«Ρομπότ», μιούζικαλ που ανέβηκε στο Barnabe Theatre, κοντά στη Λωζάννη της Ελβετίας. Η συζήτηση για το πώς ο συντονισμός του ανθρώπινου μυαλού με τους υπολογιστές και τις νέες «έξυπνες μηχανές» μπορεί να επηρεάσει τις γνωστικές και αντιληπτικές μας ικανότητες έχει υπερβεί τον χώρο της λογοτεχνίας και της τέχνης (φωτ.: ΑΡ/ Keystone, Dominic Favre).
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν ήμασταν ακόμα πολύ νέοι και αισιόδοξοι, διαβάζαμε μετά μανίας το βιβλίο Cyberia του Ντάγκλας Ράσκοφ, τον περίφημο οδηγό επιβίωσης στον κυβερνοχώρο, που, τότε, βρισκόταν στα σπάργανα. Εκείνη την εποχή, η τεχνολογική επανάσταση υποσχόταν τα πάντα. «Οι κανόνες της γραμμικής πραγματικότητας δεν έχουν πια καμία ισχύ. Ακόμα και οι φανατικοί οπαδοί των νόμων της φυσικής και των μαθηματικών ανακάλυψαν ότι οι αριθμοί και τα σωματίδια έχουν πάψει να συμπεριφέρονται με τον προβλέψιμο τρόπο των γραμμικών εξισώσεων», έγραφε ο Ράσκοφ. Μιλούσε ακόμα για την ύπαρξη μιας «αθέατης επικράτειας» της οποίας μόνο η μία πλευρά ταυτίζεται με τη φυσική πραγματικότητα, και για την ανάγκη επινόησης μιας καινούργιας λέξης που θα την εκφράζει. Στο βιβλίο του αποκαλείται Κυβερία.
Δεν ξέρω πόσοι κατάφεραν να μετοικήσουν στη σαγηνευτική Κυβερία που υποσχόταν ο Ράσκοφ, αλλά είναι αλήθεια ότι η τεχνολογία δεν έπαψε να εξελίσσεται και να μεταμορφώνει, διαρκώς, τις ζωές μας. Ο ίδιος έγραφε ακόμα για παράξενους ελκυστές, άτομα που με τη βοήθεια της ονειροπόλησης αποκτούν πρόσβαση στο ευρύ δίκτυο τεχνητών κόσμων, για μεταφυσικούς χάκερ που αντλούν «παράνομα, εξωτικά ή απρόσιτα δεδομένα», για cyborgs, κυβερνοπλάσματα και ανθρωπομηχανές. Η φαντασίωση του ανθρώπου-μηχανή δεν είναι, βέβαια, επινόηση της αισιόδοξης δεκαετίας του ’90 και της κουλτούρας του κυβερνοπάνκ. Πολλές δεκαετίες νωρίτερα, η λογοτεχνία και το σινεμά του Φανταστικού φρόντισαν να μας συστήσουν αρκετά υβριδικά όντα με ανθρώπινα χαρακτηριστικά και καρδιά μηχανής.
Τα τελευταία χρόνια η συζήτηση για τον τρόπο που η εξέλιξη της τεχνολογίας επιδρά στην ανθρώπινη φύση, το πώς ο συντονισμός του ανθρώπινου μυαλού με τους υπολογιστές και τις νέες «έξυπνες μηχανές» μπορεί να επηρεάσει τις γνωστικές και αντιληπτικές μας ικανότητες, το σώμα, και τη ζωή μας, έχει υπερβεί τον χώρο της λογοτεχνίας και της τέχνης. Τέτοιου είδους ζητήματα απασχολούν, πλέον, πολύ σοβαρά κορυφαίους επιστήμονες διαφόρων ερευνητικών πεδίων σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι ερευνητές μάς προϊδεάζουν για τη διαμόρφωση αυτής της νέας ανθρώπινης κατάστασης, ενώ φιλόσοφοι, πολιτικοί, και θρησκευτικοί ηγέτες, θέτουν νέα ερωτήματα, εκφράζουν φόβους, υπενθυμίζουν τα ηθικά διλήμματα που προκύπτουν από τις επικείμενες προσμίξεις.
