Λόγος εικοστός δεύτερος, που έχει γράμμα το χι,
και λέει ότι η χαρά γεννιέται απ' την ειρήνη.
Για την οποία λίγα θα πω και σύντομα,
διότι υπάρχει χαρά πνευματική,
υπάρχει όμως και άλλη.
Και τώρα ευλόγησε λοιπόν την ανάγνωση, πάτερ.
Φιλοκαλία Γ΄και λέει ότι η χαρά γεννιέται απ' την ειρήνη.
Για την οποία λίγα θα πω και σύντομα,
διότι υπάρχει χαρά πνευματική,
υπάρχει όμως και άλλη.
Και τώρα ευλόγησε λοιπόν την ανάγνωση, πάτερ.
Ο Απόστολος λέει: «Να έχετε τη χαρά που δίνει ο Κύριος»(Φιλιπ. 3, 1). Σωστά το διατύπωσε έτσι· γιατί αν η χαρά δεν προέρχεται από τον Κύριο, όχι μόνο δε χαίρεται κανείς, αλλά σχεδόν ποτέ δεν θα χαρεί. Γιατί και ο Ιώβ, εξετάζοντας τον ανθρώπινο βίο, βρήκε ότι περιέχει κάθε θλίψη(Ιώβ 14, 1). Επίσης και ο Μέγας Βασίλειος.
Ο δε Γρηγόριος Νύσσης είπε ότι τα όρνεα και τα άλλα ζώα χαίρονται, επειδή είναι αναίσθητα· ο λογικός όμως άνθρωπος δεν μπορεί διόλου να χαίρεται, εξαιτίας του πένθους. Γιατί, λέει, δεν αξιωθήκαμε να έχομε τη γνώση ούτε αυτών των αγαθών από τα οποία ξεπέσαμε.
Γι' αυτό και η φύση διδάσκει να πενθούμε μάλλον, επειδή η ζωή είναι πολύ οδυνηρή και πολύ κοπιαστική και εξορία γεμάτη αμαρτίες. Αν όμως κανείς έχει ακατάπαυστα τη μνήμη του Θεού, ευφραίνεται, σύμφωνα με τον Ψαλμωδό που λέει: «Έφερα στο νου μου το Θεό και ένιωσα ευφροσύνη»(Ψαλμ. 76, 4).
Γιατί καθώς ευφραίνεται ο νους από τη μνήμη του Θεού, λησμονεί τις θλίψεις του κόσμου, και ελπίζει σ' Αυτόν, και γίνεται αμέριμνος. Και η αμεριμνία φέρνει χαρά και ευχαριστία. Η δε ευχαριστία που είναι ενωμένη με την ευγνωμοσύνη, αυξάνει τις δωρεές και τα χαρίσματα. Και όσο πληθαίνουν οι ευεργεσίες, αυξάνει η ευχαριστία και η καθαρή προσευχή μαζί με τα δάκρυα της χαράς, και σιγά-σιγά ο άνθρωπος απαλλάσσεται από τα δάκρυα της λύπης και των παθών και από τα πάθη.
Κατόπιν με κάθε τρόπο φτάνει στην πνευματική χαρά. Για τα ευχάριστα ταπεινώνεται και ευχαριστεί· από τους πειρασμούς γίνεται μέσα του βέβαιη η ελπίδα του μέλλοντος. Και με τα δύο αυτά χαίρεται και αγαπά το Θεό και όλους με φυσικότητα σαν ευεργέτες. και δε βρίσκει σε όλη την κτίση τίποτε που μπορεί να τον βλάψει, αλλά φωτιζόμενος από τη γνώση του Θεού, από όλα τα κτίσματα παίρνει χαρά που εμπνέει ο Κύριος και θαυμάζει την επιμέλεια που έχει για τα κτίσματά Του.
Γιατί όποιος έφτασε σε πνευματική γνώση, δε θαυμάζει μόνο εκείνα που φαίνονται αξιέπαινα, αλλά αισθάνεται και εκείνα που δεν φαίνονται στους απείρους αναγκαία, και καταλαμβάνεται από έκπληξη. Και θαυμάζει όχι μόνο την ημέρα για το φως, αλλά και τη νύχτα.
