Erich FROMM και ο διαλεκτικός ανθρωπισμός - Point of view

Εν τάχει

Erich FROMM και ο διαλεκτικός ανθρωπισμός




Ο Μάρτιος ήταν σημαδιακός μήνας στη ζωή του Erich Fromm αφού γεννήθηκε στις 2 του μήνα αυτού, το 1900, στην Φραγκφούρτη και πέθανε, μετά 80 ακριβώς χρόνια, στις 18 του ίδιου μήνα στο Ελβετικό Μουράλντο δίπλα στη μαγευτική λίμνη Ματζόρε.

Σήμερα, 22 χρόνια μετά το θάνατο του, οι σκέψεις και τοποθετήσεις του απέναντι στη ζωή φαντάζουν επίκαιρες παρά ποτέ. Το δίλημμα ανάμεσα σε μια κοινωνία του «έχειν» που θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην καταστροφή και σε μία κοινωνία του «είναι» σαν μοναδική απάντηση για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους πιέζει ασφυκτικά για τη λύση της.

Ιουδαϊκής καταγωγής, η βασική του μόρφωση βασίστηκε πάνω στις αρχές της ιουδαϊκής ελληνικής και γενικότερα δυτικής ανθρωπιστικής σκέψης.

Σπούδασε κοινωνιολογία και ψυχολογία στα πανεπιστήμια της Χαϊδελβέργης, της Φραγκφούρτης και του Μονάχου. Εκπαιδεύτηκε στη ψυχανάλυση στο ψυχαναλυτικό ινστιτούτο του Βερολίνου. Μετά το 1926 ασχολείται με την έρευνα στον τομέα της κοινωνιολογίας και ψυχολογίας. Το 1929 διδάσκει στη Φραγκφούρτη κοινωνική ψυχολογία και ανήκει μαζί με άλλους επιφανείς ψυχι­άτρους-ψυχαναλυτές στον κύκλο του Μαρξ Χορκχάιμερ (Σχολή της Φραγκφούρτης).

Το 1934 εκπατρίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου διδάσκει σε διάφορα πανεπιστήμια όπως της Ν. Υόρκης, του Μίτσιγκαν, το Κολούμπια, το Γέηλ και τελευταία σαν τακτικός καθηγητής στην έδρα της κοινωνικής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Πόλης του Μεξικού.

Ο Ε. Fromm υπήρξε πολυγραφότατος. Τα βιβλία του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες και τα αντίτυπα τους έφθασαν σε αριθμό πολλών εκατομμυρίων.

Ιδιαίτερα γνωστά έγιναν τα έργα του «Η Τέχνη της Αγάπης» (1956} και το «Να έχεις ή να είσαι» (1976).



'Αλλα σημαντικά έργα του είναι:



+ Η ανατομία της ανθρώπινης καταστροφικότητας.

+ Η εικόνα του ανθρώπου στον Μαρξ.

+ Ο Φόβος μπροστά στην ελευθερία.

+ Η υγιής κοινωνία.

+ Ο άνθρωπος για τον εαυτό του.

+ Ψυχανάλυση και θρησκεία.

+ Το δόγμα του Χριστού.

+ Η αποστολή του Φρόϋντ.

+ Η κρίση της ψυχανάλυσης.

+ Ξεχασμένη γλώσσα.

+ Η καρδιά του ανθρώπου.

+ ...Και ως Θεοί έσεσθαι.

+ Πειθαρχία και Ελευθερία.

+ Η επανάσταση της Ελπίδας.

+ Η Αναλυτική κοινωνικοψυχολογία.

+ Παραμύθια, μύθοι, όνειρα κ.ά.



Στο έργο του Fromm παρατηρούμε στοιχεία από τον Freud , τον Marx αλλά και από τη Χριστιανική και τη Βουδιστική σκέψη. Ενώ ο ίδιος παραμένει στη μέ­θοδο ανάλυσης των φαινομένων ένας καθαρός ψυχαναλυτής, η θεωρία του διαφέρει ριζικά από αυτή του πατέρα της Ψυχανάλυσης. Ο Fromm αντιπροσωπεύει μία περισσότερο προχωρημένη ψυχαναλυτική θέση, αφού χρησιμοποιεί τις ψυχαναλυτικές μεθόδους διάγνωσης και θεραπείας για την ερμηνεία και αντιμετώπιση των κοινωνικών φαινομένων.

Από τον Marx διαχωρίζεται σαφώς αφού θεωρεί ότι ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει στηριγμένος στις δικές του δυνάμεις, χωρίς να περιμένει την αλλαγή των κοινωνικών δεδομένων (δεν αποτελεί δηλαδή απλά ένα κοινωνικό παράγωγο) και ακόμα ότι υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που καθορίζουν την συμπεριφορά ενός ανθρώπου εκτός από τους οικονομικούς (δηλαδή τα μέσα παραγωγής) όπως είναι οι ψυχολογικοί.

