»Καταλάβαινα ότι η σεξουαλική του θεωρία είχε τεράστια σημασία για εκείνον, τόσο σε προσωπικό όσο και σε φιλοσοφικό επίπεδο. Αυτό με εντυπωσίαζε, αλλά δεν μπορούσα να κρίνω σε ποιό βαθμό αυτή η έντονη έμφαση στον σεξουαλισμό συνδεόταν με υποκειμενικές του προκαταλήψεις και σε ποιό βαθμό βασιζόταν σε επαλαθευμένες εμπειρίες»
Καρλ Γιούνγκ
»Δεν είναι ειρωνία ; Το ίδιο βράδυ που επίσημα σε υιοθέτησα σαν γιο μου και σε έχρισα σαν συνεχιστή και διάδοχο, το ίδιο βράδυ να με απορρίπτεις σαν πατέρα… Φορώ λοιπόν ξανά τα πατρικά κοκάλινα γυαλιά… Τώρα φοβάμαι πως πρέπει να ξαναγυρίσω στον ρόλο του πατέρα και να σε συμβουλεύσω περί φαντασμάτων…»
Σίγκμουντ Φρόιντ
Μία από τις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις σύγκρουσης μπροστά σε ένα δόγμα μέσα στην ιστορία των Ιδεών είναι αυτή μεταξύ του Καρλ Γιούνγκ και του Σίγκμουντ Φρόιντ.
Οι δύο άντρες αναγνωρίστηκαν αρχικά ως φίλοι και πολύ καλοί συνεργάτες. Ο Γιούνγκ είδε στο έργο του Φρόιντ »την τολμηρότερη προσπάθεια που έγινε ποτέ για την επίλυση των γρίφων της ασυνείδητης ψυχής πάνω στο στέρεο έδαφος του εμπειρισμού» κι έτρεφε έναν ιδιαίτερο θαυμασμό για αυτόν τον πρωτοπόρο της ψυχανάλυσης, ενώ ο Φρόιντ βρήκε στον νεότερό του συνάδελφο έναν οξυδερκή επιστήμονα που ήλπιζε πως θα εξελιχθεί σε ένα πιστό συνεχιστή και διάδοχο του έργου του. Ωστόσο, μερικά χρόνια αργότερα θα τους χώριζε ένα απροσπέλαστο χάσμα, μία αγεφύρωτη διαφωνία, και κάθε επικοινωνία μεταξύ τους θα έπαυε.
Πριν προχωρήσουμε στον πυρήνα αυτής της διαφωνίας και για να αποφύγουμε να χρωματίσουμε αποκλειστικά με αρνητικά χρώματα το πρόσωπο του Φρόιντ και το έργο του, θα αναθερθούμε για λίγο, πολύ συνοπτικά, στα θετικά σημεία της συμβολής του και στην σημασία της συνεισφοράς του.
Προτού λοιπόν κάνει την εμφάνισή της η ψυχανάλυση του Φρόιντ, αυτό που κυριαρχούσε όσον αφορά στις ψυχικές παθήσεις κυμαινόταν μεταξύ της δεισιδαιμονίας και των θρησκευτικών προκαταλήψεων από την μία πλευρά και μιας ασαφούς παθολογίας από την άλλη. Στον χώρο της επιστήμης, οι γιατροί αρκούνταν στο να καταγράφουν τα συμπτώματα, να κάνουν στατιστικές και να οδηγούνται σε μία γενική διάγνωση, εν ολίγοις να σημειώνουν και να ταξινομούν, χωρίς να ενδιαφέρονται πραγματικά για αυτά που είχαν να πουν οι ασθενεί τους. Η ανθρώπινη προσωπικότητα του ασθενή, η ατομικότητά του, δεν είχε καμία σημασία και η ψυχολογία του δεν έπαιζε κανέναν ρόλο. Την καθοριστική αλλαγή σε αυτήν την κατάσταση θα έφερνε ο Φρόιντ, με μία αποφασιστική στροφή από την μελέτης της φυσιολογίας στην ψυχολογική μελέτη αυτών των παθήσεων. Η μεγαλύτερη επίτευξη του Φρόιντ ήταν ότι αποφάσισε να πάρει στα σοβαρά τους ασθενείς του, να μπει μέσα στην ιδιάζουσα ατομική τους ψυχολογία και να αφήσει το υλικό της ιστορίας τους να μιλήσει από μόνο του, κι έτσι κατάφερε να πετύχει μια βαθύτερη κατανόηση της διανοητικής αρρώστειας απ” ότι είχε γίνει ποτέ μέχρι τότε. Ο Φρόιντ ανακάλυψε ότι οι ανθρώπινες σχέσεις κατευθύνονταν σε μεγάλο βαθμό από τις υπαγορεύσεις του ασυνειδήτου κι ότι οι απωθημένες ορμές, που απορρίπτονταν από τον συνειδητό νου και φυλακίζονταν στο ασυνείδητο, παίζουν έναν ασυνήθιστα μεγάλο ρόλο στην ανθρώπινη ζωή.
