Γιατί ανεβαίνουν συνεχώς οι τιμές, ενώ κατεβαίνουν οι μισθοί; - Point of view

Εν τάχει

Γιατί ανεβαίνουν συνεχώς οι τιμές, ενώ κατεβαίνουν οι μισθοί;



Οι άμεσα εφαρμόσιμες λύσεις

του Θανάση Χατζή
Πώς είναι δυνατόν να βαθαίνει σταθερά η ύφεση στην Ελλάδα, να έχουμε επισήμως πάνω από 1,1 εκατομμύριο άνεργους, σχεδόν μισό εκατομμύριο λουκέτα, να συρρικνώνεται σταθερά το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών στη χώρα από τις μειώσεις μισθών και τα απανωτά χαράτσια, να μειώνεται εν τέλει η ζήτηση, αλλά ταυτόχρονα τα προϊόντα, ακόμη και τα πιο βασικά είδη ανάγκης, να γίνονται καθημερινά ακριβότερα;

Τι θράσος κι αυτό να ανεβάζουν τα «μεν» και να κατεβάζουν τα «δε»


Το ερώτημα αυτό ως ένα σημείο απαντιέται εύκολα μεν, δικαιολογείται πολύ δύσκολα δε. Η εμφάνιση ενός ιδιότυπου στασιμοπληθωρισμού (έτσι ονομάζεται ο τριπλός «θανατηφόρος» συνδυασμός ύφεσης, ανεργίας, πληθωρισμού) τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, «πονοκεφαλιάζει» κυβέρνηση, Βρυξέλλες, ΟΟΣΑ και ΔΝΤ, και έχει φέρει πολλούς οικονομολόγους ένα βήμα πριν τού να «σχίσουν τα πτυχία τους»! Με αμιγώς μακροοικονομικούς όρους, αυτό δεν δικαιολογείται. Οι πιο «μυημένοι», όμως, στην οικονομική πολιτική τύπου «άρπα κόλλα» που επιβάλλει το μνημόνιο, σε συνδυασμό και με τα χρόνια αδιαφάνειας και διαφθοράς στη χώρα, μπορούν να εξηγήσουν το φαινόμενο «και με το παραπάνω»…
Οι διέξοδοι πάλι, πολύ συγκεκριμένες, πολύ απλές, αλλά και πολύ δύσκολες…
Αύξηση εσόδων με οποιοδήποτε τίμημα
Με βάση τα τελευταία στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (της γνωστής Eurostat), τον περασμένο Απρίλιο μπο­­ρεί ο πληθωρισμός στην Ελλάδα να ήταν από τους χαμηλό­τερους στην Eυρωζώνη και στην ΕΕ [σε δωδεκάμηνη βάση, ο χαμηλότερος πληθωρισμός καταγράφηκε στη Σουηδία (1,2%) στην Ιρλανδία (1,5%) και στη Σλοβενία (2,2%), ενώ ο υψηλότερος στην Εσθονία (4,8%), στην Ουγγαρία (4,4%) και στη Σλοβακία (4,2%). Στην Ελλάδα ο πληθωρισμός σε δωδεκάμηνη βά­ση διαμορφώθηκε στο 2,3%, δηλαδή συγκριτικά χαμηλά], αλλά και πάλι δεν δικαιολογείται θετικό πρόσημο. Υπάρχει μια ολόκληρη σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες που συνεχίζουν να ακριβαίνουν με ρυθμό παράταιρο για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει με το ηλεκτρικό ρεύμα, το οποίο παρουσίασε μια αύξηση, από τον Απρίλιο του 2011 έως τον Απρίλιο του 2012, ούτε λίγο ούτε πολύ… 13,9%!
