Οι λέξεις «σοφός» και «φιλοσοφία» απαντώνται ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ. Στους επικούς ποιητές Όμηρο και Ησίοδο εμφανίζονται οι λέξεις «σοφός» και «σοφία» οι οποίες σημαίνουν απλώς ότι κάποιος είναι ικανός στην εξάσκηση ενός επαγγέλματος. Για τον Όμηρο ο καλός τεχνίτης και ο ικανός ναυτικός είναι σοφοί. Στη συνέχεια σοφός θεωρείται και αυτός που ξέρει να κυβερνά και γνωρίζει πολύ καλά τους νόμους.
Σοφία, σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, είναι η άριστη γνώση αλλά και η φρονιμάδα, ενώ η λέξη φιλοσοφία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά τον 6ο αιώνα π.Χ. στην Ιωνία για να δηλώσει την καινούργια τάση, το ζήλο για τη μάθηση. Στην αρχή ήταν λέξη της καθημερινότητας, αλλά μετά εξυψώθηκε σε επιστημονικό όρο. Για πρώτη φορά η λέξη εμφανίστηκε σε ένα απόσπασμα που αποδίδεται με βεβαιότητα στον Ηράκλειτο: Χρη γαρ ευ μαλα πολλών ίστορας φιλοσόφους άνδρας είναι (απόσπασμα 35) – (Πρέπει να γνωρίζουν πολλά οι φιλόσοφοι).
Για τον Ηρόδοτο και το Θουκυδίδη φιλοσοφία είναι μεταξύ άλλων και η αγάπη της σοφίας ή, πιο απλά, η αναζήτηση της γνώσης για τη γνώση και όχι μόνο για την εφαρμογή και την πρακτική ωφέλεια. O Κροίσος, σύμφωνα με την αναφορά του Ηροδότου, λέει στο Σόλωνα: Ως φιλοσοφέων γην πολλήν θεωρίης είνεκεν επελήλυθας – (Άκουσα ότι από αγάπη για την επιστήμη έκανες πολλά ταξίδια για να παρατηρήσεις και να μελετήσεις). Και για το Θουκυδίδη επίσης η λέξη έχει την ίδια σημασία – είναι η μελέτη χωρίς ιδιοτέλεια (Επιτάφιος). Τέλος, η σωκρατική σχολή είναι αυτή που κατοχύρωσε τελικά τη λέξη ως τεχνικό όρο.
Οι πρώτοι φιλόσοφοι
Στην περιοχή της Ιωνίας εμφανίστηκε για πρώτη φορά η φιλοσοφική σκέψη. Πολλά χρόνια πριν από το Σωκράτη και τον Πλάτωνα, οι Ίωνες φιλόσοφοι, οι οποίοι καλούνται και προσωκρατικοί, προσπάθησαν να δώσουν απάντηση σε ορισμένα ερωτήματα που οι ίδιοι έθεσαν. Τα ερωτήματα αυτά μπορούν με ευσύνοπτο τρόπο να διατυπωθούν σε ένα βασικό: «Ποια είναι η "αρχή" και ποια τα "αίτια" των όντων;».
Βεβαίως πάντα οι άνθρωποι αναρωτιόνταν από που γεννήθηκαν όλα όσα βλέπουμε γύρω μας. Οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα πιστεύουν, λίγο ως πολύ, ότι όλα γεννήθηκαν από το τίποτα. H ιδέα αυτή δεν ήταν και πολύ διαδεδομένη τον καιρό των αρχαίων Ελλήνων. Για κάποιο λόγο, νόμιζαν ότι «κάτι» υπήρχε από πάντα.
Το πρόβλημα τους, λοιπόν, δεν ήταν πώς δημιουργήθηκε ο κόσμος ολόκληρος από το τίποτα. Αντί γι’ αυτό, απορούσαν που το σκέτο νερό μπορούσε να μεταμορφωθεί και να γίνει ψάρι, θαύμαζαν που το άψυχο χώμα μπορούσε να γεννήσει ψηλά δέντρα και πολύχρωμα λουλούδια. Όπως και για τα μωρά, που γεννιούνται μέσα από την κοιλιά της γυναίκας!
