Για το θέμα αυτό επέλεξα δύο συγγραφείς (υπάρχουν φυσικά και άλλοι) που επεξεργάζονται διεξοδικά αυτά που αποκαλούμε υπαρξιακά προβλήματα, όπως είναι η μοναξιά, ο θάνατος και το νόημα της ζωής.
Ο Clark E . Moustakas στο βιβλίο του «Μοναξιά» ξεχωρίζει μια αγχώδη και μια υπαρξιακή μοναξιά και έμμεσα ή άμεσα μας παροτρύνει να έχουμε το θάρρος να περνάμε από την πρώτη στη δεύτερη.
Ο Irvin Yalom, που μεταξύ άλλων είναι υποστηρικτής της υπαρξιακής ψυχοθεραπείας, αναφέρεται στο υπαρξιακό μας άγχος σε όλα του τα βιβλία. Τα σχετικά αποσπάσματα πιο κάτω είναι από το βιβλίο/δοκίμιο «Θρησκεία και Ψυχιατρική».
Η Ε. Γαλανάκη επιχειρεί εντυπωσιακά μια προσέγγιση και ανάλυση της μοναξιάς από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Το βιβλίο της «Μοναξιά» πρόκειται σύντομα να επανεκδοθεί διορθωμένο και εμπλουτισμένο.
Moustakas :
Η μοναξιά είναι μια κατάσταση της ανθρώπινης ζωής, μια εμπειρία του να είσαι ανθρώπινος που κάνει ικανό το άτομο να διατηρεί, επεκτείνει και βαθαίνει την ανθρώπινη φύση του. Ο άνθρωπος είναι αποφασιστικά και αιώνια μόνος, είτε η μοναξιά του είναι ο οξύς πόνος του ατόμου που ζει απομονωμένο ή άρρωστο, είτε η αίσθηση της απουσίας που προξενήθηκε από το θάνατο κάποιου αγαπημένου, ή η διαπεραστική χαρά που βιώνεται από μια θριαμβευτική δημιουργία. Πιστεύω ότι είναι αναγκαίο σε κάθε άτομο να πραγματώσει τη μοναξιά του, να αποκτήσει έντονη επίγνωση ότι τελικά σε κάθε ίνα της ύπαρξής του ο άνθρωπος είναι μόνος-τρομερά και ατέλειωτα μόνος.
Όταν ο άνθρωπος ξεφεύγει από μια θεμελιώδη αλήθεια της ζωής, όταν αποφεύγει και αρνείται με επιτυχία τη φοβερή μοναξιά της ατομικής ύπαρξης, αποκλείει τον εαυτό του από μια ουσιαστική λεωφόρο αυτο-ανάπτυξης. Κανένα πρόσωπο δε θα μείνει αμετάβλητο αν ανοιχτεί στη μοναξιά και παραδοθεί στον τρόμο και την ομορφιά μιας ολοκληρωτικά μοναχικής ύπαρξης.
Η μοναξιά δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή, αλλά ένα σημείο έντονης και άχρονης επίγνωσης του Εαυτού, μια αρχή που φέρνει μια καινούρια ευαισθησία και επίγνωση και που έχει σαν αποτέλεσμα να φέρει ένα πρόσωπο σε βαθιά επαφή με την ίδια του την ύπαρξη, να το φέρει σε επαφή με τους άλλους με μια θεμελιώδη έννοια.
Η αγχώδης μοναξιά είναι αποτέλεσμα ενός ρήγματος μεταξύ αυτού που είναι κανείς και αυτού που προσποιείται ότι είναι, μια βασική αλλοτρίωση μεταξύ ανθρώπου και ανθρώπου και μεταξύ του ανθρώπου και της φύσης του. Η αναζήτηση ασφάλειας, τάξης και η αποφυγή του άγχους με πρόβλεψη και έλεγχο, ξεσηκώνει, τελικά, εσωτερικά συναισθήματα απόγνωσης και το φόβο της μοναξιάς.
