Ο κύκλος της ζωής και η κρίση της μέσης ηλικίας - Point of view

Εν τάχει

Ο κύκλος της ζωής και η κρίση της μέσης ηλικίας

(Ομοιότητες και διαφορές στους άνδρες και τις γυναίκες)

 Ο κύκλος της ζωής και τα μυστήριά του (γέννηση, έρωτας, θάνατος) ήταν πάντα το βασικό θέμα που απασχόλησε τον άνθρωπο στην προσπάθειά του να καταλάβει τη μοίρα του. Δημιούργησε τη θρησκεία, τη φιλοσοφία, την τέχνη και τελικά την επιστήμη προσπαθώντας να δώσει κάποιες απαντήσεις στον εαυτό του.

Μια από τις τελευταίες επιστήμες, η ψυχολογία, που έχει ως κύριο αντικείμενο έρευνας και μελέτης την ανθρώπινη συμπεριφορά, αναφέρεται λεπτομερώς στις περιόδους κρίσεων που περνά ένα άτομο κατά τη διάρκεια της ζωής του. Η έννοια και οι τρόποι εκδήλωσης μιας κρίσης γενικότερα και οι ιδιαιτερότητες της κρίσης της μέσης ηλικίας ειδικότερα, αποτελούν το ουσιαστικό μέρος του περιεχομένου της ομιλίας μου. Μερικές επιπλέον ενδιαφέρουσες ή αναγκαίες διευκρινήσεις εύχομαι να εμπλουτίσουν την όλη παρουσίαση και να μη σας κουράσουν

Ως κρίση χαρακτηρίζεται κάθε ξαφνική διακοπή φυσιολογικής ροής του ρυθμού της καθημερινής μας ζωής. Για παράδειγμα, λέμε ότι περνάμε μια ψυχολογική κρίση όταν χάνουμε ένα αγαπημένο μας πρόσωπο, όταν μένουμε άνεργοι, όταν χωρίζουμε ή όταν μαθαίνουμε ότι ο σύντροφός μας δεν είναι πιστός στη σχέση μας.

Υπάρχουν όμως και κρίσεις που δεν προκύπτουν ξαφνικά, όπως, για παράδειγμα, το ξεκίνημα ενός επαγγέλματος, ο γάμος, η γέννα ενός παιδιού, η συνταξιοδότηση, το γήρας κ.τ.λ.

Οι επιπτώσεις μιας κρίσης μπορούν να εκδηλωθούν με ψυχικά αλλά και με σωματικά συμπτώματα, όπως είναι ο φόβος, η ανησυχία, η νευρικότητα, η θλίψη, η επιθετικότητα, οι τάσεις φυγής ή άρνησης, αλλά και οι ταχυκαρδίες, οι πονοκέφαλοι, οι ζαλάδες, οι εφιδρώσεις και οι αϋπνίες.

Πρόκειται λοιπόν για ένα γεγονός που επιφέρει άγχος, χαρακτηρίζεται από την απώλεια, τον κίνδυνο, την ταπείνωση ή τη ματαίωση, εμπεριέχει την αίσθηση του ανεξέλεγκτου, δημιουργεί αλλαγές στην καθημερινότητα και αβεβαιότητα για το μέλλον, και κάνει το άτομο να αισθάνεται έντονη ανησυχία, φόβο ή μελαγχολία, συναισθήματα που διαρκούν αρκετό διάστημα. Μια ψυχολογική κρίση επηρεάζει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά μας.

Τα αίτια, όπως και οι τρόποι εκδήλωσης και αντιμετώπισης μιας τέτοιας κατάστασης σχετίζονται με ασυνείδητες διεργασίες και κατ' επέκταση με την προσωπικότητα.

Αυτό που σκέφτομαι, πράττω ή αισθάνομαι, το γνωρίζω και άρα μου είναι συνειδητό. Αυτό που δε γνωρίζω, συνήθως τα πραγματικά αίτια ή κίνητρα μιας σκέψης, πράξης ή συναισθήματος, μιας ακατανόητης συμπεριφοράς ή ενός συμπτώματος, μου είναι ασυνείδητο.

Το ασυνείδητο είναι ο χώρος όπου αποθηκεύουμε, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, τα δυσάρεστα ή απαράδεκτα συναισθήματα, όπως είναι η ενοχή, η απόρριψη, η ματαίωση, οι ενδοψυχικές συγκρούσεις κλπ. Όταν η ένταση των συναισθημάτων αυτών φτάνει σε σημείο να μη μπορούμε να τα δεχτούμε και να τα επεξεργαστούμε, τότε τα απωθούμε και έτσι τα ξεχνάμε. Όμως αυτά δε χάνονται και με κάποιο τρόπο βρίσκουν την ευκαιρία να εκδηλωθούν (π.χ. μέσα από τα όνειρα, τους μηχανισμούς άμυνας και τη συμπεριφορά γενικότερα).

Παραδείγματα: ( με διευκρινήσεις )

? Το τετράχρονο αγόρι που βλέπει στο όνειρό του να βγάζει ο οδοντίατρος τα δόντια του μικρότερού του αδερφού.

? Η ζήλια (το συναίσθημα συνειδητό, τα αίτια ασυνείδητα)

? Κατάθλιψη εξαιτίας μιας απώλειας (ενδοβολή, μέρος του εαυτού έχει πεθάνει)

? Όλα τα νευρωτικά συμπτώματα (φοβίες, να πλένεσαι 100 φορές)

? Τσακωμοί (μάχη εξουσίας, ανάγκη δικαίωσης)

? Ο τζογαδόρος («θέλει» να χάσει για να πληρώσει/τιμωρηθεί για την ενοχή ή έχει την ανάγκη να προβλέπει τα απρόβλεπτα)

? Αυτός που δανείζει και γενικότερα βοηθά (αποφεύγει την επιθετικότητα ή την απόρριψη)

? Μηχανισμοί άμυνας (διευκρίνηση)

Όλα αυτά μας δείχνουν ότι ο άνθρωπος τελικά δε λειτουργεί λογικά, όπως φαντάζεται. Τα κίνητρά του κατά βάθος πηγάζουν από φόβους ή συναισθηματικές ανάγκες. Τη λογική του τη χρησιμοποιεί για να βάζει μια τάξη στις σκέψεις του και να δικαιολογεί τις επιλογές και τις πράξεις του. «Οι σκέψεις είναι οι σκιές των αισθημάτων» είχε πει κάποτε ο Νίτσε!

