από τον Ανδρέα Π. Μούστρη*
Τέτοια περιστατικά εμφανίζονται καθημερινά στα νοσοκομεία. Η συγκεκριμένη περίπτωση είναι μια τυπική κατάσταση, όπου η βλάβη σε κάποιο (ή κάποια) σημεία του εγκεφάλου προκαλεί την εμφάνιση ψευδαισθήσεων (δηλαδή την αντίληψη γεγονότων που δεν υπάρχουν στο εξωτερικό περιβάλλον).Οι ψευδαισθήσεις και οι παραισθήσεις (η διαστρεβλωμένη αντίληψη γεγονότων του εξωτερικού περιβάλλοντος, πχ το να βλέπει κανείς ένα τραπέζι και να το θεωρεί ως κάποιο ζώο, κτλ) είναι πολύ συνηθισμένα συμπτώματα, και προκαλούνται από μια σειρά από παθολογικές καταστάσεις, όπως φάρμακα, τοξικές ουσίες, αλκοόλ, χασίς, αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, εγκεφαλικά αιματώματα, βαριά καρδιακή ανεπάρκεια, υποξία, αυτοάνοσα νοσήματα που προσβάλλουν το κεντρικό νευρικό σύστημα κτλ. Και ενώ για όλες τις καταστάσεις αυτές μπορεί να βρεθεί η αιτία, υπάρχει και η μεγάλη ομάδα των αμιγών ψυχιατρικών διαταραχών, όπου η διάγνωση βασίζεται στη συμπτωματολογία, χωρίς να μπορεί να βρεθεί σαφώς τι ακριβώς την προκαλεί (πχ σε ένα ασθενή με σχιζοφρένεια, η αξονική τομογραφία και ο υπόλοιπος εργαστηριακός έλεγχος θα είναι μέσα στα φυσιολογικά όρια).
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, θα είναι προφανές ότι το άτομο είναι πάσχον από κάποια διαδικασία που προσβάλλει το κεντρικό νευρικό σύστημα, και αν μη τι άλλο οι οικείοι του θα αναζητήσουν ιατρική βοήθεια (ως επί το πλείστον).Αυτό γιατί οι ψευδαισθήσεις και οι παραισθήσεις είναι κάτι πολύ έξω από το δικό μας πεδίο αντίληψης, και αναγνωρίζεται εύκολα ως παθολογικό(αν και υπάρχουν πολλά παραδείγματα στο παρελθόν, όπου άτομα με παρόμοια συμπτώματα έπεισαν τους υπόλοιπους για το γνήσιό των βιωμάτων τους, με αποτέλεσμα να ανακηρυχτούν ως θρησκευτικοί ηγέτες, κτλ). Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι στις καταστάσεις αυτές οι ασθενείς πραγματικά βιώνουν αυτό που λένε στους άλλους, και εξαιρετικά σπάνια μπορούν να μεταπεισθούν έστω και λίγο. Φαίνεται ότι τμήμα της νόσου τους είναι το να πιστεύουν ακράδαντα στην ορθότητα των βιωμάτων τους. Αυτή η πλήρης απώλεια της επίγνωσης του νοσηρού, είναι χαρακτηριστικό των ψυχώσεων, σε αντιδιαστολή με τις νευρώσεις, (τώρα οι νευρώσεις αποκαλούνται αγχώδεις διαταραχές) όπου οι ασθενείς γνωρίζουν ότι αυτό που τους συμβαίνει είναι παθολογικό.
Πολλές φορές, σε διάφορες συζητήσεις περί ψυχιατρικής τίθεται το εξής ερώτημα: αν κάποιος βλέπει ένα “όραμα”, πχ βλέπει έναν άγιο ή το Χριστό να του μιλάει, ή αν ακούει τη φωνή του να του δίνει οδηγίες, γιατί να πάσχει από κάποια νευρολογική ή ψυχιατρική νόσο αναγκαστικά; Αποκλείεται να συμβαίνει όντως κάτι τέτοιο;
Είναι αρκετά δύσκολο να δοθεί πλήρης απάντηση στο ερώτημα αυτό σε λίγες γραμμές. Ας ανατρέξουμε στο παραπάνω περιστατικό με την (πραγματικά συμπαθέστατη) ηλικιωμένη γυναίκα που μιλούσε με τον άγιο Ταξιάρχη. Σχεδόν κάθε νοήμων άνθρωπος, ανεξάρτητα με τον αν έχει γνώσεις ιατρικής, θα αντιλαμβανόταν ότι κάποιο πρόβλημα υπάρχει για δύο λόγους :
-διότι η γυναίκα αυτή είναι μια εβδομηντάχρονη, απλή αγρότισσα, με κατά τα άλλα φυσιολογική συμπεριφορά, με τα πάθη και τις αδυναμίες όλων των άλλων ανθρώπων, που δεν μπορεί εύκολα να πείσει ότι είναι πεφωτισμένη (κάτι που η ίδια έτσι και αλλιώς δεν επιδίωκε).
