε, ο Καζαντζίδης ακόμα και πιο μεγάλη φωνή να διέθετε, αν έλεγε τραγούδια που δεν ακουμπούσαν τη ψυχή του λαού.
Θα τελειώσω για σήμερα…, για σήμερα λέω, διότι «το κεφάλαιο Καζαντζίδης», «το φαινόμενο Καζαντζίδης» είναι τεράστιο και ζωντανό όσο ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΛΑΟΣ στην πλειοψηφία του παραμένει ίδιος, παραμένει καζαντζιδικός, έστω και χωρίς πλέον τον Καζαντζίδη… Παρένθεση απαραίτητη: Και ποιος δεν υπηρετεί τον καζαντζιδισμό; Και ποιος δεν λειτουργεί τον καζαντζιδισμό, έστω με δόσεις κουλτούρας και ποιότητος, έστω χωρίς αμανέδες και καρσιλαμάδες; Όσο πέφτει κατάρα για τους εξουσιαστές του λαού, γι’ αυτούς που τον πηδάνε τον λαό, ενώ πρόκειται για πρόσωπα που τα λατρεύει ο λαός…, ε, όσο παίζει αυτή η υποκρισία, τόσο ο καζαντζιδισμός δεν πεθαίνει.
Σε μια συνέντευξή του στον Λευτέρη Παπαδόπουλο ο Στέλιος Καζαντζίδης το Φεβρουάριο του 1982 έλεγε: «…Ο αμανές είναι ένας ελιγμός του τραγουδιστή που βγάζει το σπαραγμό και το κλάμα. Και θέλω να με συγχωρήσουν οι κύριοι αυτοί που θα πω ότι η μουσική τους είναι γερμανικά μαρς και ρωσικά εμβατήρια και διάφορα άλλα, ψυχρά και γλυκανάλατα, που δεν τα δέχεται ο ελληνικός λαός, όσο και να προσπαθούν να του τα επιβάλλουν».
Tον Έλληνα μετά τον πόλεμο, την Ελλάδα μετά την γερμανική κατοχή, την εκφράζει περισσότερο από κάθε άλλον ο Στέλιος Καζαντζίδης. Τα τραγούδια, δηλαδή οι στίχοι, και η μουσική από τους δίσκους του Στέλιου Καζαντζίδη.
Ούτε ο Καραμανλής και ο Παπανδρέου, ούτε ο Θεοδωράκης και η Παπαρήγα, ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟΚ, η Βουγιουκλάκη και η Βασιλειάδου, η Μενεγάκη και ο Λαζόπουλος, εκφράζουν τη σημερινή, τη μεταπολεμική Ελλάδα τόσο όσο ο Στέλιος Καζαντζίδης. Για να ξέρουμε τι λέμε. Βεβαίως κι όλοι αυτοί που ανέφερα είναι Ελλάδα, είναι Έλληνες, αλλά περισσότερο απ’ όλα, το στίγμα της κακομοιριάς, του αποπροσανατολισμού, της μοιρολατρίας, του εκτός θέματος για να το πω αλλοιώς, το δίνει ο Στέλιος Καζαντζίδης.
Τι είπε ο ίδιος ο Στέλιος; «Εγώ είμαι ένας τραγουδιστής…». Αυτό είπε ο σεμνός σ’ όλα του ανθρωπάκος. Ναι, ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν ένας ήσυχος, χαμηλών τόνων ανθρωπάκος με την καλή έννοια. Ουδεμία σχέση με το βαρύτατο όνομά του, με το θρύλο του, με την ιστορικότητα της παρουσίας του στο ελληνικό προσκήνιο. Ήταν άγνωστα σ’ αυτόν βεντετισμός ή αλαζονεία. Να μην απομακρυνθούμε από την ουσία, όμως. Και η ουσία δεν είναι ποιος ήταν ο χαρακτήρας ούτε η συμπεριφορά του Καζαντζίδη, ούτε ποια ήταν η διαδρομή της ζωής του, από την προσφυγομάνα Νέα Ιωνία, εκεί που γεννήθηκε πάμφτωχος.
«Εγώ είμαι ένας τραγουδιστής…» είπε ο Καζαντζίδης. Λάθος! Τι λέμε τώρα;… Μιλάμε για τον Στέλιο Καζαντζίδη, που σε καμμία περίπτωση μπορούμε να τον δούμε απλά σαν ένα λαϊκό βάρδο. Όχι! Δεν είναι τραγουδιστής ο Καζαντζίδης. Δεν είναι μόνο τραγουδιστής, δηλαδή. Κυρίως είναι πολιτικός. Είπαμε. Πολιτικός δεν είναι κάποιος σώνει και καλά επειδή ανήκει σ’ ένα κόμμα. Ούτε πολιτική ασκεί σίγουρα κάποιος επειδή είναι υπουργός.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, λέει, ήταν σοσιαλιστής. Παραμύθια! Κι αν ήταν σοσιαλιστής τι σημασία έχει, αφού ποτέ δεν εφάρμοσε σοσιαλισμό; Μιλάμε πολιτικά. Και λέμε ότι ο Ανδρέας πολιτικά ακολούθησε καζαντζιδισμό. Ακριβώς. Ο λαϊκισμός του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ ήταν γνήσιος καζαντζιδισμός ντυμένος με θεωρητικούρα, συνθηματοσούρα και κάργα θολούρα πολιτική.
