Οι τεχνικές της μαγείας: θέλξις και φαρμακεία - Point of view

Εν τάχει

Οι τεχνικές της μαγείας: θέλξις και φαρμακεία

Giovanni Domenico Cerrini. La maga Circe 17 век



Μιλάμε για μαγεία όταν αναφερόμαστε σε μια τάξη τελετουργιών που μοιάζουν ακατανόητες ή ασύμβατες με τις επιστημονικά τεκμηριωμένες εξηγήσεις και τεχνικές στις οποίες ο δυτικός πολιτισμός μάς έχει συνηθίσει. Συμβαίνει, ωστόσο, σε όλες τις αντίστοιχες περιπτώσεις, να υιοθετούμε τελικά –έστω και άθελά μας– ορολογίες και οπτικές οι οποίες, σε τελευταία ανάλυση, δεν έχουν καθιερωθεί από το πνεύμα του ορθολογισμού, αλλά έχουν μάλλον επιβληθεί από εκείνο το μακραίωνο, ανηλεές, παράλογα βίαιο και αποτρόπαιο “κυνήγι”, με το οποίο ο χριστιανισμός προσπάθησε –και εν πολλοίς κατάφερε– να εξαφανίσει οτιδήποτε έδειχνε να διαφεύγει του δόγματος και του ελέγχου του.

Η πρώιμη ελληνική αρχαιότητα δεν γνώριζε τη λέξη μαγεία κι ούτε στεκόταν απορριπτικά, ή έστω απαξιωτικά, απέναντι στις αντίστοιχες τελετουργίες. Χρησιμοποιούσε εντελώς διαφορετικούς –και ακριβέστερους – όρους για να αποδώσει ενδιαφέροντα ή πρακτικές, που είχαν ρίζες στην κοινοτική παράδοση και δίνουν την εντύπωση ότι εντάσσονταν σε ενιαίο ιεροπρακτικό όλον. Έτσι, υπήρχε καταρχάς ο όρος φαρμακεία που σχετιζόταν με βοτανολογικές αναζητήσεις. Αυτές όμως εντάσσονταν στην ευρύτερη σφαίρα της θέλξεως η οποία αφορούσε σε μια αναγκαστική, αναπότρεπτη και μηχανιστική σχεδόν επίτευξη επιθυμητών αποτελεσμάτων, μέσω της γνώσης και εφαρμογής συγκεκριμένων τεχνικών.

Στα ομηρικά έπη πρωτοκαταγράφεται η λέξη φάρμακον, με σημασίες που κυμαίνονται απ’ το ευφορικό, το ίαμα και το ξόρκι μέχρι το επικίνδυνο δηλητήριο και με αντίστοιχα ευρεία γκάμα συμπαραδηλώσεων που ξεκινούν από ωφέλιμες πρακτικές και φτάνουν έως τις κακόβουλες. Τα έπη δεν ενδιαφέρονται τόσο για τη σύσταση των φαρμάκων, όσο για τα αποτελέσματά τους. Η ποικιλία των αντιστίξεων φανερώνεται στη ραψωδία κ της Οδύσσειας, όπου ο ήρωας φτάνει στο νησί όπου κατοικεί η Κίρκη “η ωριοπλέξουδη, η φοβερή θεά (δεινὴ θεὸς) που ανθρώπινα λαλούσε,/ η ομοαίματη του δολοπλέχτη Αιήτη”. Η Κίρκη έχει δώσει ένα καταστροφικό βοτάνι (φάρμακον οὐλόμενον) στους συντρόφους του Οδυσσέα, για να τους μετατρέψει σε γουρούνια. Όμως με φάρμακον ἄλλο τούς αλείφει έναν έναν, για να εξαφανίσει τη ζωώδη τριχοφυία και να τους επαναφέρει στην κανονική τους μορφή, όταν ο ήρωας την απειλεί. Η θεά σκιαγραφείται ως απόλυτη γνώστης της θέλξεως. Επίσης, ξέρει να εξαπατά. Είναι δολοφρονέουσα. Κατέχει “ολέθρια τεχνάσματα” (ὀλοφώια δήνεα). Θα είχε καταφέρει, εξάλλου, να μεταμορφώσει και τον ίδιο τον Οδυσσέα σε ζώο, όταν του προσέφερε κούπα με μείγμα (κυκεῶ) μέσα στο οποίο είχε ρίξει βοτάνι με κακό σκοπό (ἐν δέ τε φάρμακον ἧκε κακὰ φρονέουσα ἐνὶ θυμῷ), αν δεν είχε εφοδιάσει έγκαιρα τον ήρωα ο χρυσόραβδος Ερμής με το κατάλληλο αντίδοτο, ένα καλό βοτάνι (φάρμακον ἐσθλόν), τον μῶλυ:

