Ο μεγαλειώδης εγκέφαλός μας, μας
επέτρεψε να δημιουργήσουμε τη μια εφεύρεση μετά την άλλη, εφευρέσεις
μέσω των οποίων γίναμε ολοένα και πιο ανεξάρτητοι από το περιβάλλον.
Κανένα άλλο ζώο δεν κατάφερε ποτέ να ζήσει επιτυχώς σε όλες τις ηπείρους
και όλα τα κλίματα. Κανένα άλλο ζώο δεν πέτυχε την ίδια σχετική
κυριαρχία πάνω στη φύση. Αλλά κατά τα τελευταία 50 χρόνια, είναι πλέον
σαφές ότι, ενώ εξακολουθούμε να εξαρτόμαστε απολύτως από τον φυσικό
κόσμο, οι προσπάθειές μας να εξουσιάσουμε τη φύση συνοδεύονται από ένα
υψηλό κόστος.
Μέρος αυτού του αυξανόμενου κόστους
συναποτελούν η υπερεκμετάλλευση των μη ανανεώσιμων πόρων και η συνεχής
καταστροφή των πηγών των ανανεώσιμων πόρων. Είναι επίσης η ρύπανση του
αέρα και του νερού, η επιταχυνόμενη καταστροφή των φυσικών περιβαλλόντων
και των καρπών της εξέλιξης —η ποικιλία της φυτικής και ζωικής ζωής—
και η ανάπτυξη φοβερών κοινωνικών συνθηκών όπως οι εξαθλιωμένες
γειτονιές, η φτώχεια και οι παραγκουπόλεις (Ehrlich, 2000).
Το μέλλον της ανθρωπότητας
Δύο ερωτήματα τίθενται πολύ συχνά
σχετικά με το μέλλον της ανθρωπότητας. Πρώτον: Ποια είναι η πιθανότητα
το ανθρώπινο είδος να διασπασθεί σε διάφορα είδη; Η απάντηση είναι
ξεκάθαρη: Καμία απολύτως. Οι άνθρωποι καταλαμβάνουν όλες τις πιθανές
υποθέσεις που θα μπορούσε να καταλάβει ένα ανθρωπόμορφο ζώο, από την
Αρκτική μέχρι τους τροπικούς. Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία γεωγραφική
απομόνωση μεταξύ των ανθρώπινων πληθυσμών. Οποτεδήποτε αναπτύχθηκαν
γεωγραφικά απομονωμένες ανθρώπινες φυλές τα τελευταία 100.000 χρόνια,
αναπαράγονταν αμέσως με άλλες φυλές μόλις αποκαθίστατο η επαφή. Σήμερα
υπάρχει εξαιρετικά εκτεταμένη επαφή μεταξύ όλων των ανθρώπινων πληθυσμών
για να συμβεί οποιοδήποτε είδος αποτελεσματικής μακρόχρονης απομόνωσης
που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ειδογένεση.
Το δεύτερο ερώτημα είναι: Θα μπορούσε το
σημερινό ανθρώπινο είδος να εξελιχθεί ως σύνολο προς κάποιο «καλύτερο»
νέο είδος; Θα μπορούσε ο άνθρωπος να γίνει υπεράνθρωπος; Και εδώ, πάλι,
δεν μπορεί κανείς να αισιοδοξεί. Οπωσδήποτε, υπάρχει άφθονη γενετική
ποικιλότητα μέσα στο γονότυπο του ανθρώπου για να χρησιμεύσει ως υλικό
για την κατάλληλη επιλογή, αλλά οι σύγχρονες συνθήκες είναι πολύ
διαφορετικές από την εποχή όπου μερικοί πληθυσμοί τού Homo erectus
εξελίχθηκαν στον Homo sapiens. Την εποχή εκείνη, το είδος μας
αποτελούνταν από μικρές ομάδες, και σε καθεμία ασκούνταν έντονη φυσική
επιλογή με ενθάρρυνση των χαρακτηριστικών εκείνων που τελικά οδήγησαν
στον Homo sapiens. Επιπλέον, όπως στα περισσότερα κοινωνικά ζώα, υπήρχε
αναμφισβήτητα έντονη επιλογή ομάδας.
