Σήμερα διάβαζα στο ιντερνέτ για τη φύση του ανθρώπου. Άλλοι πιστεύουν ότι είναι καλή και διαφθείρεται και άλλοι πιστεύουν ότι είναι κακή και απλά το δείχνει σε κάθε ευκαιρία.
Αυτό το δίλλημα ανέκαθεν ταλαιπωρούσε και βασάνιζε φιλόσοφους, ιστορικούς αλλά και στρατηγούς. Κανείς δεν μπόρεσε να δώσει μια επαρκή εξήγηση, κανείς δεν μπόρεσε να εξηγήσει χωρίς να βρει υπέρμαχους της αντίθετης άποψης γιατί ο άνθρωπος ταλαιπωρεί τους ομοίους του, τους σκοτώνει, τους βασανίζει ή του πολεμά.
Κάποιοι λένε ότι έχει σχέση με το κεφάλαιο και την οικονομία. Άλλοι ότι έχει σχέση με την αιμοβόρα φύση του ανθρώπου και τα πρωτόγονα ένστικτά του που δεν μπορεί να κατευνάσει όσο ‘πολιτισμένος’ και αν γίνει. Μερικοί πολιτικολογούν και θεωρητικολογούν όσον αφορά το κέρδος, τα κόμματα και τη φτώχια.
Κανείς όμως δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί ένας άνθρωπος, χωρίς προφανές όφελος, βασανίζει παιδιά, ζώα, αδύναμους και όσους θεωρεί ‘του χεριού του’. Σε αυτές τις πράξεις δεν υπάρχει προφανές κέρδος ή σκοπιμότητα.
Εδώ θα αναφέρει ένας άλλος ότι είναι μια ψυχοπαθολογική συμπεριφορά. Ίσως, αλλά είναι σε τόσο μεγάλη κλίμακα που φτάνει πλέον στα όρια της ολικής επικράτησης, εκτός φυσικά εξαιρέσεων.
Πόσοι δεν δεχθήκατε επιθετική συμπεριφορά από ανθρώπους που έχουν παρεξηγήσει τα λόγια σας ή μια πρόταση γραμμένη στο Facebook, ένα email ή ένα blog;
Πόσες φορές δεν διαπιστώσατε έναν άλλον άνθρωπο κρυμμένο μέσα σε αυτόν που νομίζατε ότι γνωρίζετε;
Και πόσοι δεν βρεθήκατε στη θέση να περάσει από το μυαλό σας να κάνετε κάτι τέτοιο, όπως αυτό που σας έκαναν;
Ο πολιτικός ρεαλισμός έχει ως αρχή ότι ο άνθρωπος είναι κακός από τη φύση του και γι’ αυτό επεκτείνεται και προσπαθεί να κυριαρχήσει τους άλλους. Με λίγα λόγια και όσο πιο απλά μπορώ να το πω, ‘ο άνθρωπος είναι ένα ζώο που νομίζει ότι είναι άνθρωπος’.
Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος δημιουργίας θρησκειών, για να καταδείξει την ‘θεϊκή’ καταγωγή του και το περιούσιο πνεύμα του που τον κάνει να ξεχωρίζει από το σκύλο του, ο οποίος αν και τρώει ξύλο δεν τον δαγκώνει…
Αν ο άνθρωπος ήταν από τη φύση του καλός, δεν θα συσσώρευε χρήμα ή πλούτο που δεν μπορεί να ξοδέψει σε δέκα ζωές, μερικές φορές. Δεν θα εξαπατούσε τον άλλον για το λόγο αυτό και ότι του περίσσευε θα το μοίραζε στους υπόλοιπους που πεινούν. Κανείς σχεδόν όμως δεν το κάνει, αρκεί να κοιτάξετε στο διπλανό σπίτι ή ακόμα και στο δικό σας, ίσως και μέσα σας ορισμένοι.