Οι φιλόσοφοι έβλεπαν με τα ίδια τους τα μάτια τις αλλαγές που συνέβαιναν διαρκώς στη φύση. Αλλά πώς γίνονταν αυτές οι αλλαγές; Πώς μπορούσε κάτι ν’ αλλάξει μορφή και να γίνει κάτι άλλο – μια ουσία, ας πούμε, να ζωντανέψει και να γίνει φυτό ή ζώο;
Οι πρώτοι εκείνοι φιλόσοφοι είχαν κάτι κοινό: πίστευαν όλοι πως πίσω απ’ όλες τις αλλαγές κρυβόταν ένα ορισμένο πρωταρχικό στοιχείο. Δεν είναι εύκολο να καταλάβουμε πώς τους ήρθε αυτή η ιδέα. Ξέρουμε μόνο πως αναζητούσαν αυτό το στοιχείο πίσω απ’ όλες τις αλλαγές μέσα στη φύση.
Σήμερα το ενδιαφέρον που δείχνουμε γι αυτούς τους πρώτους φιλοσόφους δεν είναι οι απαντήσεις που βρήκαν κι έδωσαν σ’ αυτό το ερώτημα. Το ενδιαφέρον είναι ποιες ερωτήσεις διάλεξαν και τι λογής απαντήσεις έψαξαν να βρουν. Για μας, πιο σπουδαίο είναι το πώς, παρά το τι ακριβώς σκέφτονταν.
Διαπιστώθηκε λοιπόν ότι πρόσεχαν ιδιαίτερα και μελετούσαν όλες τις ορατές αλλαγές στη φύση. Προσπαθούσαν να διακρίνουν κάποιους αιώνιους φυσικούς νόμους. Πάσχιζαν να καταλάβουν τα φυσικά φαινόμενα και να τα εξηγήσουν, δίχως να καταφύγουν στους μύθους και στην παράδοση. Και πάνω απ’ όλα, ήθελαν να κατανοήσουν τα φυσικά φαινόμενα με τη βοήθεια της παρατήρησης και της μελέτης. Άλλο αυτό κι άλλο να εξηγείς τον κεραυνό και την αστραπή, το χειμώνα και την άνοιξη με τη βοήθεια διαφόρων γεγονότων, που φαντάζεσαι ότι γίνονται στον κόσμο των θεών.
Έτσι ελευθερώθηκε η φιλοσοφία από τη θρησκεία. Μπορούμε να πούμε ότι οι φυσικοί φιλόσοφοι έκαναν τα πρώτα βήματα προς την κατεύθυνση ενός επιστημονικού τρόπου σκέψης κι έθεσαν έτσι τα θεμέλια για τη μετέπειτα ανάπτυξη των φυσικών επιστημών.
Το μεγαλύτερο μέρος όσων είπαν κι έγραψαν οι φυσικοί φιλόσοφοι, έχει πια χαθεί. Τα περισσότερα απ’ όσα ξέρουμε, έχουν φτάσει ως εμάς χάρη στο έργο τον Αριστοτέλη, που έζησε διακόσια χρόνια μετά τους πρώτους εκείνους φιλοσόφους. O Αριστοτέλης, όμως, παραθέτει απλώς συνοπτικά τα συμπεράσματα, στα οποία είχαν καταλήξει οι φιλόσοφοι πριν απ’ αυτόν. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε πάντα να καταλάβουμε πώς έφτασαν σ’ αυτά τα συμπεράσματα. Ξέρουμε όμως αρκετά, ώστε να μπορούμε να ισχυριστούμε ότι οι απορίες των πρώτων Ελλήνων φιλοσόφων είχαν σχέση με το πρωταρχικό στοιχείο, από το οποίο αποτελείται ο κόσμος, καθώς και με τις αλλαγές του, όπως αυτές παρουσιάζονται μέσα από τα διάφορα φυσικά φαινόμενα.
Οι φιλόσοφοι από τη Μίλητο
H εμφάνιση της φιλοσοφικής σκέψης στην Ιωνία δεν έγινε κατά τρόπο αυθαίρετο, ούτε τυχαίο. Είναι γνωστό ότι σημαντικές γνώσεις και γενικότερες αντιλήψεις για το σύμπαν υπάρχουν σε όλους τους λαούς και ιδιαίτερα στους λαούς της Ανατολής.