Οι σύγχρονοι άνθρωποι, αντίθετα,
συνιστούν μια μαζική κοινωνία, και δεν υπάρχει ένδειξη φυσικής επιλογής
για τους ανώτερους γονότυπους η οποία θα επέτρεπε την ανοδική ανάπτυξη
του ανθρώπινου είδους πάνω από τις σημερινές του ικανότητες. Χωρίς να
ασκείται πλέον επιλογή για βελτίωση, δεν υπάρχει δυνατότητα για εξέλιξη
ενός ανώτερου ανθρώπινου είδους. Μάλιστα, μερικοί μελετητές του
προβλήματος φοβούνται ότι είναι αναπόφευκτος ο εκφυλισμός του είδους μας
υπό τις συνθήκες μαζικής κοινωνίας. Ο γενετικός εκφυλισμός, ωστόσο, δεν
συνιστά άμεσο κίνδυνο, αν λάβουμε υπόψη την υψηλή μεταβλητότητα της
ανθρώπινης γονιδιακής δεξαμενής.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΦΥΛΕΣ;
Αν συγκρίνει κανείς έναν Εσκιμώο με έναν Αφρικανό, Βουσμάνο ή με ένα νέγρο του Νείλου, έναν Αυστραλό Αβορίγινα,
έναν Κινέζο, ή έναν ξανθό γαλανομάτη Βορειοευρωπαίο, δεν μπορεί παρά να
αναγνωρίσει τις λεγάμενες φυλετικές διαφορές. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν
έρχεται σε αντίθεση με την ένθερμη πίστη μας στην ισότητα των ανθρώπων;
Όχι, δεν έρχεται σε αντίθεση, αρκεί να ορίσουμε καταλλήλως τους όρους
ισότητα και φυλή.
Η ισότητα είναι αστική ισότητα. Σημαίνει
ισότητα απέναντι στο νόμο και ίσες ευκαιρίες. Αλλά δεν σημαίνει πλήρη
ταύτιση, διότι σήμερα γνωρίζουμε ότι καθένας από τα 6 δισεκατομμύρια
ανθρώπων είναι γενετικά μοναδικός. Δεν διαθέτει κάθε άνθρωπος τις
μαθηματικές ικανότητες του Αϊνστάιν ή την ταχύτητα ενός ολυμπιακού
δρομέα, ούτε τη φαντασία κάποιου καλού μυθιστοριογράφου, ή την αισθητική
αντίληψη ενός διακεκριμένου ζωγράφου. Κάθε γονιός γνωρίζει ότι καθένα
από τα παιδιά του είναι μοναδικά διαφορετικό. Έχει έρθει ο καιρός να
αντικρίσουμε και να παραδεχτούμε ειλικρινά τις διαφορές αυτές. Είναι δε
σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι τούτες οι διαφορές υπάρχουν επίσης
μέσα σε όλες τις ανθρώπινες φυλές.
Ο κύριος λόγος για την ύπαρξη του
φυλετικού προβλήματος συνίσταται στο ότι τόσο πολλοί άνθρωποι
αντιλαμβάνονται εσφαλμένα τον όρο φυλή. Οι άνθρωποι αυτοί είναι
τυπολόγοι· θεωρούν ότι κάθε μέλος μιας φυλής έχει όλα τα πραγματικά και
φανταστικά χαρακτηριστικά της φυλής στην οποία ανήκει. Για να
ερμηνεύσουμε τούτη την προκατάληψη με ένα απλό παράδειγμα, θα υπέθεταν
ότι κάδε Αφροαμερικανός δα μπορούσε να τρέξει την κούρσα των 100 μέτρων
ταχύτερα από οποιονδήποτε Αμερικανό ευρωπαϊκής καταγωγής. Επιπλέον, εάν
σε μια φυλετικά μικτή τάξη κάποιου σχολείου οι μαθητές κάθονταν σύμφωνα
με την επίδοσή τους σε διάφορες νοητικές, φυσικές, χειρωνακτικές και
καλλιτεχνικές αναμετρήσεις, κάθε βαθμολογική κατάταξη θα ήταν
διαφορετική, και κάδε «φυλή» θα κατανεμόταν σε ένα μεγαλύτερο μέρος της
κατάταξης που θα προέκυπτε κάθε φορά. Με άλλα λόγια, απορρίπτοντας την
τυπολογική προσέγγιση η οποία θεωρεί τα μέλη κάθε φυλής ως έναν τύπο,
και αντικαθιστώντας την με την πληθυσμιακή προσέγγιση στην οποία κάθε
άτομο υπολογίζεται με βάση τις ιδιαίτερες ικανότητές του, μπορεί να
επιτευχθεί μια ορθότερη και γνησιότερη κατανόηση του κόσμου, η οποία
αποφεύγει κάθε τυπολογική κατάταξη και κάθε διάκριση που βασίζεται σε
τέτοια κατάταξη.