«Εχουμε φτάσει στο σημείο της ανθρώπινης Ιστορίας που υπάρχουν πια οι ρεαλιστικές προοπτικές για την ενίσχυση της γνωστικής, συναισθηματικής, αντιληπτικής και φυσικής μας ικανότητας, μέσω μιας σχεδιασμένης και άμεσης εφαρμογής ποικίλων τεχνολογικών παρεμβάσεων. Αυτές μπορεί να είναι γενετικές (τροποποίηση του ανθρώπινου DNA), προσθετικές (ενσωμάτωση εργαλείων και μηχανημάτων στο σώμα μας), φαρμακευτικές κ.ά.», γράφει στην επιθεώρηση The Philosophers Magazine o Αυστραλός φιλόσοφος Russell Blackford. Και προσθέτει: «Ο μετα-άνθρωπος θα είναι δική μας συνέχεια, αλλά θα διαφέρει αρκετά από μας. Θα ζει πιθανόν πολύ περισσότερα χρόνια, θα είναι εξυπνότερος και πιο ευτυχισμένος. Μια ακραία παραλλαγή αυτής της εξέλιξης είναι η δυνατότητα της μεταφοράς της προσωπικότητάς μας σε ένα προηγμένο και εξαιρετικά ανθεκτικό λογισμικό, το οποίο θα διασυνδέεται ποικιλοτρόπως με τον κόσμο». Ο ίδιος δεν αγνοεί, βέβαια, το ενδεχόμενο της σύγκρουσης αυτής της προοπτικής με τα προβλήματα του πλανήτη: τον υπερπληθυσμό, τις κλιματικές αλλαγές και την εξάντληση των φυσικών πόρων. Πολύ πρόσφατα δε, ο διάσημος Στίβεν Χόκινγκ, μαζί με τους Στούαρτ Ράσελ, καθηγητή πληροφορικής στο Μπέρκλεϊ, Μαξ Τέγκμαρκ, καθηγητή φυσικής στο ΜΙΤ, και τον νομπελίστα φυσικό, επίσης του ΜΙΤ, Φρανκ Βίλτσεκ, δημοσίευσε άρθρο στον βρετανικό Independent, όπου, με αφορμή την κινηματογραφική ταινία «Transcendence», με τους Τζόνι Ντεπ και Μόργκαν Φρίμαν, μιλά για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στη δημιουργία Τεχνητής Νοημοσύνης...
Η συνύπαρξή μας με τους υπολογιστές
Για να προσεγγίσουμε καλύτερα, σε ρεαλιστική βάση, τη διαμόρφωση της νέας ανθρώπινης κατάστασης αναζητήσαμε τη βοήθεια ενός Ελληνα ειδικού. Ο Ιωάννης Τσαμαρδίνος, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Κρήτης και επικεφαλής του Εργαστηρίου Βιοπληροφορικής, ΙΤΕ-ΙΠ Κρήτης, μας μίλησε για τη μελλοντική συνύπαρξη ανθρώπων και υπολογιστών.
«Μέχρι τώρα, ο άνθρωπος και όλα τα έμβια όντα του πλανήτη είναι περιορισμένα από τη βιολογία τους. Ο ανθρώπινος υπολογιστής, δηλαδή ο εγκέφαλός μας, είναι πεπερασμένης μνήμης, ταχύτητας, γνωστικών και αντιληπτικών ικανοτήτων και, δυστυχώς, με ημερομηνία λήξης», λέει ο καθηγητής. Και προσθέτει: «Κάποτε, στο απώτερο μέλλον, αυτό θα πάψει να ισχύει όταν διασυνδεθεί πλήρως με μη έμβιους υπολογιστές. Θα μπορούμε να έχουμε πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες και τη γνώση της ανθρωπότητας με μία μας σκέψη. Να κάνουμε δύσκολους υπολογισμούς σε κλάσματα του δευτερολέπτου, να θυμόμαστε όλες μας τις εμπειρίες, να αντιλαμβανόμαστε και να αισθανόμαστε άμεσα τον κόσμο μέσω ηλεκτρονικών αισθητήρων, πέρα από τις πέντε αισθήσεις μας. Επιπλέον, η διασύνδεση πολλών εγκεφάλων και υπολογιστών πιθανότατα θα οδηγήσει σε ένα υπερ-διαδίκτυο, όπου συνεχώς θα ανταλλάσσονται πληροφορίες, σκέψεις, και γιατί όχι, κάποια στιγμή και συναισθήματα.
