Σύντομη βιογραφία: Ο άγιος πατέρας μας Γρηγόριος, ο οποίος δέχθηκε τη μοναχική κουρά στο όρος Σινά και γι' αυτό ονομάστηκε Σιναΐτης, ήκμασε στα χρόνια της βασιλείας του Ανδρονίκου Παλαιολόγου, γύρω στο 1330.
Όταν ήρθε στο όρος του Άθω και γύρισε τα διάφορα μοναστήρια και ήσυχαστήρια, βρήκε πολλούς να τους κοσμεί η σύνεση και η σεμνότητα του ήθους και να επιμελούνται την πρακτική αρετή μόνο, να είναι όμως τόσο αμύητοι στην φύλαξη του νου, την ακρίβεια της ησυχίας και τη θεωρία, ώστε ούτε το όνομά τους να γνωρίζουν.
Μόνο τρεις βρήκε στη σκήτη του Μαγουλά, αντίκρυ στη Μονή Φιλοθέου, τους Ησαΐα, Κορνήλιο και Μακάριο, που ασχολούνταν λίγο και με τη θεωρία. Κινούμενος λοιπόν από θερμό θείο ζήλο, όχι μονάχα αυτούς που ησύχαζαν μόνοι τους, αλλά και όλους τους κοινοβιάτες, τους δίδασκε περί νήψεως και φυλακής του νου και νοεράς προσευχής.
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά αφού ίδρυσε και τρία μεγάλα μοναστήρια στα Παρόρια της Μακεδονίας και αφού γύρισε πάμπολλους τόπους και επαρχίες, παρακινούσε όλους γενικά με τις θείες διδασκαλίες του στην εργασία της αδιάλειπτης νοεράς προσευχής, και με αυτήν οδήγησε πολλούς αμαρτωλούς σε μετάνοια και από αναξίους τους ανέδειξε αξίους (πρβλ. Ιερ. 15,19) και έγινε αίτιος να σωθούν. Εκτενέστατο βίο τον σννέγραψε ο αγιότατος πατριάρχης Κάλλιστος, ο οποίος εχρημάτισε και μαθητής του.
Αλλά ο αοίδιμος Γρηγόριος, όπως στη ζωή του ήταν για όλους διδάσκαλος της ιερής νήψεως, έτσι πάλι και μετά θάνατον μας καθοδηγεί σ' αυτήν με τα παρόντα σνγγράμματά του. Γιατί σ' αυτά μυσταγωγεί τον πρακτικό τρόπο της νοεράς και καρδιακής προσευχής άριστα και τελειότατα, διδάσκει περί ηθικών αρετών και παθών και διασαφεί ποιά είναι τα σημάδια της πλάνης και ποιά της χάρης.
Και γενικά, αυτό το έργο είναι χρησιμότατο, περισσότερο από κάθε άλλο, και για τους αρχαρίους και για τους μέσους και για τους τελείους. Τον πνευματικό πλούτο που κρύβει, πόσο πολύς και πόσο μεγάλος είναι, θα τον βρει όποιος δε θα το μελετήσει σαν πάρεργο· και θα δοκιμάσει πράγματι απερίγραπτη χαρά για την ανεύρεσή του.
Εισαγωγικά σχόλια: Ο όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, ως καρείς μοναχός στη μονή του Σινά, γεννήθηκε το 1255 σε ένα χωριό των Κλαζομενών, Κούκουλον. Νέος ακόμη συνελήφθη αιχμάλωτος από τους αγαρηνούς και απελευθερώθηκε με την καταβολή λύτρων από ευλαβείς χριστιανούς της Λαοδικείας. Θέλοντας να γνωρίσει το μοναχικό βίο και συγκροτημένος με τη σοφία της Ορθοδοξίας και την κλασσική γραμματεία επεχείρησε ταξίδι στην Κόπρο όπου περιεβλήθη το μοναχικόν ένδυμα, χωρίς να λάβει εκεί κουρά.