-γιατί η αξονική τομογραφία (και η υπόλοιπη νευροψυχολογική εκτίμηση) έδειξε ότι υπάρχει σαφές πρόβλημα στη λειτουργία του νευρικού συστήματος.
Βέβαια, θα μπορούσε κάποιος να αμφισβητήσει τα ευρήματα της αξονικής, και να πει ότι δεν έχουν σχέση με τη συμπεριφορά της, αλλά τότε οδηγούμαστε σε αδιέξοδο διότι αμφισβητείται στην ουσία όλη η επιστημονική βάση της ιατρικής. Η απάντηση σε μια τέτοια αμφισβήτηση θα μπορούσε να δοθεί με μια ερώτηση : γιατί στη μηνιγγίτιδα, στα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια και στις επιληψίες εμπιστευόμαστε τα αποτελέσματα των απεικονιστικών εξετάσεων του εγκεφάλου ενώ στις ψευδαισθήσεις όχι; Και βεβαίως η επιχειρηματολογία μπορεί να συνεχιστεί με τα εκατομμύρια κυριολεκτικά παρόμοιων περιπτώσεων, που μετά τη σωστή θεραπεία, οδηγήθηκαν σε υποστροφή των συμπτωμάτων.
Τι γίνεται λοιπόν στις περιπτώσεις που οι παραπάνω λόγοι δεν είναι τόσο προφανείς; Δεν είναι λίγα τα περιστατικά όπου οι ασθενείς με παρόμοια συμπτώματα αναπτύσσουν μια ιδιάζουσα συμπεριφορά, (συχνά με ιδέες μεγαλείου) που μπορούν να τραβήξουν τους πιο αφελείς στο να τους πιστέψουν ότι όντως επικοινωνούν με το Θείο. Κάποιοι μπορεί να αναζητήσουν πνευματικούς δρόμους, να κάνουν μεγάλες αλλαγές στη ζωή, στο επάγγελμά τους, στην οικογένειά τους κτλ. Στην πράξη, επειδή αυτού του είδους η συμπεριφορά συχνά απαντάται στη σχιζοφρένεια, είναι θέμα χρόνου μέχρι να εμφανιστούν και άλλα “περίεργα” συμπτώματα, να αποδιοργανωθεί ο ειρμός της σκέψης και του λόγου και να αρχίσει μια φθίνουσα πορεία του ατόμου που μόνο με τη σωστή φαρμακευτική αντιμετώπιση μπορεί να διακοπεί. Υπάρχουν όμως και οι (λίγες) περιπτώσεις εκείνες, όπου δεν επηρεάζεται καμιά άλλη πτυχή της προσωπικότητας, δηλαδή το άτομο εμφανίζει μόνο μία συγκεκριμένη διαταραχή στις ψυχονοητικές του λειτουργίες (πχ του μιλάει ο Θεός ή ο Διάβολος) και όλες οι υπόλοιπες διατηρούνται ανέπαφες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, αν ζούσαμε στο μεσαίωνα, θα μπορούσαμε να μιλάμε για κάποιον νέο πεφωτισμένο ή δαιμονισμένο. Για τις περιπτώσεις δε όπου το παραλήρημα δεν έχει θρησκευτικό περιεχόμενο (πχ το υποχονδριακό παραλήρημα, όπου το άτομο είναι απόλυτα πεπεισμένο ότι πάσχει από κάποια σοβαρή νόσο όπως ο καρκίνος ή το διωκτικό παραλήρημα όπου πιστεύει ότι το παρακολουθούν για να του κάνουν κακό ή να τον σκοτώσουν), είναι πιο προφανές ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα και χρειάζεται ιατρική παρέμβαση.
