Σ’ αυτήν την κατηγορία ανήκουν μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες όπως ο Χριστιανισμός και ο Ισλαμισμός. Οι συγκεκριμένες θρησκείες θεωρούν το θάνατο ως είσοδο σε μία άλλη πραγματικότητα και τη ζωή ως «διαγώνισμα» ηθικής συμπεριφοράς. Ο κάθε άνθρωπος έχει μόνο μία ζωή και επομένως μία ευκαιρία να αποδείξει την ηθική του ποιότητα, που θα τον τοποθετήσει «εκ δεξιών του Πατρός» ή θα τον ρίξει στα άδυτα και στα βασανιστήρια της Κόλασης. Οι λεπτομέρειες για το πώς υπάρχει η μετά θάνατο ζωή είναι περιττές. Τουλάχιστον στο Χριστιανισμό, αφού κάποιος πιστέψει ότι ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε, πρέπει αυτόματα να ασπαστεί και το παραπάνω σενάριο.
Η όλη αυτή πίστη στηρίχθηκε και από φιλοσόφους όπως ο Καντ, ενώ στη σύγχρονη εποχή το κάνει μεταξύ άλλων ο φιλόσοφος Στέλιος Ράμφος. Σύμφωνα με τον Καντ «πρέπει να έχει ο άνθρωπος άφθαρτη ψυχή, για να υπάρξει μετά θάνατο η δυνατότητα να τιμηθεί ο καλός και να λογοδοτήσει ο κακός. Πρέπει να δικαιωθεί και να κριθεί ο βίος από ένα δίκαιο Θεό».
Για να μπορέσει κάποιος να πάρει τη θέση του κοντά στο Θεό, η οποία θέση παρουσιάζεται με ήσυχα λιβάδια, ελάφια και πουλάκια, θα πρέπει να «θυσιάσει» τη ζωή του στο όνομα του Θεού. Θα πρέπει να γυρίζει το άλλο μάγουλο όταν τον χτυπούνε, να είναι ταπεινός και σεμνός, να εκκλησιάζεται συχνά, να δίνει στους φτωχούς από το υστέρημα του, να μην ασχημονεί, προκαλεί, ξεφεύγει και αναστατώνεται ποτέ, να τηρεί όλα τα έθιμα και τις νηστείες, να διαπαιδαγωγεί τα παιδιά του με τις αρχές της θρησκείας. Επίσης να μη διαλύει το γάμο του ακόμη και αν ζει μία κόλαση, εκτός των πολύ σοβαρών μορφών δυσλειτουργίας (π.χ. απειλή φόνου), να μην κάνει εκτρώσεις και ευθανασία, να θεωρεί τις διαφορετικές σεξουαλικές επιλογές (π.χ. ομοφυλοφιλία) ως ασθένειες, να μη δέχεται τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου ως αληθή αλλά μόνο τη Γένεση της Παλαιάς Διαθήκης (πρόσφατα αυτό άλλαξε αλλά ακόμη δεν έχει γίνει αποδεκτό παγκοσμίως), να πιστεύει ότι το Άγιο Φως υπάρχει και ανάβει κάθε χρόνο μόνο στους Χριστιανούς Ορθόδοξους, να θεωρεί ότι θαύματα κάνει μόνο η θρησκεία του και πουθενά αλλού στον κόσμο δεν συμβαίνουν ανεξήγητες ιάσεις, να προσκυνά «ιερά οστά», οι μοναχοί και οι μοναχές στο Χριστιανισμό να δηλώνουν ότι «νυμφεύτηκαν το Χριστό» κ.α. Αν τα κάνει όλα αυτά και κριθεί ως άξιος, θα πάρει για ανταμοιβή του τη θέση του στην «αιώνια ζωή» κοντά στον Πατέρα – Θεό.
Οι εκπρόσωποι αυτών των θρησκειών δεν μπορούν να εξηγήσουν σύμφωνα με την ανωτέρω θεωρία το γιατί συμβαίνουν πολλά ακατανόητα γι’ αυτούς γεγονότα. Τα αναμάρτητα βρέφη που πεθαίνουν από αιφνίδιο θάνατο, τα αθώα παιδιά που σκοτώνονται σε πολέμους, οι άνθρωποι που πεθαίνουν από λιμούς ή AIDS στην Αφρική, οι δεκάδες χιλιάδες νεκροί από σεισμούς και φυσικές καταστροφές ή οι δεκάδες νεκροί από πτώση αεροπλάνου όπου δεν ήταν όλοι «αμαρτωλοί». Σ’ αυτές τις περιπτώσεις συνήθως η απάντηση είναι ότι «ο Θεός γνωρίζει και να έχεις εμπιστοσύνη στο σχέδιο του» ή «ο καρκίνος και το AIDS έχουν σώσει πολλές ψυχές από το διάβολο» και άλλα τέτοια.