Πολιτικός δεν είναι αυτός που επειδή είναι υπεχωδές φτιάχνει δρόμους και γεφύρια, επειδή είναι υπουργός υγείας ελέγχει νοσοκομεία και ο άλλος της δικαιοσύνης επιβλέπει φυλακές. Πολιτικός του ελληνικού λαού, πολιτικός της ελληνικής κοινωνίας ειδικά, είναι εκείνος που σαν ένας άλλος Καζαντζίδης, π.χ. όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου, αμολούσε τα γνωστά. Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες. Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά, Συμβόλαιο με το λαό, και άλλα τέτοια που με τη μια γινόντουσαν σουξέ. Ο Καζαντζίδης έκανε πολιτική με τους δίσκους του, το ίδιο που έκανε από το μπαλκόνι ο Παπανδρέου.
Η πολιτική του Στέλιου Καζαντζίδη έβγαινε από τα τραγούδια του. Το ίδιο και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Μέχρι το μπαλκόνι, όμως… Σαν εξουσία, σαν κυβέρνηση ο Ανδρέας δεν προχώρησε ποτέ στο σοσιαλισμό. Έμεινε στα τραγούδια, στα συνθήματα, στα σουξέ, στον καζαντζιδισμό. Γιατί, όμως, ο Καζαντζίδης είναι περισσότερο πολιτικός, λαϊκίστικός, όχι λαϊκός πολιτικός; Επειδή ο τραγουδιστής είπε το ψέμμα της ζωής, όχι την αλήθεια της. Είπαμε. Θα πούμε αυτά που δεν έχουν ειπωθεί.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν αληθινός. Δεν ήταν ψεύτικος. Ό,τι τραγούδησε το εννοούσε. Ό,τι τραγούδησε το πονούσε. Είπε, όμως, το ψέμμα της ζωής…, και το είπε στα τραγούδια του σα να είναι η αλήθεια της ζωής. Είπαμε. Δεν έχουν ειπωθεί ποτέ τέτοια πράγματα για ένα φαινόμενο. Βεβαίως και είναι φαινόμενο ο Καζαντζίδης. Και μετά απ’ αυτό «το φαινόμενο Καζαντζίδης» αξίζει να δούμε, να φωτίσουμε την αλήθεια της νεώτερης Ελλάδος και να δώσουμε κάποιες απαντήσεις, μάλλον κάποιες εξηγήσεις για το ποιοι ακριβώς είναι οι νεοέλληνες του 20ου και του 21ου αιώνος. Λοιπόν.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης ποτέ δεν πρόδωσε τον κόσμο. Πάντα έλεγε την αλήθεια που όμως ήταν ένα ψέμμα. Κι αν δεν ήταν ψέμμα, σίγουρα ήταν μακρυά από την αλήθεια. Και πολύ κοντά στον κόσμο ήταν αυτό που έλεγε με τα τραγούδια του ο Καζαντζίδης. Δηλαδή; Ο κόσμος δεν είναι με το ψέμμα, ούτε είναι με την αλήθεια. Αδιαφορεί ο κόσμος για το τι είναι αληθινό, τι είναι ψεύτικο. Αυτό μόνο που γουστάρει ο κόσμος είναι αυτό που θέλει. Κι αυτό που θέλει είναι για τον κόσμο το σωστό, το δίκαιο, το αληθινό. Τελειώσαμε.
Κόσμος είναι αυτός. Δηλαδή; Δεν μπορεί με τίποτα ο κόσμος να αποδεχθεί ότι είναι ανίκανος, ότι ΣΥΜΒΑΛΕΙ κι αυτός, και ο πατέρας του, και ο αδελφός του, και ο συμμαθητής του, και ο φουκαράς ο γείτονάς του, στην αδικία, στην ανισότητα. Ότι στα κακά της μοίρας του έχει ευθύνη κι αυτός.
Παίζει το παραμύθι ότι για τη φτώχεια, τη μιζέρια, για όλες τις δυσκολίες της ζωής φταίνε οι άλλοι, οι πλούσιοι, οι οποίοι είναι κακοί και θα ήταν καλοί αν ήταν… φιλάνθρωποι. Αν αυτά που κερδίζουν, που έχουν, τα μοιράζανε στους μη έχοντες.