Αν ο άνθρωπος ήταν καλός, δεν θα μαζευόταν στα γήπεδα για να σκοτωθεί στο ξύλο και να εκτονωθεί βγάζοντας ότι χειρότερο έχει μέσα του. Δεν θα τσακωνόταν για τα κόμματα και δεν θα έκανε κανενός είδους παρανομία, πλημμεληματική ή κακουργηματική. Δεν θα υπήρχε η εκκλησία, ανεξαρτήτως θρησκείας, για να κατευνάσει τις ενοχές του και να του δώσει συγχώρεση ή να του πει πώς να είναι καλός. Δεν θα υπήρχαν οι πολιτικές παρατάξεις για να του πουν ότι σαν οπαδός τους θα είναι καλύτερος από τους άλλους. Δεν θα υπήρχε λόγος να χαρακτηριστεί το δόσιμο του πλεονάσματος ως φιλανθρωπία.
Αν ο άνθρωπος ήταν καλός, δεν θα είχε γεμίσει η υφήλιος από ενώσεις για κακοποιημένα παιδιά, γυναίκες, παρίες της κοινωνίας και ζωάκια, γιατί απλά, δεν θα υπήρχε λόγος.
Αν ο άνθρωπος ήταν καλός δεν θα έγραφα αυτό το κείμενο, ούτε θα υπήρχαν οι συζητήσεις που με οδήγησαν σ’ αυτή την πράξη γιατί απλά και πάλι δεν θα υπήρχε λόγος, όπως δεν υπάρχει λόγος να συζητήσουμε για το αν ένας άνθρωπος έχει μπλε ή πράσινη επιδερμίδα…
via
Γεννιόμαστε κακοί ή καλοί;
Είναι ένα ερώτημα που επανειλημμένα έχει απασχολήσει την ανθρωπότητα. Εδώ και χιλιάδες χρόνια, οι φιλόσοφοι προβληματίζονται για το αν η φύση μας είναι κατά βάση καλή αλλά διαφθείρεται από την κοινωνία, ή είναι κακή αλλά διατηρείται υπό έλεγχο από την κοινωνία. Η επιστήμη της ψυχολογίας έχει βρει κάποια νέα στοιχεία που μπορούν να βοηθήσουν αυτή την συζήτηση.
Ένας τρόπος για να διερευνήσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά μας είναι να μελετήσουμε τα μωρά. Το μυαλό των μωρών μπορεί να μας δώσει μια καλή εικόνα για την ανθρώπινη φύση. Τα μωρά έχουν ελάχιστη επιρροή από το κοινωνικό περιβάλλον, δεν έχουν φίλους, δεν έχουν πάει ποτέ στο σχολείο και δεν έχουν διαβάσει βιβλία. Δεν μπορούν να ελέγξουν ούτε το σώμα τους τους, πόσο μάλλον τα λόγια τους.
Το μόνο πρόβλημα είναι η μη δυνατότητα ομιλίας που καθιστά δύσκολο να μάθουμε τις απόψεις τους. Όμως δεν χρειάζεται απαραίτητα να μιλήσουν για να αποκαλύψουν τις σκέψεις τους. Τα μωρά ενδιαφέρονται για πράγματα που θέλουν ή θα ήθελαν, και έχουν την τάση να κοιτάζουν περισσότερο τα πράγματα που τα εκπλήσσουν. Πειράματα που πραγματοποιήθηκαν στο Πανεπιστήμιο του Yale χρησιμοποίησαν αυτή την τάση των μωρών για να κατανοήσουν τις σκέψεις τους. Τα αποτελέσματά έδειξαν ότι ακόμη και τα μωρά έχουν αίσθηση του σωστού και του λάθους, και, επιπλέον, επιλέγουν ενστικτωδώς το καλό αντί του κακού.
Πώς κατάφεραν οι ερευνητές να φτάσουν σ' αυτά τα συμπεράσματα; Τα μωρά έχουν μικρό εύρος προσοχής, οπότε το πείραμα είχε μικρότερη διάρκεια και ήταν πολύ πιο διασκεδαστικό σε σχέση με τα συνήθη πειράματα ψυχολογίας. Ήταν ουσιαστικά ένα είδος κουκλοθέατρου. Η σκηνή ήταν ένας καταπράσινος λόφος, και οι κούκλες ήταν σχήματα που είχαν στικς για μάτια. Η μία κούκλα ήταν ένα τρίγωνο, η άλλη τετράγωνο και μία ακόμα κύκλος, όλες με φωτεινά χρώματα. Η ιστορία ήταν σαν ένα σύντομο παιχνίδι, καθώς ένα από τα σχήματα προσπαθούσε να αναρριχηθεί στο λόφο, δεν τα κατάφερνε και γυρνούσε πάλι πίσω. Στη συνέχεια τα άλλα δύο σχήματα συμμετείχαν στην ιστορία με τον εξής τρόπο: Το ένα σχήμα προσπαθούσε να βοηθήσει τον ορειβάτη να ανέβει στο λόφο σπρώχνοντας από πίσω, και το άλλο σχήμα εμπόδιζε τον ορειβάτη σπρώχνοντας, από την επάνω μεριά, προς τα πίσω .