Οι γνώσεις τους όμως παρέμειναν σκόρπιες και εν μέρει συγκροτημένες, εξυπηρετώντας κυρίως τις ανάγκες της καθημερινής ζωής – το εμπόριο, την ανέγερση κτιρίων, την τέχνη – ενώ η γενική εικόνα του κόσμου που είχαν διαμορφώσει παρέμεινε μέχρι το τέλος μυθική και έντονα θρησκευτική, συχνά στενά συνδεδεμένη με την ποίηση.
Στις ιωνικές όμως πόλεις του 7ου και του 6ου αιώνα π.Χ. υπήρχε μια πανίσχυρη αστική τάξη στην οποία κυριαρχούσαν οι έμποροι και οι ναυτικοί. Αυτοί προσπάθησαν να εξηγήσουν τα φαινόμενα – πέρα από τις μυθικές ερμηνείες το κόσμου – με τη λογική και τον προσδιορισμό των φυσικών αιτίων.
Αυτή η διαδικασία είχε ως συνέπεια μια βαθιά πνευματική ζύμωση, καθώς και σοβαρές επιπτώσεις στη διανοητική ιστορία του ανθρώπου. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν στην Ιωνία οδήγησαν στο φιλοσοφικό στοχασμό.
H πόλη που πρωτοστάτησε σε αυτή την κίνηση ήταν η Μίλητος με τις πολυάριθμες αποικίες της. Εκεί έζησαν οι πρώτοι φιλόσοφοι: ο Θαλής, ο Αναξίμανδρος και ο Αναξιμένης.
Ακολούθησε η Έφεσος, η πατρίδα του Ηράκλειτου, και στη συνέχεια άλλες πόλεις και περιοχές, μακριά από την Ιωνία, όπως τα Άβδηρα στη Θράκη (Δημόκριτος, Πρωταγόρας) και οι πόλεις της Μεγάλης Ελλάδας (Πυθαγόρειοι, Ελεάτες, Εμπεδοκλής).
Θαλής
O πρώτος φιλόσοφος που τ’ όνομα του έχει φτάσει ως εμάς είναι ο Θαλής από τη Μίλητο (624 π.Χ. – 548 π.Χ), μια εξέχουσα ελληνική αποικία στη Μικρά Ασία. O Θαλής αγαπούσε τα ταξίδια και ταξίδεψε πολύ.
Λένε πως υπολόγισε κάποτε το ύψος μιας πυραμίδας στην Αίγυπτο μετρώντας τον ίσκιο της τη στιγμή ακριβώς που ο δικός του ίσκιος ήταν ίσος με το πραγματικό του ύψος. Λένε ακόμα πως το 585 π.Χ. προέβλεψε με ακρίβεια μια ολική έκλειψη ηλίου. Επίσης, ότι διατύπωσε και μια θεωρία για τις ανά τακτά χρονικά διαστήματα επαναλαμβανόμενες πλημμύρες του ποταμού Νείλου, ενώ ως μηχανικός στο στρατό του Κροίσου πέτυχε τη διάβαση του ποταμού Άλυ.
Γι’ αυτές τις ικανότητες του οι αρχαίοι Έλληνες τον κατέταξαν ανάμεσα στους Επτά Σοφούς. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο Θαλής υπήρξε ο πρώτος φιλόσοφος και η φιλοσοφία αρχίζει με αυτόν.
O Θαλής θεωρούσε πως τα πάντα προέρχονταν από το νερό. Δεν ξέρουμε πώς ακριβώς το εννοούσε αυτό. Ίσως πίστευε πως όλοι οι οργανισμοί γεννιούνται μέσα στο υγρό στοιχείο – και σ’ αυτό επιστρέφουν πεθαίνοντας.