Η αγχώδης μοναξιά είναι μια διαδεδομένη κατάσταση στη σύγχρονη κοινωνία. Το άτομο δεν έχει πια καμιά προσωπική αίσθηση συγγένειας με την τροφή που τρώει, τα ρούχα που φορά, το καταφύγιο που τον στεγάζει. Δεν παίρνει πια μέρος άμεσα, στη δημιουργία και την παραγωγή των ζωτικών αναγκών της οικογένειάς του και της κοινωνίας. Ζει σε μια απρόσωπη αστική ή αγροτική κοινωνία όπου συναντά τους άλλους όχι σαν πραγματικά πρόσωπα αλλά σύμφωνα με προδιαγραμμένους κανόνες διαγωγής και προδιαγραμμένους τρόπους συμπεριφοράς. Αγωνίζεται να αποκτήσει τις τελευταίες εφευρέσεις που προσφέρουν άνεση, ευκολία και είναι στη μόδα. Εργάζεται σε μια μηχανική κοινωνία, στην οποία είναι πρώτα απ'όλα καταναλωτής, χωρισμένος από οποιαδήποτε άμεση και προσωπική επαφή με το δημιούργημα. Η δυστυχία, η αθλιότητα, η πλαστότητα, η προσποίηση, οι επιφανειακές συναντήσεις, η αποτυχία να βρει κανείς γνήσια ανθρώπινη επαφή καταλήγουν συχνά στο φόβο και τον τρόμο της μοναξιάς.
Πολλά άτομα λαχταρούν να βρεθούν με άλλους και να βρουν αγάπη, αλλά εμποδίζονται από τους δικούς τους αναχαιτιστικούς φόβους. Συχνά το συναίσθημα αγχώδους μοναξιάς συντροφεύεται από μια υποβόσκουσα αλλά απελπισμένη οργή και μια επιθυμία για εκδίκηση που τους «άφησαν έξω» από τη ζωή. Και το συναίσθημα κατωτερότητας συνδέεται με την αγχώδη μοναξιά. Η αίσθηση της έλλειψης αγάπης και της παραμέλησης προξενεί μεγάλο πόνο και δυστυχία.
Η ίδια η απεραντοσύνη της ζωής παράγει το συγκινησιακό κλίμα της υπαρξιακής μοναξιάς, την αχανή εντύπωση του αέρα, του χρόνου, του χώρου, τις απύθμενες λειτουργίες του σύμπαντος. Η συνεχής, αιώνια κατάσταση της ζωής του ανθρώπου δεν είναι αγάπη αλλά μοναξιά. Η αγάπη είναι ένα σπάνιο και πολύτιμο άνθος αλλά η μοναξιά διαπερνά κάθε καινούργια μέρα και κάθε καινούργια νύχτα.
Η μοναξιά είναι είναι μια διάσταση της ανθρώπινης ζωής, είτε είναι υπαρξιακή, είτε κοινωνική, είτε ψυχολογική. Είναι μια πραγματικότητα της ζωής. Ο φόβος, η απομόνωση, η απόρριψη και οι προσπάθειες για να ξεφύγει κανείς από την εμπειρία τού να είναι μόνος, θα απομονώσουν για πάντα το άτομο από την ίδια του την ύπαρξη, θα το συνθλίψουν και θα το αποσυνδέσουν από τις ίδιες του τις πηγές ενέργειας, έτσι δε θα υπάρξει καμιά ανάπτυξη, καμιά δημιουργική ανάδυση, καμιά αύξηση επίγνωσης, αντίληψης, ευαισθησίας. Αν το άτομο δεν ασκήσει τη μοναξιά του, θ'αφήσει ανεξέλικτη και θα απαρνηθεί τη σημαντική ικανότητα και διάσταση του να είναι ανθρώπινος.