Κάτι επίσης πολύ σημαντικό είναι το γεγονός ότι με τα μέχρι τώρα μέσα διερεύνησης της λειτουργίας του εγκεφάλου, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων αμιγούς ψυχιατρικής διαταραχής (δηλαδή όταν η ψυχιατρική συμπτωματολογία δεν οφείλεται σε κάποια γνωστή μη ψυχιατρική πάθηση) δεν διαπιστώνεται συγκεκριμένη δομική αιτιολογική βλάβη στο νευρικό σύστημα. Δηλαδή η διάγνωση στηρίζεται στο ιστορικό, τη συμπτωματολογία και μερικές φορές θα αποκαλυφθεί από την πορεία της νόσου στο χρόνο ή την ανταπόκριση στη θεραπεία. Το γεγονός αυτό όμως, με την εισαγωγή όλο και περισσότερο λεπτομερειακών εξετάσεων, γονιδιακού ελέγχου σιγά σιγά θα αρχίσει να μην ισχύει. Ήδη με την εισαγωγή του PET ( Positron Emission Tomography -Τομογραφία Εκπομπής Ποζιτρονίων) και του fMRI ( functional Magnetic Resonance Imaging – Λειτουργική Μαγνητική Τομογραφία) έχουν αρχίσει να αποκαλύπτονται πολλές από τις διαταραχές που υποκρύπτονται σε μοριακό επίπεδο, και σιγά σιγά ξετυλίγεται ο μίτος που περιβάλλει την αιτιοπαθογένεια των ψυχιατρικών νόσων.
Μπορεί λοιπόν κάποιος να βασιστεί επάνω σε αυτό και να υποστηρίξει ότι εφόσον δεν βρίσκεται όντως κάποια δομική βλάβη στον εγκέφαλο, πώς οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι μια ψευδαίσθηση είναι όντως παθολογικό πρόβλημα; Πως είμαστε σίγουροι ότι το άτομο όντως δεν έχει καμιά επικοινωνία με το υπερφυσικό, και αυτό που βιώνει είναι μια εγκεφαλική δυσλειτουργία; Και γιατί να είναι η συγκεκριμένη δυσλειτουργία με αυτό το περιεχόμενο (πχ με την επικοινωνία με το Θεό) και όχι με κάτι άλλο; Γιατί η δυσλειτουργία να περιλαμβάνει μόνο αυτή την εμπειρία και όχι και κάτι άλλο και γιατί να μην επηρεάζεται η συμπεριφορά με ένα πιο αποδιοργανωμένο τρόπο –πχ με το να λέει ασυνάρτητες λέξεις, κτλ- (όπως ίσως θα φανταζόταν κανείς αν υπέθετε ότι μια εγκεφαλική βλάβη είναι πιθανό να επηρεάσει πολλές λειτουργίες του εγκεφάλου και όχι μόνο μία);
Η απάντηση είναι πως με τα μέχρι τώρα μέσα, (στις αμιγείς ψυχιατρικές διαταραχές και όχι στις δευτεροπαθείς) δεν μπορούμε να βρούμε μια σαφή δομική αιτία για τη δυσλειτουργία του εγκεφάλου in vivo (δηλαδή την ώρα που λειτουργεί). Και αυτό γιατί η δυσλειτουργία στις αμιγείς ψυχιατρικές διαταραχές δεν είναι δομική, αλλά λειτουργική (ή η δομική είναι τόσο μικροσκοπική που δεν μπορεί να ανιχνευθεί).Ένα απλό παράδειγμα αποτελεί η επήρεια των ψευδαισθησιογόνων ουσιών, όπως το LSD , το PCP κτλ. Είναι σε όλους γνωστό, ότι μετά τη λήψη τους ακολουθεί πλήθος βιωμάτων (που αφορούν στο συναίσθημα, στη σκέψη, και στις σωματικές αισθήσεις) τα οποία βεβαίως είναι ψευδή και παρέρχονται μετά το τέλος της επήρειας της δράσης των ουσιών (κάποιες φορές μπορεί να προκαλέσουν και μόνιμη βλάβη στο Νευρικό Σύστημα). Μελέτες που έχουν γίνει σχετικά με τη δράση τους σε καλλιέργειες εγκεφαλικών κυττάρων έχουν δείξει ότι καθένα έχει ένα ειδικό μηχανισμό δράσης σε κυτταρικό επίπεδο, που οδηγεί στην αλλαγή της συμπεριφοράς των νευρώνων. Και η αλλαγή αυτή προφανώς οδηγεί στην εμφάνιση των ψευδαισθήσεων.(πχ αυτοί που παίρνουν LSD μερικές φορές περιγράφουν πως “βλέπουν” τους ήχους και να “ακούν” τα χρώματα). Το περιεχόμενο των ψευδαισθήσεων ποικίλλει από άτομο σε άτομο, παρά την επίδραση της ίδιας ουσίας, αλλά σε γενικές γραμμές, αναλόγως με το είδος της ουσίας, συχνά υπάρχει ένα κοινό σύνολο συμπτωμάτων.(πχ το το τρομώδες παραλήρημα των αλκοολικών, όπου στο περιεχόμενο των ψευδαισθήσεων περιλαμβάνονται συχνά ζώα (ζωοψίες) και σμίκρυνση του μεγέθους των αντικειμένων (μικροψίες)).Οι ψευδαισθησιογόνες ουσίες λοιπόν αποτελούν ένα πολύ καλό παράδειγμα, για το πώς προκαλούνται ψευδή βιώματα, χωρίς να υπάρχει δομική διαταραχή στον εγκέφαλο. Άλλο παράδειγμα αποτελούν οι καταστάσεις χαμηλής παροχής οξυγόνου στον εγκέφαλο (όπως σε βαριά καρδιακή ανεπάρκεια, σε αρρώστους με παρόξυνση χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας, κτλ) όπου και πάλι χωρίς να υπάρχει δομική διαταραχή, υπάρχει λειτουργική διαταραχή, με αποτέλεσμα να προκύπτουν συχνά ψευδαισθήσεις και παραληρητικές ιδέες, ειδικά σε ηλικιωμένους αρρώστους. Υπάρχουν πολλά αντίστοιχα παραδείγματα άλλων καταστάσεων. Σε κάθε περίπτωση, όταν αποκαθίσταται η αιτία, αν δεν έχει προκληθεί μόνιμη εγκεφαλική βλάβη, οι ψευδαισθήσεις υποστρέφουν, πράγμα που επιβεβαιώνει την παθογένεσή τους.