Έτσι έχουμε έναν νέο τρόπο έρευνας όσον αφορά στις ψυχικές παθήσεις, ο οποίος καταφέρνει να τις ερμηνεύσει αρκετά καλά και να προτείνει έναν αποτελεσματικό τρόπο θεραπείας σε αρκετές από αυτές. Ο Φρόιντ, όμως, ως άνθρωπος του 19ου αιώνα, δεν μπόρεσε να ξεφύγει από τις προκαταλήψεις του αιώνα του, την μονοδιάσταση υλιστική φυσική επιστήμη και την κοσμοθεωρία που χτίστηκε πάνω της. Ταυτόχρονα, μεγάλη του έγνοια ήταν να μπορέσει να θεμελιώσει την ψυχαναλυτική του θεωρία ως επιστήμη, ισότιμη με τις άλλες επιστήμες, και για να το κάνει αυτό πίστευε πως χρειαζόταν ορισμένες πολύ γερές και συγκεκριμένες αρχές. Τελικά θα οδηγήσει την θεωρία του σε μία μονομέρεια, όπως του καταλογίζουν όσοι βλέπουν με κριτική ματιά το έργο του, καθώς στην πορεία θα συμπεράνει πως πίσω από κάθε φαινόμενο διανοητικής ασθένειας »δεν δρουν οποιεσδήποτε συναισθηματικές διεγέρσεις, αλλά κατά κανόνα σεξουαλικής φύσεως, είτε επίκαιρες σεξουαλικές συγκρούσεις είτε απόρροιες παλαιότερων σεξουαλικών βιωμάτων». “Ετσι, θα δημιουργηθεί το φρο’ι’δικό αξίωμα ότι η αιτιολόγηση για κάθε ψυχική νεύρωση είναι κατά κανόνα μόνο σεξουαλική, και θα αρνηθεί οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία ξεφεύγει από το δικό του πλαίσιο.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται κι η σύγκρουσή του με τον Γιούνγκ, καθώς στην αδυναμία του να αναγνωρίσει ότι κάθε ψυχική ασθένεια είχε την βάση της σε κάποια σεξουαλική απώθηση ή σ” ένα σεξουαλικό τραύμα, ο Γιούνγκ τελικά θα διαφωνήσει με τον Φρόιντ. Ο Γιούνγκ θα περιγράψει με αρκετά γλαφυρό τρόπο αυτήν την διαφωνία του με τον Φρόιντ επί την βάση ενός δόγματος και θα προσπαθήσει να ερμηνεύσει την όλη κατάσταση. Αναγνωρίζει πως ο Φρόιντ είχε εγκαινιάσει έναν νέο τρόπο έρευνας, αλλά σύμφωνα με την δική του εμπειρία σε ορισμένες περιπτώσεις είχε δίκιο ενώ σε άλλες όχι.