Η θέση ότι η ψυχολογία έχει να κάνει με το άτομο και η κοινωνιολογία με την κοινωνία είναι για τον Fromm εσφαλμένη. Πιστεύει ότι όσο έχει να κάνει (θα πρέπει να ασχοληθεί) η ψυχολογία με το κοινωνικοποιημένο άτομο, άλλο τόσο έχει να κάνει (θα πρέπει να ασχοληθεί) η κοινωνιολογία με τον κάθε έναν χωριστά, του οποίου οι ψυχικές δομές και μηχανισμοί δεν μπορεί παρά να επηρεάζονται και από τους κοινωνικούς παράγοντες.

Ο Fromm πίστευε στην δυνατότητα του ατόμου να παίρνει ελεύθερες αποφάσεις, να διαλέγει τον σωστό δρόμο στη ζωή του και να καθορίζει το πεπρωμένο του. Αυτή τη δυνατότητα του δίνει η ικανότητα του για ΑΓΑΠΗ, που για τον Fromm έχει τόση δύναμη ώστε να καλύπτει τα επιθετικά, αποξενωτικά και άλλα στοιχεία που τυχόν μπορεί να υπάρχουν στην προσωπικότητα του. Στην ικανότητα του για ΑΓΑΠΗ βλέπει ο Fromm την μοναδική πιθανότητα για να βγει ο άνθρωπος από την απομόνωση του, χαρακτηριστικό στοιχείο της σημερινής κοινωνικής πραγματικότητας. Σ' αυτή του την τοποθέτηση αναφέρεται εκτενώς στο έργο του: Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ όπου, ήδη από τον πρόλογο ξεκαθαρίζει την πίστη του ότι η ΑΓΑΠΗ δεν είναι απλά ένα συναίσθημα που μπορεί να δώσει κάποιος, ανεξάρτητα από το βαθμό ωριμότητας που έχει φθάσει. Προσπαθεί να πείσει τον αναγνώστη ότι κάθε προσπάθεια για βίωση του συναισθήματος της αγάπης θα είναι καταδικασμένη σε αποτυχία εάν ο ίδιος δεν προσπαθεί ταυτόχρονα να αναπτύξει ολόκληρη την προσωπικότητά του, έτσι ώστε να κατορθώσει κάποιο ανώτερο επίπεδο ωρίμανσης.

Ακόμη και όταν δεν κατορθώσει να αγαπήσει τον πλησίον του αληθινά χωρίς περιορισμούς και υστεροβουλία.

Βλέπει την ικανότητα για αγάπη όχι σαν κάποιο ευχάριστο συναίσθημα το οποίο μπορεί να βιώσει κανείς κατά τύχη, κάτι δηλαδή που μπορεί να σου «τύχει» στη ζωή ή όχι, αλλά σαν την μοναδική απάντηση στο πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ο άνθρωπος έχοντας επίγνωση της ιδιαιτερότητάς του και της σύντομης ύπαρξής του, γνωρίζοντας ότι ήλθε στον κόσμο χωρίς την θέληση του και χωρίς την θέληση του θα τον εγκαταλείψει, γνωρίζοντας ότι θα φύγει πριν από αυτούς που αγαπάει και ότι άλλοι θα φύγουν πριν απ' αυτόν, γνωρίζοντας τη μοναξιά του και το χωρισμό που τον περιμένει (πηγή άγχους και ενοχών) θα τρελαινότανε χωρίς τη δυνατότητα επανασύνδεσης με τους συνανθρώπους του μέσα από την ικανότητα της αγάπης.

Η αγάπη είναι για τον Fromm μια ενεργητική πράξη και όχι ένα παθητικό συναίσθημα. Γενικά θα μπορούσε να την περιγράψει κανείς με τη διαπίστωση ότι πρόκειται για μια πράξη στην οποία κανείς δίνει, σε πρώτη φάση, και δεν είναι υποχρεωτικό να πάρει. Ακριβώς σ' αυτή την πράξη του «δοσίματος» βιώνει το άτομο τη δύναμη και την πληρότητα του.

Το να «δίνεις» προσπορίζει μεγαλύτερη ευτυχία από το να «παίρνεις», όχι γιατί θέλει το άτομο να είναι θύμα των άλλων αλλά γιατί στην πράξη του «δίνω» βρίσκεται η έκφραση της δύναμης για ζωή. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το βρίσκει κανείς στη σφαίρα της σεξουαλικότητας. Η υψηλότερη στιγμή της ανδρικής σεξουαλικής λειτουργίας βρίσκεται στην πράξη του δοσίματος. Όποιος δεν μπορεί να δώσει είναι ανίκανος.

Για τη γυναίκα δεν είναι διαφορετικά. Και αυτή «δίνει» τον ίδιο τον εαυτό της. Αν γι' αυτό το «δόσιμο» δεν είναι ικανή τότε χαρακτηρίζεται σαν «ψυχρή», άρα ανίκανη.

