του Αλέξανδρου Γιατζίδη M.D., medlabnews.gr
H βαρηκοΐα είναι πολύ πιο συνηθισμένη απ’ ότι νομίζετε.
Με τον όρο φυσιολογική ακοή δεν εννοούμε απλά ότι ακούμε ήχους, αλλά συγχρόνως ότι
καταλαβαίνουμε και τη σημασία τους. Αυτή η επεξεργασία του ήχου γίνεται στον εγκέφαλο. Ο άνθρωπος δεν γεννιέται με τέτοιου είδους ακοή, δηλαδή ακοή αντίληψης. Ό,τι ακούει το βρέφος είναι άγνωστοι θόρυβοι. Από τον τέταρτο μήνα αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι οι ήχοι έχουν σημασία και γυρίζει το κεφάλι του προς αυτούς. Με την πάροδο του χρόνου καταλαβαίνει ότι ο ήχος χρησιμοποιείται για επικοινωνία. Μετά το πρώτο έτος αρχίζει να μιμείται, δηλαδή να λέει ό,τι ακούει και, προοδευτικά, αναπτύσσονται η ακοή και η ομιλία, δύο άρρηκτα συνδεδεμένες λειτουργίες.
Η μείωση της ακοής ονομάζεται βαρηκοΐα και διακρίνεται σε δύο κατηγορίες:
1. Βαρηκοΐα αγωγής. Αφορά βλάβη στο σύστημα που μεταφέρει τον ήχο από το εξωτερικό περιβάλλον στο εσωτερικό αυτί (ακουστικός πόρος, τυμπανική μεμβράνη, οστάρια).
2. Νευροαισθητήρια βαρηκοΐα. Αφορά βλάβη στο έσω αυτί ή στο ακουστικό νεύρο. Είναι μόνιμη και δεν θεραπεύεται με συντηρητικά ή χειρουργικά μέσα.
Μπορεί να έχετε κάποιου βαθμού βαρηκοΐα;
Δυσκολεύεστε να καταλαβαίνετε τους άλλους εκτός αν σας κοιτάζουν στο πρόσωπο; Αν έχετε βαρηκοΐα δεν μπορείτε να ακούτε απαλούς ήχους.
Παραπονιούνται οι άλλοι ότι έχετε την τηλεόραση πολύ δυνατά; Αν έχετε βαρηκοΐα μπορεί να μην ακούτε σημαντικά σημεία συγκεκριμένων ήχων ομιλίας
Δυσκολεύεστε να ακούσετε το τηλέφωνο όταν χτυπάει; Αν έχετε βαρηκοΐα δυσκολεύεστε να ξεχωρίσετε ήχους οπότε οι φωνές μπερδεύονται με ήχους του περιβάλλοντος.
Δυσκολεύεστε να παρακολουθείτε τις συζητήσεις σε χώρους που έχουν πολύ θόρυβο; Αν έχετε βαρηκοΐα μπορεί να μην αντέχετε δυνατούς ήχους.
Πώς μπορεί να γίνει η διάγνωση;
Την ακοή μετράμε με το ακοόγραμμα. Χορηγούμε βαθμιαία μειούμενους καθαρούς τόνους και σημειώνουμε την ελάχιστη ένταση που μπορεί να ακούσει το αυτί σε κάθε συχνότητα. Η μέτρηση απαιτεί τη συνεργασία του ασθενούς και γι’ αυτό είναι αδύνατον να γίνει σε παιδιά κάτω των 5 ετών. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται από την απλή αυτή εξέταση είναι καθοριστικές για το τύπο και το είδος της βλάβης.