Ο Καζαντζίδης έγινε για τον λαό ο Στέλιος , η Στελάρα, γιατί τραγούδησε με αλήθεια και παράπονο τη ξενητιά, το ξεριζωμό, τα χαμένα όνειρα, τον ερωτικό χωρισμό, την εγκατάλειψη. Τραγουδούσε τα λόγια, τους στίχους και βούρκωνε ο Καζαντζίδης. Τα ένοιωθε ο άνθρωπος αυτά που τραγουδούσε. Δεν ήταν παραμύθης. Δεν προσποιούταν τον λυπημένο. Και τι σημαίνει αυτό;
Και μια πουτάνα που σηκώνει τα πόδια της μπορεί να το νοιώθει, όχι τα καλά του γαμησιού, αλλά ότι κάνει κοινωνική προσφορά. Και γιατί όχι, γιατί να μη θεωρείται προσφορά στο κοινωνικό σύνολο η πουτάνα. Όπως δέχομαι ότι πράγματι ο Στέλιος Καζαντζίδης έκανε κοινωνική προσφορά αφού έδινε με τη ψυχή του αυτό που ήθελε ο φουκαράς ο κόσμος. Απλά, ο Στέλιος Καζαντζίδης δεν του είπε του φουκαρά ότι είσαι φουκαράς. Ότι φταίς κι εσύ για όλα αυτά που τραβάς.
Δεν τον κατηγορούμε τον Καζαντζίδη. Γιατί; Επειδή ήταν γνήσιος. Ο ψεύτικος, ο παραμύθης ήταν ο Παπανδρέου, όπως ο κάθε πολιτικός που επίσης γλύφει και καλοπιάνει, δηλαδή δουλεύει τον κοσμάκη πουλώντας ψέμματα και ελπίδες, όνειρα και υποσχέσεις. Ο Καζαντζίδης ήταν αληθινός διότι πράγματι νόμιζε ότι ο κόσμος δεν φταίει. Να το πω αλλοιώς.
Πολιτικά ο Καζαντζίδης δεν ωρίμασε. Την ίδια εργατική συνείδηση που είχε από πιτσιρίκι, από τότε που ήταν ένας βιοπαλαιστής της ζωής, ένα φτωχόπαιδο, την κράτησε μέχρι το τέλος. Τόσο αθώος ήταν, για να τον κρίνουμε και από ένα άλλο επίπεδο. Ποτέ άλλος τραγουδιστής δεν τον ξεπέρασε σα φίρμα, σαν όνομα κι όμως αυτός παρέμεινε ένας καθημερινός άνθρωπος. Είπαμε, όμως, να μην παρασυρθούμε από την συγκεκριμένη προσωπικότητα, από τα προσωπικά του Καζαντζίδη. Να επανέλθουμε στην ουσία.
Ο ελληνικός λαός ήθελε τον Καζαντζίδη ΤΟΥ. Γι’ αυτό έγινε θεός ο άνθρωπος, γι’ αυτό λατρεύτηκε. Ο Στέλιος Καζαντζίδης έδωσε στον ελληνικό λαό αυτό που ήθελε ο κόσμος. Δεν θα γινόταν θρύλος, όπως έγινε, ο Καζαντζίδης ακόμα και πιο μεγάλη φωνή να διέθετε, αν έλεγε τραγούδια που δεν ακουμπούσαν τη ψυχή του λαού.
Θα τελειώσω για σήμερα…, για σήμερα λέω, διότι «το κεφάλαιο Καζαντζίδης», «το φαινόμενο Καζαντζίδης» είναι τεράστιο και ζωντανό όσο ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΛΑΟΣ στην πλειοψηφία του παραμένει ίδιος, παραμένει καζαντζιδικός, έστω και χωρίς πλέον τον Καζαντζίδη… Παρένθεση απαραίτητη: Και ποιος δεν υπηρετεί τον καζαντζιδισμό; Και ποιος δεν λειτουργεί τον καζαντζιδισμό, έστω με δόσεις κουλτούρας και ποιότητος, έστω χωρίς αμανέδες και καρσιλαμάδες; Όσο πέφτει κατάρα για τους εξουσιαστές του λαού, γι’ αυτούς που τον πηδάνε τον λαό, ενώ πρόκειται για πρόσωπα που τα λατρεύει ο λαός…, ε, όσο παίζει αυτή η υποκρισία, τόσο ο καζαντζιδισμός δεν πεθαίνει.
Σε μια συνέντευξή του στον Λευτέρη Παπαδόπουλο ο Στέλιος Καζαντζίδης το Φεβρουάριο του 1982 έλεγε: «…Ο αμανές είναι ένας ελιγμός του τραγουδιστή που βγάζει το σπαραγμό και το κλάμα. Και θέλω να με συγχωρήσουν οι κύριοι αυτοί που θα πω ότι η μουσική τους είναι γερμανικά μαρς και ρωσικά εμβατήρια και διάφορα άλλα, ψυχρά και γλυκανάλατα, που δεν τα δέχεται ο ελληνικός λαός, όσο και να προσπαθούν να του τα επιβάλλουν».