Από την Κύπρον ανεχώρησε για το όρος Σινά για χάρη αυστηροτέρας ζωής. Εγκαταβίωσε στη μονή της αγίας Αικατερίνης, όπου υποβάλλεται σε ασκητικούς αγώνες μέσα στα πλαίσια της σιναϊτικής παραδόσεως, που αρχιτεκτόνησε ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Φθονηθείς για την ισάγγελη ζωή του, ανεχώρησε από τη μονή με ένα μαθητή του και, αφού προσκύνησαν στους αγίους Τόπους, έφθασαν στους Καλούς Λιμένες της Κρήτης. Ύστερα από έρευνα, εξέλεξαν ησυχαστικό τόπο, όπου έκτισαν κελλία. Εκεί γνωρίζεται με ένα Κρητικόν αναχωρητή Αρσένιον, ο οποίος του εδίδαξε την ψυχοτεχνική μέθοδο της καρδιακής προσευχής, με το ελαφρό κράτημα της αναπνοής.
Από τότε ο άγιος Γρηγόριος έγινε απόστολος της ψυχοσωματικής μεθόδου που απετέλεσε κυριολεκτικώς σταθμό στην ιστορία του ησυχασμού και της νοεράς προσευχής, με τον εμπλουτισμό της πνευματικής και νηπτικής παραδόσεως διά της προσθήκης της μεθόδου. Ανεχώρησε για το άγιον Όρος, όπου άρχισε να διαδίδει το εύρημα, τη «φυλακή του νοός», τον «θεωρητικόν βίον», την «νήψιν» σε ησυχαστήρια, στις σκήτες και τις μονές. Εγκαταστάθηκε στη σκήτη του Μαγουλά, όπου συνάντησε τρεις μόνον ησυχαστές που ήσαν μυημένοι στο θεωρητικό βίο και τα μυστικά της προσευχής.
Ο μαθητής του άγιος Κάλλιστος, που έγινε αργότερα Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως δυο φορές, αφηγείται ότι επειδή συνέρρεαν πολλοί μοναχοί γυρω του και άλλοι φθονούσαν, ανεχώρησε απ' εκεί και υστέρα από μεταβάσεις από τόπο σε τόπο, κατέληξε στα Παρόρια της Μακεδονίας, όπου έκτισε μονές και εδίδαξε σε διάφορες επαρχίες την νοερά προσευχή. Αφού άφησε πλήθος διακριθέντας για την αγιότητά τους μοναχούς και διδασκάλους της νηπτικής εργασίας, εκοιμήθη εν Κυρίω στις 27 Νοεμβρίου του 1347, στα σύνορα Βυζαντίου και Βουλγαρίας, όπου το όρος Κατακρυωμένος.
Στο σημείον αυτό πρέπει να υπενθυμίσουμε όσα εγράψαμε για την ψυχοσωματική μέθοδο του οσίου Νικηφόρου. Είναι απαραίτητο να διευκρινισθεί, ότι τόσον ο Νικηφόρος, όσο και ο Γρηγόριος εισήγαγαν στην ησυχαστική παράδοση μόνο τη μέθοδο. Γιατί η νήψη, η νοερά προσευχή και η καρδιακή προσευχή, ακόμη και ο θεωρητικός βίος ήσαν γνωστά από τον τέταρτον αιώνα. Με την πάροδο των αιώνων τα στοιχεία αυτά συνεχώς επλουτίζοντο. Γι' αυτό βλέπουμε στα συγγράμματα των ασκητικών και νηπτικών Αγίων να γίνεται λόγος για όλα αυτά τα πνευματικά άνθη και τους καρπούς της εν αγίω Πνευματι ζωής, που ωριμάζουν όλο και περισσότερο.