Σε σχέση με τα υλικά αγαθά ο Fromm τονίζει ότι πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει, αλλά αυτός που δίνει, αλήθεια που τη βιώνουμε καθημερινά σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο.

Πέρα από το στοιχείο της προσφοράς, ο ενεργητικός χαρακτήρας της αγάπης είναι εμφανής και από άλλες βασικές προϋποθέσεις που περιέχει και είναι κοινές για όλες τις μορφές της. Είναι η φροντίδα, η υπευθυνότητα, ο σεβασμός και η γνώση. Το ότι η αγάπη περιέχει το στοιχείο της φροντίδας είναι περισσότερο εμφανές στην αγάπη της μητέρας για το παιδί της. Αγάπη είναι η ενεργητική φροντίδα για τη ζωή και την ανάπτυξη αυτού που αγαπάμε.

Η υπευθυνότητα, σε ότι αφορά την αγάπη της μητέρας προς το παιδί της εκφράζεται κυρίως στη φροντίδα της για τις σωματικές του ανάγκες.

Στην αγάπη μεταξύ ενηλίκων περιέχεται το ίδιο έντονα στη φροντίδα για την ικανοποίηση των ψυχικών αναγκών του συντρόφου.

Η υπευθυνότητα θα μπορούσε να μετατραπεί εύκολα σε κυριαρχία και υποβάθμιση του άλλου εάν δεν υπήρχε μέσα στην πράξη τής αγάπης ο σεβασμός. Ο σεβασμός δεν είναι ούτε άγχος, ούτε φόβος. Σέβομαι κάποιον, σημαίνει ότι έχω την ικανότητα να τον βλέπω και να τον δέχομαι σαν μια ανεπανάληπτη μοναδικότητα. Σέβομαι όταν προσπαθώ να αφήσω τον άλλον να εξελιχθεί και να εμπλουτισθεί στη ζωή.

Για να μπορώ όμως να σεβασθώ κάποιον, απαραίτητη προϋπόθεση είναι ότι τον γνωρίζω καλά όπως ακριβώς είναι και όχι όπως θα ήθελα να είναι. Φροντίδα και υπευθυνότητα θα ήταν τυφλές εάν δεν συνοδεύονταν και δεν κατευθύνονταν από την γνώση.

Φροντίδα, υπευθυνότητα, σεβασμός και γνώση είναι απόλυτα εξαρτημένες η μία από την άλλη στην πράξη της αγάπης. Είναι ένα μίγμα από ιδιότητες που βρίσκει κανείς στο ώριμο άτομο, δηλαδή στο άτομο που κατόρθωσε να αναπτυχθεί με τις δικές του δυνάμεις, δημιουργικά για τον ίδιο και για το περιβάλλον του, που θέλει να έχει αυτό που δούλεψε στη ζωή του, στο άτομο που ξεπέρασε τα ναρκισσιστικά του όνειρα και τις φαντασίες παντοδυναμίας του και ανέπτυξε το θάρρος στη ζωή πάνω στις δικές του εσωτερικές ψυχικές δυνάμεις, που μόνο η πραγματικά δημιουργική καθημερινή πράξη μπορεί να καλλιεργήσει.

Ο Fromm αντιδρά στη γενικότερα επικρατούσα γνώμη ότι η αγάπη καθορίζεται από το αντικείμενο και πιστεύει ότι τον πρωτεύοντα ρόλο παίζει η ικανότητα γι' αυτή. Η αγάπη δεν είναι μόνο το δέσιμο με κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο πράγμα που χαρακτηρίζει τις συμβιωτικές σχέσεις, αλλά είναι πολύ περισσότερο στάση και προσανατολισμός του χαρακτήρα, που χαρακτηρίζει την σχέση του ατόμου με τον κόσμο σαν ολότητα και δεν περιορίζεται μόνο σε ένα και μοναδικό αντικείμενο.

Εάν όμως η αγάπη είναι η ικανότητα ενός ώριμου και ολοκληρωμένου χαρακτήρα, είναι επόμενο η ικανότητα αυτή για κάθε άτομο που ζει μέσα σε μια συγκεκριμένη κοινωνία να επηρεάζεται ή και να εξαρτάται από την επίδραση της κοινωνίας αυτής στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του.

Έτσι τίθεται αυτόματα το ερώτημα εάν στη σημερινή κοινωνία, σε ανατολή και δύση, υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια υγιή ανάπτυξη του ανθρώπινου χαρακτήρα. Σε μια προσπάθεια απάντησης του ερωτήματος αυτού, ασχολείται ο Fromm στα περισσότερα βιβλία του. Δεν παραμένει απλά στα συμπτώματα της κοινωνίας που ζούμε αλλά προσπαθεί να τα αναλύσει και να τα ερμηνεύσει. Αγγίζει την βρεφική περίοδο του ανθρώπινου γένους, ασχολείται με προηγούμενες κοινωνίες και βρίσκει στήριγμα σε πολλά στοιχεία της νευροφυσιολογίας, της ανθρωπολογίας και της ψυχολογίας (βλέπε «αναλυτική κοινωνική ψυ­χολογία και κοινωνική θεωρία»).