Η εντολή της τρόικας να μαζέψει έσοδα το Δημόσιο με οποιοδήποτε κόστος, προκειμένου να σχηματισθεί πρωτογενές πλεόνασμα (δηλαδή τα κάθε είδους έσοδα του κράτους από φόρους, από μερίσματα που εισπράττει αυτό από εισηγμένες ΔΕΚΟ, από λεφτά της ΕΕ, κ.λπ. να είναι περισσότερα από τα έξοδα του κράτους, αφαιρουμένων των δαπανών για τόκους) και να υποχωρήσει το δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ, καθώς και η επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης να τα εισπράξει με τρόπους που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν –το λιγότερο– «κοινωνικά ανάλγητοι», ήταν η αιτία όχι μόνο για την αύξηση στο ηλεκτρικό ρεύμα, αλλά και σε άλλες υπηρεσίες που επίσης αποτελούν «πρώτη ανάγκη». Παραδείγματα ήταν η αύξηση κατά 15,6% στην τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, η αύξηση κατά 20,7% της τιμής τού –κατά τα άλλα «φθηνού»– φυσικού αερίου και κανένας δεν τολμά καν να διανοηθεί πού θα φθάσουν οι τιμές του πετρελαίου θέρμανσης το φθινόπωρο, με τη φορολογική εξίσωσή του με το πετρέλαιο κίνησης. Και ουδείς θέλει να φανταστεί, βεβαίως, τι θα συμβεί με τις ιδιωτικοποιήσεις και περαιτέρω απελευθερώσεις σε ηλεκτρικό ρεύμα και σε νερό…
Αισθητά υψηλότερα σκαρφάλωσαν τον ίδιο μήνα και οι τιμές πολλών προϊόντων: Μέσα σε μόλις ένα μήνα, δηλαδή από τον Μάρτιο ως τον Απρίλιο του 2012, οι πατάτες, αμέσως μόλις «ξεφούσκωσε» το κίνημα της διάθεσης φθηνών αγροτικών προϊόντων (το γνωστό και ως «κίνημα της πατάτας»), αυξήθηκαν κατά 9,3%. Κατά 5,4% αυξήθηκαν (πάντα σε διάστημα μόλις ενός μηνός) οι τιμές των φρέσκων λαχανικών (παρά τον υπέρο­χο καιρό του Απριλίου που δεν είχε καμία σχέση με τις κακοκαιρίες άλλων ετών που «λογικά» ανέβαζαν τις τιμές των εν λόγω ειδών), κατά 8,6% τα αναψυκτικά, κατά 7% οι χυμοί φρούτων, κατά 2,7% τα γαλακτοκομικά και τα αυγά, κατά 3% τα ψάρια, ενώ η τιμή της βενζίνης έχει εκτοξευθεί…
Το παράδοξο αυτό (του φουντώματος της ακρίβειας παρά τη μείωση των μισθών και της κατανάλωσης, και ειδικά της αντίφασης που θέλει τον πληθωρισμό να είναι μεν χαμηλότερος, αλλά την ακρίβεια στα νοικοκυριά να μεγαλώνει) αντανακλάται και σε ειδική έκθεση του Yπουργείου Ανάπτυξης, η οποία αναλύει τον δείκτη τιμών καταναλωτή και τα αίτια των ανατιμήσεων σε κλάδους της Eλληνικής Oικονομίας. Η αύξηση των φόρων, σε συνδυασμό με την επιβολή νέων χαρατσιών ελέω μνημονίου, η κερδοσκοπία που συντελείται στις διεθνείς αγορές πρώτων υλών και εμπορευμάτων, οι κλειστές αγορές, αλλά και τα ανεξέλεγκτα καρτέλ της ελληνικής αγοράς που δρουν ανεμπόδιστα, ευθύνονται σε πολύ μεγάλο βαθμό για τις τεράστιες ανατιμήσεις στα προϊόντα και στις υπηρεσίες, που έχει ανάγκη ακόμη και για την απλή διαβίωσή της η μέση ελληνική οικογένεια. Είναι, μάλιστα, απορίας άξιον το ως πού θα εξακοντίζονταν οι ανατιμήσεις αυτές, αν δεν υπήρχε και η «βουτιά» της καταναλωτικής ζήτησης.