Τεστ ακοογράμματος
125 | 250 | 500 | 1k | 2k | 4k | 8k |
↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ |
0 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 |
↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ |
10 | 10 | 10 | 10 | 10 | 10 | 10 |
↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ |
20 | 20 | 20 | 20 | 20 | 20 | 20 |
↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ |
30 | 30 | 30 | 30 | 30 | 30 | 30 |
↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ |
40 | 40 | 40 | 40 | 40 | 40 | 40 |
↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ |
50 | 50 | 50 | 50 | 50 | 50 | 50 |
↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ |
60 | 60 | 60 | 60 | 60 | 60 | 60 |
↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ |
70 | 70 | 70 | 70 | 70 | 70 | 70 |
- | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ | ↓ |
80 | 80 | 80 | 80 | 80 | 80 |
Ερμηνεύστε τα αποτελέσματά σας ως εξής:
0-10 dBHL: Κανονική ακρόαση
20-30 dBHL: Ήπια απώλεια της ακοής
40-60 dBHL: Μέτρια απώλεια
70-80 dBHL: Σοβαρή απώλεια της ακοής
Αν έχετε πρόβλημα ακοής οποιασδήποτε από τις υψηλότερες dBHL συχνότητες, επιβεβαιώστε τα αποτελέσματα επισκεπτόμενοι τον ωτορινολαρυγγολόγο.
myHearingTest.net.
Ακούστε τα αρχεία του τεστ
Αιτίες βαρηκοΐας;
Οξεία ωτίτιδα
Φλεγμονή του μέσου αυτιού που οφείλεται σε ιούς και μικρόβια. Νόσος συχνή στην παιδική ηλικία, αλλά και στους ενήλικες, εμφανίζεται, συνήθως, μετά από ένα κρυολόγημα. Προκαλεί έντονο πόνο, αίσθημα πληρότητας, βαρηκοΐα και εμβοές. Σε μερικές περιπτώσεις το πυώδες έκκριμα προκαλεί μικρή ρήξη του τυμπάνου, πυόρροια, αλλά και ανακούφιση από τον πόνο. Η νόσος αντιμετωπίζεται με κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, τα συμπτώματα υποχωρούν γρήγορα και τυχόν διάτρηση επουλώνεται.
Χρόνια ωτίτιδα
Παραμένουσα διάτρηση του τυμπανικού υμένα, μετά από πολλαπλές προσβολές οξείας ωτίτιδας προκαλεί βαρηκοΐα αγωγιμότητας και υποτροπιάζουσα ή και μόνιμη βλεννοπυώδη έκκριση υγρού στο αυτί.
Η λύση τόσο για την αποκατάσταση της βαρηκοΐας όσο και της χρόνιας φλεγμονής είναι χειρουργική. Γίνεται με μία μικροχειρουργική επέμβαση που λέγεται τυμπανοπλαστική. Με τις σύγχρονες τεχνικές η επέμβαση απαιτεί μόνο μία ημέρα νοσηλείας, δεν προκαλεί πόνο μετεγχειρητικά και η αποκατάσταση της ακοής είναι πλήρης μετά την ολοκλήρωση της επούλωσης, που διαρκεί ένα ή δύο μήνες.
Χρόνια μέση ωτίτιδα με χολοστεάτωση
Νεκρά κύτταρα κερατίνης του ακουστικού πόρου μεταναστεύουν μέσα από την διάτρηση μιας χρόνιας ωτίτιδας στο μέσο αυτί και σχηματίζουν ένα σάκο που λέγεται “χολοστεάτωμα”. Ο σάκος αναπτύσσεται στην κοιλότητα του μέσου αυτιού και καταστρέφει πιέζοντας το οστούν που το περιβάλλει. Η βλεννοπυώδης έκκριση είναι μόνιμη και έντονα δύσοσμη. Ο κίνδυνος επιπλοκών (εγκεφαλίτιδα, εγκεφαλικό απόστημα) από το χολοστεάτωμα είναι ιδιαίτερα αυξημένος και γι’ αυτό η χειρουργική εξαίρεση ολόκληρου του σάκου με το περιεχόμενό του είναι απαραίτητη. Ο στόχος τής χειρουργικής αντιμετώπισης είναι η μετατροπή του επικίνδυνου αυτιού σε ασφαλές και η δημιουργία συνθηκών που να μετατρέπουν τον εύκολο έλεγχο των κοιλοτήτων, για την περίπτωση υποτροπής.