Μη γνωρίζοντας λοιπόν τις ασυνείδητες αυτές πλευρές μας δε μπορούμε να κατανοήσουμε τη δική μας συμπεριφορά, αλλά ούτε και των άλλων. Προσπαθούμε να βρούμε λύσεις στα προσωπικά και διαπροσωπικά προβλήματα με λογικά επιχειρήματα μόνο, με αποτέλεσμα οι σχέσεις των ανθρώπων να είναι και να παραμένουν δύσκολες και πολλές φορές προβληματικές.

Η εξέλιξη της προσωπικότητας είναι ένα τεράστιο θέμα που δεν μπορούμε να το αναπτύξουμε εδώ. Σημαντικό όμως είναι να ξέρουμε ότι η προσωπικότητα δημιουργείται κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής μέσα από τις αλληλεπιδράσεις του περιβάλλοντος στο οποίο γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε. Οι ευχάριστες, κυρίως όμως οι δυσάρεστες εμπειρίες που βιώνουμε, μας αναγκάζουν να αναπτύξουμε μηχανισμούς άμυνας όπως τους ονομάζουμε, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε και να διατηρήσουμε την γονεϊκή φροντίδα και την αυτοεκτίμηση. Χρησιμοποιώντας π.χ. μηχανισμούς όπως είναι η προβολή, η άρνηση, η εκλογίκευση, η μετάθεση, η απώθηση, ο έλεγχος, η εξιδανίκευση κλπ., γινόμαστε καλοί, δοτικοί και υποχωρητικοί ή απόμακροι, επιθετικοί και ψυχροί ή επίμονοι, διεκδικητικοί και σχολαστικοί ή πάλι εξωστρεφής, ευθυνόφοβοι και επιπόλαιοι. Οι διάφοροι τρόποι συμπεριφοράς λοιπόν καθορίζονται από τις πρώιμες εμπειρίες και διατηρούνται καθόλη τη διάρκεια της ζωής. «Το παιδί είναι ο πατέρας του ενήλικα.» Οι διορθωτικές εμπειρίες της ενήλικης ζωής όμως, όπως και η σε βάθος συνειδητοποίηση αυτών που συμβαίνουν μέσα μας και στον περίγυρό μας μπορούν, μέχρι ενός σημείου, να διαφοροποιήσουν στοιχεία της προσωπικότητας μας.

Η ψυχική εξέλιξη συνεχίζεται σε όλη τη ζωή περνώντας από ήρεμες περιόδους σε κρίσιμες μεταβατικές φάσεις που ολοκληρώνουν την ανάπτυξη ή συχνά την οδηγούν σε αδιέξοδο με αποτέλεσμα να προκύπτει μια παροδική ή μονιμότερη ψυχική διαταραχή.

Οι φάσεις αυτές του ενήλικα επηρεάζονται βαθύτατα από τον τρόπο με τον οποίο έλυσε τα ψυχοσυναισθηματικά του προβλήματα στην παιδική ηλικία. Τα ίδια άλυτα προβλήματα και συγκρούσεις της παιδικής ηλικίας έρχονται και ξαναέρχονται στην επιφάνεια σε κάθε φάση της ενήλικης ζωής.

Ο κύκλος της ζωής αποτελείται από 4 εποχές διάρκειας περίπου 20 ετών, που συνδέονται μεταξύ τους με μεταβατικές φάσεις 3-5 ετών. Σε αυτές τις κρίσιμες φάσεις καλείται το άτομο να επαναθεωρήσει τις υπάρχουσες δομές, να εξερευνήσει νέες δυνατότητες στον εαυτό και το περιβάλλον του και να αναζητήσει νέες επιλογές που θα αποτελέσουν τη βάση για μια τροποποιημένη προσωπικότητα, κατάλληλη για το έργο της επόμενης σταθερής περιόδου (διατήρηση ή διάλυση γάμου, νέα εργασία ή παραμονή στην ίδια, αλλαγή κατοικίας, γνωριμιών κλπ.)

Η τρέχουσα περίοδος είναι η κυριαρχική, αλλά η ζωή είναι ένα σύνολο όπου η κάθε περίοδος εμπεριέχει τις παρελθούσες και τις μέλλουσες. Ταυτοποιήσεις που έγιναν στο παρελθόν καθορίζουν τους στόχους του μέλλοντος και οι μελλοντικοί αυτοί στόχοι καθορίζουν τη συμπεριφορά και τις ενασχολήσεις του σήμερα.

Δύο πολύ σημαντικές συναισθηματικές καταστάσεις που επηρεάζουν την κάθε φάση ζωής, ιδιαίτερα όμως την περίοδο της μέσης ηλικίας, είναι η απώλεια και η ματαίωση. Η απώλεια της νεότητας, της υγείας, ενδεχομένως του συντρόφου ή της εργασίας, του οικείου περιβάλλοντος, ο θάνατος κάποιου γονέα όπως και η απομάκρυνση των παιδιών μπορούν να διαταράξουν την ψυχική μας ισορροπία και να μας οδηγήσουν σε κάποια μορφή διεργασίας πένθους.

Η φυσιολογική διεργασία πένθους περιλαμβάνει/προϋποθέτει την αποδοχή της πραγματικότητας (και όχι την άρνηση), τη βίωση του πόνου εξαιτίας της απώλειας (και όχι την αποφυγή) και την σταδιακή προσαρμογή και επανεπένδυση στις νέες καταστάσεις ή σχέσεις. Ενώ η άρνηση της πραγματικότητας και η αποφυγή του πόνου μπορεί να ανακουφίσει προσωρινά, μακροπρόθεσμα όμως δεν απελευθερώνει το άτομο από τα δυσάρεστα συναισθήματα μιας σημαντικής απώλειας. Ενδέχεται δε να το οδηγήσει σε κατάθλιψη.

