Το 94% των καθηγητών πανεπιστημίου νομίζει ότι είναι καλύτερο στη δουλειά του από τους υπόλοιπους συναδέλφους του.
Το 25% των φοιτητών πιστεύει ότι βρίσκεται στο άνω 1% όσον αφορά την ικανότητα του να τα πηγαίνει καλά με τους άλλους.
Το 70% των φοιτητών πιστεύει ότι βρίσκεται πάνω απ' το μέσο όρο όσον αφορά τις ηγετικές ικανότητες. Μόνο το 2% πιστεύει ότι βρίσκεται κάτω του μετρίου.
--Thomas Gilovich How We Know What Isn't So
--Thomas Gilovich How We Know What Isn't So
Το 85% των φοιτητών ιατρικής πιστεύει ότι οι πολιτικοί δεν πρέπει να δέχονται δώρα από διάφορα λόμπι. Μόνο το 46% πιστεύει ότι οι γιατροί δεν πρέπει να δέχονται δώρα από φαρμακοβιομηχανίες.
--Dr. Ashley Wazana JAMA Vol. 283 No. 3, January 19, 2000
--Dr. Ashley Wazana JAMA Vol. 283 No. 3, January 19, 2000
Μια ερευνητική ομάδα του πανεπιστημίου του Princeton ζήτησε από ανθρώπους να εκτιμήσουν το πόσο ευεπηρέαστοι είναι αυτοί και ο "μέσος άνθρωπος" από μια μεγάλη λίστα προκαταλήψεων. Η πλειοψηφία δήλωσε ότι είναι λιγότερη προκατειλημμένη από την πλειοψηφία.
Μια μελέτη του 2001 πάνω σε ειδικευόμενους γιατρούς έδειξε ότι το 84% πίστευε πως οι συνάδελφοι του επηρεάζονται από φαρμακευτικές εταιρίες, αλλά μόνο το 16% πίστευε ότι επηρεάζεται και το ίδιο. --Daniel Gilbert, "I'm OK; you're biased"
Οι άνθρωποι έχουν την τάση να κατέχουν υπερβολικά ευνοϊκές απόψεις σχετικά με τις ικανότητες τους πάνω σε κοινωνικούς και πνευματικούς τομείς... Αυτή η υπερεκτίμηση συμβαίνει, εν μέρει, γιατί οι άνθρωποι που είναι αδέξιοι σ' αυτούς τους τομείς φέρουν ένα διπλό φορτίο: Όχι μόνο καταλήγουν σε εσφαλμένα συμπεράσματα και ατυχείς επιλογές, η ανικανότητα τους τους στερεί και τη μεταγνωσιακή ικανότητα να το συνειδητοποιήσουν.
--"Unskilled and Unaware of It: How Difficulties in Recognizing One's Own Incompetence Lead to Inflated Self-Assessments," by Justin Kruger and David Dunning Department of Psychology Cornell University, Journal of Personality and Social Psychology December 1999 Vol. 77, No. 6, 1121-1134.
--"Unskilled and Unaware of It: How Difficulties in Recognizing One's Own Incompetence Lead to Inflated Self-Assessments," by Justin Kruger and David Dunning Department of Psychology Cornell University, Journal of Personality and Social Psychology December 1999 Vol. 77, No. 6, 1121-1134.
Η ικανότητα μας για αυταπάτη δεν έχει όρια. -- Michael Novak
Η αυταπάτη είναι η διαδικασία ή το γεγονός του να παραπλανούμε τον εαυτό μας να δεχτεί ως αληθές ή έγκυρο κάτι το οποίο είναι ψευδές ή άκυρο. Κοντολογίς, η αυταπάτη είναι ο τρόπος με τον οποίο δικαιολογούμε στον εαυτό μας τις ψευδείς πεποιθήσεις μας.Όταν οι φιλόσοφοι και οι ψυχολόγοι συζητούν για την αυταπάτη, συνήθως εστιάζονται πάνω σε ενδόμυχα κίνητρα και προθέσεις. Θεωρούν επίσης την αυταπάτη σαν κάτι το κακό, κάτι απ' το οποίο πρέπει να προφυλαγόμαστε. Για να εξηγήσουν το πως δουλεύει η αυταπάτη, εστιάζονται στο ατομικό όφελος, στην προκατάληψη, στην επιθυμία, στην ανασφάλεια και άλλους ψυχολογικούς παράγοντες που επηρεάζουν ασυνείδητα τη θέληση μας να πιστέψουμε σε κάτι. Ένα σύνηθες παράδειγμα είναι αυτό του γονιού που πιστεύει πως το παιδί του λέει την αλήθεια αν και τ' αντικειμενικά στοιχεία δείχνουν ότι το παιδί λέει ψέματα. Λέγεται ότι ο γονιός αυταπατά τον εαυτό του για να πιστέψει το παιδί επειδή ο γονιός επιθυμεί το παιδί του να λέει την αλήθεια. Μια πεποίθηση η οποία έχει ένα τέτοιο κίνητρο συνήθως θεωρείται πιο λανθασμένη από κάποια που οφείλεται στην έλλειψη ικανότητας να αξιολογεί κανείς σωστά τα δεδομένα. Το πρώτο θεωρείται ένα είδος ηθικού ελαττώματος, μια ανειλικρίνεια, και παράλογο. Το δεύτερο θεωρείται ότι οφείλεται στη μοίρα: κάποιοι άνθρωποι απλά δεν είναι αρκετά προικισμένοι ώστε να βγάζουν σωστά συμπεράσματα από τα δεδομένα της αντίληψης και της εμπειρίας.