Απόδειξη του ισχυρισμού αυτού, είναι η επιχειρηματολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, όταν αντικρούει τις σφοδρές επιθέσεις των λογίων του Βυζαντίου, που κατηγορούσαν ως μασσαλιανούς τους ησυχαστές. Επικαλείται συνεχώς προγενέστερους Πατέρες για ν' αποδείξει την αναγκαιότητα της στροφής της ενεργείας του νου στην ουσία του, Πατέρες, που έγραψαν από τον τέταρτο μέχρι τον δέκατο τέταρτο αιώνα για την διάχυση της ψυχής και για το δέον της ενοποιήσεώς της.
Φυσικά ο θείος Παλαμάς διακρίνει σαφώς την ενοποίηση από την βοηθητική μέθοδο, το «διά της εισπνοής είσω πέμπειν τον οικείον νουν», και δέχεται ότι η μέθοδος είναι μόνο για τους αρχαρίους, αφού οι δυνατοί, με την ερωτική κίνηση του νου των, επιτυγχάνουν την «ενοειδή συνέλιξιν». Και ο μεν όσιος Νικηφόρος διδάσκει την εισαγωγή της ενεργείας του νου στην ουσία του (αυτό σημαίνει στην καρδιά) «διά της ρινός», ο δε όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης λέγει «κράτει και τον ανασασμόν του πνεύματος, ίνα μη αδεώς πνης». Ερμηνεύοντας αυτές τις συστάσεις ο άγιος Παλαμάς, ανάγει το φαινόμενο στις φυσικές λειτουργίες, λέγοντας ότι αυτό το πνεύμα εισέρχεται και εξέρχεται ήρεμα σε κάθε εναγώνια μελέτη και σε κάθε προσπάθεια καλλιτεχνίας. Δηλαδή το βλέπει σαν αυτόματη λειτουργία της ψυχής, οπότε δεν υπάρχει καμμιά κατηγορία για το ελαφρό και ανεπαίσθητο κράτημα της αναπνοής. Μόνο που πρέπει να μη ταυτίζει κανείς την προκαλούμενη φυσικώς θερμότητα της καρδιάς με τη χάρη, οπότε πλανάται.
Πάντως όλη η διδασκαλία του ιερού Σιναΐτου είναι εναρμονισμένη πλήρως με την κοινή Πατερική και πνευματική παράδοση της Εκκλησίας.
Φιλοκαλία Δ΄Όταν ήρθε στο όρος του Άθω και γύρισε τα διάφορα μοναστήρια και ήσυχαστήρια, βρήκε πολλούς να τους κοσμεί η σύνεση και η σεμνότητα του ήθους και να επιμελούνται την πρακτική αρετή μόνο, να είναι όμως τόσο αμύητοι στην φύλαξη του νου, την ακρίβεια της ησυχίας και τη θεωρία, ώστε ούτε το όνομά τους να γνωρίζουν.
Μόνο τρεις βρήκε στη σκήτη του Μαγουλά, αντίκρυ στη Μονή Φιλοθέου, τους Ησαΐα, Κορνήλιο και Μακάριο, που ασχολούνταν λίγο και με τη θεωρία. Κινούμενος λοιπόν από θερμό θείο ζήλο, όχι μονάχα αυτούς που ησύχαζαν μόνοι τους, αλλά και όλους τους κοινοβιάτες, τους δίδασκε περί νήψεως και φυλακής του νου και νοεράς προσευχής.
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά αφού ίδρυσε και τρία μεγάλα μοναστήρια στα Παρόρια της Μακεδονίας και αφού γύρισε πάμπολλους τόπους και επαρχίες, παρακινούσε όλους γενικά με τις θείες διδασκαλίες του στην εργασία της αδιάλειπτης νοεράς προσευχής, και με αυτήν οδήγησε πολλούς αμαρτωλούς σε μετάνοια και από αναξίους τους ανέδειξε αξίους (πρβλ. Ιερ. 15,19) και έγινε αίτιος να σωθούν. Εκτενέστατο βίο τον σννέγραψε ο αγιότατος πατριάρχης Κάλλιστος, ο οποίος εχρημάτισε και μαθητής του.