Εκκριτική ωτίτιδα
Πίσω από την μύτη μας, μεταξύ ρινοφάρυγγα και μέσου αυτιού, υπάρχει ένας σωληνίσκος που αερίζει το μέσο αυτί και λέγεται ευσταχιανή σάλπιγγα. Όταν αυτή δε λειτουργεί σωστά συγκεντρώνεται υγρό στο μέσο αυτί, πίσω από το τύμπανο, που προκαλεί βαρηκοΐα χωρίς πόνο ή άλλα έντονα συμπτώματα. Στην περιοχή τού ρινοφάρυγγα υπάρχουν, κυρίως κατά την παιδική ηλικία, οι αδενοειδείς εκβλαστήσεις (κρεατάκια). Η υπερτροφία ή χρόνια φλεγμονή τους εξαιτίας συχνών ιώσεων κάνουν την εκκριτική ωτίτιδα ιδιαίτερα συχνή πάθηση στα παιδιά μεταξύ 3-4 ετών (περισσότερο από 50% των παιδιών αυτής της ηλικίας). Οι επιπτώσεις της βαρηκοΐας, που συχνά λόγω έλλειψης συμπτωμάτων δε γίνεται αντιληπτή από τους γονείς, είναι σημαντικές. Τα παιδιά μπορεί να αργήσουν να μιλήσουν ή να έχουν προβλήματα απόδοσης και συγκέντρωσης στο σχολείο τους.
Η θεραπεία της εκκριτικής ωτίτιδας είναι καταρχήν φαρμακευτική και σε αρνητικό αποτέλεσμα χειρουργική. Η επέμβαση γίνεται με γενική αναισθησία και αφορά τόσο την αφαίρεση των αδενοειδών εκβλαστήσεων όσο και την παρακέντηση του τυμπανικού υμένα, την αναρρόφηση του υγρού και συχνά τη τοποθέτηση ενός μικροσκοπικού σωληνίσκου αερισμού. Η αποκατάσταση της ακοής είναι άμεση και το παιδί επιστρέφει σπίτι του μετά από λίγες ώρες. Ο σωληνίσκος αερισμού αποβάλλεται αυτόματα μετά από μερικούς μήνες και η τομή στο τύμπανο επουλώνεται.
Ωτοσκλήρυνση
Κληρονομική νόσος που προσβάλλει τη λαβυρινθική κάψα και οφείλεται στην παραμονή εμβρυικού χόνδρινου ιστού σε αυτήν, που αρχίζει την οστεοποίησή της στη διάρκεια της ενήλικης ζωής, ενεργοποιούμενη από ορμονικούς κυρίως παράγοντες (εφηβεία, κύηση, εμμηνόπαυση, ορμονοθεραπεία).
Η περίσσια οστού που προκύπτει καθηλώνει τη βάση του αναβολέα και δεν επιτρέπει την ελεύθερη κίνηση του, προκαλώντας βαρηκοΐα αγωγιμότητας. Η βαρηκοΐα που οφείλεται σε βλάβη του νεύρου από την έκθεση σε θόρυβο, προκαλεί μεγάλα προβλήματα στην ποιότητα ζωής.
Είναι συνήθως βραδέως εξελισσόμενη βαρηκοΐα. Εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες και εκδηλώνεται κλινικά συνήθως μεταξύ 20-40 ετών. Στο 50% των ατόμων που πάσχουν ανευρίσκεται θετικό οικογενειακό ιστορικό.
Η αποκατάσταση μπορεί να γίνει είτε με τη χρήση ακουστικού βαρηκοΐας είτε χειρουργικά με άριστα αποτελέσματα. Κατά την επέμβαση αφαιρείται μέρος του αναβολέα (αναβολεκτομή) και στη θέση του τοποθετείται ένα μικροσκοπικό πιστόνι που μεταδίδει τον ήχο στο εσωτερικό αυτί παρακάμπτοντας το εμπόδιο.
