Ο διευθυντής της Φιλαρμονικής μας υποδέχτηκε ευγενικά.
«Τι μπορώ να κάνω για σας;» ρώτησε.
«Μας οφείλετε εκατό χιλιάδες!»
«Πολύ πιθανόν. Αλλά θυμίστε μου ακριβώς για ποιο λόγο;»
«Είναι προκαταβολή» του είπαμε.
«Μάλιστα. Πολύ λογικό. Προκαταβολή για τι πράγμα:»
«Για τη συναυλία μας στη Φιλαρμονική!»
«Μάλιστα. Πολύ καλός λόγος! Αλλά
συγχωρέστε με αν κάνω λάθος, νομίζω ότι δεν έχουμε ξανασυναντηθεί.
Έχουμε υπογράψει ίσως κάποιο συμβόλαιο;»
«Όχι ακόμα, αλλά μπορούμε να υπογράψουμε τώρα!»
«Αναμφίβολα μπορείτε. Αλλά θα είχατε την καλοσύνη να μου δώσετε μια γενική ιδέα της πρότασής σας; Είστε ορχήστρα;»
«Όχι ακόμα, αλλά θα γίνουμε!»
«Και το ρεπερτόριό σας, σε γενικές γραμμές, αν επιτρέπετε;»
«Θα το διαμορφώσουμε όταν μάθουμε να παίζουμε».
«Να παίζετε;»
«Τα όργανά μας φυσικά!»
Η ηλιθιότητα αυτού του τύπου άρχισε να μου τη δίνει.
«Κύριοί μου, δεν ξέρετε ακόμα να παίζετε;»
«Είτε ξέρουμε, είτε δεν ξέρουμε, ποια είναι η διαφορά. Το μέλλον μας ανήκει, δεν το βλέπεις;»
«Α, ναι! Ασφαλώς! Αλλά επιτρέψτε μου να κάνω μια πρόταση.
Γιατί δεν μαθαίνετε πρώτα να παίζετε, μετά να κάνετε εξάσκηση για
κάποιο διάστημα κι ύστερα να το συζητήσουμε. Αφού, βεβαίως, το μέλλον
σας ανήκει, χωρίς αμφιβολία!»
Κι αυτό το φασιστικό γουρούνι δεν μας
έδωσε την προκαταβολή. Φύγαμε νιώθοντας την κοινωνική καταπίεση στο
πετσί μας. Έξω ήταν μια αφίσα που διαφήμιζε κάποιον Μότσαρτ.
«Ποιος ειν' αυτός;» ρώτησε ένας μας. Δεν θυμάμαι ποιος. Δεν έχω πολύ καλή μνήμη, ειδικά το πρωί.
«Κάποιος αρχαίος!»
Σταματήσαμε να συλλογιστούμε για την τέχνη και πήγαμε να φτιάξουμε μια μπόμπα, να την βάλουμε στη Φιλαρμονική.
Πάνω απ' όλα το δίκαιο του αγώνα.
~ Σλάβομιρ Μρόζεκ (Slawomir Mrozek)
Πολωνός δραματουργός, συγγραφέας και σκιτσογράφος