Ποία πρέπει να είναι η ζωή των μοναχών και λαϊκών χριστιανων - Point of view

Εν τάχει

Ποία πρέπει να είναι η ζωή των μοναχών και λαϊκών χριστιανων





    Α΄. Η μοναχική ζωή είναι ένα χάρισμα θεϊκό αλλά και ένα κατόρθωμα ανθρώπινο. Όπως χάρισμα είναι να θαυματουργεί κάποιος, ή να θεραπεύει ασθένειες, ή να μιλάει ξένες γλώσσες, όπως συνέβαινε στην εποχή των αποστόλων, έτσι χάρισμα είναι να γίνει κάποιος μοναχός. Η μοναχική ζωή είναι μια υπερφυσική ζωή μετά την πτώση των πρωτοπλάστων. Πριν την πτώση ήταν κάτι το φυσικό και συνηθισμένο. Λένε οι πατέρες ότι στη Γραφή οι σαρκικές σχέσεις εμφανίζονται μετά την πτώση. Αρχικά ο Θεός προόρισε τον άνθρωπο για την παρθενική ζωή. Το πώς θα πολλαπλασιαζόταν ο άνθρωπος, εάν δεν υπήρχε ο γάμος, ήταν δουλειά του Θεού. Όπως ο Αδάμ από ένας έγινε δύο, χωρίς να καταργηθεί η παρθενία, έτσι ή με άλλους τρόπους που γνωρίζει ο Θεός οι άνθρωποι θα γινόταν χιλιάδες και εκατομμύρια, όπως και έγιναν με τον γάμο. Πάντως μετά την πτώση εμφανίζεται πλέον ο γάμος, ο οποίος αν και δεν υπήρχε στον παράδεισο και δεν ήταν αναγκαίος, εν τούτοις μετά την πτώση κατά τον άγιο Χρυσόστομο είναι «σφόδρα χρήσιμος και αναγκαίος». Εντάσσεται δηλαδή και ο γάμος μέσα στο σχέδιο της θείας οικονομίας, μέσα στα μέτρα που λαμβάνει ο Θεός για να βοηθήσει την θεραπεία και ανόρθωση του πεσόντος ανθρώπου.
    Παρ’ όλα αυτά όμως, όταν ιδρύθηκε ο πνευματικός παράδεισος, η Εκκλησία, ο Χριστός κήρυξε ότι όποιος θέλει, όποιος είναι πιστός και τολμηρός, μπορεί να κάνει αυτό το τόλμημα, να ξαναζήσει παρθένος όπως οι πρωτόπλαστοι στον παράδεισο πριν την πτώση. Αναφέρω «όποιος θέλει», διότι ενώ η αγαμία είναι χάρισμα εν τούτοις είναι και προσωπικό κατόρθωμα. Κι αυτό δηλώνεται ξεκάθαρα στον ευαγγελιστή Ματθαίο (πρβλ. 19,1-12). Όταν ο Χριστός είπε ότι απαγορεύεται το διαζύγιο για κάθε αιτία εκτός του λόγου της μοιχείας, οι μαθητές είπαν ότι εν τοιαύτη περιπτώσει δεν συμφέρει στον άνθρωπο να παντρεύεται. Ο Χριστός τότε απάντησε «ου πάντες χωρούσι τον λόγον τούτον, αλλ’ οις δέδοται». Παρακάτω όμως, συνεχίζοντας να διδάσκει, λέγει ότι «εισίν ευνούχοι οίτινες ευνούχισαν εαυτούς (πνευματικά εννοείται) διά την βασιλεία των ουρανών». Συνεπώς η αγαμία είναι ένα χάρισμα το οποίο δίδεται σ’ αυτούς που το επιθυμούν σφοδρά και αγωνίζονται να το πετύχουν. Το ίδιο συμβαίνει και με τα εσωτερικά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, την αγάπη, την χαρά, την ειρήνη, την πίστη, την εγκράτεια, τη μακροθυμία, την πραότητα και όλα τ’ άλλα. Είναι χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος αλλά και κατορθώματα του ανθρώπου. Επιτυγχάνονται με τη συνεργασία του ανθρώπου με τον Θεό. 
    Β΄. Είναι μια ζωή απόλυτα δοσμένη στον Θεό, χωρίς κανένα συμβιβασμό και καμμία υποχώρηση. «Ο άγαμος μεριμνά τα του Κυρίου, πως αρέσει τω Κυρίω· ο δε γαμήσας μεριμνά τα του κόσμου, πως αρέσει τη γυναικί» (Α΄ Κορ. 7, 32-33). Αν στον γάμο ο Θεός δέχεται η καρδιά του ανθρώπου να είναι μοιρασμένη με τον ή την σύζυγο και τα παιδιά, στην αγαμία θέλει ο αφιερωμένος να είναι εξ ολοκλήρου δοσμένος στον Θεό. 