Τη ματαίωση τη γνωρίζουμε όλοι μας, την αισθανόμαστε καθημερινά. Πολλά πράγματα δεν είναι έτσι όπως τα θέλαμε, δε γίνονται όπως ελπίζαμε ή ελπίζουμε. Η υπερηφάνεια που νιώθουμε για τον εαυτό μας αυξάνεται όταν οι σημαντικοί άλλοι μάς αποδέχονται και τραυματίζεται όταν μας απορρίπτουν. Η εικόνα που δείχνουμε προς τα έξω είναι λίγο ως πολύ σε όλους μας σημαντική, μια «δόση» ναρκισσισμού έχουμε δηλ όλοι μας. Όσο όμως περισσότερο εξαρτάται η αυτοεκτίμησή μας από την άντληση επιβεβαίωσης από παράγοντες έξω από τον εαυτό μας, τόσο ευκολότερα πληγωνόμαστε. Όταν δηλ. η ανάγκη να κάνουμε καλή εντύπωση είναι μεγάλη, τότε είμαστε ιδιαίτερα ευάλωτοι σε κάθε μορφή κριτικής, είτε πραγματική, είτε υποθετική. Προσπαθώντας να ισορροπήσουμε τη χαμηλή αυτοεκτίμηση με την εικόνα που δείχνουμε προς τα έξω, εγκλωβιζόμαστε σε μια συνεχή εσωτερική σύγκρουση: αισθήματα ανεπάρκειας από τη μια πλευρά και εντυπωσιακή εικόνα από την άλλη δε συμβαδίζουν, δεν ταυτίζονται. Η προσπάθεια να ξεγελάσουμε κατά κάποιο τρόπο τους άλλους, μη τυχόν και ανακαλύψουν πόσο ανεπαρκείς είμαστε, δημιουργεί άγχος και το έντονο συναίσθημα της ντροπής.

Γεγονότα και καταστάσεις που διαταράσσουν την εικόνα προς τα έξω μπορούν λοιπόν να οδηγήσουν σε μια έντονη κρίση (κρίση ταυτότητας, κατάρρευση της αυτοεκτίμησης). Το πέρασμα του χρόνου που επηρεάζει την εξωτερική εμφάνιση, η ανακάλυψη μιας εξωσυζυγικής ιστορίας του συντρόφου, μια οικονομική κατάρρευση ή η είδηση ότι το παιδί μας έχει κάποιο σοβαρό πρόβλημα αποτελούν παραδείγματα μιας τέτοιας κρίσης. Ιδιαίτερα σε μια ναρκισσιστική προσωπικότητα κάθε τι που θα αγγίξει την εμφάνιση, την υπερηφάνεια, τις επιδόσεις, τις προσδοκίες, την επιφάνεια κ.λ.π. θα φανεί δυσβάσταχτο. Α κόμα και οι πρώτες ρυτίδες, τα λίγα γκρίζα μαλλιά ή τα λίγα επιπλέον κιλά μπορούν να διαταράξουν την ψυχική ισορροπία. Επιπλέον η προσωπική κρίση εξελίσσεται σε συζυγική ή οικογενειακή κρίση, καθότι τα άτομα με αυξημένες ναρκισσιστικές ανάγκες αντιδρούν συνήθως με επιθετικότητα (οι άλλοι φταίνε) και υποτίμηση τρίτων.

Όπως ήδη αναφέρθηκε οι αντιδράσεις ποικίλουν ανάλογα με την προσωπικότητα. Σε περίπτωση απιστίας π.χ. ο ενοχικός τύπος θα τα βάλει με τον εαυτό του και θα ψάχνει σε τι άραγε έφταιξε. Αυτός που θέλει να ξέρει και να ελέγχει τα πάντα (ο ψυχαναγκαστικός τύπος) θα αρχίσει την παρακολούθηση ή θα πιέζει συνεχώς να μάθει πως, που, πότε προέκυψε η απιστία και θα ρωτά για λεπτομέρειες. Οιδιποδειακά προβλήματα (υστερικός τύπος) θα εκδηλωθούν με έντονες σκηνές ζηλοτυπίας, υπερβολές σε όλα τα επίπεδα και τάσεις εκδίκησης.

Μια σοβαρή και χρόνια πάθηση ενός παιδιού π.χ. (νοητική καθυστέρηση, ψύχωση, εξάρτηση από ναρκωτικά..), πληγώνει βαθιά κάθε γονέα. Ελάχιστοι γονείς καταφέρνουν, ακόμη και μετά από χρόνια, να αποδεχτούν μια τέτοια κατάσταση, η οποία εκτός των άλλων, δημιουργεί πρακτικά και οικονομικά προβλήματα που σταδιακά κουράζουν. Πρόκειται για μία χρόνια κρίση που επηρεάζει όλη την οικογένεια. Ενοχές που οδηγούν στην υπερπροστασία και υπερβολική προσπάθεια, θυμός προς κάθε κατεύθυνση, διαταραχή της συζυγικής σχέσης, ψυχική και σωματική κούραση, κατάρρευση των προσδοκιών, κατάθλιψη και άλλες αντιδράσεις διαδέχονται η μία την άλλη ή συνυπάρχουν μόνιμα. Μόνο μια συνεχής ψυχολογική στήριξη μπορεί κατά διαστήματα ν'ανακουφίσει μια τέτοια κατάσταση.

Κάθε μορφή κρίσης όμως μπορεί να αποτελέσει και μια ευκαιρία για την περαιτέρω ωρίμανση ενός ατόμου. Το νόμισμα έχει δύο πλευρές συνηθίζουμε να λέμε. Η μία είναι η δυσάρεστη και ματαιωτική κατάσταση. Η άλλη πλευρά όμως μας δίνει τη δυνατότητα (ίσως ως μοναδική ευκαιρία) να κατανοήσουμε πολύ περισσότερο τον εαυτό μας.

Μια συχνότατη κρίση που διαρκεί πολλές φορές για χρόνια είναι η προβληματική/παθολογική σχέση ενός ζευγαριού. Στην περίπτωση αυτή συναντάμε διάφορες παραλλαγές ανάλογα με την προσωπικότητα και το μέγεθος της ψυχοπαθολογίας του κάθε συντρόφου.

