Σύμφωνα με τη Βιοηθική (προέκταση της Ιατρικής ηθικής που προέκυψε ως κλάδος, λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας και της ανάπτυξης της ιατρικής και της βιολογίας), τα είδη της ευθανασίας* είναι τρία:
α) η εκούσια ευθανασία (το άτομο εκφράζει ρητώς την επιθυμία για τερματισμό της ζωής του, τον οποίο αναλαμβάνει τρίτο άτομο -συνήθως γιατρός),
β) η μη εκούσια ευθανασία (το άτομο δε δύναται να υποστηρίξει την απόφαση για ευθανασία -είτε γιατί είναι σε κωματώδη κατάσταση, είτε γιατί αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα) και
γ) η ακούσια ευθανασία (το άτομο έχει εκφράσει κάποια στιγμή στο παρελθόν την επιθυμία να διατηρηθεί στη ζωή με όλα τα μέσα ανεξάρτητα με την κατάσταση της υγείας του).
Η ευθανασία διακρίνεται σε άμεση (ιατρικό προσωπικό ενεργεί με τη χορήγηση κατάλληλης ουσίας) και έμμεση (εκτελείται ιατρικώς ενδεδειγμένη πράξη, ώστε να ανακουφιστεί ο ασθενής) ενεργητική και σε παθητική (ο γιατρός διακόπτει τη φαρμακευτική αγωγή, ώστε να επέλθει σταδιακά ο θάνατος). Η υποβοηθούμενη είναι η διαδικασία που υπάρχει κάποιο μέσο (θανατηφόρα δόση/μηχάνημα) και χρησιμοποιείται από το άτομο που θέλει να τερματίσει τη ζωή του.
Για να προκύψει η Βιοηθική και οι κατηγορίες ευθανασίας είχαν προηγηθεί πάρα πολλά που 'θόλωναν' το τοπίο.
Ευθανασία: Ό,τι καλύτερο μπορούν να προσφέρουν οι Θεοί
Η ευθανασία είχε αρχικά, πολύ ξεκάθαρη έννοια. Αυτή εξελίχθηκε σε σύνθετη, μετά την παρέμβαση δυο Γερμανών επιστημόνων. Έκτοτε κάθε κράτος δίνει άλλη ερμηνεία-και έχει άλλο νόμο. Η Ελλάδα δεν τη δέχεται ως δικαίωμα, κάτι που ενδέχεται να αλλάξει.
Ο όρος "ευθανασία" προέρχεται από το αρχαίο ρήμα "ευθανατώ". Η ερμηνεία του είναι "εύκολος, ήρεμος, ανώδυνος, ένδοξος θάνατος". Ο ποιητής Ποσείδιππος είχε χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά τη λέξη -σε κωμωδία-, το 300 π.Χ. Είχε αναφέρει πως "είναι ό,τι καλύτερο μπορούν να σου προσφέρουν οι Θεοί".
Στην Αρχαία Ελλάδα θεωρούνταν ευγονική πρακτική, που άνηκε στο πλαίσιο του οίκτου προς τους βαριά ασθενείς και πάσχοντες. Οι Σπαρτιάτες ακολουθούσαν την ίδια τακτική, για τους ανίατους ασθενείς (θα έχεις υπ' όψιν σου τον Καιάδα και τον Ευρώτα). Έκτοτε τη δανείστηκαν πολλοί. Τόσοι που στον Όρκο του Ιπποκράτη μπορεί να διαβάσει κάποιος το “Οὐ δώσω δὲ οὐδὲ φάρμακον οὐδενὶ αἰτηθεὶς θανάσιμον, οὐδὲ ὑφηγήσομαι ξυμβουλίην τοιήνδε”. Δηλαδή, απαγορεύεται να χορηγούν οι γιατροί οποιοδήποτε θανατηφόρο φάρμακο σε ασθενή, έστω και έπειτα από παράκληση του.
Κάπου στη δεκαετία του 1880, η ευθανασία ήταν το πλέον επίκαιρο θέμα σε διαλέξεις ιατρικών συνεδρίων. Ουκ ολίγα άρθρα είχα δημοσιευθεί σε ιατρικά περιοδικά της Αγγλίας και της Αμερικής. Δέκα χρόνια μετά, μπήκαν στη μέση οι νομικοί και οι κοινωνιολόγοι και προέκυψε διαμάχη, με τους γιατρούς να επιμένουν πως η παθητική ή η έμμεση ευθανασία είναι νομική και ηθική, σε ορισμένες περιπτώσεις.