Ο Fromm θεωρεί σαν δεδομένο ότι καμία θεωρία δεν είναι δυνατόν να αντιπροσωπεύει την απόλυτη αλήθεια. Ακόμα, καμία θεωρία δεν μπορεί να παραμείνει αναλλοίωτη στη διάρκεια του χρόνου. Κάθε θεωρία θα επηρεασθεί από τα κοινωνικά πλαίσια μέσα στα οποία αναπτύσσεται και αυτά τα κοινωνικά πλαίσια αναπτύσσονται διαχρονικά σε νέες φόρμες.

Στην προσπάθεια του να ερμηνεύσει διάφορες θεωρητικές αδυναμίες της ψυχαναλυτικής θεωρίας ασχολείται ο Fromm με την προσωπικότητα του Freud («η αποστολή του Freud ) και σε μία δεύτερη φάση με τις κοινωνικές προϋποθέσεις της εποχής του, που ως γνωστόν επηρέασαν, χωρίς αμφιβολία, το έργο του.

Αναλύοντας για παράδειγμα, τη σχέση του Freud προς την μητέρα του, παρατηρεί ότι έδειχνε μια δυνατή προσκόλληση σ' αυτήν, που την ερμήνευσε ο ίδιος με τη σεξουαλική ενόρμηση του μικρού παιδιού προς την γυναίκα με την οποία είχε και την πιο στενή σχέση στη ζωή του.

Έτσι ξεκινώντας από την ένταση της προσκόλλησης προς την μητέρα και την προσπάθεια απώθησης της τάσης αυτής, ερμήνευσε ο Freud τις έντονες επιθυμίες του ανθρώπου για φροντίδα, προστασία, τρυφερή αγάπη και συμπάθεια προς τη μητέρα, όπως ακριβώς η επιθυμία του μικρού παιδιού να ικανοποιήσει τις ανάγκες του αυτές μέσω του προσώπου της μητέρας του. Με άλλα λόγια η προσκόλληση προς την μητέρα αποτελεί τον θεμέλιο λίθο των ανακαλύψεων του Freud . Η εσφαλμένη όμως ερμηνεία της - όπως πιστεύει ο Fromm - αποτελεί την βασική προϋπόθεση του περιορισμού και της σμίκρυνσης της ανακάλυψης αυτής.

Αυτή η διαφορά άποψης για τη σχέση του μικρού παιδιού με τη μητέρα του οδήγησε τον Fromm σε μια διαφορετική ερμηνεία του Οιδιπόδειου Μύθου, που στηρίζεται κυρίως στις παρατηρήσεις του Bachhofen που και αυτός χαρακτηρίζεται από την έντονη προσκόλληση του στη μητέρα του. Ερμήνευσε όμως τη σχέση αυτή, διαφορετικά και μάλιστα πάνω στη θεωρία περί «μητριαρχίας».

Ως γνωστόν οι παρατηρήσεις του S.Freud γύρω από το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα αποτελούν τη βάση του ψυχολογικού ερμηνευτικού του συστήματος. Πίστευε ότι αυτή η παρατήρηση αποτελεί το κλειδί, θα λέγαμε, για την κατανόηση της ιστορίας, την εξέλιξη της θρησκείας, και των ηθών. Ήταν σίγουρος, ότι αυτό το σύμπλεγμα αποτελεί τον κυριότερο μηχανισμό για την ανάπτυξη του παιδιού και το πίστευε σαν αιτία της ψυχοπαθολογικής ανάπτυξης του ανθρώπου όπως επίσης το θεωρεί σαν πυρήνα της «Νεύρωσης», όπου συμβούν διαταραχές στην ομαλή λύση του.