»Τα σώματά μας είναι περιορισμένα σε έκταση. Συνεπώς, και η συνείδηση του εγώ μας είναι περιορισμένη. Φανταστείτε να είστε συνδεδεμένοι με ένα πλήθος από ρομπότ που τα αισθάνεστε σαν προέκταση του εαυτού σας, διάσπαρτα στον πλανήτη. Να βλέπετε ό,τι βλέπουν, να αισθάνεστε ό,τι αισθάνονται, να κινούνται με τη σκέψη σας. Η αντίληψη του “εγώ” σας, θα είναι, τότε, ευρύτατα κατανεμημένη στον χώρο και σίγουρα πολύ διαφορετική. Φανταστείτε, επίσης, τη διασύνδεσή σας με ένα αεροπλάνο. Αρκεί να το σκεφτείτε, για να αρχίσει να αντιδρά, όπως το χέρι σας. Να νιώθετε τις επιταχύνσεις, την αλλαγή της ατμοσφαιρικής πίεσης, να βλέπετε με την κάμερά του, ή να αισθάνεστε κάτι σαν πείνα όταν πέφτει η στάθμη των καυσίμων. Δεν θα είστε ξανά ο ίδιος, αλλά δεν νομίζω ότι θα είστε περισσότερο ρομπότ. Δεν θα είστε όμως και άνθρωπος με την τυπική έννοια του όρου.
»Υπερβαίνοντας τους βιολογικούς του περιορισμούς και με αυξημένες γνωστικές δυνατότητες, ο άνθρωπος θα επανασχεδιάσει τον εαυτό του, φτιάχνοντας καλύτερες μηχανές-ανθρώπους που θα φτιάξουν καλύτερες μηχανές-ανθρώπους και ούτω καθ’ εξής σε έναν ατέρμονα βρόχο βελτίωσης των δυνατοτήτων μας και της κατανόησης του σύμπαντος».
Για να δούμε ποιες μπορεί να είναι, σήμερα, οι ρεαλιστικές εφαρμογές αυτής της τεχνολογίας.
«Προς το παρόν απέχουμε πολύ από την επίτευξη μιας διασύνδεσης σε επίπεδο ανώτερων γνωστικών λειτουργιών, όπου ανταλλάσσουμε με τις μηχανές μνήμες, συλλογισμούς ή συναισθήματα», τονίζει ο Ιωάννης Τσαμαρδίνος. Και προσθέτει: «Ομως, υπάρχουν εφαρμογές διασύνδεσης κατώτερων γνωστικών λειτουργιών προς υλοποίηση στο άμεσο μέλλον ή είναι ήδη στο στάδιο πρωτοτύπου. Αυτές οι εφαρμογές επικεντρώνονται στη διασύνδεση με αισθητήρες και στον έλεγχο των μηχανών με τη σκέψη. Για παράδειγμα, η διασύνδεση καμερών με το οπτικό νεύρο, ώστε να αποκτήσει την όρασή του κάποιος τυφλός ή μικροφώνων με το ακουστικό νεύρο.
»Αλλες εφαρμογές περιλαμβάνουν τη σύνδεση νεύρων της σπονδυλικής στήλης σε παραπληγικούς μέσω πομποδεκτών, ώστε να επανακτήσουν τον έλεγχο του σώματός τους. Αυτή τη στιγμή διεξάγονται αρκετά πειράματα στον έλεγχο μηχανών και υπολογιστών με τη σκέψη. Είναι πιθανό στο μεσοπρόθεσμο μέλλον να μη χρειάζεται πλέον να πληκτρολογούμε στον υπολογιστή μας και απλά να σκεφτόμαστε τι θέλουμε να γράψουμε. Ηδη διάφοροι ερευνητές έχουν διασυνδέσει μαϊμούδες με ρομποτικά χέρια ώστε να μπορούν να τα κινούν με τη σκέψη, δίνοντας ελπίδες σε εκατομμύρια αναπήρων στον κόσμο».
Τα ηθικά διλήμματα
Τι είδους ηθικά διλήμματα γεννιούνται από αυτήν την εξέλιξη; «Ενας πειραματιστής που κάνει πειράματα σε μεμονωμένους νευρώνες σίγουρα θα λέγαμε ότι δεν προκαλεί πόνο» απαντά ο καθηγητής. «Αν είναι όμως ένα δίκτυο με 100 νευρώνες; Αισθάνεται πόνο; Ενα δίκτυο με 10 εκατομμύρια; Πότε αρχίζει να αισθάνεται ένα νευρωνικό δίκτυο, πότε έχει συνείδηση, πότε το θεωρούμε εγκέφαλο, πότε έχει δικαιώματα και εμείς ηθικά κωλύματα; Ποιο είναι το όριο επέμβασής μας και διασύνδεσης με υπολογιστές σε έναν εγκέφαλο ώστε η αντίληψη του εγώ του και η συνείδησή του να μην αλλοιωθεί ανεπανόρθωτα; Πότε θα πρέπει να λογίζονται οι υπολογιστές με τους οποίους διασυνδεόμαστε κομμάτια του εαυτού μας και επομένως θα πρέπει να προστατεύονται νομικά όπως και το σώμα μας; Ποια θα πρέπει να είναι τα δικαιώματα διασύνδεσής μας με τους υπολογιστές και ποιες οι απαγορεύσεις;
»Είναι βέβαιο ότι η ανθρωπότητα θα πρέπει να κάνει πρώτα πολλά λάθη, πριν μάθει να λειτουργεί ηθικά σε μια καινούργια πραγματικότητα. Η εξέλιξη και βελτίωσή μας πλέον επιτελείται με γεωμετρική πρόοδο. Θα πρέπει και η σοφία μας να συμβαδίσει».