Και το συνεχίζει... μετά ο άλλος φταίει αν...;
Τι λέει το Υπουργείο Ανάπτυξης
Βασικά αγαθά και υπηρεσίες που αγοράζουν οι ελληνικές οικογένειες παρουσιάζουν ανατιμήσεις δυσβάστακτες. Στον το­μέα της διατροφής, ο οποίος παρουσιάζει μια συγκριτικά με­γάλη ανελαστικότητα ζήτησης (το φαγητό δεν κόβεται, γαρ) ο δείκτης τιμών μπορεί μεν να καταγράφει τη χαμηλότερη μεταβολή των τελευταίων μηνών (1,65%), ωστόσο θεωρείται παράλογο να συνεχίζει να αυξάνεται. Μάλιστα, σε βασικά είδη του «καλαθιού της νοικοκυράς» καταγράφονται μεγάλες αυξήσεις, σε σχέση με πέρυσι.
Οι αυξήσεις αυτές αποδίδονται από το Υπουργείο Ανάπτυξης κυρίως στους εξής λόγους:
• Στις διεθνείς αυξήσεις των πρώτων υλών (αυτές έφτασαν στη ζάχαρη κατά 7,35%, στα σιτηρά κατά 14%, στο ρύζι κατά 6,1%, στον καφέ κατά 18%, στο ηλιέλαιο κατά 18,3%, στα λιπάσματα κατά 7,2%, ποσοστά αυξήσεων που σημειώθηκαν σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Νομισματι­κού Ταμείου).
• Στις ανοδικές τάσεις του συναλλάγματος – ήτοι στις διακυμάνσεις του ευρώ έναντι τρίτων νομισμάτων.
• Στις εγχώριες αυξήσεις των τιμών παραγωγού (το αγελαδινό γάλα κατέγραψε αύξηση κατά 15,55% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με στοιχεία του ΕΛΟΓΑΚ).
• Στο αυξημένο κόστος μεταφοράς και διακίνησης των προϊόντων, λόγω των τιμών των καυσίμων (αύξηση στο πετρέλαιο BRENT κατά 24,4%, σε ετήσια βάση, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου).
• Στην κοστοβόρα εφοδιαστική αλυσίδα.
• Στις αυξήσεις του συντελεστή ΦΠΑ (από το 13% σε 23% από την 1η Σεπτεμβρίου του 2011 στα μη αλκοολούχα ποτά)
• Στην ανελαστικότητα της ζήτησης.
Είναι, όμως, τα πράγματα έτσι (ή μόνο έτσι…) όπως τα λέει η κυβέρνηση;
Στη χώρα μας, οι πολυεθνικές αλυσίδες σούπερ μάρκετ «γδύνουν» κανονικότατα τους Έλληνες καταναλωτές, αφού πληρώνουν τα ίδια προϊόντα ακριβότερα έως και 116%, σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Αυτές οι αλυσίδες πουλάνε τρό­­­φιμα, είδη προσωπικής υγιεινής και καθαριότητας σε τι­μές ακόμη και υπερδιπλάσιες, σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη, με τους Έλληνες καταναλωτές να είναι σε μειονεκτική θέση. Κι αυτό διότι πρόκειται για είδη που δεν μπορούν να αποφύγουν τα νοικοκυριά, καθώς είναι απαραίτητα για την κάλυψη βασικών καθημερινών τους αναγκών. Μάλιστα, οι ξένες αλυσίδες θεωρούνται εκπτωτικές, μια και έχουν στα ράφια τους χιλιάδες κωδικούς προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, τα οποία είναι και φθηνότερα σε σχέση με τα επώνυμα.