Ο Fromm πιστεύει ότι πουθενά στον Οιδιπόδειο μύθο που αποτελεί το κλασσικό παράδειγμα διανθρώπινων σχέσεων που τόσο χαρακτηριστικά συνέλαβε διαισθητικά το ελληνικό πνεύμα, δεν φαίνεται κάποια ερωτική έλξη του Οιδίποδα προς την Ιοκάστη και θα 'ταν δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι ένας μύθος με κεντρικό μοτίβο την σχέση αυτή, θα άφηνε το στοιχείο αυτό απ' έξω. Ακόμα εάν παρακολουθήσει κανείς ολόκληρη την Τριλογία («Οιδίπους Τύραννος - Οιδίπους επί Κολωνώ - Αντιγόνη») βλέπει κανείς ότι η κυρίως θεματολογία του βρίσκεται στη σύγκρουση μεταξύ του πατέρα και του υιού. Στον «Οιδίποδα Τύραννο» σκοτώνει ο Οιδίπους τον πατέρα του Λάιο που με την σειρά του είχε φροντίσει να σκοτώσουν τον υιό του. Στον «Οιδίποδα επί Κολωνώ» εμφανίζει ο Οιδίπους ένα έντονο μίσος ενάντια στους γονείς του. Στην «Αντιγόνη» βρίσκουμε και πάλι ένα έντονο μίσος μεταξύ του Κρέοντα και του Αίμωνα. Μία συνοπτική λοιπόν ανάλυση της τριλογίας αποδεικνύει ότι το κεντρικό θέμα είναι ο αγώνας ενάντια στην πατρική (πατριαρχική) εξουσία.

Οι ρίζες του αγώνα αυτού είναι παμπάλαιες και φθάνουν μέχρι τον αρχαϊκό αγώνα μεταξύ πατριαρχικού και μητριαρχικού κοινωνικού συστήματος.

Ο Οιδίπους, όπως ο Αίμων και η Αντιγόνη είναι οι αντιπρόσωποι των μητριαρχικών αξιών. Αγωνίζονται σε μία κοινωνία και ένα θρησκευτικό σύστημα που βασίζεται πάνω στη δύναμη και τα πλεονεκτήματα του πατέρα, που αντιπροσωπεύουν ο Λάιος και ο Κρέων. Ακόμα η συνάντηση του Οιδίποδα με την Σφίγγα όπως επίσης η απάντηση στο αίνιγμα «ο άνθρωπος», τονίζει τη σχέση του Οιδίποδα με τις ηθικές αξίες της μητριαρχίας.

Αυτόν τον αγώνα βρίσκουμε επίσης και στην «Ορέστεια» του Αισχύλου που, σύμφωνα με την άποψη αυτή εκφράζει την απεικόνιση της τελευταίας μάχης ανάμεσα στις μητριαρχικές θεές και τους νικητές, δηλαδή τους πατριαρχικούς θεούς.

Δεν είναι λοιπόν η ασυνείδητη έλξη του αγοριού προς την μητέρα, αλλά ο αγώνας ανάμεσα στις μητριαρχικές και πατριαρχικές αρχές το κλειδί για την κατανόηση της ιστορίας, της ανάπτυξης της θρησκείας και των ηθών. Κάθε κοινωνία λοιπόν χαρακτηρίζεται από την πο­σοτική και ποιοτική σχέση αυτών των αρχών που περιέχει.

Η μελέτη της εκκίνησης της ανθρώπινης κοινωνίας και, κατ' ακολουθία, η αρχή της δόμησης του ανθρώπινου χαρακτήρα φαίνεται για τον Fromm αναγκαία γιατί πιστεύει, ότι μπορεί ο άνθρωπος να διαθέτει την δύναμη να ταυτισθεί με οποιαδήποτε κατάσταση, σε καμιά όμως περίπτωση δεν είναι ένα λευκό φύλλο χαρτί που πάνω του καταγράφει απλά η κοινωνία τα χαρακτηριστικά της. Ανάγκες όπως η επιθυμία για ευτυχία, αρμονία, αγάπη και ελευθερία φαίνεται να βρίσκονται στον άνθρωπο εκ γενετής. Η καταπίεση αυτών των αναγκών ή η απώθηση τους είναι για τον Fromm ο κύριος παράγοντας δημιουργίας ενός υγιή ή ασθενικού χαρακτήρα και κατ' ακολουθία, μίας υγιούς ή ασθενικής κοινωνίας.

Είναι σίγουρα αποδεδειγμένο ότι η ανθρώπινη πολιτιστική εξέλιξη ξεκινάει από την επικράτηση των πατριαρχικών αξιών στην κοινωνία. Που βρισκόμαστε όμως τώρα;

Η ανθρώπινη ανάπτυξη δημιούργησε, στις αρχές της βιομηχανικής εποχής, την ελπίδα για μια χωρίς σύνορα πρόοδο, την κυριαρχία πάνω στις δυνάμεις της φύσης, τη χωρίς όρια υλική κατανάλωση, μία ευτυχία χωρίς τέλος για έναν όλο και μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων και μία απεριόριστη προσωπική ελευθερία. Τα τρία αυτά στοιχεία, απεριόριστη παραγωγή - απόλυτη ελευθερία και ευτυχία δίχως σύνορα, έφτιαξαν τον πυρήνα μιας νέας θρησκείας, της θρησκείας της προόδου. Όμως φαίνεται ότι αυτή η χωρίς όρια ανάπτυξη της βιομηχανίας στον αιώνα μας, μας οδήγησε σε αδιέξοδο. Δεν υπάρχει κανείς πια που θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει σοβαρά και να υποστηρίξει ότι ο αιώνας μας είναι καλύτερος από τους προηγούμενους και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς μια και η κοινωνική ανάπτυξη είναι μονοδιάστατη. Η απεριόριστη παραγωγή αγαθών οδήγησε στον πολιτισμό του ΕΧΩ - δηλαδή της προσπάθειας ικανοποίησης των προσωπικών αναγκών μέσω των καταναλωτικών αγαθών και της παραμέλησης του ατόμου και της ατομικής του ανάπτυξης. Ο άνθρωπος έμαθε να εκφράζεται μέσα από αυτά που έχει στην κατοχή του και όχι μέσα από αυτό που πράγματι είναι, τα στοιχεία δηλαδή που χαρακτηρίζουν τον εαυτό του σαν ατομική προσωπικότητα. Τίθεται έτσι το ερώτημα: Ποιος είμαι εάν είμαι αυτά που έχω και μετά ότι έχω χαθεί;