Συνείδηση και γνώση
Τη δική του διάσταση στο θέμα δίνει ο καθηγητής Φιλοσοφίας στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, Γιώργος Ξηροπαΐδης. Για να μιλήσει για τον μελλοντικό άνθρωπο ανατρέχει στον διάλογο του Πλάτωνα, Φαίδρο και ειδικότερα στον τρόπο που ο Πλάτωνας επιχειρεί να αποτιμήσει τη μετάβαση από τον προφορικό στον γραπτό λόγο.
«Στο τέλος του διαλόγου προκύπτει το ζήτημα της επιρροής που μπορεί να έχει ο γραπτός λόγος στις γνωστικές μας δυνάμεις και ικανότητες», λέει ο Γιώργος Ξηροπαΐδης. Και εξηγεί ότι μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Σωκράτης αναζητά κατά πόσο ο γραπτός λόγος είναι σε θέση να αποθηκεύει και να μεταδίδει την πραγματική γνώση στις επόμενες γενιές. Επινοεί έναν μύθο και αναφέρεται στη συνομιλία του Αιγύπτιου θεού Θευθ, που ανακάλυψε τη γραφή, τα μαθηματικά, την αστρονομία και τα ζάρια, και του βασιλιά Θαμού, ο οποίος τον ρωτά για τη σημασία και τη χρησιμότητα της γραφής. Ο Θευθ απαντά: «Οποτε ο άνθρωπος χρειάζεται να θυμηθεί κάτι, δεν έχει παρά να ανατρέξει στον γραπτό λόγο για να θυμηθεί αυτά που έχει ξεχάσει. Ο Θαμού επισημαίνει ότι αυτός που πρέπει να κρίνει αν είναι σωστή η ανακάλυψη είναι αυτός που τη χρησιμοποιεί, ώστε να διαπιστώσει αν τον ωφελεί ή τον βλάπτει. Και εκφράζει, στη συνέχεια, τις αντιρρήσεις του, λέγοντας ότι ο γραπτός λόγος δεν είναι φάρμακο της μνήμης, αλλά φαρμάκι που οδηγεί στη λήθη, αφού οι άνθρωποι αντί να ασκούν οι ίδιοι τη μνήμη τους εκχωρούν αυτή τη δυνατότητα σε ένα τεχνικό εργαλείο».
Θεωρώ, λοιπόν, συνεχίζει ο καθηγητής, «ότι ταυτόχρονα με την τεχνολογική εξέλιξη θα πρέπει να εξελίσσονται και οι γνωστικές ικανότητες των ανθρώπων, ώστε να κατανοούν τι εξαρτήσεις, πειρασμούς και κινδύνους έχουν να αντιμετωπίσουν, ώστε να μπορούν να αποφασίζουν αν κάτι είναι ωφέλιμο για τους ίδιους ή όχι. Μόνο αν έχουμε αυτή τη συνείδηση μπορεί η τεχνολογική εξέλιξη να έχει θετική σημασία».
Επιβάλλουν την εξέλιξη
Οσο για τη δημιουργία ενός νέου είδους τεχνολογικού ανθρώπου, ο Γιώργος Ξηροπαΐδης λέει: «Το ερώτημα είναι αν αυτό γίνεται ερήμην των ανθρώπων και τους επιβάλλεται, τελικά, μέσω μιας εξέλιξης που φαίνεται μονόδρομος. Μπορεί αργότερα να μας πουν ότι αν δεν έχουμε τσιπάκια στο μυαλό μας, δεν μπορούμε να είμαστε μέλη της σύγχρονης ανθρώπινης κοινωνίας. Το ζήτημα είναι, αν όλα αυτά προκύπτουν μέσα από την ελεύθερη επιλογή των ανθρώπων, με βάση κάποια ηθικά κριτήρια ή αν επιβάλλονται. Ας θυμηθούμε το ερώτημα του Σωκράτη: Ποιος είναι ο βίος που ταιριάζει σε έναν άνθρωπο; Tι σημαίνει να είναι κανείς ανθρώπινος; Αν δεν θέσουμε εμείς αυτά τα ερωτήματα και μάς τα επιβάλλουν, ακόμα αν αποκτήσουμε τρομακτικές ικανότητες, δεν θα γερνάμε, δεν θα αρρωσταίνουμε, όλα θα παραμένουν κατασκευές που συγκαλύπτουν το απλό γεγονός ότι δεν κρίνουμε εμείς τι είναι ωφέλιμο, αλλά κάποιοι άλλοι. Γι’ αυτό επιμένω στη δυνατότητα των ανθρώπων να ορίζουν, μέσα από τον διάλογο και την ελεύθερη συναίνεση, μεταξύ τους ποιες είναι οι ηθικές αρχές στις οποίες μπορούν να βασιστούν για να κρίνουν κάθε τεχνολογική εξέλιξη».
