1. η πίστης στον Θεό αποκτάται από τον άνθρωπο η είναι ένα δώρο του Θεού;
Η πίστης είναι ένα δώρο του Θεού. (Ρωμ. 12, 3 Εφεσ. 2, 8 Φιλιπ. Ι, 29 Β' Πέτρου 1,1).
Η πίστης είναι ένα έργο του Θεού (Πράξ. 11,21 Α' Κοριν. 2, 5 Έφεσ. 1, 19 Κολ. 2, 12 Β' Θεσ. 1,11 Α' Τιμ. 1, 14), η πίστης είναι ένα δώρο του Αγίου Πνεύματος (Α' Κορ.12,9 και Γαλ. 5,22) και εξαρτάται από την θέληση του ανθρώπου (Ματθ. 8,13 9,22 Μάρκ. 5,34 10,52 Λουκ. 7,50 17,19 18,42).
Η πίστης αυξάνεται και αναπτύσσεται με την θέληση του ανθρώπου, είναι δηλ. «συνεργασία και συνεργεία αυτού με τον Θεό» (Ηθική θεολογία τ. 3ος Βουκουρέστι 1981, σελ.95).
2. η απιστία στον Θεό οφείλεται στην έλλειψη της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος ή στην έλλειψη θρησκευτικού αισθητηρίου της ψυχής του ανθρώπου;
Δηλαδή η εκδηλουμένη απιστία είναι μία πράξης ελεύθερη της θελήσεως του ανθρώπου ή οφείλεται στην ανικανότητα του να πιστέψει και στην έλλειψη θρησκευτικής αγωγής;
Η απιστία του ανθρώπου προέρχεται από την ελεύθερη προαίρεση του με το να αιχμαλωτίζεται στα ματαιόδοξα και εφήμερα πράγματα του παρόντος αιώνος (Άγιος Εφραίμ Ο Σύρος).
Πάλι η απιστία του ανθρώπου οφείλεται στην άσεβη καρδιά του (Έβρ.3,12), στην σκληροκαρδία του (Μάρκ. 16, 14), εξ αιτίας της παρεκκλίσεως από την αλήθεια (Ιωάν. 8, 44-46), της σκοτίσεως αυτού κατά παραχώρηση του Θεού (Ιωάν. 12, 39-40), της τυφλώσεως υπό, του διαβόλου (Β' Κοριν. 4,4) ό οποίος απομακρύνει τον θείο λόγο της πίστεως (Λουκ. 8,12), καθώς επίσης και εξ αιτίας της ανθρωπινής δόξης (Ιωάν. 5,14).
Η απιστία είναι ένα ελεύθερο έργο του ανθρώπου με το οποίο δεν θέλει να πιστέψει στον Θεό (Λουκ. 16,23 Ιωάν. 19, 9-10), στις υποσχέσεις Του και στα θαύματα του (Ιωάν. 12,37) και (Ψαλμ. 77,36).
3. Ποιο είναι το καλλίτερο πνευματικό μέσο με το οποίο μπορεί να πιστέψει κάποιος στον Θεό; η κατήχησης, η ανάγνωσης της Αγίας Γραφής, η θερμή προσευχή, η ελεημοσύνη, το κήρυγμα ή το προσωπικό παράδειγμα;
Το πρώτο μέσο με το οποίο μπορεί κανείς να πιστέψει στον Θεό είναι το κήρυγμα, δεδομένου ότι η πίστης έρχεται δια της ακοής και η ακοή έρχεται με την διήγηση του λόγου του Θεού (Ρωμ. 10,17). Διότι πώς θα πιστέψει εάν δεν ακούσει; (Ιωάν. 1,7 17,20 Πράξ. 8,12 14,27 Ρωμ. 1,5 Έφεσ. 1,13 Β' Θεσ. 1,10).
Το δεύτερο μέσον είναι η ανάγνωσης των Αγίων Γραφών, κατά την μαρτυρία η οποία λέγει: «Ταύτα δε γέγραπται ίνα πιστεύσητε ότι Ιησούς εστίν ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και ίνα πιστεύοντες ζωήν έχητε εν τω ονόματι αυτού» (Ιωάν. 20,30-31).