Γιατί σε όλους είναι ωφέλιμη η νύχτα. Στους πρακτικούς δίνει ησυχία και ευκαιρία προσευχής· τους πενθικούς τους οδηγεί στη μνήμη του θανάτου και του άδη· και εκείνους που επιδιώκουν την ηθική, τους οδηγεί στην ακριβέστερη μελέτη και έρευνα των θείων ευεργεσιών και στην τακτοποίηση των ηθών, όπως λέει ο Ψαλμωδός: «Όσα λέτε μέσα στις καρδιές σας, να τα εξετάζετε με κατάνυξη στην κλίνη σας»(Ψαλμ. 4, 5).
Δηλαδή στην ησυχία της νύχτας να αναλογίζεσθε με κατάνυξη τα ολισθήματα που έγιναν από σας στη σύγχυση της ημέρας. Και να νουθετείτε τον εαυτό σας με ύμνους και πνευματικά άσματα(Κολ. 3, 16), δηλαδή να διδάσκετε τον εαυτό σας να περνά με προσευχές και ψαλμωδίες, προσέχοντας και εμβαθύνοντας στα αναγνώσματα.
Γιατί έτσι κατορθώνεται η ηθική πράξη, με το να μελετά κανείς τα συμβάντα της ημέρας, ώστε να τα συναισθανθεί στην ησυχία της νύχτας και να μπορέσει να πενθεί τις αμαρτίες του. Και όταν με τη χάρη προκόψει και διαπιστώσει, στ' αλήθεια και όχι φανταστικά, ότι κάποιες από τις ηθικές πράξεις της ψυχής ή του σώματός του γίνονται με έργα ή λόγια σύμφωνα με την εντολή του Χριστού, ευχαριστεί με φόβο και ταπείνωση και αγωνίζεται με προσευχή και πολλά δάκρυα προς το Θεό να διατηρεί το χρηστό εκείνο ήθος, συμβουλεύοντας τον εαυτό του να κράτα τη μνήμη του, για να μη χαθεί πάλι αυτό από τη λησμοσύνη. Γιατί με την πολυκαιρία κατορθώνεται μέσα μας το χρηστό ήθος· και εκείνο που κατορθώθηκε με πολύν κόπο και χρόνο, μπορεί σε μιά στιγμή να χαθεί. Αυτά για τους πρακτικούς.
Για τους θεωρητικούς τώρα, η νύχτα έχει πολλές θεωρίες, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος. Κάθε φορά που έρχεται, τους υπενθυμίζει την κοσμοποιΐα, επειδή το σκοτάδι της κάνει αφανή όλη την κτίση, όπως ήταν προηγουμένως.
Όταν πάλι τα σύννεφα κρύβουν τ' αστέρια, ο θεωρητικός οδηγείται σε πνευματική θεωρία, πώς ο ουρανός ήταν πρώτα άδειος και χωρίς αστέρια. Όταν μπεί στο κελί του, και τον τυλίξει το σκοτάδι, θυμάται το σκοτάδι εκείνο που πλανιόταν πάνω από την άβυσσο(Γεν. 1, 2).
Όταν πάλι ο ουρανός ξαφνικά ξαστερώσει, ένας τέτοιος μοναχός, βγαίνοντας από το κελί του, κυριεύεται από έκπληξη για τον άνω κόσμο και δοξολογεί το Θεό, παρόμοια με τους Αγγέλους που, όπως λέει ο Ιώβ, δοξολόγησαν το Θεό μόλις πρωτοείδαν τα άστρα(Ιώβ 38, 7). Θεωρεί ακόμη τη γη αόρατη και ακατασκεύαστη(Γεν. 1, 2), όπως ήταν τότε, και τους ανθρώπους να κοιμούνται σαν να μην υπάρχουν και έχει την αίσθηση ότι είναι μόνος σαν τον Αδάμ, και υμνεί τον Κτίστη και Δημιουργό της κτίσεως με γνώση μαζί με τους Αγγέλους. Όταν γίνονται βροντές και αστραπές συλλογίζεται την ημέρα της Κρίσεως.