ΈντυπηΔεν ξέρω πόσοι κατάφεραν να μετοικήσουν στη σαγηνευτική Κυβερία που υποσχόταν ο Ράσκοφ, αλλά είναι αλήθεια ότι η τεχνολογία δεν έπαψε να εξελίσσεται και να μεταμορφώνει, διαρκώς, τις ζωές μας. Ο ίδιος έγραφε ακόμα για παράξενους ελκυστές, άτομα που με τη βοήθεια της ονειροπόλησης αποκτούν πρόσβαση στο ευρύ δίκτυο τεχνητών κόσμων, για μεταφυσικούς χάκερ που αντλούν «παράνομα, εξωτικά ή απρόσιτα δεδομένα», για cyborgs, κυβερνοπλάσματα και ανθρωπομηχανές. Η φαντασίωση του ανθρώπου-μηχανή δεν είναι, βέβαια, επινόηση της αισιόδοξης δεκαετίας του ’90 και της κουλτούρας του κυβερνοπάνκ. Πολλές δεκαετίες νωρίτερα, η λογοτεχνία και το σινεμά του Φανταστικού φρόντισαν να μας συστήσουν αρκετά υβριδικά όντα με ανθρώπινα χαρακτηριστικά και καρδιά μηχανής.
Τα τελευταία χρόνια η συζήτηση για τον τρόπο που η εξέλιξη της τεχνολογίας επιδρά στην ανθρώπινη φύση, το πώς ο συντονισμός του ανθρώπινου μυαλού με τους υπολογιστές και τις νέες «έξυπνες μηχανές» μπορεί να επηρεάσει τις γνωστικές και αντιληπτικές μας ικανότητες, το σώμα, και τη ζωή μας, έχει υπερβεί τον χώρο της λογοτεχνίας και της τέχνης. Τέτοιου είδους ζητήματα απασχολούν, πλέον, πολύ σοβαρά κορυφαίους επιστήμονες διαφόρων ερευνητικών πεδίων σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι ερευνητές μάς προϊδεάζουν για τη διαμόρφωση αυτής της νέας ανθρώπινης κατάστασης, ενώ φιλόσοφοι, πολιτικοί, και θρησκευτικοί ηγέτες, θέτουν νέα ερωτήματα, εκφράζουν φόβους, υπενθυμίζουν τα ηθικά διλήμματα που προκύπτουν από τις επικείμενες προσμίξεις.
«Εχουμε φτάσει στο σημείο της ανθρώπινης Ιστορίας που υπάρχουν πια οι ρεαλιστικές προοπτικές για την ενίσχυση της γνωστικής, συναισθηματικής, αντιληπτικής και φυσικής μας ικανότητας, μέσω μιας σχεδιασμένης και άμεσης εφαρμογής ποικίλων τεχνολογικών παρεμβάσεων. Αυτές μπορεί να είναι γενετικές (τροποποίηση του ανθρώπινου DNA), προσθετικές (ενσωμάτωση εργαλείων και μηχανημάτων στο σώμα μας), φαρμακευτικές κ.ά.», γράφει στην επιθεώρηση The Philosophers Magazine o Αυστραλός φιλόσοφος Russell Blackford. Και προσθέτει: «Ο μετα-άνθρωπος θα είναι δική μας συνέχεια, αλλά θα διαφέρει αρκετά από μας. Θα ζει πιθανόν πολύ περισσότερα χρόνια, θα είναι εξυπνότερος και πιο ευτυχισμένος. Μια ακραία παραλλαγή αυτής της εξέλιξης είναι η δυνατότητα της μεταφοράς της προσωπικότητάς μας σε ένα προηγμένο και εξαιρετικά ανθεκτικό λογισμικό, το οποίο θα διασυνδέεται ποικιλοτρόπως με τον κόσμο». Ο ίδιος δεν αγνοεί, βέβαια, το ενδεχόμενο της σύγκρουσης αυτής της προοπτικής με τα προβλήματα του πλανήτη: τον υπερπληθυσμό, τις κλιματικές αλλαγές και την εξάντληση των φυσικών πόρων. Πολύ πρόσφατα δε, ο διάσημος Στίβεν Χόκινγκ, μαζί με τους Στούαρτ Ράσελ, καθηγητή πληροφορικής στο Μπέρκλεϊ, Μαξ Τέγκμαρκ, καθηγητή φυσικής στο ΜΙΤ, και τον νομπελίστα φυσικό, επίσης του ΜΙΤ, Φρανκ Βίλτσεκ, δημοσίευσε άρθρο στον βρετανικό Independent, όπου, με αφορμή την κινηματογραφική ταινία «Transcendence», με τους Τζόνι Ντεπ και Μόργκαν Φρίμαν, μιλά για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στη δημιουργία Τεχνητής Νοημοσύνης...