Νευροαισθητήρια βαρηκοΐα
Προκύπτει όταν υπάρχει βλάβη είτε στο ίδιο το όργανο της ακοής (κοχλίας) είτε στο ακουστικό νεύρο και τις νευρικές οδούς.
Μια μεγάλη ποικιλία αιτιών ευθύνεται για τις βαρηκοΐες αυτές με προεξάρχουσες την πρεσβυακουσία (φθορά του κοχλία και του ακουστικού νεύρου λόγω ηλικίας) και τη θορυβογενή βαρηκοΐα (βλάβη του ακουστικού νεύρου από την έκθεση σε θόρυβο), που προκαλούν μεγάλα προβλήματα στην ποιότητα ζωής των ασθενών.
Άλλα αίτια είναι οι συγγενείς ανωμαλίες, μεταβολικά νοσήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, ο υποθυροειδισμός, η νεφρική ανεπάρκεια. Τα ωτοτοξικά φάρμακα (αντιβιοτικά, ασπιρίνη, διουρητικά), όπως και κάποια λοιμώδη νοσήματα (παρωτίτιδα).
Οι βαρηκοΐες αυτού του τύπου συνοδεύονται συνήθως από εμβοές και μερικές φορές από ίλιγγο, χαρακτηρίζονται δε από κακή επικοινωνία των ασθενών, οδηγώντας τους σταδιακά στη κοινωνική απομόνωση.
Η νευροαισθητήρια βαρηκοΐα είναι μόνιμη και δεν θεραπεύεται είτε με συντηρητικά είτε με χειρουργικά μέσα. Η χρήση ακουστικού βαρηκοΐας αποτελεί τη μοναδική λύση για τη βελτίωση της επικοινωνίας των ασθενών αυτών. Τα ακουστικά πλέον είναι ψηφιακά, προγραμματίζονται σε ηλεκτρονικό υπολογιστή σύμφωνα με το ακοόγραμμα του ασθενούς και μπορεί να είναι τόσο μικρά ώστε να μην φαίνονται καθόλου.
0-10 dBHL: Κανονική ακρόαση
20-30 dBHL: Ήπια απώλεια της ακοής
40-60 dBHL: Μέτρια απώλεια
70-80 dBHL: Σοβαρή απώλεια της ακοής
Αν έχετε πρόβλημα ακοής οποιασδήποτε από τις υψηλότερες dBHL συχνότητες, επιβεβαιώστε τα αποτελέσματα επισκεπτόμενοι τον ωτορινολαρυγγολόγο.
myHearingTest.net.
Ακούστε τα αρχεία του τεστ
Αιτίες βαρηκοΐας;
Οξεία ωτίτιδα
Φλεγμονή του μέσου αυτιού που οφείλεται σε ιούς και μικρόβια. Νόσος συχνή στην παιδική ηλικία, αλλά και στους ενήλικες, εμφανίζεται, συνήθως, μετά από ένα κρυολόγημα. Προκαλεί έντονο πόνο, αίσθημα πληρότητας, βαρηκοΐα και εμβοές. Σε μερικές περιπτώσεις το πυώδες έκκριμα προκαλεί μικρή ρήξη του τυμπάνου, πυόρροια, αλλά και ανακούφιση από τον πόνο. Η νόσος αντιμετωπίζεται με κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, τα συμπτώματα υποχωρούν γρήγορα και τυχόν διάτρηση επουλώνεται.
Χρόνια ωτίτιδα
Παραμένουσα διάτρηση του τυμπανικού υμένα, μετά από πολλαπλές προσβολές οξείας ωτίτιδας προκαλεί βαρηκοΐα αγωγιμότητας και υποτροπιάζουσα ή και μόνιμη βλεννοπυώδη έκκριση υγρού στο αυτί.