Αλλά ο αοίδιμος Γρηγόριος, όπως στη ζωή του ήταν για όλους διδάσκαλος της ιερής νήψεως, έτσι πάλι και μετά θάνατον μας καθοδηγεί σ' αυτήν με τα παρόντα σνγγράμματά του. Γιατί σ' αυτά μυσταγωγεί τον πρακτικό τρόπο της νοεράς και καρδιακής προσευχής άριστα και τελειότατα, διδάσκει περί ηθικών αρετών και παθών και διασαφεί ποιά είναι τα σημάδια της πλάνης και ποιά της χάρης.
Και γενικά, αυτό το έργο είναι χρησιμότατο, περισσότερο από κάθε άλλο, και για τους αρχαρίους και για τους μέσους και για τους τελείους. Τον πνευματικό πλούτο που κρύβει, πόσο πολύς και πόσο μεγάλος είναι, θα τον βρει όποιος δε θα το μελετήσει σαν πάρεργο· και θα δοκιμάσει πράγματι απερίγραπτη χαρά για την ανεύρεσή του.
* * *
Εισαγωγικά σχόλια: Ο όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, ως καρείς μοναχός στη μονή του Σινά, γεννήθηκε το 1255 σε ένα χωριό των Κλαζομενών, Κούκουλον. Νέος ακόμη συνελήφθη αιχμάλωτος από τους αγαρηνούς και απελευθερώθηκε με την καταβολή λύτρων από ευλαβείς χριστιανούς της Λαοδικείας. Θέλοντας να γνωρίσει το μοναχικό βίο και συγκροτημένος με τη σοφία της Ορθοδοξίας και την κλασσική γραμματεία επεχείρησε ταξίδι στην Κόπρο όπου περιεβλήθη το μοναχικόν ένδυμα, χωρίς να λάβει εκεί κουρά.
Από την Κύπρον ανεχώρησε για το όρος Σινά για χάρη αυστηροτέρας ζωής. Εγκαταβίωσε στη μονή της αγίας Αικατερίνης, όπου υποβάλλεται σε ασκητικούς αγώνες μέσα στα πλαίσια της σιναϊτικής παραδόσεως, που αρχιτεκτόνησε ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Φθονηθείς για την ισάγγελη ζωή του, ανεχώρησε από τη μονή με ένα μαθητή του και, αφού προσκύνησαν στους αγίους Τόπους, έφθασαν στους Καλούς Λιμένες της Κρήτης. Ύστερα από έρευνα, εξέλεξαν ησυχαστικό τόπο, όπου έκτισαν κελλία. Εκεί γνωρίζεται με ένα Κρητικόν αναχωρητή Αρσένιον, ο οποίος του εδίδαξε την ψυχοτεχνική μέθοδο της καρδιακής προσευχής, με το ελαφρό κράτημα της αναπνοής.
Από τότε ο άγιος Γρηγόριος έγινε απόστολος της ψυχοσωματικής μεθόδου που απετέλεσε κυριολεκτικώς σταθμό στην ιστορία του ησυχασμού και της νοεράς προσευχής, με τον εμπλουτισμό της πνευματικής και νηπτικής παραδόσεως διά της προσθήκης της μεθόδου. Ανεχώρησε για το άγιον Όρος, όπου άρχισε να διαδίδει το εύρημα, τη «φυλακή του νοός», τον «θεωρητικόν βίον», την «νήψιν» σε ησυχαστήρια, στις σκήτες και τις μονές. Εγκαταστάθηκε στη σκήτη του Μαγουλά, όπου συνάντησε τρεις μόνον ησυχαστές που ήσαν μυημένοι στο θεωρητικό βίο και τα μυστικά της προσευχής.