Η συνύπαρξή μας με τους υπολογιστές
Για να προσεγγίσουμε καλύτερα, σε ρεαλιστική βάση, τη διαμόρφωση της νέας ανθρώπινης κατάστασης αναζητήσαμε τη βοήθεια ενός Ελληνα ειδικού. Ο Ιωάννης Τσαμαρδίνος, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Κρήτης και επικεφαλής του Εργαστηρίου Βιοπληροφορικής, ΙΤΕ-ΙΠ Κρήτης, μας μίλησε για τη μελλοντική συνύπαρξη ανθρώπων και υπολογιστών.
«Μέχρι τώρα, ο άνθρωπος και όλα τα έμβια όντα του πλανήτη είναι περιορισμένα από τη βιολογία τους. Ο ανθρώπινος υπολογιστής, δηλαδή ο εγκέφαλός μας, είναι πεπερασμένης μνήμης, ταχύτητας, γνωστικών και αντιληπτικών ικανοτήτων και, δυστυχώς, με ημερομηνία λήξης», λέει ο καθηγητής. Και προσθέτει: «Κάποτε, στο απώτερο μέλλον, αυτό θα πάψει να ισχύει όταν διασυνδεθεί πλήρως με μη έμβιους υπολογιστές. Θα μπορούμε να έχουμε πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες και τη γνώση της ανθρωπότητας με μία μας σκέψη. Να κάνουμε δύσκολους υπολογισμούς σε κλάσματα του δευτερολέπτου, να θυμόμαστε όλες μας τις εμπειρίες, να αντιλαμβανόμαστε και να αισθανόμαστε άμεσα τον κόσμο μέσω ηλεκτρονικών αισθητήρων, πέρα από τις πέντε αισθήσεις μας. Επιπλέον, η διασύνδεση πολλών εγκεφάλων και υπολογιστών πιθανότατα θα οδηγήσει σε ένα υπερ-διαδίκτυο, όπου συνεχώς θα ανταλλάσσονται πληροφορίες, σκέψεις, και γιατί όχι, κάποια στιγμή και συναισθήματα.
»Τα σώματά μας είναι περιορισμένα σε έκταση. Συνεπώς, και η συνείδηση του εγώ μας είναι περιορισμένη. Φανταστείτε να είστε συνδεδεμένοι με ένα πλήθος από ρομπότ που τα αισθάνεστε σαν προέκταση του εαυτού σας, διάσπαρτα στον πλανήτη. Να βλέπετε ό,τι βλέπουν, να αισθάνεστε ό,τι αισθάνονται, να κινούνται με τη σκέψη σας. Η αντίληψη του “εγώ” σας, θα είναι, τότε, ευρύτατα κατανεμημένη στον χώρο και σίγουρα πολύ διαφορετική. Φανταστείτε, επίσης, τη διασύνδεσή σας με ένα αεροπλάνο. Αρκεί να το σκεφτείτε, για να αρχίσει να αντιδρά, όπως το χέρι σας. Να νιώθετε τις επιταχύνσεις, την αλλαγή της ατμοσφαιρικής πίεσης, να βλέπετε με την κάμερά του, ή να αισθάνεστε κάτι σαν πείνα όταν πέφτει η στάθμη των καυσίμων. Δεν θα είστε ξανά ο ίδιος, αλλά δεν νομίζω ότι θα είστε περισσότερο ρομπότ. Δεν θα είστε όμως και άνθρωπος με την τυπική έννοια του όρου.