Παρ' όλ' αυτά, είναι δυνατόν ο γονιός του προηγούμενου παραδείγματος να πιστεύει το παιδί του γιατί έχει στενές και εκτενείς εμπειρίες με αυτό αλλά όχι και με τους κατηγόρους του παιδιού του. Ο γονιός μπορεί να μην επηρεάζεται από ενδόμυχες επιθυμίες και να σκέφτεται βάσει του τι ξέρει για το παιδί και δεν ξέρει για τους άλλους. Μπορεί να έχει αρκετά καλούς λόγους να εμπιστεύεται το παιδί του και να δυσπιστεί έναντι αυτών που το κατηγορούν. Με λίγα λόγια, μια φαινομενική πράξη αυταπάτης μπορεί να εξηγείται με καθαρά νοητικούς όρους, χωρία καμία αναφορά σε ασυνείδητες προθέσεις και παραλογισμούς. Η αυταπάτη μπορεί να μην είναι ούτε ηθικό ούτε νοητικό ελάττωμα. Μπορεί να είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα ενός κατά βάση ειλικρινούς και έξυπνου ατόμου το οποίο ξέρει αρκετά καλά το παιδί του, γνωρίζει ότι τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως φαίνονται, γνωρίζει ελάχιστα ή καθόλου αυτούς που κατηγορούν το παιδί, και συνεπώς δεν έχει αρκετούς λόγους για να αμφιβάλλει για το παιδί. Μπορεί μια ανεξάρτητη ομάδα να εξετάσει τις αποδείξεις και ν' αποφανθεί ότι τα δεδομένα δείχνουν με συντριπτικό τρόπο ότι το παιδί λέει ψέματα, αλλά σ' αυτή την περίπτωση θα λέγαμε ότι ο γονιός έκανε λάθος, όχι ότι είχε αυταπάτες. Θεωρούμε ότι ο γονιός αυταπατάται γιατί δεν υποθέτουμε ότι έκανε απλά λάθος, αλλά ότι ήταν παράλογος. Πως μπορεί να είμαστε σίγουροι;
Μια πιο ενδιαφέρουσα περίπτωση θα ήταν κάποια όπου (1) ο γονιός έχει καλούς λόγους να πιστεύει ότι το παιδί του λέει την αλήθεια σε οποιαδήποτε περίπτωση, (2) τ' αντικειμενικά στοιχεία υποδηλώνουν την αθωότητα του παιδιού, (3) ο γονιός δεν έχει κανένα ιδιαίτερο λόγο να εμπιστεύεται τους κατηγόρους του παιδιού του, αλλά (4) ο γονιός πιστεύει τους κατηγόρους έτσι και αλλιώς. Μια τέτοια κατάσταση είναι έτσι ορισμένη ώστε να είναι πρακτικά αδύνατο να την ερμηνεύσουμε χωρίς να υποθέσουμε κάποιου είδους ασυνείδητου και παράλογου κινήτρου (ή νοητικής διαταραχής) από μέρους του γονέα. Όμως αν η πνευματική ανικανότητα μπορεί να επιτραπεί ως μια εξήγηση για εμφανώς παράλογες πεποιθήσεις, τότε οι επικλήσεις ενδόμυχων ψυχολογικών μηχανισμών δεν χρειάζονται ούτε και σ' αυτή την περίπτωση.
Ευτυχώς δεν είναι απαραίτητο να ξέρουμε το αν η αυταπάτη οφείλεται σε ενδόμυχα κίνητρα ή όχι, προκειμένου να γνωρίζουμε ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου η αυταπάτη είναι τόσο κοινή ώστε να πρέπει να λαμβάνουμε συστηματικά μέτρα για να την αποφύγουμε. Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις της πίστης σε παραφυσικά ή απόκρυφα φαινόμενα όπως το ESP, τα προφητικά όνειρα, η ραβδοσκοπία, το θεραπευτικό άγγιγμα, η υποβοηθούμενη επικοινωνία, και μια πληθώρα άλλων θεμάτων που βρίσκονται μέσα στο Λεξικό του Σκεπτικιστή.
Στο βιβλίο How We Know What Isn't So (Πως ξέρουμε ότι δεν είναι έτσι), ο Thomas Gilovich περιγράφει τις λεπτομέρειες πολλών μελετών οι οποίες μας δείχνουν εμφανώς ότι πρέπει να καιροφυλακτούμε απέναντι στην τάση μας να
- μην αντιλαμβανόμαστε σωστά τυχαία δεδομένα και να βλέπουμε πρότυπα εκεί που δεν υπάρχουν.