Αυτό που ήταν καταπληκτικό και διαπιστώθηκε στο πείραμα, ήταν ότι όλα τα μωρά κατάφεραν να ερμηνεύσουν τα γεγονότα στην ιστορία. Οι μαριονέτες ήταν απλά σχήματα, δεν έκαναν ανθρώπινους ήχους και δεν εκδήλωναν ανθρώπινα συναισθήματα. Απλώς κινούνταν. Όμως τα μωρά μπορούσαν να ερμηνεύσουν τις ενέργειες των σχημάτων ως σκόπιμες και αποκαλυπτικές των χαρακτήρων τους.
Αυτό που συνέβη στη συνέχεια εξηγεί ακόμα περισσότερα για την ανθρώπινη φύση. Μετά την παράσταση του κουκλοθέατρου, δόθηκε η δυνατότητα στα μωρά να προσεγγίσουν είτε στο σχήμα που βοηθούσε το σχήμα-ορειβάτης, είτε στο σχήμα που τον παρεμπόδιζε Αποδείχθηκε ότι ήταν πολύ πιο πιθανό να προσεγγίσουν το σχήμα που βοηθούσε τον ορειβάτη. Η εξήγηση είναι ότι τα μωρά διάβασαν σωστά τα γεγονότα της παράστασης όσον αφορά τα κίνητρα και τις ενέργειες των σχημάτων, και επέλεξαν να προσεγγίσουν το "καλό" σχήμα.
Οι ερευνητές συνέχισαν την ιστορία του κουκλοθέατρου για να επιβεβαιώσουν τα αποτελέσματα. Τα μωρά είδαν μια δεύτερη σκηνή στην οποία το σχήμα-ορειβάτης επέλεγε να κινηθεί προς την κατεύθυνση που ήταν είτε το σχήμα που βοηθούσε είτε το σχήμα που παρεμπόδιζε. Ο χρόνος που κοιτούσαν τα μωρά κάθε μία από τις δύο σκηνές, αποκάλυπτε τι σκεφτόταν. Όταν ο ορειβάτης πήγαινε προς το "κακό" σχήμα, τα μωρά κοιτούσαν πολύ περισσότερο χρόνο. Αυτό είναι λογικό, εφόσον τα μωρά παραξενεύονταν όταν ο ορειβάτης πλησίαζε το "κακό" σχήμα. Αν πλησίαζε το "καλό" σχήμα, αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα ένα αίσιο τέλος, και προφανώς ήταν αυτό που ανάμεναν τα μωρά ότι θα συμβεί.
Έτσι φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι τα μωρά, όχι μόνο ερμήνευαν την κίνηση των σχημάτων με βάση τις ενέργειες τους, αλλά και ότι επέλεγαν να βοηθήσουν το "καλό" σχήμα. Αυτό δεν δίνει απάντηση στον προβληματισμό σχετικά με την ανθρώπινη φύση. Όμως δείχνει τουλάχιστον ότι είναι στη φύση του αναπτυσσόμενου εγκεφάλου μας, η ικανότητα να κατανοούμε τον κόσμο σε σχέση με τα κίνητρα και τις ενέργειες, και ότι ως βασικό ένστικτο προτιμάμε τις καλές προθέσεις σε σχέση με τις κακόβουλες. Αυτά είναι τα θεμέλια πάνω στα οποία διαμορφώνεται η ηθική των ενηλίκων.
_____
Tom Stafford, Λέκτορας Ψυχολογίας και Γνωσιακής Επιστήμης στο Τμήμα Ψυχολογίας του πανεπιστημίου του Sheffield, και αρθρογράφος του BBC.