Ακούγοντας τις φωνές των ορνέων, είναι σαν ν' ακούει την τότε φωνή της σάλπιγγας(Α΄ Θεσ. 4, 16). Από την ανατολή του αυγερινού και της αυγής κατανοεί τη φανέρωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού(Ματθ. 24, 30). Από το ξύπνημα των ανθρώπων από τον ύπνο, συμπεραίνει την κοινή ανάσταση, ενώ από την ανατολή του ηλίου, την έλευση του Κυρίου.
Παρατηρεί, πώς άλλοι τον προϋπαντούν με ύμνους, όπως πάνω σε σύννεφα(Α΄ Θεσ. 4, 17) οι Άγιοι τότε, ενώ άλλοι αμελούν και κοιμούνται, όπως εκείνοι που μέλλουν τότε να κατακριθούν. Οι πρώτοι ευφραίνονται όλη την ημέρα με τη δοξολογία, τη θεωρία, την προσευχή και τις λοιπές αρετές, και ζουν μέσα στο φως της γνώσεως, όπως οι τότε δίκαιοι, ενώ οι άλλοι μένουν στα πάθη και το σκοτάδι της άγνοιας, όπως οι τότε αμαρτωλοί.
Και γενικά εκείνος που έχει πνευματική γνώση, βρίσκει όλα τα πράγματα να συντελούν στη σωτηρία της ψυχής και τη δόξα του Θεού, για την οποία και δημιουργήθηκαν από τον Κύριο, το Θεό των γνώσεων(Α΄ Βασ. 2, 3), όπως είπε η μητέρα του προφήτη Σαμουήλ.
Γι' αυτό ας μην καυχιέται ο σοφός για τη σοφία του κλπ., αλλά όποιος καυχιέται, να καυχιέται επειδή αντιλαμβάνεται και γνωρίζει τον Κύριο(Α΄ Βασ. 2, 10), δηλαδή για το ότι αντιλαμβάνεται και γνωρίζει καλά τον Κύριο από τα κτίσματά Του και τον μιμείται, κατά το δυνατόν, με τη φύλαξη των θείων Του εντολών, με τις οποίες τον γνωρίζει, και για να μπορέσει να κάνει κρίση και να αποδώσει δικαιοσύνη επάνω στη γη, όπως Εκείνος.
Γιατί τα λόγια αυτά τα είπε η μητέρα του προφήτη Σαμουήλ προφητεύοντας για τη σταύρωση και την ανάσταση του Κυρίου. Αντίστοιχα λοιπόν και ο πιστός πρέπει να συμμετάσχει στο πάθος του Χριστού με την απόκτηση των αρετών, ώστε να γίνει συμμέτοχος και στη δόξα(Ρωμ. 8, 17) της αναστάσεώς Του με την απάθεια και τη γνώση, και να το έχει καύχημα που αξιώθηκε να γίνει δούλος τέτοιου Κυρίου και μιμητής της ταπεινώσεώς Του, ενώ είναι ανάξιος.
Και τότε θα δοθεί ο έπαινος από τον Κύριο(Α΄ Κορ. 4, 5). Πότε τότε; Όταν θα πεί στους από τα δεξιά Του: «Ελάτε οι ευλογημένοι να κληρονομήσετε τη βασιλεία»(Ματθ. 25, 34). Αυτήν είθε όλοι να αξιωθούμε με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η εξουσία στους αιώνες. Αμήν.
----------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 226-229)
Για τους θεωρητικούς τώρα, η νύχτα έχει πολλές θεωρίες, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος. Κάθε φορά που έρχεται, τους υπενθυμίζει την κοσμοποιΐα, επειδή το σκοτάδι της κάνει αφανή όλη την κτίση, όπως ήταν προηγουμένως.
Όταν πάλι τα σύννεφα κρύβουν τ' αστέρια, ο θεωρητικός οδηγείται σε πνευματική θεωρία, πώς ο ουρανός ήταν πρώτα άδειος και χωρίς αστέρια. Όταν μπεί στο κελί του, και τον τυλίξει το σκοτάδι, θυμάται το σκοτάδι εκείνο που πλανιόταν πάνω από την άβυσσο(Γεν. 1, 2).