    Χάριν του Θεού ο μοναχός πρέπει να ξεπερνά και τη φύση του. Να περιορίζει εις το ελάχιστον τις φυσικές ανάγκες του. Ο μοναχός είναι, πρέπει να είναι, «βία φύσεως διηνεκής και φυλακή αισθήσεων ανελλιπής» λέγει ο Ιωάννης της Κλίμακος. Η άσκηση, η κακοπάθεια, η αγρυπνία, η νηστεία και η ποικίλη εγκράτεια είναι, πρέπει να είναι, οι μόνοι και μόνιμοι συνοδοί και σύντροφοί του. 
    Ο μοναχός είναι ο διάδοχος των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης και ο συνεχιστής του έργου του τιμίου Προδρόμου. Οι προφήτες φώναζαν και διαμαρτυρόταν γιατί ο λαός του Θεού αναμίγνυε την μωσαϊκή θρησκεία με ειδωλολατρικά στοιχεία. Και ο Ιωάννης ο Πρόδρομος προειδοποιούσε «μετανοείτε· ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών» και ήλεγχε σκληρότατα το πολιτικό και θρησκευτικό κατεστημένο της εποχής του. Και οι μοναχοί παρουσιάστηκαν ως διαμαρτυρόμενοι για την εισβολή κοσμικών στοιχείων μέσα στην Εκκλησία κατά τον 4ον αιώνα. Παρουσιάστηκαν σαν συνεχείς ζωντανοί οδοδείκτες της βασιλείας του Θεού, της βασιλείας των ουρανών. Και όταν είδαν ότι δεν μπορούν να συγκρατήσουν την πλημμύρα της κοσμικής ζωής, βγήκαν έξω και οργάνωσαν την ζωή τους σύμφωνα με τα πρότυπα της αγίας Γραφής. Γίνανε οι «ένσαρκοι άγγελοι» και οι «επίγειοι άνθρωποι». Και όταν σιωπούν είναι οι συνεχείς ελεγκτές των κοσμικών χριστιανών και τα διαρκή πρότυπα και ινδάλματά τους. Φως για τους μοναχούς είναι οι άγγελοι και φως για τους κοσμικούς είναι, πρέπει να είναι, οι μοναχοί λέγει ο Ιωάννης της Κλίμακος. 
    Γ΄. Είναι μία ζωή αδιάλειπτης προσευχής. Οι μοναχοί προσπαθούν να μιμηθούν το έργο των αγγέλων στους ουρανούς. Όπως οι άγγελοι συνεχώς υμνούν και δοξολογούν τον Θεό έτσι και οι μοναχοί. Όλη η ζωή τους συμπλέκεται και συνυφαίνεται γύρω από τον ναό. Γι’ αυτό ο ναός είναι στο κέντρο του μοναστηριού και όλες οι άλλες κτιριακές εγκαταστάσεις γύρω απ’ αυτόν. Εκεί οι μοναχοί υμνούν τον Θεό «εν παντί καιρώ» (Λουκ. 21,36), «προσκαρτερούν τη προσευχή» (Κολ. 4,2) και προσπαθούν να εφαρμόσουν κατά το δυνατό το «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι» (Α΄ Θεσ. 5,17). Είναι γνωστά τα μοναστήρια των «ακοιμήτων» που υπήρχαν παλαιότερα και στα οποία οι μοναχοί χωρισμένοι σε 4 βάρδιες υμνούσαν τον Θεό όλο το 24ωρο. 
    Δ΄. Είναι μια ζωή συνεχούς αναίμακτου μαρτυρίου και συνεχούς θυσίας. Όταν τον 4ον αιώνα σταμάτησαν οι διωγμοί τότε η εκκλησία βρήκε ένα άλλο τρόπο μαρτυρίου, εντελώς εκούσιο, την μοναχική ζωή. Γράφει για τον Μ. Αντώνιο ο βιογράφος του, ο Μ. Αθανάσιος, ότι ήταν στην έρημο «καθ’ εκάστην μαρτυρών τη συνειδήσει». Η άσκηση, η παρθενία, η ακτημοσύνη και η υπακοή είναι οι μυλόπετρες που αλέθουν και ξεσχίζουν τον μοναχό καθημερινά και δια βίου. 