Στην πνευματική ή δημιουργική εμπειρία συχνά δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος από το μοναχικό, την αντίληψη της ζωής από την πλευρά της ίδιας της ύπαρξης του ατόμου, τη δημιουργία του εαυτού όπως θα τον ήθελε να είναι, την άντληση από τις δικές του εσωτερικές πηγές, ικανότητες, ρίζες-αναζήτηση, δυστυχία, αγώνας για ανάδυση από τη δική του εσωτερική μοναξιά, σ΄ένα ήσυχο μέρος. Σε τέτοιες εμπειρίες, ο άνθρωπος έχει συχνά μια σταθερή αποφασιστικότητα να τραβήξει το δρόμο του και ένα σθένος να μείνει μόνος. Το δημιουργικό άτομο είναι πολλές φορές μόνο γιατί πρέπει αυτό το ίδιο να είναι ένας ολόκληρος κόσμος μέσα στον εαυτό του και να βρει το δρόμο της ζωής μέσα του.
Yalom :
Ένας ψυχοθεραπευτής δεν μπορεί εύκολα ν'αγγίξει ανεπεξέργαστα υπαρξιακά ζητήματα: είναι τόσο αγκιστρωμένα στον τρόμο, που εμφανίζονται μόνο φευγαλέα, για ν'αντικατασταθούν πολύ σύντομα από τις διασπάσεις της καθημερινής ζωής.
Η σκέψη, το συναίσθημα και η συμπεριφορά του ατόμου γεννιούνται από δυνάμεις που βρίσκονται μέσα του σε σύγκρουση. Επιπλέον-και αυτό είναι ένα κρίσιμο σημείο-αυτές οι αλληλοσυγκρουόμενες δυνάμεις βρίσκονται σε ποικίλα επίπεδα συνειδητότητας. Μερικές μάλιστα είναι εντελώς ασυνείδητες.
Ποια είναι η φύση των αλληλοσυγκρουόμενων εσωτερικών δυνάμεων; Η υπαρξιακή ψυχοθεραπευτική προσέγγιση υποστηρίζει ότι η εσωτερική σύγκρουση που μας καταδυναστεύει δεν προέρχεται μόνο από την πάλη μας με καταπιεσμένες ενστικτώδεις ορμές ή με εσωτερικευμένες αναπαραστάσεις σημαντικών ενηλίκων της παιδικής μας ηλικίας ή με θραύσματα από λησμονημένες τραυματικές αναμνήσεις, αλλά επίσης από την αναμέτρησή μας με τα «δεδομένα» της ύπαρξης. Και ποια είναι αυτά τα «δεδομένα» της ύπαρξης; Αν επιτρέψουμε στον εαυτό μας να παραμερίσει ή να βάλει σε παρένθεση τις καθημερινές έγνοιες της ζωής του και ν'αναλογιστεί βαθύτερα τη θέση του μέσα στο σύμπαν, τότε αγγίζουμε αναπόφευκτα τις βαθιές δομές της ύπαρξης. Ο θάνατος, η μοναξιά, η ανάγκη νοήματος και η ελευθερία.
«Πρώτα απ'όλα οι άνθρωποι είναι πολύ πιο δυστυχισμένοι απ'όσο φαντάζεται κανείς» και δεν υπάρχει αυτό που λέμε πραγματικά ενήλικος άνθρωπος». Όλοι μας - κι όταν λέω όλοι, εννοώ τόσο οι θεραπευτές όσο και οι θεραπευόμενοι - είναι μοιραίο να βιώσουμε όχι μόνο τη χαρά της ζωής, αλλά και το αναπόφευκτο σκοτάδι της: την απομυθοποίηση, τα γηρατειά, την αρρώστια, τη μοναξιά, την απώλεια, την έλλειψη νοήματος, τις οδυνηρές αποφάσεις και το θάνατο. Κανείς δεν έχει διατυπώσει τα πράγματα πιο καθαρά και πιο ωμά από τον Σοπενάουερ:
«Στη νεαρή μας ηλικία», λέει ο Σοπενάουερ, καθώς φανταζόμαστε τη ζωή μας που έρχεται, είμαστε σαν παιδιά σ'ένα θέατρο, πριν σηκωθεί η αυλαία, που κάθονται ενθουσιασμένα, και περιμένουν ανυπόμονα ν'αρχίσει το έργο. Είναι ευτύχημα που δεν γνωρίζουμε τι πρόκειται να συμβεί στην πραγματικότητα. Αν μπορούσαμε να το προβλέψουμε, τότε κάποιες φορές τα παιδιά αυτά θα έμοιαζαν με φυλακισμένους καταδίκους, καταδικασμένους όχι στο θάνατο αλλά στη ζωή. Και προς το παρόν χωρίς επίγνωση του τι σημαίνει αυτή η καταδίκη τους».