Η λύση τόσο για την αποκατάσταση της βαρηκοΐας όσο και της χρόνιας φλεγμονής είναι χειρουργική. Γίνεται με μία μικροχειρουργική επέμβαση που λέγεται τυμπανοπλαστική. Με τις σύγχρονες τεχνικές η επέμβαση απαιτεί μόνο μία ημέρα νοσηλείας, δεν προκαλεί πόνο μετεγχειρητικά και η αποκατάσταση της ακοής είναι πλήρης μετά την ολοκλήρωση της επούλωσης, που διαρκεί ένα ή δύο μήνες.
Χρόνια μέση ωτίτιδα με χολοστεάτωση
Νεκρά κύτταρα κερατίνης του ακουστικού πόρου μεταναστεύουν μέσα από την διάτρηση μιας χρόνιας ωτίτιδας στο μέσο αυτί και σχηματίζουν ένα σάκο που λέγεται “χολοστεάτωμα”. Ο σάκος αναπτύσσεται στην κοιλότητα του μέσου αυτιού και καταστρέφει πιέζοντας το οστούν που το περιβάλλει. Η βλεννοπυώδης έκκριση είναι μόνιμη και έντονα δύσοσμη. Ο κίνδυνος επιπλοκών (εγκεφαλίτιδα, εγκεφαλικό απόστημα) από το χολοστεάτωμα είναι ιδιαίτερα αυξημένος και γι’ αυτό η χειρουργική εξαίρεση ολόκληρου του σάκου με το περιεχόμενό του είναι απαραίτητη. Ο στόχος τής χειρουργικής αντιμετώπισης είναι η μετατροπή του επικίνδυνου αυτιού σε ασφαλές και η δημιουργία συνθηκών που να μετατρέπουν τον εύκολο έλεγχο των κοιλοτήτων, για την περίπτωση υποτροπής.
Εκκριτική ωτίτιδα
Πίσω από την μύτη μας, μεταξύ ρινοφάρυγγα και μέσου αυτιού, υπάρχει ένας σωληνίσκος που αερίζει το μέσο αυτί και λέγεται ευσταχιανή σάλπιγγα. Όταν αυτή δε λειτουργεί σωστά συγκεντρώνεται υγρό στο μέσο αυτί, πίσω από το τύμπανο, που προκαλεί βαρηκοΐα χωρίς πόνο ή άλλα έντονα συμπτώματα. Στην περιοχή τού ρινοφάρυγγα υπάρχουν, κυρίως κατά την παιδική ηλικία, οι αδενοειδείς εκβλαστήσεις (κρεατάκια). Η υπερτροφία ή χρόνια φλεγμονή τους εξαιτίας συχνών ιώσεων κάνουν την εκκριτική ωτίτιδα ιδιαίτερα συχνή πάθηση στα παιδιά μεταξύ 3-4 ετών (περισσότερο από 50% των παιδιών αυτής της ηλικίας). Οι επιπτώσεις της βαρηκοΐας, που συχνά λόγω έλλειψης συμπτωμάτων δε γίνεται αντιληπτή από τους γονείς, είναι σημαντικές. Τα παιδιά μπορεί να αργήσουν να μιλήσουν ή να έχουν προβλήματα απόδοσης και συγκέντρωσης στο σχολείο τους.
Η θεραπεία της εκκριτικής ωτίτιδας είναι καταρχήν φαρμακευτική και σε αρνητικό αποτέλεσμα χειρουργική. Η επέμβαση γίνεται με γενική αναισθησία και αφορά τόσο την αφαίρεση των αδενοειδών εκβλαστήσεων όσο και την παρακέντηση του τυμπανικού υμένα, την αναρρόφηση του υγρού και συχνά τη τοποθέτηση ενός μικροσκοπικού σωληνίσκου αερισμού. Η αποκατάσταση της ακοής είναι άμεση και το παιδί επιστρέφει σπίτι του μετά από λίγες ώρες. Ο σωληνίσκος αερισμού αποβάλλεται αυτόματα μετά από μερικούς μήνες και η τομή στο τύμπανο επουλώνεται.