Πολυεθνικές αλυσίδες... δύο ταχυτήτων
Βασικά, οι θυγατρικές των ξένων κολοσσών, σε συνεργασία με τις μητρικές τους εταιρείες, χρησιμοποιούν πολλά «τρικ» για να αποφεύγουν τη φορολόγηση των κερδών στην Ελλάδα και να τα μεταφέρουν είτε στην έδρα των «μητρικών» εταιρειών, είτε σε άλλες χώρες, όπου δραστηριοποιούνται επίσης άλλες θυγατρικές. Κι αυτό επειδή οι φόροι είναι χαμηλότεροι.
Ένα πολύ συχνά χρησιμοποιούμενο κόλπο είναι εκείνο στο οποίο οι μητρικές εταιρείες χρεώνουν υψηλά δικαιώματα χρήσης* στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, προκειμένου να εμφανίσουν υψηλό κόστος και να αποφύγουν να φορολογηθούν στην Ελλάδα. Η τιμή είναι χωρίς τον ΦΠΑ ο οποίος, ακόμη και αν αφαιρεθεί, πάλι τα ίδια προϊόντα πωλούνται στη χώρα μας με υψηλότερη τιμή.
Άλλο κόλπο για αυξημένες τιμές των προϊόντων είναι οι λεγόμενες «ρήτρες απαγόρευσης παράλληλων εισαγωγών» από τις μεγάλες εταιρείες. Με αυτές απαγορεύεται στους λιανέμπορους να εισάγουν τα προϊόντα τους από θυγατρικές εταιρίες του εξωτερικού. Έτσι καταφέρνουν να ελέγχουν το κόστος των προμηθειών αυτών, το οποίο σε πολλές περιπτώσεις είναι υψηλότερο από εκείνο με το οποίο οι πολυεθνικές πουλάνε σε άλλες χώρες.
Έρευνα που αποκάλυψε πρόσφατα η εφημερίδα Έθνος για τις τιμοληψίες του Υπουργείου Ανάπτυξης έδειξε πως, για μία από αυτές τις πολυεθνικές αλυσίδες, το καθαριστικό γε­νικής χρήσης ο Έλληνας το αγοράζει 1,62 ευρώ, ο Γερμανός 0,75 και ο Βούλγαρος 0,85 ευρώ. Στον ίδιο όμιλο, το επιδόρπιο γιαουρτιού έχει τιμή στην Ελλάδα 0,58 ευρώ, στη Γερμανία 0,27 και στη Βουλγαρία 0,42 ευρώ. Δηλαδή είναι ακριβότερο μέχρι 115%.
Το γάλα μακράς διάρκειας πωλείται στην Ελλάδα 0,73 ευρώ, στην Ιταλία 0,54 ευρώ – ήτοι 35% υψηλότερη τιμή.
Το τυρί γκούντα σε φέτες 400 γραμ. πωλείται στην Ελλάδα με τιμή 2,38 ευρώ και στη Γερμανία 1,49 ευρώ.
Οι σακούλες απορριμμάτων (30 τεμάχια) πωλούνται στη Γερμανία με 0,58 ευρώ, στη Βουλγαρία με 0,84 ευρώ και στην Ελλάδα 108,6% ακριβότερα, δηλαδή 1,21 ευρώ.
Οι πάνες 56 τεμ. για μωρά στην Ελλάδα έχουν τιμή 7,85 ευρώ, στη Βουλγαρία 6,80 ευρώ, στη Γερμανία 5,45, στην Ιταλία 7,43 και στη Γαλλία 6,01 ευρώ. Οι Έλληνες τις αγοράζουν ακριβότερα κατά 30%.