Επειδή λοιπόν είναι δυνατόν να χάσω αυτά που έχω γίνομαι αναγκαστικά ανήσυχος και μόνο με τη σκέψη ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο (να χάσω δη-λαδή αυτά που κατέχω).

Αυτό το άγχος και η ανησυχία δεν βρίσκονται στους ανθρώπους που προσπαθούν να καλλιεργήσουν αυτό που είναι σαν προσωπικότητες. Διότι εάν οριοθετούμαι σαν άτομο από αυτό που είμαι και όχι από αυτό που κατέχω σαν υλικό αγαθό, τότε κανείς δεν μπορεί να μου το στερήσει.

Στα βιβλία του «Ανατομία της ανθρώπινης καταστροφικότητας» και «Το έχειν και το είναι» εξη­γεί ο Fromm που μπορούν να φθάσουν οι τοποθετήσεις αυτές στη ζωή και γενικότερα στην ανθρώπινη κοινωνία.

Ο πολιτισμός του «έχειν» αρχίζει από την παθητικότητα και την αδιαφορία στην διανθρώπινη σχέση και φθάνει στις απολυταρχικές κρίσεις «αριστεράς» ή «δεξιάς» απόκλισης. Η σημερινή κοινωνία παρουσιάζει μια ιδιαίτερη έφεση δημιουργίας ατόμων με «νεκρόφιλο» όπως τον ονομάζει ο Fromm χαρακτήρα.

Άτομα που αγαπούν ιδιαίτερα τα αντικείμενα που δεν έχουν ψυχή, δεν εξελίσσονται ή δεν αναπτύσσονται, που δείχνουν ενδιαφέρον για οτιδήποτε μηχανικό αδιαφορώντας ταυτόχρονα για τον άνθρωπο.

Αυτά τα άτομα προτιμούν να πεθάνουν παρά να χάσουν αυτό που κατέχουν, παρ' όλο ότι μετά δεν θα υπάρχουν για να χαρούν αυτά που πιθανόν να σώθηκαν. Επειδή δε δεν είναι ικανοί να αναπτύξουν ζωή, την καταστρέφουν. Οι διάφοροι Χίτλερ και Στάλιν αποτελούν τα κλασσικά παραδείγματα τέτοιων νεκρόφιλων χαρακτήρων που τους δόθηκε η ευκαιρία να εκφρασθούν.

Το ερώτημα με το οποίο ασχολείται ο Fromm εί­ναι: «Είναι δυνατή μια χαρακτηρολογική αλλαγή του ατόμου και κατ' επέκταση της κοινωνίας στην πράξη;».

Η απάντηση είναι θετική, κάτω όμως από τις εξής προϋποθέσεις:

+ Συνειδητοποίηση της κατάστασής μας.

+ Αναγνώριση των αιτίων που μας οδήγησαν σ'αυτήν.

+ Πίστη ότι υπάρχει δυνατότητα να την ξεπερά­σουμε.

+ Κατανόηση ότι για να αλλάξουμε την κατάσταση μας θα πρέπει να αλλάξουμε ορισμένους τρόπους συμπεριφοράς μας με άλλους που θα τους κάνουμε χαρακτηριστικά της προσωπικότητας μας.

Αυτές οι τέσσερις προϋποθέσεις δεν είναι άλλες από τις τέσσερις ιερές αλήθειες που αποτελούν τον πυρήνα της βουδιστικής διδασκαλίας σχετικά με τις απαραίτητες προϋποθέσεις της ανθρώπινης ύπαρξης. Τις ίδιες προϋποθέσεις σε παραλλαγή βρίσκουμε τόσο στη Μαρξιστική θεωρία όσο και στη Φροϋδική ανάλυση.