Ωτοσκλήρυνση
Κληρονομική νόσος που προσβάλλει τη λαβυρινθική κάψα και οφείλεται στην παραμονή εμβρυικού χόνδρινου ιστού σε αυτήν, που αρχίζει την οστεοποίησή της στη διάρκεια της ενήλικης ζωής, ενεργοποιούμενη από ορμονικούς κυρίως παράγοντες (εφηβεία, κύηση, εμμηνόπαυση, ορμονοθεραπεία).
Η περίσσια οστού που προκύπτει καθηλώνει τη βάση του αναβολέα και δεν επιτρέπει την ελεύθερη κίνηση του, προκαλώντας βαρηκοΐα αγωγιμότητας. Η βαρηκοΐα που οφείλεται σε βλάβη του νεύρου από την έκθεση σε θόρυβο, προκαλεί μεγάλα προβλήματα στην ποιότητα ζωής.
Είναι συνήθως βραδέως εξελισσόμενη βαρηκοΐα. Εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες και εκδηλώνεται κλινικά συνήθως μεταξύ 20-40 ετών. Στο 50% των ατόμων που πάσχουν ανευρίσκεται θετικό οικογενειακό ιστορικό.
Η αποκατάσταση μπορεί να γίνει είτε με τη χρήση ακουστικού βαρηκοΐας είτε χειρουργικά με άριστα αποτελέσματα. Κατά την επέμβαση αφαιρείται μέρος του αναβολέα (αναβολεκτομή) και στη θέση του τοποθετείται ένα μικροσκοπικό πιστόνι που μεταδίδει τον ήχο στο εσωτερικό αυτί παρακάμπτοντας το εμπόδιο.
Νευροαισθητήρια βαρηκοΐα
Προκύπτει όταν υπάρχει βλάβη είτε στο ίδιο το όργανο της ακοής (κοχλίας) είτε στο ακουστικό νεύρο και τις νευρικές οδούς.
Μια μεγάλη ποικιλία αιτιών ευθύνεται για τις βαρηκοΐες αυτές με προεξάρχουσες την πρεσβυακουσία (φθορά του κοχλία και του ακουστικού νεύρου λόγω ηλικίας) και τη θορυβογενή βαρηκοΐα (βλάβη του ακουστικού νεύρου από την έκθεση σε θόρυβο), που προκαλούν μεγάλα προβλήματα στην ποιότητα ζωής των ασθενών.
Άλλα αίτια είναι οι συγγενείς ανωμαλίες, μεταβολικά νοσήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, ο υποθυροειδισμός, η νεφρική ανεπάρκεια. Τα ωτοτοξικά φάρμακα (αντιβιοτικά, ασπιρίνη, διουρητικά), όπως και κάποια λοιμώδη νοσήματα (παρωτίτιδα).
Οι βαρηκοΐες αυτού του τύπου συνοδεύονται συνήθως από εμβοές και μερικές φορές από ίλιγγο, χαρακτηρίζονται δε από κακή επικοινωνία των ασθενών, οδηγώντας τους σταδιακά στη κοινωνική απομόνωση.
Η νευροαισθητήρια βαρηκοΐα είναι μόνιμη και δεν θεραπεύεται είτε με συντηρητικά είτε με χειρουργικά μέσα. Η χρήση ακουστικού βαρηκοΐας αποτελεί τη μοναδική λύση για τη βελτίωση της επικοινωνίας των ασθενών αυτών. Τα ακουστικά πλέον είναι ψηφιακά, προγραμματίζονται σε ηλεκτρονικό υπολογιστή σύμφωνα με το ακοόγραμμα του ασθενούς και μπορεί να είναι τόσο μικρά ώστε να μην φαίνονται καθόλου.