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟΙ ΤΟΥΣ;
Συχνά τίθεται το ερώτημα; Είμαστε τα
μόνα νοήμονα όντα σε αυτό το απέραντο σύμπαν; Εάν θέλουμε να βρούμε μια
απάντηση στο ερώτημα τούτο, δα πρέπει να αναλύσουμε το ερώτημα σε μια
σειρά από υποερωτήματα. Πού θα μπορούσε να υπάρχει ζωή; Μόνο σε
πλανήτες, επειδή οι ήλιοι παραείναι θερμοί. Σίγουρα, πολλά αστέρια
πρέπει να έχουν πλανήτες, αλλά μόλις τα τελευταία 20 χρόνια
ανακαλύφθηκαν πλανήτες πέρα από το ηλιακό μας σύστημα. Ωστόσο, μέχρι
σήμερα, όλοι τούτοι οι πλανήτες αποδείχθηκαν μάλλον ακατάλληλοι για την
εμφάνιση και τη διατήρηση της ζωής. Το σύνολο των συνθηκών που
επικρατούν στη Γη (και ίσως κάποτε επίσης στον Άρη και την Αφροδίτη),
και που καθιστούν τη ζωή δυνατή, κατά τα φαινόμενα αποτελεί μάλλον
εξαίρεση. Ακόμα και έτσι όμως, αν λάβουμε υπόψη τον μεγάλο αριθμό των
πλανητών, μερικοί από αυτούς πιθανώς να έχουν πράγματι τις κατάλληλες
συνθήκες για την εμφάνιση ζωής.
Αλλά ποια είναι η πιθανότητα να
εμφανιστεί ζωή σε έναν κατάλληλο πλανήτη; Προφανώς αρκετά υψηλή. Πολλά
από τα είδη των μορίων που απαιτούνται για την εμφάνιση της ζωής είναι
ευρέως διαδεδομένα στο σύμπαν, όπως οι πουρίνες, οι πυριμιδίνες και τα
αμινοξέα. Ακόμη και πειραματικά έχει δειχθεί στο εργαστήριο ότι υπό
ορισμένες ανοξικές ατμοσφαιρικές συνθήκες μπορούν αυτόματα να παραχθούν
σχετικά πολύπλοκα οργανικά μόρια από απλούστερα μόρια. Ως εκ τούτου,
ορισμένες πρωτόγονες μορφές ζωής πιθανόν να έχουν εμφανιστεί
επανειλημμένως σε άλλους πλανήτες. Εάν συνέβη επιτυχώς μια εξέλιξη αυτού
του τύπου, μπορεί τελικά να έχει δώσει οργανισμούς που να μοιάζουν με
βακτήρια.
Φευ, ο αυλακωμένος δρόμος από τα
βακτήρια μέχρι τον άνθρωπο ήταν μακρύς και δύσκολος. Για το επόμενο 1
δισεκατομμύριο χρόνια μετά την εμφάνιση της ζωής στη Γη, δεν υπήρχε
τίποτε άλλο εκτός από προκαρυώτες, και η νοήμων ζωή εμφανίστηκε μόλις
πριν από περίπου 300.000 χρόνια, σε ένα και μοναδικό από τα πλέον τού 1
δισεκατομμυρίου είδη που είχαν προκύψει στη Γη. Οι πιθανότητες αυτές
είναι πράγματι ελάχιστες.
Ακόμα και αν κάτι παρόμοιο με την
εμφάνιση της ανθρώπινης νοημοσύνης συνέβη πράγματι κάπου στο άπειρο
σύμπαν, η πιθανότητα να μπορέσουμε κάποτε να επικοινωνήσουμε μαζί του
πρέπει να θεωρείται μηδενική. Ναι, από κάθε άποψη και όπως υπαγορεύει η
λογική, ο άνθρωπος είναι μόνος του.
Εκατοντάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στις 13 Νοεμβρίου 2010 σε νησί ανοικτά των ακτών Μπελίζ στην Κεντρική Αμερική, για να σχηματίσουν ένα μήνυμα που εφιστά την προσοχή μας για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και τονίζει την ανάγκη να προστατεύσουμε τον πλανήτη μας.
Τέλος
Η εξέλιξη θεωρείται συχνά ως κάτι
αναπάντεχο. Δεν θα ήταν πιο φυσικό, ρωτούν κάποιοι αντιεξελικτικοί, να
έμεναν όλα για πάντα ίδια; Ίσως αυτό να συνιστούσε ένα εύλογο ερώτημα
προτού κατανοήσουμε τη γενετική, αλλά δεν είναι πια. Στην
πραγματικότητα, δεδομένου του τρόπου με τον οποίο είναι δομημένοι οι
οργανισμοί, η εξέλιξη φαίνεται αναπόφευκτη. Κάδε οργανισμός, ακόμη και
το πιο απλό βακτήριο, έχει ένα γονιδίωμα που αποτελείται από χιλιάδες
έως πολλά εκατομμύρια ζεύγη βάσεων. Από την παρατήρηση έχει αποδειχθεί
ότι κάδε ζεύγος βάσεων υπόκειται σε περιστασιακές μεταλλάξεις. Οι
διαφορετικοί πληθυσμοί έχουν διαφορετικές μεταλλάξεις και, αν
απομονωθούν ο ένας από τον άλλο, οι πληθυσμοί αυτοί αναπόφευκτα δα
γίνουν από γενιά σε γενιά όλο και πιο διαφορετικοί μεταξύ τους. Ακόμη
και τούτο το απλούστερο από όλα τα πιθανά σενάρια αντιπροσωπεύει την
εξέλιξη. Εάν κάποιος προσδέσει επιπλέον βιολογικές διαδικασίες, όπως τον
ανασυνδυασμό και την επιλογή, ο ρυθμός της εξέλιξης επιταχύνεται
εκθετικά. Ως εκ τούτου, και μόνο το γεγονός της ύπαρξης γενετικών
προγραμμάτων καθιστά αδύνατη την υπόδεση ενός στατικού κόσμου. Επομένως,
η εξέλιξη είναι ένα ξεκάθαρο γεγονός, και όχι μια εικασία ή υπόδεση.
Συζητείται πολύ το κατά πόσον πρέπει να
χρησιμοποιείται πια ο όρος «εξελικτική θεωρία». Το ότι η εξέλιξη έχει
συμβεί και λαμβάνει συνεχώς χώρα αποτελεί γεγονός εδραιωμένο τόσο
αδιάσειστα ώστε έχει καταστεί πια παράλογο να την αποκαλούμε θεωρία.
Ομολογουμένως, υπάρχουν επιμέρους εξελικτικές θεωρίες όπως αυτή της
κοινής καταγωγής, της προέλευσης της ζωής, των βαθμιαίων αλλαγών, της
ειδογένεσης και της φυσικής επιλογής, αλλά τα επιστημονικά επιχειρήματα
σχετικά με τις αντικρουόμενες θεωρίες που αφορούν τέτοια δέματα δεν
επηρεάζουν με κανέναν τρόπο το βασικό συμπέρασμα ότι η εξέλιξη καθ’
εαυτήν είναι ένα γεγονός. Λαμβάνει χώρα ήδη αφότου εμφανίστηκε η ζωή.
Από το βιβλίο Τι είναι η εξέλιξη– Ernst Μayr
Ο
συγγραφέας έχει χαρακτηριστεί ως "μια από τις πιο λαμπρές προσωπικότητες
της εξελικτικής βιολογίας" και ως "ο Δαρβίνος του εικοστού αιώνα". Στο
παρόν βιβλίο του, με απλή και προσιτή πρόζα, εξηγεί τη θεωρία της
εξέλιξης για όσους την αποδέχονται αλλά δεν τη γνωρίζουν ή και
αμφιβάλλουν ότι είναι ορθή· ακόμη, και για όσους την απορρίπτουν αλλά,
όπως λέει ο ίδιος, θέλουν να επιχειρηματολογούν καλύτερα εναντίον της.