Και στις άλλες δύο πολυεθνικές αλυσίδες, οι τιμές σε προϊόντα είναι υψηλότερες στην Ελλάδα. Στη δεύτερη επιχείρηση, το ψωμί για τοστ πωλείται στη χώρα μας ακριβότερα κατά 45%. Εμείς το αγοράζουμε 2,38 ευρώ το κιλό, οι Ισπανοί 1,50 ευρώ, οι Ιταλοί 2,03 και οι Γάλλοι 1,64 ευρώ. Τη συσκευασία των δύο γιαουρτιών αγελάδας η πολυεθνική την πουλά στην Ελλάδα 0,90 ευρώ, ενώ στην Ιταλία 0,79 ευρώ. Στη χώρα μας η τιμή είναι υψηλότερη 14%. Ακριβότερα κατά 35,6% πωλείται στην Ελλάδα απορρυπαντικό για πλύσιμο ρούχων στο χέρι. Η τιμή του εδώ είναι 1,98 ευρώ, όταν στην Ισπανία είναι 1,46 ευρώ και στη Γαλλία 1,75 ευρώ.
Στο τρίτο πολυεθνικό σούπερ μάρκετ έγιναν τιμοληψίες στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Σαμπουάν 400 ml πωλείται στα ρά­φια των καταστημάτων της χώρας μας ακριβότερο κατά 99%, αφού η τιμή του είναι 2,39 ευρώ και στη Βουλγαρία 1,20 ευ­ρώ. Ο ελληνικός καφές στη συσκευασία των 200 γραμμαρίων έχει τιμή υψηλότερη κατά 7%. Εδώ πωλείται 1,29 ευρώ και στη γειτονική χώρα 1,20 ευρώ.
Ονόματα και επωνυμίες έδωσε με πληροφορίες του το protothema.gr. Αυτές ανέφεραν πως εταιρείες, όπως αυτές της οικογένειας Φιλίππου Elbisco (του Κυριάκου και του εφοπλιστή Κουμάνταρου) και ΦΑΓΕ (των Γιάννη και Kυριάκου Φιλίππου) απαιτούν από το λιανεμπόριο αυξήσεις της τάξης του 15%, παρά τη σαφή μείωση των εισοδημάτων των ελληνικών νοικοκυριών. Πρόκειται για αυξήσεις που είναι αδικαιολόγητες, αφού και μείωση εργατικού κόστους έχουν κάνει οι εν λό­γω βιομηχανίες και, φυσικά, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές σε μια αγορά που ρημάζει.
Την ίδια ώρα, όμως, δεν είναι μόνο οι δύο γνωστές βιομηχανίες τροφίμων που θέλουν ανατιμήσεις. Για παράδειγμα, η Coca Cola 3E απαιτεί αυξήσεις κατά 5% περίπου.
Προφανώς, ο χορός των αυξήσεων δεν θα σταματήσει εδώ, καθώς και άλλες –το χειρότερο: ελληνικές– επιχειρήσεις θέλουν ανατιμήσεις, προβάλλοντας ως επιχείρημα τη συνεχή αύξηση του κόστους στην παραγωγή, λόγω των φόρων που έχουν επιβληθεί σε όλη την «αλυσίδα».
Πυρετός ανατιμήσεων
Στη στέγαση, πάλι, οι ανατιμήσεις οφείλονται αποκλειστικά στη ραγδαία αύξηση των τιμών στα καύσιμα θέρμανσης και στην ενέργεια (πετρέλαιο θέρμανσης, ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο και υγραέριο). Έτσι, τα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκαν κατά 13,85% από πέρυσι, το φυσικό αέριο ακρίβυνε κατά 20,66% και η τιμή του πετρελαίου κατά 15,63%. Τό­σο οι διεθνείς τιμές, όσο και η αύξηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης οδήγησαν τις λιανικές τιμές σε υψηλότερα επίπεδα. Στον αντίποδα, η κρίση στην κτηματαγορά συνεχίζει να πιέζει τα ενοίκια (μείωση 1,3%). Στη δε εστίαση, οι ανατιμήσεις οφείλονται κατά κύριο λόγο στην αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ (από 13% σε 23% από 1ης Σεπτεμβρίου 2011).
Οι ανατιμήσεις στις μεταφορές (καύσιμα κίνησης) και οι αυξήσεις των τιμών που αφορούν στη διατροφή και τη στέγαση (πετρέλαιο θέρμανσης, φυσικό αέριο, τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος) διαμόρφωσαν σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Ανάπτυξης, κατά τα 3/4, τον πληθωρισμό του Απριλίου, για να κλείσει τελικά στο 1,9% από 1,7% τον Μάρτιο.
