Πρέπει να χαιρετισθεί ιδιαίτερα η έκδοση και παράδοση στο αναγνωστικό κοινό των πανεπιστημιακών παραδόσεων του γνωστού και τιμωμένου πανορθοδόξως δογματολόγου Καθηγητού, πρωτοπρεσβύτερου π. Ιωάννου Ρωμανίδου. Η μαγνητοφώνησή τους το α’ εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους 1983-1984 στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης γέννησε την ιδέα στον πιστό μαθητή του π. Ιωάννου, παραδοσιακό Μοναχό π. Δαμασκηνό Καρακαλληνό, να τις απομαγνητοφωνήσει και να τις προσφέρει στο ορθόδοξο πλήρωμα για την θεολογική κατάρτιση και πνευματική οικοδομή τους .
Κάθε φορά, που συνομιλώ με μαθητάς του π. Ιωάννου, διαπιστώνω την ισχυρά εντύπωση, που τους προκαλούσε ο λόγος του. Τον παρακολουθούσαν δε όχι μόνο φοιτηταί της Θεολογικής Σχολής, αλλά και πολλοί άλλοι, φοιτηταί άλλων Σχολών, αλλά και ιδιώται, που εθέλγοντο από την διδασκαλία του.
Ο διακεκριμένος πανεπιστημιακός διδάσκαλος και κληρικός προσέφερε μία Δογματική «άλλου είδους» πέρα από τα γνωστά ως τότε σχολαστικά πρότυπα, τον ακαδημαϊσμό και την νοησιαρχία, που βάραιναν ακόμη την πανεπιστημιακή μας Θεολογία. Ο λόγος του επαναδιατύπωνε την πατερική διδασκαλία, που δεν συνίσταται στην απλή παράθεση πατερικών χωρίων, αλλά στη διείσδυση στο πνεύμα και την εμπειρία τους, μέσα από την καρδιακή σχέση τους με τον Τριαδικό Θεό μας. Αυτές οι μαρτυρίες για τον καθηγητή π. Ιωάννη Ρωμανίδη, μαζί και με τις δικές μου διαπιστώσεις από την μελέτη των έργων του, με έπεισαν ότι μπορούμε να αναφερόμεθα πανεπιστημιακά σε εποχή «προ Ρωμανίδη» και εποχή «μετά Ρωμανίδη». Διότι για πρώτη φορά η πανεπιστημιακή Θεολογία γνώρισε στο πρόσωπό του τη διασύνδεσή της με την Ιστορία και τη Λατρεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ως έκφραση της εμπειρίας του εκκλησιαστικού σώματος και μαρτυρία ζωής εν Χριστώ, και όχι μιας αυτονομημένης επιστημονικής γνώσεως, χωρίς την αμεσότητα με τον αγώνα του πιστού για σωτηρία.
Το παρόν βιβλίο προσλαμβάνει, έτσι, και τον χαρακτήρα της συμβολής στην ιστορία της ακαδημαϊκής μας Θεολογίας, που αρχίζει με τη Θεολογική Σχολή της Ιονίου Ακαδημίας (1824) και ιδιαίτερα ως προς το μάθημα της Δογματικής, που συνιστά την καρδιά της Θεολογικής μαθήσεως και την επιστημονική εισαγωγή στην Πίστη της Εκκλησίας. Είναι γι’ αυτό βέβαιο, ότι όχι μόνο οι ειδικοί και οι φοιτηταί, αλλά και το ευρύτερο εκκλησιαστικό σώμα πολύ θα ωφεληθεί από τις παραδόσεις αυτές, λόγω της εκκλησιαστικότητος και παραδοσιακότητος του Συντάκτου τους, που έβλεπε και ζούσε την Δογματική Θεολογία ως εκκλησιαστική λειτουργία .
Βέβαια, η συμβολή του π. Δαμασκηνού στην κατάστρωση του τελικού κειμένου είναι σπουδαία. Διότι, χωρίς να αλλοιώσει στο ελάχιστο το γράμμα και το πνεύμα ρου αειμνήστου Καθηγητού, εμερίμνησε για την εξομάλυνση φραστικά του κειμένου και την αναγκαία μεταφορά του προφορικού λόγου (ο π. Ιωάννης μιλούσε και δίδασκε πάντα από στήθους) σε γραπτό, χωρίς όμως να προδίδεται στο ελάχιστο ο χυμώδης λόγος του Διδασκάλου. Γι’ αυτό και τον συγχαίρουμε εκ καρδίας και τον ευχαριστούμε για τον μόχθο του, που τόση πνευματική ωφέλεια θα προξενήσει.
+Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός
Κοσμήτορας Θεολ Σχολής Πανεπ. Αθηνών
Περιεχόμενα