Πρώτο βήμα της θεωρίας του Μαρξ είναι να συνειδητοποιήσει η εργατική τάξη την κατάσταση που βρίσκεται, το δεύτερο είναι η αναγνώριση των αιτίων ενώ το τρίτο ήταν να δείξει στο άτομο ότι μπορεί να δώσει ένα τέλος στην κατάσταση αυτή, καταπολεμώντας τις αιτίες της. Στο τέταρτο βήμα τοποθετεί τις νέες αρχές που θα πρέπει να διέπουν το νέο τρόπο ζωής που, θεωρητικά, θα απελευθέρωνε τον άνθρωπο από την δυστυχία του, που η παλιά κοινωνία ανάγκασε να φθάσει.

Κατά τον Freud οι ασθενείς επισκέπτονται τον ψυχαναλυτή τους γιατί αντιλαμβάνονται, χωρίς όμως και να μπορούν να το προσδιορίσουν επακριβώς, ότι «κάτι δεν πάει καλά» σ' αυτούς. Ο κυριότερος στόχος της ψυχαναλυτικής προσπάθειας είναι να δείξει στον ασθενή τα αίτια της δυστυχίας του (δεύτερο βήμα). Εξαιτίας της νέας γνώσης μπορεί ο αναλυόμενος να κάνει το επόμενο βήμα, να πιστέψει δηλαδή ότι η δυστυχία του είναι θεραπεύσιμη με την προϋπόθεση ότι θα καταπολεμηθούν οι αιτίες της. Έτσι μπορεί ο ασθενής να κάνει το τέταρτο βήμα, να δημιουργήσει δηλαδή νέους τρόπους ζωής.

Μέσα από αυτή τη διαδικασία είναι δυνατόν να σχηματισθεί ο κοινωνικός χαρακτήρας που θα πρέπει να περιέχει τα παρακάτω στοιχεία:

+ Προθυμία παραίτησης από τη συμπεριφορά και τις φόρμες του «έχειν» και προσπάθεια για καλλιέργεια του «είναι».

+ Ασφάλεια (σιγουριά) συνειδητή ταύτιση και αυτοπεποίθηση, βασισμένα στην πίστη σ' αυτό που είναι σαν προσωπικότητα.

+ Ικανότητα προσφοράς, αγάπης και αλληλεγγύης.

+ Αναγνώριση της πραγματικότητας ότι κανείς εκτός από εμάς τους ίδιους δεν μπορεί να δώσει νόημα στη ζωή μας.

+ Ικανοποίηση στην πράξη της προσφοράς.

+ Αγάπη και σεβασμό απέναντι στη ζωή.

+ Προσπάθεια μείωσης, όσο αυτό είναι δυνατό, του πάθους, του μίσους και της φαντασίας έξω από τη δημιουργική σχέση με τον κόσμο.

+ Δυνατότητα για τοποθέτηση απέναντι στη ζωή χωρίς είδωλα και φαντασίες.

+ Προσπάθεια για «γνώθι σ' αυτόν» αλλά και ανίχνευση του ασυνείδητου.

Αυτά τα στοιχεία, που θα μπορούσαν να εμφανισθούν και με άλλα παρόμοια, θα οδηγήσουν σε μία κοινωνία της οποίας τα κυριότερα χαρακτηριστικά θα είναι:

+ Η παραγωγή θα είναι προσανατολισμένη σε μία υγιή κατανάλωση και κατοχή υλικών αγαθών όχι για άχρηστες ανάγκες και για επίδειξη δύναμης και πλούτου αλλά για την εξασφάλιση των καλύτερων συνθηκών ύπαρξης του ανθρώπινου γένους.

+ Εξασφάλιση ενός ελάχιστου μισθού και του δικαιώματος για ζωή σε όλα τα άτομα, ανεξάρτητα εάν αυτά εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους απέναντι στην κοινωνία.

+ Κοινωνικές παροχές για όλους και εξασφάλιση περίθαλψης.

+ Εκπαίδευση για μια ανθρώπινη ανάπτυξη και δημιουργία.

+ Επιστημονική έρευνα ανεξάρτητη από τη βιομηχανική μόνο ανάπτυξη και τις πολεμικές εφαρμογές της.

+ Μείωση της απόστασης μεταξύ πλουσίων και φτωχών λαών και ατόμων.

Πολλοί βέβαια θα σκεφθούν γιατί να παλεύουμε για το αδύνατο; Ας κάνουμε έτσι, σαν να είμαστε σίγουροι ότι ο δρόμος που ακολουθούμε θα μας οδηγήσει με σιγουριά στον τόπο της ασφάλειας και της ευτυχίας.

Αυτός όμως που, αμφιβάλλοντας μέσα του, φοράει προς τα έξω την μάσκα του οπτιμιστή, δεν συμπεριφέρεται οπωσδήποτε σωστά.