- παρερμηνεύουμε ελλιπή ή μη-αντιπροσωπευτικά δεδομένα και να δίνουμε μεγαλύτερη προσοχή σε δεδομένα που επιβεβαιώνουν τις απόψεις μας ενώ παράλληλα να βγάζουμε συμπεράσματα χωρίς να ερευνούμε ή να προσέχουμε για δεδομένα που τις αντικρούουν.
- κάνουμε πολωμένες αξιολογήσεις διφορούμενων ή ασυνεπών δεδομένων, έχοντας την τάση να είμαστε λιγότερο κριτικοί στα υποστηρικτικά δεδομένα και περισσότερο κριτικοί στα αντικρούοντα δεδομένα.
Όμως, πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι εφόσον φυλάγονται απ' τους ευσεβείς πόθους, είναι μάλλον απίθανο ν' αυταπατηθούν. Στην πραγματικότητα, αν κάποιος πιστεύει ότι το μόνο απ' το οποίο πρέπει να φυλάγεται είναι οι ευσεβείς πόθοι, τότε είναι περισσότερο παρά λιγότερο επιρρεπής στην αυταπάτη. Για παράδειγμα, πολλοί έξυπνοι άνθρωποι έχουν επενδύσει σε πολυάριθμα απατηλά προϊόντα τα οποία υπόσχονταν να σώσουν λεφτά, το περιβάλλον ή τον κόσμο, όχι επειδή ήταν ένοχοι ευσεβών πόθων αλλά επειδή δεν ήταν. Μιας και δεν ήταν ένοχοι ευσεβών πόθων, ένιωθαν σίγουροι ότι είχαν δίκιο υπερασπιζόμενοι το προϊόν. Μπορούσαν εύκολα να διακρίνουν τα λάθη των επικριτικών επιχειρημάτων. Ήταν ειδήμονες στο να βρίσκουν κάθε αδυναμία των αντιπάλων τους. Μερικές φορές ήταν καταπληκτικοί στην υπεράσπιση του άχρηστου προϊόντος. Τα λάθη τους ήταν γνωσιακά, όχι συναισθηματικά. Παρερμήνευσαν τα δεδομένα. Έδωσαν την πλήρη προσοχή τους στα υποστηρικτικά δεδομένα αλλά ήταν ανυποψίαστοι σχετικά με τα αντίθετα δεδομένα. Μερικές φορές δεν αντιλαμβάνονταν ότι ο τρόπος με τον οποίο συνέλεγαν δεδομένα έκανε αδύνατη τη δυνατότητα εμφάνισης αντίθετων αποτελεσμάτων. Ήταν πάρα πολύ καλοί στο να ερμηνεύουν τα δεδομένα ευμενώς, όταν είτε ο στόχος είτε τα δεδομένα τα ίδια ήταν διφορούμενα ή ασαφή. Κάποιες φορές μπορούσαν με άνεση να επιχειρηματολογούν κατά ασυνεπών δεδομένων με το να προσφέρουν διάφορες ad hoc υποθέσεις. Και όμως, αν είχαν διαθέσει το χρόνο τους στο να σχεδιάσουν ένα καθαρό πείραμα με σωστούς ελέγχους, θα μπορούσαν να γλιτώσουν τον εαυτό τους από πολλά έξοδα και ντροπή. Οι υπέρμαχοι του DKL LifeGuard και οι αμέτρητοι υπερασπιστές των διαφόρων αεικίνητων μηχανών και των μηχανών ελεύθερης ενέργειας δεν οδηγούνται κατ' ανάγκη από την επιθυμία να πιστέψουν στις μαγικές τους συσκευές. Αντίστοιχα και όλες οι νοσοκόμες που πιστεύουν στο θεραπευτικό άγγιγμα αλλά και οι υπέρμαχοι της υποβοηθούμενης επικοινωνίας, του ESP, της αστρολογίας, των βιορυθμών, της δύναμης των κρυστάλλων, της ραβδοσκοπίας και μιας πληθώρας άλλων ιδεών που φαίνεται να έχουν οριστικά καταρριφθεί από επιστημονικά δεδομένα. Με λίγα λόγια, η αυταπάτη δεν είναι κατ' ανάγκη μια αδυναμία της θέλησης, αλλά μπορεί να οφείλεται σε άγνοια, σε τεμπελιά ή σε νοητική ανικανότητα.
Από την άλλη, η αυταπάτη μπορεί να μην είναι πάντα ένα μειονέκτημα αλλά μπορεί να είναι και ευεργετική. Αν ήμασταν στυγνά ειλικρινείς και αντικειμενικοί σχετικά με τις ικανότητές μας και τη ζωή μας γενικότερα, μπορεί να αποκαρδιωνόμασταν εντελώς.