Είμαστε όλοι στην ίδια μοίρα και κανένας θεραπευτής - και κανένας άνθρωπος - δεν είναι άτρωτος στις εγγενείς τραγωδίες της ύπαρξης.
Ο Φρόυντ περιγράφει τον αμυντικό μηχανισμό της «μόνωσης» σαν μια διαδικασία διαχωρισμού του συναισθήματος από την ανάμνηση κάποιου δυσάρεστου γεγονότος και τη διακοπή των συνειρμών που συνδέονται με το γεγονός αυτό, έτσι που να απομονώνεται από τις φυσιολογικές διαδικασίες της σκέψης. Πολλοί θεραπευτές, όπως για παράδειγμα ο Fritz Perls , συχνά περιγράφουν ως στόχο της θεραπείας να βοηθηθεί ο άρρωστος να ενσωματώσει ξανά αποκομμένα κομμάτια του εαυτού του. Πράγματι ο Perls ονόμασε τη θεραπεία αυτή Gestalt , για να δώσει έμφαση στην αφοσίωσή του στο σκοπό της «ολότητας».
Υπάρχει ακόμα η «διαπροσωπική απομόνωση» που βιώνεται συχνά ως μοναξιά, ένα παγκόσμιο ζήτημα στην ψυχοθεραπεία. Η μοναξιά προέρχεται από ποικίλες πηγές - από κοινωνικούς, γεωγραφικούς, πολιτισμικούς παράγοντες, από την κατάρρευση θεσμών που προήγαν την εγγύτητα στην κοινωνία μας, από την έλλειψη προσωπικών δεξιοτήτων, από κάποια χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που μπορεί να αντιτίθενται στην εγγύτητα - για παράδειγμα στοιχεία σχιζοειδή, ναρκισσιστικά, ψυχοπαθητικά, επικριτικά.
Τέλος, πέρα από την ενδοψυχική και τη διαπροσωπική απομόνωση υπάρχει η «υπαρξιακή απομόνωση» που μας αγγίζει ακόμη πιο βαθιά. Πρόκειται για μια πιο θεμελιώδη απομόνωση που έχει τις ρίζες της στην ίδια την ύπαρξη και αναφέρεται σε ένα αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στον εαυτό μας και τους άλλους. Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια απομάκρυνση όχι μόνο του εαυτού μας από τους άλλους αλλά και του εαυτού από τον κόσμο. Σύμφωνα με την εμπειρία μου, το φαινόμενο αυτό βιώνεται πιο έντονα από ασθενείς που έρχονται αντιμέτωποι με το θάνατο, γιατί τότε ακριβώς αντιλαμβάνεται κανείς πραγματικά ότι έχει γεννηθεί μόνος στον κόσμο και πρέπει να φύγει μόνος. Μπορεί να επιθυμούμε να είναι κάποιοι κοντά μας την ώρα του θανάτου μας, μπορεί να δώσουμε τη ζωή μας για κάποιον άλλον ή για κάποιο σκοπό αλλά κανείς δεν μπορεί, στον ελάχιστο βαθμό, να απαλλαγεί από τη μοναχικότητα του θανάτου του. Παρόλο που μπορεί να ευχόμαστε να μας συντροφέψουν κι άλλοι στο θάνατό μας (όπως έκαναν ηγέτες σε πολλούς αρχαίους πολιτισμούς), ο θάνατος πάντα παραμένει η πιο μοναχική από τις ανθρώπινες εμπειρίες.