Ήταν μία γυναίκα κοντά στα εξήντα. Είχε χάσει για μερικά λεπτά την όρασή της από τα δακρυγόνα. Την όραση και την αναπνοή της. Είχε καταληφθεί από αυτόν τον πανικό των πρώτων δευτερολέπτων που μοιραία προκαλεί η αίσθηση ασφυξίας και το κάψιμο στους πνεύμονες. Δεν έβρισκε τους δικούς της.
Κάποιος την μετέφερε ως την καρέκλα που βρισκόταν ακριβώς δίπλα από τα μικρόφωνα, εκεί όπου ο εκφωνητής προσπαθούσε κόντρα στο τοξικό νέφος να... καθησυχάσει τους διαδηλωτές της πλατείας Συντάγματος. Την ψέκαζαν με Maalox για να την ανακουφίσουν όταν εκείνη σήκωσε την περούκα αποκαλύπτοντας τους γυμνούς από την χημειοθεραπεία κροτάφους της.
«Δε με νοιάζει αν με λερώσεις, μόνο την περούκα πρόσεχε. Ρίξε μου κι άλλο. Τσούζουν τα...
μάτια μου…»
«Φύγε! Άσε εμάς τους νεότερους να τα βγάλουμε πέρα» της είπε. «Εγώ κορίτσι μου θα πεθάνω. Από το να πεθάνω στον καναπέ μου, προτιμώ να πεθάνω εδώ, μαζί σας. Εμείς προλάβαμε να γεράσουμε. Εσάς θέλουν να σας σκοτώσουν νέους». Την διακοπτόμενη από τα ασφυξιογόνα φωνή της έσβησαν δύο ακόμα χειροβομβίδες κρότου λάμψης. Τρόμαξε. Την μετέφεραν στο ιατρείο. Δεν υπήρχε χώρος να ξαπλώσει. Οι εθελοντές γιατροί και διασώστες δεν προλάβαιναν τα περιστατικά. Ένας από τους διασώστες του Ερυθρού Σταυρού, ανεβασμένος σε μια καρέκλα, πρότασσε προς κάποια από τις δεκάδες διμοιρίες που περικύκλωναν την πλατεία τη λευκή σημαία με τον κόκκινο σταυρό.
Πίστευε ότι θα προστάτευε έτσι τους ασθενείς του.
«Δεν μπορείτε να ρίχνετε χημικά εδώ. Δεν γίνεται» φώναζε. Μάταια… Πίσω στη μικροφωνική, ένας λυράρης επιχειρεί με τους ήχους του να ηρεμήσει τους διαδηλωτές, οι οποίοι σαστισμένοι από την αστυνομική βαρβαρότητα και πνιγμένοι στα χημικά, τώρα εμψυχώνουν ο ένας τον άλλο. «Δεν μας τρομάζουν τα δακρυγόνα τους. Ο αγώνας μας είναι δίκαιος. Θα νικήσουμε!
Κάποιος την μετέφερε ως την καρέκλα που βρισκόταν ακριβώς δίπλα από τα μικρόφωνα, εκεί όπου ο εκφωνητής προσπαθούσε κόντρα στο τοξικό νέφος να... καθησυχάσει τους διαδηλωτές της πλατείας Συντάγματος. Την ψέκαζαν με Maalox για να την ανακουφίσουν όταν εκείνη σήκωσε την περούκα αποκαλύπτοντας τους γυμνούς από την χημειοθεραπεία κροτάφους της.
«Δε με νοιάζει αν με λερώσεις, μόνο την περούκα πρόσεχε. Ρίξε μου κι άλλο. Τσούζουν τα...
μάτια μου…»
«Φύγε! Άσε εμάς τους νεότερους να τα βγάλουμε πέρα» της είπε. «Εγώ κορίτσι μου θα πεθάνω. Από το να πεθάνω στον καναπέ μου, προτιμώ να πεθάνω εδώ, μαζί σας. Εμείς προλάβαμε να γεράσουμε. Εσάς θέλουν να σας σκοτώσουν νέους». Την διακοπτόμενη από τα ασφυξιογόνα φωνή της έσβησαν δύο ακόμα χειροβομβίδες κρότου λάμψης. Τρόμαξε. Την μετέφεραν στο ιατρείο. Δεν υπήρχε χώρος να ξαπλώσει. Οι εθελοντές γιατροί και διασώστες δεν προλάβαιναν τα περιστατικά. Ένας από τους διασώστες του Ερυθρού Σταυρού, ανεβασμένος σε μια καρέκλα, πρότασσε προς κάποια από τις δεκάδες διμοιρίες που περικύκλωναν την πλατεία τη λευκή σημαία με τον κόκκινο σταυρό.
Πίστευε ότι θα προστάτευε έτσι τους ασθενείς του.
«Δεν μπορείτε να ρίχνετε χημικά εδώ. Δεν γίνεται» φώναζε. Μάταια… Πίσω στη μικροφωνική, ένας λυράρης επιχειρεί με τους ήχους του να ηρεμήσει τους διαδηλωτές, οι οποίοι σαστισμένοι από την αστυνομική βαρβαρότητα και πνιγμένοι στα χημικά, τώρα εμψυχώνουν ο ένας τον άλλο. «Δεν μας τρομάζουν τα δακρυγόνα τους. Ο αγώνας μας είναι δίκαιος. Θα νικήσουμε!