Παραθέτουμε λοιπόν το παρακάτω απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του Γιούνγκ, όπου μας δίνει αρκετά παραστατικά την προσπάθεια του Φρόιντ να εγκαθιδρύσει ένα Δόγμα.
Ας προσέξουμε ότι δίνει έναν ορισμό του δόγματος, ότι προσπαθεί να σκιαγραφήσει την ψυχολογία του Φρόιντ περιγράφοντας την στάση του κάθε φορά που ανέπτυσσε την μονομερή του θεώρηση, κι ότι τελικά περιγράφει αρκετά καλά και την αντιδογματική στάση και την ανάγκη για μια πιο σφαιρική θεώρηση των πραγμάτων. Όλα αυτά μπορούν να καλύψουν ένα γενικότερο πλαίσιο (οι έντονες υπογραμμίσεις είναι δικές μου).
Η ώθηση που έδωσε στον πολιτισμό μας πηγάζει από την ανακάλυψη μιας προσπέλασης προς το ασυνείδητο… Αλλά η κατάσταση άλλαζε ως προς το περιεχόμενο της απώθησης. Σε αυτό δεν μπορούσα να συμφωνήσω με τον Φρόιντ. Αυτός πίστευε ότι η αιτία της νεύρωσης ήταν ένα σεξουαλικό τραύμα. Η πείρα μου ωστόσο με είχε φέρει σε επαφή με πολλές περιπτώσεις νεύρωσης όπου ο σεξουαλισμός έπαιζε δευτερεύοντα ρόλο, ενώ άλλοι παράγοντες βρίσκονταν στο προσκήνιο… Αργότερα παρουσίασα αυτές τις απόψεις στον Φρόιντ αλλά δεν νοούσε να παραδεχτεί ότι και άλλοι παράγοντες, πέρα από τον σεξουαλισμό, μπορούσαν να είναι η αιτία της νεύρωσης. Αυτό με απογοήτευσε ιδιαίτερα.
Με βάση τις δικές μου ανακαλύψεις, δεν είχα ακόμη καταλήξει ότι όλες οι νευρώσεις προκαλούνταν από σεξουαλική απώθηση ή σεξουαλικά τραύματα. Σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν έτσι, ενώ σε άλλες όχι.Θυμάμαι ακόμη πολύ ζωηρά με τί τρόπο μου είπε ο Φρόιντ: »Αγαπητέ μου Γιούνγκ, θέλω να μου υποσχεθείς ότι δεν θα απαρνηθεί ποτέ την σεξουαλική θεωρία. Αυτό είναι το πιο σημαντικό απ” όλα. Πρέπει βλέπεις να την κάνουμε δόγμα, έναν ακλόνητο προμαχώνα».Αυτά μου τα είπε με μεγάλη συγκίνηση, με τον τρόπο που ένας πατέρας θα ξόρκιζε τον γιο του: »Δώσε μου τον λόγο σου για ένα και μόνο πράγμα, αγαπητό μου παιδί, ότι θα πηγαίνεις κάθε Κυριακή στην Εκκλησία».Με κάποια έκπληξη τον ρώτησα: »Έναν προμαχώνα… απέναντι σε τί ;»Οπότε μου αποκρίθηκε: »Ενάντια στην μαύρη πλημύρα της λάσπης του αποκρυφισμού»Πρώτα απ” όλα, εκείνο που με αναστάτωσε ήταν οι λέξεις »δόγμα» και »προμαχώνας». Γιατί ένα δόγμα, δηλαδή μια αδιαφιλονίκητη ομολογία πίστης, εμφανίζεται μόνο όταν υπάρχει η πρόθεση της μόνιμης καταπίεσης κάθε αμφιβολίας. Αυτό όμως παύει να πια να έχει οποιαδήποτε σχέση με την επιστημονική κρίση και εξυπηρετεί μόνο μια προσωπική τάση επιβολής.