Όσον αφορά στο γιατί το περιεχόμενο των ψευδαισθήσεων διαφέρει από άτομο σε άτομο, αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να απαντηθεί. Υπάρχουν διάφορες υποθέσεις, αλλά τελικά μόνο η πρόοδος της ιατρικής θα μπορέσει να δώσει καθοριστική απάντηση. Πάντως, σε γενικές γραμμές σε βαριά ψυχωσική κατάθλιψη συχνά υπάρχουν οπτικές ή ακουστικές ψευδαισθήσεις που είναι σύντονες με το καταθλιπτικό συναίσθημα, -πχ μπορεί κάποιος να οραματίζεται την κηδεία του, να βλέπει ή να ακούει καμπάνες να χτυπούν για το θάνατό του, να ακούει φωνές που να τον απαξιώνουν κτλ-, στη μανία να έχει ψευδαισθήσεις ή παραληρητικές ιδέες με ακριβώς το αντίθετο περιεχόμενο –πχ να ακούει φωνές που να τον επευφημούν- και στη σχιζοφρένεια μπορούν να εμφανιστούν πρακτικά κάθε μορφής ψευδαισθήσεις, συνήθως όμως υπάρχουν ψευδαισθήσεις υπό μορφή φωνών που σχολιάζουν τον πάσχοντα, του δίνουν εντολές, τον καταδιώκουν κτλ. Φαίνεται δηλαδή ότι στην ψυχωτική κατάθλιψη και στη μανία, το συναίσθημα παρασύρει τους μηχανισμούς της αντίληψης ώστε να παράγει ψευδή βιώματα που να συμβαδίζουν με αυτό. Αντίθετα στη σχιζοφρένεια, όπου δεν πάσχει πρωτογενώς το συναίσθημα, οι ψευδαισθήσεις μπορεί να αφορούν πρακτικά σε οτιδήποτε, και το παραλήρημα που προκύπτει μπορεί να ενέχει λογικές συσχετίσεις –τότε λέγεται οργανωμένο- πχ. κάποιος πιστεύει ότι τον καταδιώκουν, οχυρώνεται στο σπίτι του, αγοράζει όπλα, κτλ ή να μην έχει καθόλου λογικές συσχετίσεις –μη οργανωμένο- πχ. αποφεύγει τις εκκλησίες γιατί του θυμίζουν τη γυναίκα του που έχει πεθάνει και αν τη θυμηθεί αυτό σημαίνει ότι θα γίνει σεισμός.
Πρακτικά, κάθε λογής ψευδαισθήσεων απαντώνται στην καθημερινή ιατρική πράξη, και ανάλογα με την πάθηση διαφέρουν σε ποιότητα, περιεχόμενο, συχνότητα, οργάνωση και αιτιολογία. Σε αρκετές από αυτές μπορεί να αναγνωριστεί δομικό παθολογικό υπόστρωμα και σε κάποιες άλλες υπάρχει λειτουργική διαταραχή που κάποιες φορές μπορεί να βρεθεί και κάποιες όχι. Στην τελευταία περίπτωση η τεχνολογική πρόοδος έχει αρχίσει ήδη να ρίχνει φως στις διάφορες πτυχές τους. Είναι απλά θέμα χρόνου να αποκαλυφθούν και αυτές.
*Ο Ανδρέας Μούστρης είναι ιατρός, απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και εκπονεί τη διδακτορική του διατριβή πάνω στη νόσο του Parkinson.