Όταν πάλι ο ουρανός ξαφνικά ξαστερώσει, ένας τέτοιος μοναχός, βγαίνοντας από το κελί του, κυριεύεται από έκπληξη για τον άνω κόσμο και δοξολογεί το Θεό, παρόμοια με τους Αγγέλους που, όπως λέει ο Ιώβ, δοξολόγησαν το Θεό μόλις πρωτοείδαν τα άστρα(Ιώβ 38, 7). Θεωρεί ακόμη τη γη αόρατη και ακατασκεύαστη(Γεν. 1, 2), όπως ήταν τότε, και τους ανθρώπους να κοιμούνται σαν να μην υπάρχουν και έχει την αίσθηση ότι είναι μόνος σαν τον Αδάμ, και υμνεί τον Κτίστη και Δημιουργό της κτίσεως με γνώση μαζί με τους Αγγέλους. Όταν γίνονται βροντές και αστραπές συλλογίζεται την ημέρα της Κρίσεως.
Ακούγοντας τις φωνές των ορνέων, είναι σαν ν' ακούει την τότε φωνή της σάλπιγγας(Α΄ Θεσ. 4, 16). Από την ανατολή του αυγερινού και της αυγής κατανοεί τη φανέρωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού(Ματθ. 24, 30). Από το ξύπνημα των ανθρώπων από τον ύπνο, συμπεραίνει την κοινή ανάσταση, ενώ από την ανατολή του ηλίου, την έλευση του Κυρίου.
Παρατηρεί, πώς άλλοι τον προϋπαντούν με ύμνους, όπως πάνω σε σύννεφα(Α΄ Θεσ. 4, 17) οι Άγιοι τότε, ενώ άλλοι αμελούν και κοιμούνται, όπως εκείνοι που μέλλουν τότε να κατακριθούν. Οι πρώτοι ευφραίνονται όλη την ημέρα με τη δοξολογία, τη θεωρία, την προσευχή και τις λοιπές αρετές, και ζουν μέσα στο φως της γνώσεως, όπως οι τότε δίκαιοι, ενώ οι άλλοι μένουν στα πάθη και το σκοτάδι της άγνοιας, όπως οι τότε αμαρτωλοί.
Και γενικά εκείνος που έχει πνευματική γνώση, βρίσκει όλα τα πράγματα να συντελούν στη σωτηρία της ψυχής και τη δόξα του Θεού, για την οποία και δημιουργήθηκαν από τον Κύριο, το Θεό των γνώσεων(Α΄ Βασ. 2, 3), όπως είπε η μητέρα του προφήτη Σαμουήλ.
Γι' αυτό ας μην καυχιέται ο σοφός για τη σοφία του κλπ., αλλά όποιος καυχιέται, να καυχιέται επειδή αντιλαμβάνεται και γνωρίζει τον Κύριο(Α΄ Βασ. 2, 10), δηλαδή για το ότι αντιλαμβάνεται και γνωρίζει καλά τον Κύριο από τα κτίσματά Του και τον μιμείται, κατά το δυνατόν, με τη φύλαξη των θείων Του εντολών, με τις οποίες τον γνωρίζει, και για να μπορέσει να κάνει κρίση και να αποδώσει δικαιοσύνη επάνω στη γη, όπως Εκείνος.
Γιατί τα λόγια αυτά τα είπε η μητέρα του προφήτη Σαμουήλ προφητεύοντας για τη σταύρωση και την ανάσταση του Κυρίου. Αντίστοιχα λοιπόν και ο πιστός πρέπει να συμμετάσχει στο πάθος του Χριστού με την απόκτηση των αρετών, ώστε να γίνει συμμέτοχος και στη δόξα(Ρωμ. 8, 17) της αναστάσεώς Του με την απάθεια και τη γνώση, και να το έχει καύχημα που αξιώθηκε να γίνει δούλος τέτοιου Κυρίου και μιμητής της ταπεινώσεώς Του, ενώ είναι ανάξιος.
Και τότε θα δοθεί ο έπαινος από τον Κύριο(Α΄ Κορ. 4, 5). Πότε τότε; Όταν θα πεί στους από τα δεξιά Του: «Ελάτε οι ευλογημένοι να κληρονομήσετε τη βασιλεία»(Ματθ. 25, 34). Αυτήν είθε όλοι να αξιωθούμε με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η εξουσία στους αιώνες. Αμήν.
----------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 226-229)