Τις τελευταίες δεκαετίες προβλήθηκε και υιοθετήθηκε μια ιδανική σχέση ζευγαριού που προϋποθέτει ελεύθερη σχέση των συντρόφων, η οποία θα διατηρείται όσο αυτή προσφέρει τη δυνατότητα αυτοπραγμάτωσης και αγάπης χωρίς υποχρεώσεις. Μια τέτοια απαίτηση ξεπερνά τα όρια αντοχής κάθε συντρόφου. Οι αντιδράσεις ποικίλλουν από υπερβολική προσπάθεια για αυτονομία, ανεμελιά και σεξ χωρίς ταμπού μέχρι το φόβο να εκφράσεις συναισθήματα, την ανάγκη για αγάπη και τρυφερότητα, μήπως και ο άλλος σε θεωρήσει αδύναμο ή αφελή. Οι σχέσεις στο παρελθόν καθορίζονταν από εξάρτηση και δύσκαμπτους ρόλους των φύλων. Σήμερα καθορίζονται από φόβο για την ίδια τη σχέση ή για την ανατροφή των παιδιών, τα οποία υποτίθεται εμποδίζουν την καριέρα ή την ελευθερία των γονιών, ιδιαίτερα της μητέρας.

Οι τρεις βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν μια σχέση ζευγαριού ως προς τη λειτουργικότητά της είναι οι εξής:

1. Η οριοθέτηση προς τα έξω (το ζευγάρι με τον έξω κόσμο) και προς τα μέσα (η μεταξύ τους σχέση) πρέπει να είναι ξεκάθαρη και διαφανής.

2. Η παιδική/παθητική συμπεριφορά, όπως και η ενεργητική/ενήλικη συμπεριφορά δε θα πρέπει να υιοθετούνται μεμονωμένα ως ο μοναδικός ρόλος ενός συντρόφου.

3. Τα αισθήματα αυτοεκτίμησης των συντρόφων θα πρέπει να ταιριάζουν, να μη διαφέρουν πολύ μεταξύ τους.

Παραδείγματα:

Οριοθέτηση

Το ερωτευμένο ζευγάρι είναι προσκολλημένο ο ένας πάνω στον άλλο και αρκετά απόμακρο από το περιβάλλον. Μόνο ως ζευγάρι έρχεται σε επαφή με τον έξω κόσμο.

Στην αντίθετη «όχθη» είναι το ζευγάρι όπου τα σύνορα του εγώ των συντρόφων στη μεταξύ τους σχέση είναι ιδιαίτερα σκληρά και δύσκαμπτα, σαν να θέλουν ν'αποφύγουν την τρυφερότητα, ενώ στη σχέση τους με το περιβάλλον είναι διάχυτα και χαλαρά. Οι τρίτοι χρησιμοποιούνται ως προστασία από την δυαδική προσέγγιση. Πλησιάζει κανείς παιδιά, φίλους και συγγενείς για ν'αποφύγει τη στενή επαφή με το σύντροφο.

Παλινδρόμηση - Αυτονομία (σταθερότητα)

Ο κάθε άνθρωπος, ανάλογα με τη φάση που περνά, επιθυμεί να έχει τη δυνατότητα να παλινδρομεί όπως ένα παιδί (να κλάψει, να ζητήσει βοήθεια, συμπαράσταση, τρυφερότητα), αλλά και το αντίθετο (να λειτουργεί ως ώριμο, ενήλικο άτομο προσφέροντας παρηγοριά, σταθερότητα, ασφάλεια, αποφασιστικότητα). Μια παροδική, μερική παλινδρόμηση θεωρείται απαραίτητη για την ωρίμανση. Η υγιής σχέση μπορεί να καλύπτει και τις δύο αυτές ανάγκες, όταν και οι δύο σύντροφοι μπορούν να χρησιμοποιούν και τους δύο ρόλους. Διαφορετικά, αν δηλαδή οι σύντροφοι είναι προσκολλημένοι στον έναν ή τον άλλο ρόλο και αντιδρούν με την ανάλογη νευρωτική συμπεριφορά, αργά η γρήγορα το ζευγάρι θα βρεθεί σε αδιέξοδο.

Ισορροπία της αυτοεκτίμησης

Η κατανομή καθηκόντων και δραστηριοτήτων σε ένα γάμο είναι αναπόφευκτη, δε θα πρέπει όμως να ταυτίζεται με την αξία του ενός ή του άλλου συντρόφου, αλλά να θεωρείται ως αναγκαία συμμετοχή στην κοινή πορεία του ζευγαριού.

Δεν έχει τόση σημασία αν ο ένας εργάζεται και ο άλλος μεγαλώνει τα παιδιά ή ο ένας μαγειρεύει κι ο άλλος αδειάζει τα σκουπίδια. Πολύ πιο σημαντική είναι η αλληλοεκτίμηση των δραστηριοτήτων.

Το ίδιο ισχύει και για το κοινωνικοοικονομικό status των συντρόφων. Μπορεί ένας σύντροφος να υπερτερεί σε ότι αφορά στις σπουδές, το εισόδημα ή την καλλιέργεια. Δε θα πρέπει όμως τα πλεονεκτήματα αυτά να τα χρησιμοποιεί εις βάρος του άλλου υποτιμώντας τον.

Από την άλλη πλευρά ένας πτυχιούχος, καλλιεργημένος και πλούσιος σύζυγος μπορεί από ευγένεια και φόβο να μην προβάλει καθόλου τον εαυτό του και να γίνει σταδιακά υποχείριο μιας δυναμικής και εξουσιαστικής γυναίκας. Ή μια ομιλητική και άνετη γυναίκα να διστάζει να συμμετέχει σε μια συζήτηση μέσα σε μια παρέα, από φόβο μην αισθανθεί άσχημα ο λιγομίλητος, συγκρατημένος άντρας της.