O Σταγειρίτης αναφέρει: To ερωτάν περί των πρώτων αρχών και αιτίων… αλλά Θαλής μεν ο της τοιαύτης αρχηγός φιλοσοφίας ύδωρ φησίν είναι αρχήν.. .(Το να ερωτά κάποιος για τις πρώτες αρχές και τα αίτια είναι φιλοσοφία… αλλά ο Θαλής, ο εισηγητής της φιλοσοφίας, ισχυρίζεται ότι το νερό είναι η πρώτη αρχή) – Αριστοτέλους, Μεταφυσικά
Κατά τον Αριστοτέλη ο Θαλής θεωρούσε ότι η αρχή των πάντων δεν είναι κάποιος θεός, αλλά ένα ενιαίο, πρωταρχικό στοιχείο, το ύδωρ-νερό. O κόσμος συντηρείται από το ύδωρ-νερό και η Γη πλέει πάνω στο νερό, όπως ένα πλοίο. Πίστευε πως, επειδή το νερό είναι κοινό σε όλα τα όντα, με αυτό μπορούν να εξηγηθούν όλα τα φυσικά φαινόμενα.
Ακόμη και ο Πλάτωνας τον θεωρεί σπουδαίο πρακτικό αστρονόμο και γεωμέτρη, ιδιαίτερα ικανό στο να επινοεί σπουδαία πράγματα για τεχνικές ανάγκες, αλλά χρεώνει στον Όμηρο την άποψη ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε από τον Ωκεανό.
Όταν ταξίδεψε στην Αίγυπτο, είδε ασφαλώς πόσο γόνιμη ήταν η γη μετά τις πλημμύρες του Νείλου. Ίσως είδε ακόμα βατράχια και σκουλήκια να εμφανίζονται μέσα από τις λάσπες, μετά τη βροχή.
O Θαλής θ’ αναρωτήθηκε ασφαλώς πώς το νερό γινόταν πάγος ή ατμός – κι ύστερα πάλι ξανάπαιρνε την πρώτη του μορφή.
Είπε ακόμα πως όλα «ήταν γεμάτα θεούς». Κι εδώ, μόνο να μαντέψουμε μπορούμε το πραγματικό νόημα των λόγων του. Ίσως σκέφτηκε πως το μαύρο, λασπωμένο χώμα ήταν η πηγή κάθε ζωής, από τα λουλούδια και το στάρι ως τις μέλισσες και τις κατσαρίδες. Και στη συνέχεια φαντάστηκε το χώμα γεμάτο μικρούς αόρατους «σπόρους ζωής». To σίγουρο είναι, πάντως, πως δεν είχε στο μυαλό του τους θεούς του Ομήρου.
Αναξίμανδρος
O επόμενος φιλόσοφος από τη Μίλητο είναι ο Αναξίμανδρος (610 – 547 π.Χ.). Για το Διογένη το Λαέρτιο ήταν ο πρώτος φιλόσοφος. Ζούσε κι αυτός στη Μίλητο και πίστευε πως ο κόσμος μας είναι ένας από τους πολλούς, που όλοι αυτοί οι αμέτρητοι κόσμοι γεννιόνταν από κάτι και κατέληγαν πάλι σε κάτι, που ο ίδιος ονόμαζε άπειρο, απέραντο και άμορφο.
Είναι δύσκολο να καταλάβουμε τι εννοούσε με το «άπειρο».
Το βέβαιο είναι ότι το άπειρο δεν μπορεί να είναι μία μόνο ουσία, αλλά κάτι ακαθόριστο, γιατί μόνο τότε έχουν νόημα η γέννηση και η φθορά.
Η ερμηνεία που δίνει ο Αριστοτέλης στα Φυσικά του, ότι το άπειρο είναι η ουσία που μεσολαβεί μεταξύ των στοιχείων, ίσως να είναι κοντά στη σκέψη του Αναξίμανδρου.
Οπωσδήποτε, όμως, δεν είχε στο μυαλό του κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο, όπως, ας πούμε, ο Θαλής το νερό. Ίσως νόμιζε ότι αυτό το κάτι, από το οποίο φτιάχνονταν τα πάντα, έπρεπε να είναι εντελώς διαφορετικό από οτιδήποτε βλέπουμε και γνωρίζουμε εμείς μέσα στον κόσμο. Κι αφού όλα τα πράγματα στον κόσμο μας έχουν ένα τέλος, θα πρέπει αυτό το κάτι, από το οποίο προέρχονται και στο οποίο καταλήγουν, να είναι ακριβώς δίχως τέλος, δηλαδή άπειρο. Εννοείται, λοιπόν, πως το πρωταρχικό στοιχείο δεν μπορούσε να είναι μόνο το νερό.