Στις μεταφορές οι ανατιμήσεις οφείλονται αποκλειστικά στη ραγδαία αύξηση των διεθνών τιμών των καυσίμων κίνησης, ενώ τα καύσιμα αυτοκινήτου και τα λιπαντικά έχουν ανατιμηθεί κατά 9,59%.

Και βέβαια υπάρχουν λύσεις
Υπάρχουν λύσεις;
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, έρχεται το ερώτημα: «Υπάρχουν λύσεις»; Ο κανόνας «δεν υπάρχει πρόβλημα χωρίς λύση» έχει την εφαρμογή του και στο συγκεκριμένο, αυτό δηλαδή της ακρίβειας. Οι λύσεις που έχουν προταθεί, αρκεί να λειτουργήσει το κράτος χωρίς «άνωθεν» παρεμβάσεις και χωρίς τη διαφθορά σε όλα τα κλιμάκια, είναι:
• Να «υποχρεωθούν» οι εταιρείες που εμπλέκονται σε καρτέλ στην Ελλάδα να δίνουν τα απαραίτητα στοιχεία στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.
• Να αποκτήσει η Επιτροπή Ανταγωνισμού πρόσβαση σε τυχόν σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία, με την υποχρεωτική συμμετοχή του κράτους στους συνδέσμους επιχειρήσεων, ώστε να σταματήσει η «ομερτά» που επικρατεί μεταξύ των εταιρειών.
• Να βελτιωθεί το Σύστημα Δικαιοσύνης, ώστε να σταματήσουν τα φαινόμενα απανωτών εφέσεων που οδηγούν σε μειώσεις προστίμων.
• Ουσιαστικά και όχι τυπικά κίνητρα για όσους αποκαλύψουν χρήσιμες πληροφορίες για τη δράση των καρτέλ.
• Να επανέλεθει (τουλάχιστον στην περίοδο της ύφεσης και του μνημονίου) ο θεσμός των «συμφωνιών κυρίων» που είχαν συναφθεί ιδίως την περίοδο 1997-1998, αλλά και το 2002. Αυτό, όμως, να γίνει σε νέα βάση, αφού οι προηγούμενες ναι μεν οδήγησαν σε πρόσκαιρη συγκράτηση ή και μείωση των τιμών για την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ, ωστόσο λίγους μήνες αργότερα έπεσε ομοβροντία ανατιμήσεων.
• Να γίνει διατίμηση σε βασικά προϊόντα. Εφόσον ο ανταγωνισμός και η «ελεύθερη αγορά» δεν λειτουργούν, οι ιθύνοντες θα πρέπει να εγκαταλείψουν τις τυχόν νεοφιλελεύθερες δογματικές αγκυλώσεις περί ελεύθερης λειτουργίας της αγοράς, όταν αυτή είναι μόνο στα λόγια. Πρέπει να πείσει τις Βρυξέλλες και την Τρόικα πως η επιταγή τους για ανταγωνιστικότητα, για χαμηλότερο κόστος και για ανάπτυξη περνά μέσα από την πάση θυσία μείωση τιμών και όχι μόνο μέσα από την πάση θυσία μείωση των αποδοχών των εργαζομένων.
• Να υπάρξει απελευθέρωση κλειστών επαγγελμάτων, όπου αυτά έχουν εξακοντίσει τις τιμές.
• Να υπάρξει μέριμνα για τον «υπόγειο» πληθωρισμό – ήτοι την ακρίβεια που δεν καταγράφεται (π.χ. στις αδήλωτες αμοιβές επαγγελματιών που απομειώνουν τα εισοδήματα των πελατών τους με «μαύρες» / αδήλωτες και συχνά εξωφρενικές αμοιβές, στα φακελάκια, τα γρηγορόσημα, την παραπαιδεία κ.λπ.).