“έτσι είπε και ξερίζωσε βοτάνι ο Αργειφόντης
τραβώντας το από τη γη και μου ’δειξε το κάθε γνώρισμά του,
μαύρη είχε ρίζα και λευκό σαν γάλα το άνθος του ήταν,
μῶλυ το λεν οι αθάνατοι, και δύσκολα απ’ το χώμα
το ξεριζώνουν οι θνητοί, μα δύνανται όλα εκείνοι.”

Τα μαντζούνια που ξέρουν οι θεοί ξεπερνούν κάθε φαντασία. Οι σχετικές γνώσεις και τεχνικές εκπλήσσουν κυρίως όταν η θεουργία είναι γένους θηλυκού. Τα φάρμακα της Κίρκης δεν είναι άσχετα με τα κόλπα της που εμπίπτουν στη σφαίρα της ερωτικής θέλξεως και ίσως προοιωνίζουν τις αφροδισιακές επωδούς τις οποίες κατέγραψε η ύστερη αρχαιότητα στους λεγόμενους Μαγικούς Παπύρους. Εκείνα τα κόλπα που αποσκοπούσαν στην ἁγωγήν, την αναγκαστική κατάληξη των επιθυμητών εραστών στην αγκαλιά μιας γυναίκας. Κι έτσι, μπορεί το αντίδοτο του Ερμή να προστάτευσε τον Οδυσσέα από την θέλξιν μιας κτηνώδους μεταμόρφωσης, όμως η Κίρκη τελικά οδήγησε τον ήρωα στο κρεβάτι της.

Αν η Κίρκη είχε μια φορά τέτοιες συνταγές κρυμμένες στην κουζίνα της, οι ολύμπιες θεές ήξεραν άλλες τόσες. Η Ιλιάδα Ξ προσφέρει μια σύνθετη εικόνα. Προκειμένου να δικαιώσει τον οργισμένο Αχιλλέα που απέχει από τον πόλεμο, ο Δίας προσφέρει προς στιγμήν καλή τύχη στον Έκτορα για να αρχίσει να πυρπολεί τα καράβια των Αχαιών. Προκειμένου να τους προστατεύσει, μια και είναι οι αγαπημένοι της, η Ήρα αποφασίζει να τραβήξει από τους Τρώες το ευνοϊκό βλέμμα του Δία. Πρέπει να τον απομακρύνει, να αποσπάσει την έγνοια του απ’ τη μάχη, να τον αποπλανήσει. Ξεμοναχιάζεται λοιπόν στο δώμα της, λούζεται, αλείφει το θαυμαστό κορμί της με έλαια αρωματικά, ντύνεται και στολίζεται (170-86). Ετοιμάζει τα όπλα της θηλυκότητάς της με τον ίδιο αέρα αυτάρεσκης περισυλλογής κι ακαταμάχητης αυτοπεποίθησης, με τον οποίο ένας πολεμιστής φοράει την πανοπλία του πριν απ’ τον πόλεμο όταν η ομηρική αφήγηση κάνει λόγο για τα έργα και τα επιτεύγματα τα αντρικά. Και, στη συνέχεια, για να ενισχύσει τη δύναμη της γοητείας της, η Ήρα εξαπατά την Αφροδίτη ώστε να πάρει απ’ αυτήν λαμπρά υφασμένο στηθοπάνι που “πάνω του είχε όλες τις γητειές” (θελκτήρια πάντα τέτυκτο). Εκεί ήταν κι η αγάπη (φιλότης), εκεί κι ο πόθος (ἵμερος) και τα γλυκόλογα του ξελογιάσματος (ὀαριστὺς πάρφασις) “που πλανεύουνε και συνετό ακόμα”. Κι ούτε σ’ αυτά αρκείται η Ήρα για να πετύχει τον δόλο της – γιατί είναι κι αυτή δολοφρονέουσα (197). Διαπραγματεύεται με τον Ύπνο, τάζοντάς του γυναίκα που επιθυμεί, για να χυθεί αυτός γλυκός κι ακαταμάχητος στα βλέφαρα του Δία μετά τον έρωτα. Και τελικά, βεβαίως, κάνει τα απαραίτητα νάζια στον Δία, για να τον οδηγήσει εκεί ακριβώς που θέλει: σε ερωτική φωλιά πάνω στην Ίδη, μακρυά απ’ την Τροία, μακρυά από το κρίσιμο θέατρο της μάχης.