Όσο ένα ζευγάρι έχει την ωριμότητα να συζητά, έστω και μέσα από μια έντονη αντιπαράθεση, κάποιο πρόβλημα και να καταλήγει σε κάποιο συμπέρασμα ή κάποια απόφαση, θα είναι σε θέση να επαναφέρει την ισορροπία στη μεταξύ τους αλληλοεκτίμηση. Διαφορετικά, αν ο ένας δηλαδή αισθάνεται μειονεκτικά ή ηττημένος θα αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει άλλα μέσα όπως είναι το κλάμα, η κατάθλιψη, η στάση του θύματος, η φυγή, η σιωπή, τα ψυχοσωματικά συμπτώματα, μια απόπειρα αυτοκτονίας, το μεθύσι, η πρόσκληση τρίτων προσώπων κ.α. Το ζευγάρι θα οδηγηθεί με τα «μέσα» αυτά σε μια νέα ισορροπία, τη φορά αυτή όμως παθολογική. Με την πάροδο του χρόνου ο τρόπος αυτός επικοινωνίας θα εξαντλήσει τα όρια αντοχής και των δύο συντρόφων. Τα παθολογικά αυτά «μέσα», όπως και η συνεχής προσπάθεια δικαίωσης του εαυτού και υποτίμησης του άλλου θα επιφέρουν σταδιακά την καταστροφή της σχέσης.

Η προϊστορία της μέσης ηλικίας

Εκτός των γνωστών αλλαγών και απαιτήσεων που προκύπτουν με την έναρξη της έγγαμης ζωής (καινούργιο σπίτι, επίπλωση, συμβίωση κ.λ.π.), το ζευγάρι δημιουργεί μια νέα ταυτότητα για τη μεταξύ τους σχέση και για τη σχέση του με το περιβάλλον. Οι θεωρητικές απόψεις για τη σχέση και το γάμο που έχουν προηγηθεί μπαίνουν τώρα σε πρακτική εφαρμογή.

Τα σχετικά ώριμα άτομα εμπλουτίζονται μέσα από τις νέες καταστάσεις, από τη σχέση και τη διαφορετικότητα του συζύγου. Παίρνουν αποφάσεις ανάλογα με τις ικανότητες και δυνατότητες που έχουν, ενθαρρύνουν ο ένας τον άλλο στις προσπάθειες που κάνουν, επιλέγουν τους φίλους και τον τρόπο συναλλαγής μαζί τους, προσαρμόζονται στις ανάγκες του άλλου χωρίς να χάνουν την αυτονομία τους, περνούν μαζί, αλλά και χωριστά τον ελεύθερο χρόνο τους, κάνουν σχέδια για το μέλλον κ.α.

Συνήθως όμως δεν επικρατούν τέτοιες ιδανικές καταστάσεις. Οι διαφορετικές προσωπικότητες από τη μία πλευρά και οι απαιτήσεις της καθημερινότητας από την άλλη οδηγούν το ζευγάρι αρκετές φορές σε αδιέξοδο ή σε ένα παθολογικό τρόπο συμβιβασμού και προσαρμογής. Προβλήματα όπως η εγγύτητα και η απόσταση, το μέγεθος της προσαρμογής χωρίς την απώλεια του εαυτού, η εξάρτηση, η απογοήτευση εξαιτίας υπερβολικών προσδοκιών, ο ανταγωνισμός, η ζήλια κ.λ.π. προκαλούν φόβους κι αντιδράσεις που ενδέχεται να οδηγήσουν σε κρίση με δυσάρεστες επιπτώσεις.

Μια άλλη πηγή προβλημάτων αποτελεί η σχέση με τους γονείς και τους γονείς του συντρόφου, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν τα απαιτούμενα διαφανή όρια. Αν το ζευγάρι δεν καταφέρει να θέσει αυτά τα όρια προς τους γονείς, αυτοί θα γίνουν όλο και πιο παρεμβατικοί με τα γνωστά αποτελέσματα.

Η γέννα ενός παιδιού δημιουργεί μια τελείως νέα κατάσταση. Η ίδια η απόφαση για παιδί μπορεί να διαταράξει τη σχέση αν ο ένας σύντροφος δε θέλει, ή δε θέλει ακόμη. Αλλαγές που προκύπτουν με τη γέννα ενός παιδιού αρκετές φορές δε γίνονται αντιληπτές. Η δυαδική σχέση γίνεται τριαδική με αποτέλεσμα να εμφανιστούν οιδιπόδεια προβλήματα, όπως είναι ο ανταγωνισμός, η ζήλια, η ενοχή κ.α. Συνήθως ο πατέρας μπορεί να αισθανθεί ότι μπαίνει στο περιθώριο. Η μητέρα που σταματά να εργάζεται μπορεί ν'αρχίσει να ζηλεύει τα αντρικά προνόμια. Η γυναίκα που συνεχίζει να εργάζεται αποκτά ενοχές εξαιτίας του λίγου χρόνου που αφιερώνει στο παιδί της.

Παράλληλα, οι διάφορες ταυτίσεις που γίνονται από κάθε γονέα με το παιδί ενδέχεται να επαναφέρουν στην επιφάνεια συναισθήματα και ψυχικές συγκρούσεις του παρελθόντος, όπως είναι η μοναξιά, η εγκατάλειψη, η απόρριψη, η ενοχή, η τιμωρία, η επιθετικότητα κ.α. Ο γονιός ταυτιζόμενος με το παιδί, ξαναζεί την παιδική του ηλικία βλέποντας το παιδί όχι μόνο σαν παιδί (γιο ή κόρη) αλλά σαν τον εαυτό του ή σαν το γονιό του ή σαν το μικρότερο αδερφό του. Αν για παράδειγμα, οι εμπειρίες του συζύγου με τη δική του μητέρα ήταν κακές, θα ταυτίσει ασυνείδητα τη γυναίκα του με τη μητέρα του και θα αρχίσει να τη θεωρεί κακή μητέρα για το παιδί του.

Επίσης, οι ναρκισσιστικές ανάγκες που προβάλλονται στο παιδί μπορεί να ικανοποιηθούν ή να ματαιωθούν (το παιδί μπορεί να είναι ωραίο, έξυπνο και αργότερα πετυχημένο, ερωτικό κ.λ.π., μπορεί όμως να συμβεί και το αντίθετο).