Τεχνολογικές ουτοπίες, όπως π.χ. το πέταγμα στο διάστημα έγιναν πραγματικότητα. Η ανθρωπιστική ουτοπία των μεσαιωνικών χρόνων για μια ενωμένη ανθρώπινη κοινωνία, ελεύθερη από οικονομικούς καταναγκασμούς, πόλεμο και κοινωνικές αντιπαραθέσεις, που ζει με αλληλεγγύη και ειρήνη μπορεί να γίνει πραγματικότητα, εάν συνεισφέρουμε το ίδιο σε ενέργεια και δυναμικότητα με αυτή που προσφέραμε για την πραγμάτωση της τεχνολογικής ουτοπίας.

Φυσικά κανείς δεν θα μάθει να φτιάχνει υποβρύχια διαβάζοντας Ιούλιο Βερν, έτσι δεν μπορούμε να πραγματώσουμε την ανθρώπινη κοινωνία με το να διαβάζουμε μόνο τους προφήτες. Η ευθύνη για συμμετοχή ανήκει στον καθένα μας χωριστά και είναι η ίδια για όλους μας.

Εάν θα γίνει ποτέ κατορθωτή αυτή η αλλαγή προσανατολισμού από την ειδωλοποίηση της τεχνολογίας στην πραγμάτωση μιας κοινωνικής επιστήμης, καθοριστικής για τις σχέσεις στην ανθρώπινη κοινωνία, δεν μπορεί να το προβλέψει κανένας.

Ο στόχος δεν είναι η κυριαρχία πάνω στη φύση, αλλά η κυριαρχία πάνω στη τεχνολογία και τις παράλογες κοινωνικές δυνάμεις και οργανισμούς που απειλούν με αφανισμό όχι μόνο την κοινωνία μας αλλά ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.

Το ότι ο κόσμος δεν κατοικείται μόνο από Χίτ­λερ και Στάλιν δημιουργεί την ελπίδα. Τα τεχνολογικά επιτεύγματα τύπου «Βόμβας Νετρονίου» που καταστρέφουν μόνο τη ζωή ενώ διασώζουν τα άψυχα αντικείμενα εγκλωβίζουν την ελπίδα αυτή ασφυκτικά.

Η ψυχαναλυτική τεχνική του Fromm δεν βρίσκε­ται μακριά από τις τεχνικές του Sallivan και της Karen Horney . Δίνει μόνο μία νέα διάσταση, μια και τοποθετεί τα ατομικά προβλήματα του ασθενή μέσα στο γενικότερο κοινωνικό πλαίσιο.

Ο «Φρομμικός» ψυχαναλυτής βλέπει τον ασθενή και προσπαθεί να τον κάνει να δει ο ίδιος τον εαυτό του μέσα σε μία γενικότερη κοινωνική εξέλιξη με στόχο να τον ξαλαφρώσει από ένα κομμάτι των ενοχών του για την κατάσταση του. Ταυτόχρονα προσπαθεί να του δείξει το μέγεθος της δικής του ευθύνης για τη δική του κατάσταση και την κατάσταση της κοινωνίας.

Το νευρωτικό άτομο δεν είναι μόνο το θύμα, αλλά έχει άμεση συμμετοχή στην εξέλιξη της ασθένειας του μέσα από τη σύνδεση του, χωρίς αντίσταση, με μία κοινωνία που δημιουργεί τέτοιες ασθένειες στα μέλη της. Με τη γνώση της άμεσης δυναμικής αιτιολόγησης της νεύρωσής του, μπορεί να φθάσει, πιθανόν, στη θεραπεία της.

Για να σταθεροποιήσει το καλό αποτέλεσμα της θεραπείας, θα πρέπει ο ασθενής να γνωρίσει τον ρόλο του μέσα στην έμμεση δυναμική αιτιολόγηση της ασθένειας του, αυτή που ακτινοβολεί η κοινωνία. Αυτό μπορεί να γίνει δυνατό μόνο μέσα από την ψυχοκοινωνική γνώση. Όταν το άτομο κερδίσει τη γνώση αυτή, θα μπορέσει να αρνηθεί την παραπέρα συμμετοχή του στην παθολογική αυτή εξέλιξη και ταυτόχρονα θα προσπαθήσει να αλλάξει την κοινωνία, έτσι ώστε τέτοια παθολογικά δυναμικά στοιχεία να μη μπορούν πια να λειτουργήσουν.

Πολλοί πιστεύουν ότι οι σκέψεις του Fromm δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία Ουτοπία. Η ανθρώπινη εξέλιξη όμως είναι στηριγμένη στην πραγμάτωση καταστάσεων που στην πρώτη τους έκφραση θεωρήθηκαν ουτοπίες. Γι'αυτό και η απάντηση των οπαδών του είναι: «Είμαστε ρεαλιστές, αναζητούμε την Ουτοπία».


Υπό Ευάγγελου Παπαγεωργίου, 
Νευρολόγου Ψυχιάτρου - Ψυχοθεραπευτή (Α.Α.Ο.Ρ.) 

Καθηγητή ΣΕΥΠ/ΤΕΙ Αθήνας 

papapan

Pages