Ο μαθητής του άγιος Κάλλιστος, που έγινε αργότερα Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως δυο φορές, αφηγείται ότι επειδή συνέρρεαν πολλοί μοναχοί γυρω του και άλλοι φθονούσαν, ανεχώρησε απ' εκεί και υστέρα από μεταβάσεις από τόπο σε τόπο, κατέληξε στα Παρόρια της Μακεδονίας, όπου έκτισε μονές και εδίδαξε σε διάφορες επαρχίες την νοερά προσευχή. Αφού άφησε πλήθος διακριθέντας για την αγιότητά τους μοναχούς και διδασκάλους της νηπτικής εργασίας, εκοιμήθη εν Κυρίω στις 27 Νοεμβρίου του 1347, στα σύνορα Βυζαντίου και Βουλγαρίας, όπου το όρος Κατακρυωμένος.
Στο σημείον αυτό πρέπει να υπενθυμίσουμε όσα εγράψαμε για την ψυχοσωματική μέθοδο του οσίου Νικηφόρου. Είναι απαραίτητο να διευκρινισθεί, ότι τόσον ο Νικηφόρος, όσο και ο Γρηγόριος εισήγαγαν στην ησυχαστική παράδοση μόνο τη μέθοδο. Γιατί η νήψη, η νοερά προσευχή και η καρδιακή προσευχή, ακόμη και ο θεωρητικός βίος ήσαν γνωστά από τον τέταρτον αιώνα. Με την πάροδο των αιώνων τα στοιχεία αυτά συνεχώς επλουτίζοντο. Γι' αυτό βλέπουμε στα συγγράμματα των ασκητικών και νηπτικών Αγίων να γίνεται λόγος για όλα αυτά τα πνευματικά άνθη και τους καρπούς της εν αγίω Πνευματι ζωής, που ωριμάζουν όλο και περισσότερο.
Απόδειξη του ισχυρισμού αυτού, είναι η επιχειρηματολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, όταν αντικρούει τις σφοδρές επιθέσεις των λογίων του Βυζαντίου, που κατηγορούσαν ως μασσαλιανούς τους ησυχαστές. Επικαλείται συνεχώς προγενέστερους Πατέρες για ν' αποδείξει την αναγκαιότητα της στροφής της ενεργείας του νου στην ουσία του, Πατέρες, που έγραψαν από τον τέταρτο μέχρι τον δέκατο τέταρτο αιώνα για την διάχυση της ψυχής και για το δέον της ενοποιήσεώς της.
Φυσικά ο θείος Παλαμάς διακρίνει σαφώς την ενοποίηση από την βοηθητική μέθοδο, το «διά της εισπνοής είσω πέμπειν τον οικείον νουν», και δέχεται ότι η μέθοδος είναι μόνο για τους αρχαρίους, αφού οι δυνατοί, με την ερωτική κίνηση του νου των, επιτυγχάνουν την «ενοειδή συνέλιξιν». Και ο μεν όσιος Νικηφόρος διδάσκει την εισαγωγή της ενεργείας του νου στην ουσία του (αυτό σημαίνει στην καρδιά) «διά της ρινός», ο δε όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης λέγει «κράτει και τον ανασασμόν του πνεύματος, ίνα μη αδεώς πνης». Ερμηνεύοντας αυτές τις συστάσεις ο άγιος Παλαμάς, ανάγει το φαινόμενο στις φυσικές λειτουργίες, λέγοντας ότι αυτό το πνεύμα εισέρχεται και εξέρχεται ήρεμα σε κάθε εναγώνια μελέτη και σε κάθε προσπάθεια καλλιτεχνίας. Δηλαδή το βλέπει σαν αυτόματη λειτουργία της ψυχής, οπότε δεν υπάρχει καμμιά κατηγορία για το ελαφρό και ανεπαίσθητο κράτημα της αναπνοής. Μόνο που πρέπει να μη ταυτίζει κανείς την προκαλούμενη φυσικώς θερμότητα της καρδιάς με τη χάρη, οπότε πλανάται.
Πάντως όλη η διδασκαλία του ιερού Σιναΐτου είναι εναρμονισμένη πλήρως με την κοινή Πατερική και πνευματική παράδοση της Εκκλησίας.