Επίσης δεν μπορεί να απαντήσει επαρκώς στο ερώτημα: ένας ιθαγενής ενός νησιού στον Ειρηνικό, που δεν έχει διδαχτεί ποτέ τη συγκεκριμένη θρησκεία και παρ’ αυτά είναι αγαθός και φιλεύσπλαχνος άνθρωπος, θα πάει στον Παράδεισο ή στην Κόλαση ή Πουθενά. Επίσης αν οι ηθικοί κώδικες δύο θρησκειών είναι αντίθετες, και ένας πιστός που ζει σύμφωνα με τους ηθικούς κώδικες της δικής του θρησκείας πρέπει να ανταμειφθεί, ενώ σύμφωνα με την άλλη θρησκεία πρέπει να τιμωρηθεί, τι τελικά θα γίνει. Με δεδομένο ότι όλες οι θρησκείες κηρύττουν ότι είναι «οι αληθινές», ποια και με ποια κριτήρια είναι η αληθινή;
Αλλά το πιο παράδοξο των μονοθεϊστικών θρησκειών είναι η σχέση με το γεγονός του θανάτου και της θνητότητας. Σύμφωνα με τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό […όταν ο Θεός αποφάσισε να δώσει ζωή στον άνθρωπο και να τον καταστήσει κορωνίδα της δημιουργίας, σίγουρα είχε μεγάλα σχέδια γι΄ αυτόν. Απόδειξη ότι δεν χρησιμοποίησε απλά και μόνο ένα υλικό στοιχείο για τη δημιουργία του αλλά κι ένα «κομμάτι του εαυτού Του». Η Γένεσις μας δίνει πολύ παραστατικά την εικόνα αυτή: «και έπλασεν ο Θεός τον Άνθρωπον χουν από της γης, και ενεφύσησεν εις τον πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν». Το δώρο της ζωής δόθηκε στον άνθρωπο ακέραιο χωρίς μικρότητες και υπολογισμούς. Ο Θεός που δημιούργησε τέλεια όλα τα πλάσματά του, έδωσε στον άνθρωπο την αθανασία και την αιωνιότητα. Και όσο ο άνθρωπος εκπληρούσε το σκοπό για τον οποίο τάχτηκε απ΄ τον Δημιουργό του, μπορούσε ν΄ απολαμβάνει όλα τ΄ αγαθά που είχαν φτιαχτεί γι΄ αυτόν]. Επίσης «όπως λέει η Παλαιά διαθήκη, και συγκεκριμμένα ο Σοφός Σολομώντας, εξαιτίας της αμαρτίας ήρθε ο θάνατος στο κόσμο. «Φθόνω διαβόλου θάνατος εισήλθεν εις τον κόσμον» λέει χαρακτηριστικά. Αλλά και ο απ. Παύλος λέει ότι «δι’ ενός ανθρώπου (του Αδάμ) η αμαρτία εις τον κόσμον εισήλθε και δια της αμαρτίας ο θάνατος». Δηλαδή εξαιτίας ενός ανθρώπου, του Αδάμ, ήρθε η αμαρτία και ο θάνατος. Επομένως ο θάνατος δεν είναι αποτέλεσμα του Θεού αλλά αποτέλεσμα της αποστασίας μας. Αν ο άνθρωπος έμενε όπως δημιουργήθηκε από το Θεό, σίγουρα δεν θα πέθαινε. Και όπως λέει ο Μ. Βασίλειος-και η γνώμη του εκφράζει ολόκληρη την Πατερική Παράδοση- «ουχί Θεός έκτισε θάνατον, αλλ’ ημείς εαυτοίς εκ πονηράς γνώμης επεσπασάμεθα». Δηλαδή δεν έφερε ο Θεός τον θάνατο αλλά εμείς με τα έργα της αμαρτίας μας τον φέραμε στο κόσμο».
Για τους πιστούς αυτούς θάνατος δεν υπάρχει. Ειδικότερα στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό, οι άνθρωποι δεν πεθαίνουν αλλά «κοιμούνται». Κοιμούνται για χρόνια ή και αιώνες στα «κοιμητήρια» γι’ αυτό και διατηρούνται τα οστά τους. Σύμφωνα με την παράδοση, θα έρθει η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, όπου όλοι οι νεκροί θα σηκωθούν από τους τάφους όπου κοιμόντουσαν, θα κριθούν από το Χριστό για την ηθική ποιότητα της ζωής τους και ο καθένας θα πάρει τη θέση που του αξίζει. Γι’ αυτό και οι Χριστιανοί αντιτίθενται στην καύση των νεκρών γιατί χωρίς τα οστά δεν μπορούν να ισχυρισθούν ότι οι νεκροί «κοιμούνται». Αυτή η κατάσταση των ζωντανών στον τάφο που «κοιμούνται» έχει πυροδοτήσει τις αμέτρητες ιστορίες για «ζωντανές ψυχές», φαντάσματα, ζόμπι κ.α.
Είναι τέλος αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ενώ οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν παραδέχονται τη μετενσάρκωση, αφού έτσι θα καταργούνταν ο ρόλος του Χριστού ως κριτή, την κάνουν πράξη με έμμεσο τρόπο μέσω της ονομάτισης των μικρών παιδιών. Τα μικρά παιδιά παίρνουν συνήθως το όνομα του παππού ή της γιαγιάς και φυσικά και το επίθετο τους. Σε πολλές περιπτώσεις συμβαίνει ένα αγόρι να έχει το όνομα και το επίθετο του παππού του ή ένα κορίτσι της γιαγιάς του. Το γεγονός ότι ο παππούς χαίρεται που «ακούει» το όνομα του είναι βέβαιο ότι έχει μεγάλη σχέση με την νίκη του δικού του θανάτου, αφού ένας μικρός άνθρωπος με το όνομα του μόλις ξεκινά να ζει. Εμμέσως λοιπόν ο παππούς μετενσαρκώνεται.
του Γιάννη Βελίκη
Via