Σύμφωνα με κάποιες όχι και τόσο ασφαλείς πληροφορίες, πραγματοποίησε πολλά ταξίδια στην Ελλάδα και σε διάφορες περιοχές του Εύξεινου Πόντου (Απολλωνία).
Μάλιστα, στη διάρκεια ενός από αυτά συμμετείχε στην ίδρυση μιας αποικίας.
Μάλιστα, στη διάρκεια ενός από αυτά συμμετείχε στην ίδρυση μιας αποικίας.
Όπως ο Θαλής, έτσι και αυτός, είχε σημαντικές γνώσεις στα μαθηματικά, την αστρονομία και τη γεωγραφία.
Λέγεται ότι κατασκεύασε τον πρώτο χάρτη του κόσμου, συντέλεσε στην εισαγωγή της χρήσης του ηλιακού ρολογιού στην Ελλάδα, ενώ κατασκεύασε και μια ουράνια σφαίρα για τη διευκόλυνση των ναυτικών. Συγκεκριμένα, δημιούργησε ένα σφαιρικό πρότυπο των ουρανών στο κέντρο του οποίου τοποθέτησε τη Γη (γεωκεντρικό πρότυπο του σύμπαντος).
H Γη έλεγε δεν έχει ανάγκη από κανένα στήριγμα, διότι απέχει εξίσου από όλα τα σημεία της ουράνιας περιφέρειας, άρα δεν υπάρχει κάποιος λόγος να κινηθεί προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. H κατασκευή αυτή του Αναξίμανδρου δείχνει ότι η σκέψη του απομακρύνεται οριστικά από τις μυθικές κοσμογονίες, αλλά και από τις αστρονομικές απόψεις των Βαβυλωνίων στις οποίες όμως η ελληνική επιστημονική σκέψη χρωστά πολλά. Για το φιλόσοφο από τη Μίλητο το σύμπαν δεν είναι κάτι αφηρημένο αλλά ένας γεωμετρικός χώρος η οργάνωση του οποίου μπορεί να κατανοηθεί με βάση τη γεωμετρία.
Τα ενδιαφέροντα όμως του Αναξίμανδρου ξεπερνούν κατά πολύ αυτά του Θαλή. Εκτός από τα μαθηματικά, την αστρονομία και τη γεωγραφία, τον ενδιαφέρουν η μετεωρολογία, η ανθρωπολογία, η βιολογία, ακόμη και η ιστορία του πολιτισμού. Τα ενδιαφέροντα του προδίδουν και την πραγματική του πρόθεση: Ήθελε να δώσει μια καθολική εικόνα της φυσικής πορείας των πραγμάτων από την αρχή τους ως την παρούσα φάση τους.
Συμπερασματικά, η αναξιμάνδρεια σύλληψη του κόσμου ως αυτόνομου και αυτοδύναμου οργανισμού αποτελεί ίσως ένα από τα λίγα δείγματα μεγαλοφυών σκέψεων εκείνης της εποχής. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι ακόλουθες ιδέες του:
A. O κόσμος κυριαρχείται από το σύμφυτο νόμο και όχι από μια υπέρτατη δύναμη ή θεό.
B. O νόμος ρυθμίζει τις σχέσεις ανάμεσα στους αντίθετους κοσμολογικούς παράγοντες, οι οποίοι είναι όλοι ίσης τάξης.
Γ. O κύκλος δικαιοσύνης και ανταπόδοσης δεν εξαρτάται από την αυθαίρετη παραξενιά ενός κυρίαρχου βασιλιά παρά από ένα νόμο-δεσπότη που λειτουργεί ανάμεσα σε ισότιμους.