»Υπερβαίνοντας τους βιολογικούς του περιορισμούς και με αυξημένες γνωστικές δυνατότητες, ο άνθρωπος θα επανασχεδιάσει τον εαυτό του, φτιάχνοντας καλύτερες μηχανές-ανθρώπους που θα φτιάξουν καλύτερες μηχανές-ανθρώπους και ούτω καθ’ εξής σε έναν ατέρμονα βρόχο βελτίωσης των δυνατοτήτων μας και της κατανόησης του σύμπαντος».
Για να δούμε ποιες μπορεί να είναι, σήμερα, οι ρεαλιστικές εφαρμογές αυτής της τεχνολογίας.
«Προς το παρόν απέχουμε πολύ από την επίτευξη μιας διασύνδεσης σε επίπεδο ανώτερων γνωστικών λειτουργιών, όπου ανταλλάσσουμε με τις μηχανές μνήμες, συλλογισμούς ή συναισθήματα», τονίζει ο Ιωάννης Τσαμαρδίνος. Και προσθέτει: «Ομως, υπάρχουν εφαρμογές διασύνδεσης κατώτερων γνωστικών λειτουργιών προς υλοποίηση στο άμεσο μέλλον ή είναι ήδη στο στάδιο πρωτοτύπου. Αυτές οι εφαρμογές επικεντρώνονται στη διασύνδεση με αισθητήρες και στον έλεγχο των μηχανών με τη σκέψη. Για παράδειγμα, η διασύνδεση καμερών με το οπτικό νεύρο, ώστε να αποκτήσει την όρασή του κάποιος τυφλός ή μικροφώνων με το ακουστικό νεύρο.
»Αλλες εφαρμογές περιλαμβάνουν τη σύνδεση νεύρων της σπονδυλικής στήλης σε παραπληγικούς μέσω πομποδεκτών, ώστε να επανακτήσουν τον έλεγχο του σώματός τους. Αυτή τη στιγμή διεξάγονται αρκετά πειράματα στον έλεγχο μηχανών και υπολογιστών με τη σκέψη. Είναι πιθανό στο μεσοπρόθεσμο μέλλον να μη χρειάζεται πλέον να πληκτρολογούμε στον υπολογιστή μας και απλά να σκεφτόμαστε τι θέλουμε να γράψουμε. Ηδη διάφοροι ερευνητές έχουν διασυνδέσει μαϊμούδες με ρομποτικά χέρια ώστε να μπορούν να τα κινούν με τη σκέψη, δίνοντας ελπίδες σε εκατομμύρια αναπήρων στον κόσμο».
Τα ηθικά διλήμματα
Τι είδους ηθικά διλήμματα γεννιούνται από αυτήν την εξέλιξη; «Ενας πειραματιστής που κάνει πειράματα σε μεμονωμένους νευρώνες σίγουρα θα λέγαμε ότι δεν προκαλεί πόνο» απαντά ο καθηγητής. «Αν είναι όμως ένα δίκτυο με 100 νευρώνες; Αισθάνεται πόνο; Ενα δίκτυο με 10 εκατομμύρια; Πότε αρχίζει να αισθάνεται ένα νευρωνικό δίκτυο, πότε έχει συνείδηση, πότε το θεωρούμε εγκέφαλο, πότε έχει δικαιώματα και εμείς ηθικά κωλύματα; Ποιο είναι το όριο επέμβασής μας και διασύνδεσης με υπολογιστές σε έναν εγκέφαλο ώστε η αντίληψη του εγώ του και η συνείδησή του να μην αλλοιωθεί ανεπανόρθωτα; Πότε θα πρέπει να λογίζονται οι υπολογιστές με τους οποίους διασυνδεόμαστε κομμάτια του εαυτού μας και επομένως θα πρέπει να προστατεύονται νομικά όπως και το σώμα μας; Ποια θα πρέπει να είναι τα δικαιώματα διασύνδεσής μας με τους υπολογιστές και ποιες οι απαγορεύσεις;
»Είναι βέβαιο ότι η ανθρωπότητα θα πρέπει να κάνει πρώτα πολλά λάθη, πριν μάθει να λειτουργεί ηθικά σε μια καινούργια πραγματικότητα. Η εξέλιξη και βελτίωσή μας πλέον επιτελείται με γεωμετρική πρόοδο. Θα πρέπει και η σοφία μας να συμβαδίσει».
Συνείδηση και γνώση
Τη δική του διάσταση στο θέμα δίνει ο καθηγητής Φιλοσοφίας στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, Γιώργος Ξηροπαΐδης. Για να μιλήσει για τον μελλοντικό άνθρωπο ανατρέχει στον διάλογο του Πλάτωνα, Φαίδρο και ειδικότερα στον τρόπο που ο Πλάτωνας επιχειρεί να αποτιμήσει τη μετάβαση από τον προφορικό στον γραπτό λόγο.