Δημήτρης ΑργασταράςΑυτό χτύπησε την καρδιά της φιλίας μας. Ήξερα ότι ποτέ δεν θα μπορούσα να υιοθετήσω μια τέτοια τάση… Για μένα η σεξουαλική θεωρία ήταν εξ” ορισμού απόκρυφη, τόσο αναπόδεικτη υπόθεση όσο και πολλές άλλες θεωρητικές απόψεις. Κατά την γνώμη μου, μια επιστημονική αλήθεια ήταν μια υπόθεση επαρκής για την ώρα, αλλά που δεν έπρεπε να διατηρηθεί για πάντα σαν άρθρο πίστης.“Ενα ήταν σαφές: ο Φρόιντ, που πάντα τόνιζε την έλλειψη θρησκευτικότητας που τον χαρακτήριζε, είχε τώρα φτιάξει ένα δόγμα. Στην θέση ενός ζηλότυπου Θεού, που τον είχε χάσει, είχε τοποθετήσει μια άλλη, υποβλητική εικόνα, την εικόνα του σεξουαλισμού. Δεν ήταν λιγότερο επίμονη, απαιτητική, κυρίαρχη, απειλητική και αρχικά αμφίπλευρη από την αρχική εικόνα… Μόνο το όνομα είχε αλλάξει και μαζί με αυτό, φυσικά, η σκοπιά: ο χαμένος θεός θα έπρεπε τώρα να αναζητηθεί κάτω, όχι ψηλά. Αλλά τί σημασία έχει, τελικά, για τον όποιο ισχυρό παράγοντα αν την μία στιγμή ονομάζεται έτσι και την άλλη αλλοιώς ;Μόνο η βαθιά συγκίνηση που τον κατείχε όταν μιλούσε γι” αυτό φανέρωνε τα βαθύτερα στοιχεία που δονούνταν μέσα του. Βασικά ήθελε να διδάξει… αλλά αυτή η συγκεκριμένη ορολογία ήταν πολύ στενή για να εκφράσει αυτήν την ιδέα. Μου έδινε έτσι την εντύπωση ότι κατά βάθος πήγαινε ενάντια στον ίδιο του τον προορισμό και τον εαυτό. Και δεν υπάρχει, στο κάτω-κάτω, πιο μεγάλη πικρία από του ανθρώπου που είναι ο χειρότερος εχθρός του εαυτού του. Σύμφωνα με τα ίδια του τα λόγια, ένιωθε να απειλείται από μια »μαύρη πλημμύρα λάσπης», αυτός που περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον είχε προσπαθήσει να κατεβάσει τους κάδους του σε εκείνα τα σκοτεινά βάθη.Δεν συνειδητοποίησε το γεγονός ότι η »μονοτονία της ερμηνείας» του φανέρωνε μια φυγή από τον εαυτό του, από εκείνη την άλλη πλευρά του εαυτού του… Παρέμενε το θύμα της μίας πλευράς, που μπορούσε να αναγνωρίσει, και γι” αυτό τον θεωρώ τραγική μορφή. Γιατί ήταν ένας μεγάλος άντρας……κάτι τέτοιο είναι επικίνδυνο επειδή παρασύρει τους ανθρώπους σε ακρότητες, έτσι ώστε μια μέτρια αλήθεια να θεωρείται η Αλήθεια…Κάτω από το βάρος της προσωπικότητας του Φρόιντ, είχα παραμερίσει την δική μου κρίση και είχα απωθήσει την κριτική μου διάθεση. Αυτό ήταν απαραίτητη προυπόθεση για την συνεργασία μαζί του. Είπα στον εαυτό μου : »Ο Φρόιντ είναι πολύ σοφός και έχει πολύ περισσότερη πείρα από σένα. Πρέπει να ακούς αυτά που λέει και να μαθαίνεις από αυτόν».Και ύστερα με μεγάλη μου έκπληξη…. δεν μπορούσα να μην ανακαλύψω την στενή σχέση ανάμεσα στην αρχαία μυθολογία και στην πρωτόγονη ψυχολογία και αυτό με οδήγησε σε μια εντατική μελέτη…