Ένα συχνό φαινόμενο είναι η προβολή πάνω στο παιδί τάσεων και χαρακτηριστικών των γονέων που δε μπόρεσαν να ενσωματώσουν στην προσωπικότητά τους ή να πραγματώσουν στη ζωή τους. Εξαρτητικοί γονείς π.χ. μπορεί, ασυνείδητα, να προβάλλουν στο παιδί τους τις ανεκπλήρωτες επαναστατικές τους επιθυμίες. Το παιδί τις ενσωματώνει ασυνείδητα στην προσωπικότητά του και μπορεί να εκδραματίσει τις τάσεις αυτές στην παιδική του ηλικία ή αργότερα. Παρόλο που οι τάσεις αυτές είναι φαινομενικά αντίθετες με τη συνειδητή αγωγή που προσπαθούν να δώσουν στο παιδί, οι γονείς ασυνείδητα μπορεί να χαίρονται για την «κακή» συμπεριφορά του παιδιού, ενώ στην επιφάνεια διαμαρτύρονται.

Στην εφηβεία, όχι μόνο ο έφηβος επαναβιώνει τα προβλήματα της παιδικής του ηλικίας, αλλά και οι γονείς ξαναζούν μέσω του έφηβου τη δική τους εφηβεία και τα προβλήματά της. Προβλήματα ορίων, επικοινωνίας, πειθαρχίας, οικογενειακής συνοχής και ανεξαρτησίας εμφανίζονται με καινούργια ένταση στη συζυγική σχέση.

Με όλο αυτό το παρελθόν στην πλάτη το ζευγάρι εισέρχεται στην περίοδο της κρίσης της μέσης ηλικίας:

Ο κάθε σύζυγος επαναθεωρεί, αρκετές φορές δυσάρεστα, τους βασικούς τομείς της ζωής του, από τους οποίους ο κυριότερος είναι η συζυγική σχέση. Η απομάκρυνση των παιδιών μπορεί να φέρει στην επιφάνεια έντονη τη λανθάνουσα, ίσως, μέχρι τώρα συζυγική κρίση. Τα παιδιά είχαν χρησιμοποιηθεί για να ικανοποιηθούν ανάγκες που δεν έβρισκαν ικανοποίηση στη συζυγική σχέση.

Στη μεσοαστική οικογένεια ο επιτυχημένος άντρας βρίσκεται στην ακμή της επαγγελματικής του καριέρας. Συγχρόνως, όμως, αντιμετωπίζει ένα αυξανόμενο άγχος για την υγεία του, τη συνεχιζόμενη μείωση της σεξουαλικής του ικανότητας και την απειλή για την καριέρα του, που προέρχεται από τους νεότερους άντρες που θα τον διαδεχθούν.

Η γυναίκα ετοιμάζεται ή έχει αρχίσει να μπαίνει στην κλιμακτήριο και αισθάνεται ότι δεν είναι πια τόσο ελκυστική σεξουαλικά. Την ίδια περίοδο η κόρη της βρίσκεται στην ακμή της ομορφιάς της και της σεξουαλικότητάς της. Ο γιος της συνδέεται ουσιαστικά με άλλες γυναίκες ή έχει ήδη παντρευτεί. Ο άντρας της την παραμελεί ή ελκύεται από άλλες, νεότερες γυναίκες, προσπαθώντας να επιβεβαιώσει τη φθίνουσα σεξουαλικότητά του. Αισθάνεται ένα κενό μέσα της, ζηλοτυπία για τον άντρα και τα παιδιά της και, συχνά, κατάθλιψη, επειδή νιώθει ότι αρχίζει να παρακμάζει και συγχρόνως να παραγκωνίζεται από τα πρόσωπα στα οποία είχε αφιερώσει τη ζωή της, ιδιαίτερα αν δεν έχει σταδιοδρομήσει επαγγελματικά. Θα αντιδράσει με διάφορους τρόπους, συχνά με το να προσκολλάται στα παιδιά της και με το να επεμβαίνει στο γάμο τους και τη ζωή τους (η επεμβατική πεθερά). Άλλοτε, όμως, η αντιμετώπιση μπορεί να είναι πιο αισιόδοξη: η αρχή κάποιας καριέρας (αν δεν είχε) ή η απασχόληση με φιλανθρωπικές ή άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις. Τέλος, όλο και συχνότερα τα τελευταία χρόνια, μπορεί να δημιουργήσει εξωσυζυγικές σχέσεις ή να ζητήσει διαζύγιο.

Στις εργατικές οικογένειες, αντίθετα, ο άντρας έχει το μεγαλύτερο πρόβλημα. Η ικανότητά του για χειρωνακτική εργασία μειώνεται, νεότεροι άντρες θα προτιμηθούν και είναι ενδεχόμενο να χάσει τη δουλειά του. Μπορεί να εργάστηκε σκληρά για να μορφώσει το παιδί του και μπορεί να καμαρώνει για την επιτυχία του αλλά, ταυτόχρονα, να το ζηλεύει για την καλύτερη μοίρα του. Η καταθλιπτική του διάθεση επιτείνεται από το ότι δεν υπάρχουν όνειρα κι ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον. Ο θάνατος αρχίζει να παίρνει τους γονείς του και μερικούς από τους φίλους και συνομηλίκους του.

Αν, όμως, έχει πετύχει στην εκλογή συντρόφου και επαγγέλματος, αν είχε αρκετή ικανοποίηση από την καριέρα του και την οικογενειακή σχέση, τότε η περίοδος αυτή φέρνει την πλήρη συναισθηματική και διανοητική ωριμότητα και αυξάνει τη δημιουργικότητα. Ο ώριμος άντρας έρχεται σε στενότερη επαφή με το κοινωνικό του περιβάλλον και δίνει και παίρνει ικανοποιήσεις από αυτή την επαφή παραδίδοντας σιγά σιγά τη συγκεντρωμένη πείρα και τις γνώσεις του στην καινούργια γενιά.