Τις απόψεις του ο Αναξίμανδρος τις παρουσίασε στο βιβλίο του με τίτλο Περί Φύσεως, το οποίο θεωρείται το πρώτο βιβλίο σε ελληνικό πεζό λόγο. Δεν σώζεται σήμερα, αλλά το είχαν υπόψη τους ο Αριστοτέλης, ο Απολλόδωρος, αλλά και ο Θεόφραστος με το Σιμπλίκιο οι οποίοι παρέθεσαν ένα κατά λέξη – πιθανόν – απόσπασμα του Αναξίμανδρου. Το απόσπασμα αυτό αποτελεί την παλαιότερη φράση της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας.
Αναξιμένης
O τρίτος φιλόσοφος από τη Μίλητο ήταν ο Αναξιμένης (570-526 π.Χ. περίπου). Οι απόψεις του θεωρούνται συνέπεια και παραλλαγή των απόψεων του Αναξίμανδρου μέχρι του σημείου να θεωρείται -χωρίς όμως να υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις- μαθητής του. O Αναξιμένης, όπως και οι προκάτοχοι του, ασχολήθηκε και με την αστρονομία. Διατύπωσε μάλιστα την άποψη ότι η Σελήνη δεν έχει δικό της φως αλλά το παίρνει από τον Ήλιο. Πίστευε ότι η Γη είναι ένας επίπεδος δίσκος, ενώ προχώρησε σε διάκριση μεταξύ πλανητών και των απλανών αστέρων.
Κι αυτός, όπως κι ο Θαλής, πίστευε πως όλα είχαν προέλθει από κάποιο πρωταρχικό στοιχείο, το οποίο και συνέχιζε να κρύβεται πίσω απ’ όλες τις αλλαγές στη φύση.
Θεωρούσε πηγή κάθε ζωής και αφετηρία όλων των πραγμάτων τον αέρα. O Αναξιμένης γνώριζε, φυσικά, τις θεωρίες του Θαλή για το νερό. Αλλά από πού προερχόταν το νερό; O Αναξιμένης πίστευε πως το νερό δεν ήταν παρά συμπυκνωμένος αέρας. Κι όταν βρέχει, βλέπουμε καθαρά τον αέρα να πυκνώνει και να στάζει χοντρές στάλες νερού!
O Αναξιμένης νόμιζε πως αν το νερό πύκνωνε ακόμα περισσότερο, τότε γινόταν χώμα. Ίσως είχε δει τον πάγο να λιώνει και ν’ αφήνει πίσω του ψήγματα άμμου. Τη φωτιά, από την άλλη, τη θεωρούσε αραιωμένο αέρα. Κατά τη γνώμη του λοιπόν, η γη, το νερό κι η φωτιά προέρχονταν από τον αέρα.
O δρόμος από τη γη και το νερό στα σπαρτά των αγρών δεν είναι μακρύς. Κατά πάσα πιθανότητα, ο Αναξιμένης θεωρούσε τη γη, τον αέρα, το νερό και τη φωτιά απαραίτητες προϋποθέσεις για τη δημιουργία και τη διατήρηση της ζωής. Έδινε, όμως, το προβάδισμα στον αέρα.
O αήρ θεωρείται μια μάζα λεπτή, κινητική και «πνευματική», από την οποία δημιουργούνται όλα τα πράγματα και στην οποία τελικά χάνονται. O αήρ περιέχει όλο τον κόσμο ως μια άπειρη χωρικά μάζα και οπωσδήποτε απροσδιόριστη, στοιχεία που μας θυμίζουν το άπειρο του Αναξίμανδρου.
Με αυτές του τις απόψεις διατήρησε την ενιαία αρχή των όντων (μονισμός) και αναδείχθηκε στον πιο συνεπή υλοζωιστή – εμψύχωση της ύλης και της ύπαρξη ζωής σε όλα τα πράγματα της φύσης – μεταξύ των πρώτων φιλοσόφων.
Βλέπουμε πως και οι τρεις Μιλήσιοι φιλόσοφοι πίστευαν σε ένα – και μόνο – πρωταρχικό στοιχείο, από το οποίο είχαν προκύψει τα πάντα. Αλλά πώς μπορούσε ένα στοιχείο ν’ αλλάξει ξαφνικά μορφή και να γίνει κάτι εντελώς διαφορετικό; Με το πρόβλημα αυτό ασχολήθηκαν άλλοι προσωκρατικοί φιλόσοφοι.