Το τρίτο μέσον είναι τα θαύματα του Θεού «Είπον ούν αύτω• τι ούν ποιείς συ σημείον ίνα ίδωμεν και πιστεύσωμεν σοι;» (Ιωάν. 6,30 7,31 11,23 20,30-31).
Το τέταρτο μέσον είναι θεωρία των κτισμάτων του Θεού, όπως είναι γραμμένο στην προς Ρωμ. επιστολή (1,20) «Τα γαρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοις ποιήμασι νοούμενα καθοράτε, ή τε αΐδιος αυτού δύναμις και θειότης, εις το είναι αυτούς αναπολόγητους». Γι' αυτό και ο άγιος Διονύσιος ό Αρεοπαγίτης ονομάζει αληθινή θεολογία τους λόγους των κτισμάτων με τα όποια από τα κατώτερα ανερχόμεθα στα ανώτερα, δηλαδή από τα αιτιατά ανερχόμεθα στον αίτιο. "Έτσι στην κτίση σαν σε ένα καθρέπτη, βλέπουμε τον Κτίστη και τον δοξάζουμε και τον πιστεύουμε ότι είναι ο Θεός, κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή. Και όλα δημιουργήθηκαν και υπάρχουν με την θεία βούληση, διότι Αυτός είναι ο αίτιος όλων (καταφατική θεολογία, θετική), και τίποτε από όλα δεν είναι υπεράνω αυτού (Αποφατική - αρνητική θεολογία)
Λέγει ακόμη ο θείος Διονύσιος ότι: «Ό Θεός από όλα, όσα υπάρχουν μεγαλύνεται και είναι ο αίτιός των. Και υπάρχει πάλι η θεία γνώσις του Θεού η οποία με την αγνοία - τον θείο γνόφο - γνωρίζεται με την μυστική ένωση του νου μετά των θείων μυστηρίων».
Και πάλι «ο Θεός σ' όλα υπάρχει και σ' όλα δεν υπάρχει. Και όντας ανάμεσα σε όλα από όλα γνωρίζεται και σε τίποτε δεν γνωρίζεται από κανένα».
Και ο μέγας Βασίλειος λέγει ότι: «Ολόκληρη η δημιουργία του Θεού είναι σχολή των πνευματικών λόγων (των σκοπών της υπάρξεως των) και τόπος διδασκαλίας της γνώσεως του Θεού. Από τα ορώμενα και αισθητά αναγόμεθα με τον νου μας στην θεωρία των αοράτων».
Το πέμπτο μέσο με το οποίο πείθεται κάποιος να πιστέψει στον Θεό είναι το κήρυγμα της υποδειγματικής ζωής, το προσωπικό παράδειγμα, δηλ. η κατά Χριστόν ζωή και η απόδειξη με τα έργα αυτών τα όποια διδάσκουμε. Για αυτό έλεγε ένας από τους αγίους Πατέρας: «Σιώπησε και άφησε να μιλήσουν τα έργα σου».
Και πάλι: «Έλεγξε με την δύναμη των αγίων έργων σου αυτούς που διαφωνούν σε δογματικά θέματα μαζί σου και όχι με την γλυκύτητα της φωνής των λόγων σου «(Φιλοκαλία). Γι' αυτό και ο Απόστολος Παύλος προτρέπει τον μαθητή του Τιμόθεο, όπως «τύπος γίνου των πιστών εν λόγω, εν αναστροφή, εν αγάπη, εν πνεύματι, εν πίστη, εν αγνεία» (Α' Τιμ. 4,12). Παρόμοια και τους Εφεσίους συμβουλεύει να συμπεριφέρονται «ως υιοί φωτός» (Έφεσ. 5, 8-10). Ενώ προς τους Κολασσαείς γράφει: «Εν σοφία περιπατείτε προς τους έξω, τον καιρόν εξαγοραζόμενοι. Ο λόγος υμών πάντοτε εν χάριτι, αλάτι ήρτυμένος, είδέναι πώς δει υμάς ένί έκάστω άποκρίνεσθαι». (Κολ. 4,5-6).
πηγή
via