Στην υπαρξιακή κρίση, όπως πολλοί ονομάζουν την περίοδο της μέσης ηλικίας, μπορούμε να πούμε ότι δυο ομάδες ανθρώπων περνούν εντονότερη κρίση. Τη μία ομάδα αποτελούν όσοι είχαν άλυτα, νευρωτικά προβλήματα από το παρελθόν, που ενεργοποιούνται πάλι γύρω από τις διαπροσωπικές τους σχέσεις με το σύντροφο, τα παιδιά, τους φίλους, το επάγγελμα κλπ. Στην άλλη ομάδα ανήκουν οι αρκετά ώριμοι, σκεπτόμενοι, στοχαστικοί και δημιουργικοί άνθρωποι. Κι αυτό γιατί η περίοδος αυτή φέρνει έντονα, άμεσα κι απειλητικά στον άνθρωπο την αντιμετώπιση του θανάτου. Ερωτήματα γνωστά αποκτούν τώρα μια μεγάλη ένταση: Από που ερχόμαστε; Που πάμε; Ποιο είναι το νόημα της ζωής; Ποιος είμαι; Τι έχω κάνει στη ζωή μου; Ποια είναι η ποιότητα σχέσεων που έχω και τι πραγματικά θέλω από το σύντροφό μου, τα παιδιά μου, τους φίλους μου, τη δουλειά μου, την κοινωνία; Τι μπορώ από εδώ και πέρα να κάνω με τη ζωή μου; Οι σκεπτόμενοι άνθρωποι και οι παρατηρητές της ζωής προβληματίζονται ιδιαίτερα μ'αυτά τα υπαρξιακά θέματα και ερωτήματα.

Πολλοί άνθρωποι προχωρούν στη μέση ηλικία των 50 χωρίς σημεία εξωτερικά μεγάλης ταραχής, αλλά εσωτερικά δεν έχουν ένα αίσθημα πληρότητας, αυθεντικότητας και χαράς. Η ζωή τους συχνά δεν έχει πια νόημα και συγκίνηση. Αμυντικά μπορεί να αναπτύξουν μια υπομανιακή κατάσταση με υπερδραστηριότητα, ευθυμία, νεάζουσα συμπεριφορά και άρνηση της εσωτερικής ταραχής.

Η κρίση της περιόδου αυτής εκδηλώνεται λοιπόν με διάφορους τρόπους ή συμπτώματα. Οι βιολογικοί παράγοντες, όπως η κλιμακτήριος, τα κάποια προβλήματα υγείας, οι αλλαγές στην εμφάνιση και τη σωματική αντοχή, σε συνδυασμό με τους ψυχολογικούς παράγοντες που αναφέρθηκαν (απουσία παιδιών, έλλειψη νέων επαγγελματικών στόχων, ρουτίνα, έλλειψη κοινών στόχων ή ενδιαφερόντων, υπαρξιακά ερωτήματα, φόβος θανάτου κ.α.) οδηγούν στη μία ή την άλλη συμπεριφορά ανάλογα με την προσωπικότητα, το φύλο του κάθε συζύγου και την ποιότητα σχέσης που προϋπάρχει. Επίσης, ο χρόνος φαίνεται λίγος και πιο γρήγορος και συνειδητοποιεί κανείς ότι δεν μπορεί πια να κάνει όλα όσα σκόπευε ή νόμιζε ότι θα μπορούσε να πετύχει.

Η αναζήτηση νέων δραστηριοτήτων προς κάλυψη προσωπικών αναγκών (χόμπι, νέες γνωριμίες, αλλαγές στο χώρο εργασίας κλπ), η ενασχόληση με την εμφάνιση (γυμναστική, ινστιτούτα αισθητικής, πλαστική χειρουργική κ.α.) η προσπάθεια να κάνει κανείς επιτέλους πράγματα για τον εαυτό του και όχι μόνο για τους άλλους, η αναζήτηση εξωσυζυγικών περιπετειών ή σχέσεων εξαιτίας της αίσθησης ότι η ζωή φεύγει, της ανάγκης να παραμείνει κανείς σχετικά νέος και ελκυστικός ή της αποφυγής της κατάθλιψης (ζωντάνια μέσα από το σεξ), αποτελούν τις πιο γνώριμες αντιδράσεις και επιλογές των συζύγων (και όχι μόνο) την περίοδο κρίσης που αναφερόμαστε. Πολλές φορές μάλιστα οι διεργασίες αυτές γίνονται ασυνείδητα. Νομίζει κανείς ότι όλα αυτά λογικά ή τυχαία προκύπτουν, ενώ στην πραγματικότητα υποδηλώνουν την απώλεια της νιότης με τα γνωστά επακόλουθα, τη ματαίωση προσδοκιών, τη μη ύπαρξη νοήματος ζωής και φυσικά το φόβο θανάτου.

Η επαφή και η επικοινωνία με τους ηλικιωμένους γονείς πολλές φορές είναι ή γίνεται δύσκολη. Τα διάφορα προβλήματα υγείας, ιδιαίτερα όταν αυτά είναι μόνιμα, κουράζουν και ενοχοποιούν και τις δύο πλευρές. Ο γονιός αισθάνεται άσχημα που κουράζει το παιδί του και το παιδί αισθάνεται άσχημα επειδή δεν έχει αρκετό χρόνο για το γονιό του. Συμπτώματα άνοιας, όπως η απώλεια της πρόσφατης μνήμης, που αρχίζουν να εμφανίζονται, αναγκάζουν γονείς και παιδιά (περιβάλλον) να επαναλαμβάνουν τα ίδια και τα ίδια και έτσι η κατάσταση επιδεινώνεται.

Εκτός από τα οργανικά συμπτώματα υπάρχουν βέβαια και τα ψυχικά (κατάθλιψη, φοβίες, υπερβολική ενασχόληση με θέματα φαγητού, φαρμάκων, πίεσης, πέψης κ.α.), τα οποία επίσης απαιτούν την ανάλογη υπομονή και κατανόηση.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει ν'αναφέρουμε και την προϊστορία της εκάστοτε σχέσης γονιού-παιδιού, όπως και την προσωπικότητά τους. Κάποια χαρακτηρολογικά στοιχεία όχι μόνον παραμένουν, αλλά οξύνονται. Ένας επιφυλακτικός γονιός μπορεί να γίνει ιδιαίτερα καχύποπτος και να φοβάται ακόμα και τους γύρω του (ότι θα του πάρουν τα λεφτά, ότι θέλουν το κακό του κ.τ.λ.). Το ίδιο μπορεί να προκύψει με απαιτητικούς, παρεμβατικούς ή σχολαστικούς γονείς.

Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο αποτελεί η πιθανή συσσωρευμένη επιθετικότητα του παιδιού, η οποία τώρα μπορεί επιτέλους να εκδηλωθεί, να πάρει δηλαδή το παιδί εκδίκηση. Επειδή αυτό θα ενοχοποιούσε, ή το περιβάλλον δε θα το δεχόταν, η επιθετικότητα αυτή μπορεί να εκφράζεται έμμεσα (να «ξεχνά» το παιδί διάφορες υποχρεώσεις που αφορούν στο γονέα, να βρίσκει δικαιολογίες για να αποφεύγει τις επισκέψεις, να του στερεί τα εγγόνια, την τρυφερότητα ή την ενθάρρυνση). Οι απογοητευμένοι γονείς κάποιες φορές «αναγκάζονται» να δημιουργούν αρρώστιες ή συμπτώματα για να τραβήξουν το ενδιαφέρον των παιδιών τους. Ο φαύλος κύκλος αυτός περιπλέκεται περισσότερο όταν στη δυάδα παιδιού-γονέα συμπεριληφθεί και τρίτο πρόσωπο, μια βοηθός γυναίκα για παράδειγμα (στην εποχή μας το ρόλο αυτό αναλαμβάνουν γυναίκες από το Ανατολικό Μπλοκ). Στην περίπτωση αυτή ο αποδιοπομπαίος τράγος γίνεται η βοηθός που δέχεται επιθέσεις κι από τις δύο πλευρές.

Αντιμετώπιση της κατάστασης

Συνειδητοποίηση των πραγματικών προβλημάτων.

Συζήτηση των θεμάτων με το σύντροφο και επαναπροσδιόρηση της σχέσης.

Kατά την προσπάθεια αυτή μπορεί να προκύψουν τα εξής:

α) Διαζύγιο

β) Αποτυχία της επαναδιαπραγμάτευσης της σχέσης με αποτέλεσμα τη διατήρηση των προβλημάτων ή την κατάθλιψη.

γ) «Καινούριος γάμος»: Μετά από μια περίοδο διαμάχης οι σύζυγοι προσπαθούν να καταλάβουν τις πραγματικές ανάγκες του άλλου, ίσως για πρώτη φορά ώριμα και υπεύθυνα και ξεκινούν μια καινούρια ζωή που στηρίζεται σε μια καλύτερη γνωριμία και αποδοχή του άλλου, όπως και στην επίγνωση ότι πολλές από τις παιδικές ανάγκες δεν ικανοποιούνται στο γάμο.

Ανεύρεση νέων επαγγελματικών ή άλλων στόχων και δραστηριοτήτων (ταξίδια, διάβασμα, φιλοσοφία, φιλανθρωπική ενασχόληση).

Τροποποίηση των σχέσεων προς τα παιδιά (ενήλικος προς ενήλικο).

Ψυχοθεραπεία ζεύγους (ή ατομική).

Αν στα 40 γίνουν ουσιαστικές αλλαγές, τότε η κρίση των 50 δεν έχει πολλές τρικυμίες. Αν τότε υπήρξαν υπομανιακοί μηχανισμοί, τότε η κρίση των 50 γίνεται έντονη. Σε περίπτωση που τα στάδια αυτά περάσουν σχετικά ομαλά και δεν προκύψουν σοβαρές επιπτώσεις (διαζύγιο, αποτυχημένη επαναδιαπραγμάτευση, κατάθλιψη), τότε ενδέχεται η 10-ετία 55-65 να είναι όχι μόνο ήρεμη αλλά και ιδιαίτερα παραγωγική και ίσως η πιο ευτυχισμένη περίοδος της ζωής (αύξηση της δημιουργικότητας, βαθύτερες σχέσεις, έντονη αίσθηση της ατομικότητας). Ο άνθρωπος μπορεί τότε να απολαύσει τους καρπούς των αγώνων μιας ολόκληρης ζωής. Βελτιώνεται η σχέση με τον/την σύζυγο, η σχέση με τα παιδιά παίρνει την ενήλικη μορφή της, η ενασχόληση με τα εγγόνια προσφέρει ζωντάνια και χαρά. Οι γονείς μπορούν να δώσουν τώρα στα εγγόνια ό,τι δεν μπόρεσαν να δώσουν στα παιδιά τους κι αυτό μπορεί να θεραπεύσει μέσα τους παλαιά τραύματα. Και στον επαγγελματικό τομέα υπάρχουν ακόμα πεδία δράσης και χρησιμοποίησης της εμπειρίας που ήδη υπάρχει. Η κοινωνική ζωή είναι αρκετά έντονη και η σεξουαλική σχέση σχετικά ικανοποιητική, χωρίς βέβαια την ένταση αλλά ούτε και τα προβλήματα της νεότητας.

Οι επόμενες κρίσεις, όπως αυτή της συνταξιοδότησης ή άλλων απωλειών δεν αργούν και πολύ. Προτιμώ όμως να σταματήσω εδώ για να διατηρήσω το όποιο αισιόδοξο μήνυμα κατάφερα να σας μεταδώσω.

Τελειώνοντας θέλω να επισημάνω ότι το σημαντικότερο αλλά και δυσκολότερο πράγμα στη ζωή είναι, κατά την άποψή μου, η συνειδητοποίηση και η επεξεργασία των προσωπικών φόβων και αναγκών και η κατανόηση ( στις δε περιπτώσεις στενών σχέσεων και η αποδοχή) της διαφορετικότητας του άλλου. Αν αυτά μέχρι ενός ορίου επιτευχθούν η κάθε κρίση μπορεί να αντιμετωπιστεί ευκολότερα και γενικότερα ο κάθε άνθρωπος να ζει πιο ευχάριστα και δημιουργικά.



Παντελής Παπαδόπουλος
via

Pages