• Να αρθούν όλα των αντι-κίνητρα σύστασης λαϊκών συνεταιρισμών (φορολογικών, γραφειοκρατικών, ενίσχυσης του αποκεντρωμένου κράτους, κ.λπ.).
• Να είναι υποχρεωτική, όχι μόνο τύποις αλλά και ουσιαστικά, η αναγραφή της αρχικής τιμής πώλησης στα καταστήματα τύπου «στοκ» και «άουτλετ», και να διενεργούνται δειγματοληπτικοί έλεγχοι αν αυτές είναι πραγματικές ή εικονικές από εξειδικευμένο προσωπικό του Υπουργείου Ανάπτυξης και του ΣΔΟΕ.
• Να υποχρεωθούν οι πολυεθνικές αλυσίδες να αναφέρουν τις τιμές των ίδιων προϊόντων στην έδρα τους και σε τρίτες χώρες.
• Να καθιερωθεί υποχρεωτική αιτιολόγηση των ανατιμήσεων και να δημοσιοποιούνται στα ΜΜΕ με ειδικό δελτίο οι περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται υπερβολική αύξηση, προκειμένου να ενημερώνονται οι καταναλωτές.
• Να υπάρχει διαρκής και εις βάθος κοστολογικός έλεγχος.
• Να γίνεται υποχρεωτική επικόλληση πινακίδας τιμής σε κάθε προϊόν, κάτι που σήμερα καταστρατηγείται.
• Να θεσμοθετηθεί η επιβράβευση των επιχειρήσεων που θεωρούνται με αντικειμενικά κριτήρια «φιλικές προς τον καταναλωτή».
• Να υπάρξει επικαιροποίηση και ορθολογικοποίηση των προϊόντων που συμμετέχουν στο καλάθι του επίσημου Δείκτη Τι­μών Καταναλωτή, με στάθμιση που να ανταποκρίνεται στις παρούσες συνθήκες όπου η μνημονιακή λιτότητα έχει μεταβάλει τα πρότυπα καταναλωτικές συμπεριφοράς.
Πέρα, όμως, από τα παραπάνω ενδεικτικά μέτρα, θα πρέπει ειδικά στην εποχή των «ισχνών αγελάδων», αλλά και την εποχή της μαζικής κινητοποίησης (βοηθούντων λ.χ. ακόμη και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης), οι ίδιοι οι Έλληνες να αποκτήσουν, αν όχι ακτιβιστική διάθεση καταναλωτή, τουλάχιστον αίσθηση πολίτη… ΗΝ
Πηγές
• Ελεύθερος Τύπος, Κυριακή 13/5/2012
• Real.gr, 17/5/2012
• protothema.gr, Παρασκευή 18/5/2012
• Έθνος, 13/3/2012
• Καθημερινή, 18/02/2012
* Τα λεγόμενα Royalties. Για παράδειγμα, μια ξένη εταιρεία, η "ΧΧΧ Company S.A.", δραστηριοποιείται στην Ελλάδα. Όχι όμως ως ΧΧΧ Company S.A., όπως λέγεται στην έδρα της στο εξωτερικό, αλλά μέσω πολλών θυγατρικών της στην Ελλάδα, της "ΧΧΧ Company Hellas ΕΠΕ", της "ΧΧΧ Company Greece AE", της "XXX Company Εισαγωγική" κ.λπ. Μέσα από ένα φαύλο κύκλο, όπου η μία χρεώνει υπηρεσίες ακριβές στην άλλη, ανεβαίνει εικονικά το τελικό κόστος, οπότε τα προϊόντα πωλούνται (με επίκληση του ψηλού κόστους και της φορολόγησης αυτών των εταιρειών) και ακριβότερα, με τους Έλληνες καταναλωτές να αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν το ίδιο προϊόν να έχει 3 ευρώ στο εξωτερικό και 4 ευρώ στην Ελλάδα.
via

Pages