«Στο τέλος του διαλόγου προκύπτει το ζήτημα της επιρροής που μπορεί να έχει ο γραπτός λόγος στις γνωστικές μας δυνάμεις και ικανότητες», λέει ο Γιώργος Ξηροπαΐδης. Και εξηγεί ότι μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Σωκράτης αναζητά κατά πόσο ο γραπτός λόγος είναι σε θέση να αποθηκεύει και να μεταδίδει την πραγματική γνώση στις επόμενες γενιές. Επινοεί έναν μύθο και αναφέρεται στη συνομιλία του Αιγύπτιου θεού Θευθ, που ανακάλυψε τη γραφή, τα μαθηματικά, την αστρονομία και τα ζάρια, και του βασιλιά Θαμού, ο οποίος τον ρωτά για τη σημασία και τη χρησιμότητα της γραφής. Ο Θευθ απαντά: «Οποτε ο άνθρωπος χρειάζεται να θυμηθεί κάτι, δεν έχει παρά να ανατρέξει στον γραπτό λόγο για να θυμηθεί αυτά που έχει ξεχάσει. Ο Θαμού επισημαίνει ότι αυτός που πρέπει να κρίνει αν είναι σωστή η ανακάλυψη είναι αυτός που τη χρησιμοποιεί, ώστε να διαπιστώσει αν τον ωφελεί ή τον βλάπτει. Και εκφράζει, στη συνέχεια, τις αντιρρήσεις του, λέγοντας ότι ο γραπτός λόγος δεν είναι φάρμακο της μνήμης, αλλά φαρμάκι που οδηγεί στη λήθη, αφού οι άνθρωποι αντί να ασκούν οι ίδιοι τη μνήμη τους εκχωρούν αυτή τη δυνατότητα σε ένα τεχνικό εργαλείο».
Θεωρώ, λοιπόν, συνεχίζει ο καθηγητής, «ότι ταυτόχρονα με την τεχνολογική εξέλιξη θα πρέπει να εξελίσσονται και οι γνωστικές ικανότητες των ανθρώπων, ώστε να κατανοούν τι εξαρτήσεις, πειρασμούς και κινδύνους έχουν να αντιμετωπίσουν, ώστε να μπορούν να αποφασίζουν αν κάτι είναι ωφέλιμο για τους ίδιους ή όχι. Μόνο αν έχουμε αυτή τη συνείδηση μπορεί η τεχνολογική εξέλιξη να έχει θετική σημασία».
Επιβάλλουν την εξέλιξη
Οσο για τη δημιουργία ενός νέου είδους τεχνολογικού ανθρώπου, ο Γιώργος Ξηροπαΐδης λέει: «Το ερώτημα είναι αν αυτό γίνεται ερήμην των ανθρώπων και τους επιβάλλεται, τελικά, μέσω μιας εξέλιξης που φαίνεται μονόδρομος. Μπορεί αργότερα να μας πουν ότι αν δεν έχουμε τσιπάκια στο μυαλό μας, δεν μπορούμε να είμαστε μέλη της σύγχρονης ανθρώπινης κοινωνίας. Το ζήτημα είναι, αν όλα αυτά προκύπτουν μέσα από την ελεύθερη επιλογή των ανθρώπων, με βάση κάποια ηθικά κριτήρια ή αν επιβάλλονται. Ας θυμηθούμε το ερώτημα του Σωκράτη: Ποιος είναι ο βίος που ταιριάζει σε έναν άνθρωπο; Tι σημαίνει να είναι κανείς ανθρώπινος; Αν δεν θέσουμε εμείς αυτά τα ερωτήματα και μάς τα επιβάλλουν, ακόμα αν αποκτήσουμε τρομακτικές ικανότητες, δεν θα γερνάμε, δεν θα αρρωσταίνουμε, όλα θα παραμένουν κατασκευές που συγκαλύπτουν το απλό γεγονός ότι δεν κρίνουμε εμείς τι είναι ωφέλιμο, αλλά κάποιοι άλλοι. Γι’ αυτό επιμένω στη δυνατότητα των ανθρώπων να ορίζουν, μέσα από τον διάλογο και την ελεύθερη συναίνεση, μεταξύ τους ποιες είναι οι ηθικές αρχές στις οποίες μπορούν να βασιστούν για να κρίνουν κάθε τεχνολογική εξέλιξη».