    Ο μοναχός θυσιάζει στο Θεό όχι μόνο τις αμαρτωλές επιθυμίες του και τάσεις του, όχι απλώς τις φυσικές ορέξεις και ανάγκες του, αλλά και τους πιο αγίους πόθους του. Το κάνει αυτό δια της συνεχούς και μέχρι θανάτου υπακοής. Μιμείται τον Αβραάμ, ο οποίος ενώ εγκατέλειψε την πατρίδα του, το σπίτι και το βιός του, τη γλώσσα, τα ήθη και έθιμα, τον πολιτισμό του, και έγινε πάροικος και ξένος συνεχώς για το Θεό· ενώ υπέστη τα πάνδεινα κατά τις διαρκείς μετακινήσεις του και προσφυγιές του χάριν του Θεού, εν τούτοις περίμενε 25 χρόνια για να δει να πραγματοποιείται η υπόσχεση του Θεού ότι θ’ αποκτήσει παιδί. Και, αφού το απέκτησε και το μεγάλωσε αρκετά, λαμβάνει εντολή από το Θεό να το πάρει και να το σφάξει! Και κείνος αδιαμαρτύρητα υπακούει! 
    Αυτός είναι ο μοναχός· αυτός που θυσιάζει, πρέπει να θυσιάζει, και τους πιο αγίους πόθους του· τα πιο φυσιολογικά και αναφαίρετα δικαιώματά του· τις πιο λογικές και άγιες προσδοκίες του και επιδιώξεις του. Ο πατήρ Ιάκωβος Τσαλίκης, φημισμένος για την αγιότητά του σύγχρονος ιερομόναχος στην Εύβοια, είχε εντολή από τον ηγούμενό του να μη δίδει τίποτα σε άλλους, χωρίς να τον ρωτήσει. Κάποια μέρα ήρθαν τ’ ανηψάκια του που ήταν ορφανά και πτωχά· ο ηγούμενος δεν ήταν στο μοναστήρι για να τον ρωτήσει. Τα δέχθηκε, τα χάιδεψε, αλλά δεν τα έδωσε ούτε ένα μπουκάλι λάδι! Τ’ ανηψάκια του τον κοιτούσαν παραπονεμένα και κείνος από μέσα του έσταζε αίμα. Να το μοναχικό μαρτύριο! Αν και αναίμακτο, είναι φοβερό και επώδυνο. Κι αν όχι ανώτερο, τουλάχιστον ισάξιο με το αιματηρό! 
* * *
    Η ζωή των εν κόσμω Χριστιανών είναι, πρέπει να είναι, κι αυτή παράλληλη με τη ζωή των μοναχών. Η άσκηση, η κακοπάθεια, η λιτότητα, η ψυχική καθαρότητα, η υπακοή στο Θεό δεν είναι μόνο για τους μοναχούς και τους αγάμους. Λέγει ο Χριστός στο κατά Μάρκο ευαγγέλιο (13,37) «α δε υμίν λέγω, πάσι λέγω· γρηγορείτε». Οι εντολές του Χριστού είναι για όλους μας ίδιες. Η ομοίωση με το Θεό και η θέωση σκοπός όλων μας. Πολλοί προσέχουν τις υποσχέσεις που δίνει ο μοναχός στην κουρά του και ξεχνούν τις φρικτές υποσχέσεις που δώσαμε όλοι μας κατά την ώρα της βαπτίσεώς μας. Οι πατέρες το τονίζουν ότι καμμία διαφορά δεν υπάρχει μεταξύ μοναχών και απλών Χριστιανών, εκτός από τις υποχρεώσεις του γάμου που έχουν οι έγγαμοι. Κάθε μέρα ζητούμε από το Θεό στο «Πάτερ ημών» «αγιασθήτω το όνομά σου· ελθέτω η βασιλεία σου· γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επί της γης. Ζητούμε να μας χαρίσει ο Θεός όχι πλούτη και μεγαλεία αλλά τον «άρτον ημών τον επιούσιον». Ζητούμε «μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού». Τι είναι αυτά; Είναι με άλλα λόγια τα ιδεώδη των μοναχών, υπακοή-ακτημοσύνη-παρθενία, προσαρμοσμένα βέβαια στις συνθήκες και τις ανάγκες των εν κόσμω Χριστιανών. 
    Αυτά που λέμε τώρα θεωρητικά τα βιώνανε οι πρόγονοί μας έμπρακτα. Λέγει, για παράδειγμα ο στρατηγός Μακρυγιάννης, o μεγάλος αγωνιστής του 1821, στα απομνημονεύματά του· «Από ενός χρονού παιδί (!!!) με συνήθισαν οι γονέοι να κάνω μετάνοιες…και προσφέρω αυγή και βράδυ από 1300 μετάνοιες (!!!), και 100 με το κομπολόγι (=κομποσχοίνι)…και ό,τι μπορέσω όταν θα πάγω στη δουλειά μου κι όταν γυρίσω πίσω και τον ευχαριστήσω ο αμαρτωλός». Ποιος σημερινός μοναχός ή άγαμος κληρικός μπορεί να συγκριθεί με αυτούς τους προγόνους μας; Ένας πολέμαρχος του ’21 βάζει γυαλιά σ’ όλους μας τους σημερινούς, μοναχούς και λαϊκούς.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
via

Pages