Σε όποια εκδοχή τους, οι γητειές που μέχρι τώρα είδαμε φαίνονται να αποτελούν γνώσεις που αποτελούν προνόμιο ενός κόσμου υπερφυσικού. Αναμφίβολα, ωστόσο, αντανακλούν υπαρκτές ανησυχίες. Η εικόνα για το πώς η ανθρώπινη κοινότητα χρησιμοποιεί τις δυνάμεις της θέλξεως γίνεται ξεκάθαρη στη ραψωδία δ της Οδύσσειας, όπου ο Τηλέμαχος έχει επισκεφθεί το παλάτι του Μενέλαου στη Λακεδαίμονα, για να πάρει πληροφορίες για τον πατέρα του. Ενώ το τραπέζι του δείπνου έχει στρωθεί και οι συνδαιτυμόνες συζητούν, η Ελένη ρίχνει κρυφά στο κρασί τους “βοτάνι που σβήνει τους πόνους, διώχνει την οργή και φέρνει λήθη σε κάθε οδύνη” (φάρμακον… νηπενθές τ’ ἄχολόν τε, κακῶν ἐπίληθον ἁπάντων).

“Μες στο ποτήρι ανάμιχτο αν το έπινε κανένας
ολημερίς δεν θα ’κλαιγε με δάκρυ θαλερό
ούτε κι αν πέθαινε ο πατέρας του ή η μάνα του ή εμπρός του έβλεπε
να σφάζουν αδερφό για αγαπημένο γιο.
Τέτοια σοφά βοτάνια κάτεχε του Δία η θυγατέρα,
εκπληκτικά, δοσμένα απ’ την Πολύδαμνα του Θώνα τη γυναίκα,
την Αιγυπτία, εκεί που πλούσια βγαίνουνε στη γη τη ζωοδότρα
βοτάνια, ποικίλα, άλλα ωφέλιμα κι άλλα θανατερά.
Καθένας είναι εκεί γιατρός που όλα τα ξέρει, πιότερο
από τους άλλους τους λαούς.” (222-32)

Η Ελένη, βέβαια, είναι κόρη του Δία. Εδώ, όμως οι γνώσεις της φαίνονται να προκύπτουν από πολιτισμική διάδοση. Το μαγικό της βοτάνι το έχει μάθει στην Αίγυπτο, τόπο που παρουσιάζεται ως λίκνο της λαϊκής βοτανολογίας και πρακτικής ιατρικής. Το φάρμακον της Οδύσσειας δ μάλλον ήταν όπιο – εξάλλου, η παπαρούνα είναι γνωστή στην Ιλιάδα Θ 305-6, όπου αναφέρεται ως μήκων που “γέρνει το κεφάλι της, βαριά απ’ τους χυμούς της στην ανοιξιάτικη δροσιά.”

Τόσο χαριτωμένες ήταν οι αναπαραστάσεις της φαρμακείας και της θέλξεως στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια: γειτονικές με το μυστήριο και το παιχνίδι, τον πειραματισμό και τη μάχη, τη διεκδίκηση και τον έρωτα. Δίνουνε την εντύπωση ενός χαρακτήρα αγωνιστικού. Σαν να ’χει βαλθεί ο άνθρωπος να ψιλαφήσει και να κατακτήσει, να αξιοποιήσει και να κλείσει στο σακούλι του όλες τις εκφάνσεις, όλα τα μυστικά της ζωής. Σ’ ένα διαρκή μετεωρισμό ανάμεσα στην ανακούφιση, τη χαρά, την ηδονή και τον κίνδυνο. Αποενοχοποιημένα και αθώα τραγουδούσαν τα έπη την θέλξιν. Κι έτσι, οι ανθρώπινες κοινότητες κέρδιζαν το μερίδιό τους στις δυνάμεις της φύσης γύρω τους και στη φύση τη θεϊκή.
via

Pages