Με αφορμή περιστατικό καρκινοπαθούς, στον οποίον γιατρός χορήγησε ουσία που ανακούφιζε μεν, από τους πόνους, αλλά μείωνε τη ζωή, εμφανίστηκαν οι "ηθικές αρχές". Αυτές επέκτειναν τη δικαιολόγηση των παθητικών ευθανασιών, έως την ενεργό ευθανασία και την ιατρο-υποβοηθούμενη αυτοκτονία.
Έως το 1920 δεν υπήρχε κάποια ένταση. Τότε προέκυψε το σύγγραμα δυο Γερμανών, ενός καθηγητή ψυχιατρικής (Alfred Hoche) και ενός καθηγητή νομικής (Karl Binding). Ήταν οι αρχιτέκτονες της ευγονικής των Ναζί. Το σύγγραμα είχε τίτλο "Η δια νόμου εξόντωση της άχρηστης ζωής". Μεταξύ άλλων σημείωναν το εξής:
Θα έρθει η μέρα που θα γίνει αποδεκτή η άποψη πως η εξόντωση ανθρώπων πνευματικώς νεκρών δεν συνιστά έγκλημα, δεν συνιστά ενέργεια ανήθικη, δεν συνιστά μια ενστικτώδη, κτηνώδη πράξη, αλλά μια πράξη επιτρεπτή, όσο και επωφελή.
Αυτό που έκανε ο -δικαστής- Binding ήταν να δώσει δική του ερμηνεία σε νόμο που είχε η Γερμανία το '20 για τις αυτοκτονίες (απαγορεύονταν). Έγραψε πως δεν είναι παράνομες, αλλά ούτε και νόμιμες. Τόνισε ότι η -παράνομη- δολοφονία αφορά το να αφαιρείς άλλη ζωή -όχι να αυτοκτονείς "αφού κανείς δεν μπορεί να σταματήσει κάποιον από το να αφαιρέσει τη ζωή του, αν αυτό επιθυμεί".
Και αν δεν ήταν παράνομη η αυτοκτονία " τότε κανείς δεν μπορεί να σταματήσει κάποιον από το να σκοτώσει άλλους, όταν είναι άρρωστοι". Μαζί με τον Hoche τόνισαν ότι "όποιος έχει σκοτώσει έναν πολύ βαριά ασθενή, αφότου του το έχει ζητήσει εκείνος, είναι σε συνέπεια με το νόμο".
Στη λίστα των ασθενών υπήρχαν άνθρωποι με ανίατες ασθένειες, διανοητικά ανάπηροι και παραμορφωμένοι. Οι Γερμανοί επιστήμονες είχαν γράψει ότι “υπάρχουν τρία γκρουπ υποψήφια για ευθανασία. Δυο μεγάλα και ένα μέσο”.
Στο Νο1 ήταν “οι άνθρωποι που έχουν τραυματιστεί θανάσιμα ή είναι στην προθανάτια οδό και με κάποιον τρόπο επικοινωνούν την επιθυμία τους να πεθάνουν”. Δεν ήταν απαραίτητο να πονούν. Ήταν αρκετό ότι δεν θα μπορούσαν να αυτοεξυπηρετηθούν και η κατάσταση τους είναι ανίατη. Ουδεμία σημασία είχε αν αυτά τα άτομα μπορούσαν να σωθούν, με άλλον τρόπο.
Στο Νο2 ήταν “οι άνθρωποι που είναι πέραν πάσης αμφιβολίας, ψυχικά άρρωστοι και είναι βάρος για τις οικογένειες τους και την κοινωνία”.
Το Νο3 'έπιαναν' “οι άνθρωποι που υποφέρουν από σοβαρούς τραυματισμούς και είναι αναίσθητοι. Αυτοί που ακόμα και να ξυπνήσουν, δεν θα θυμούνται καν ποιοι είναι. Δεν πρόκειται για δολοφονία, αλλά για σωτηρία από ένα τραγικό τέλος”.
Μια επιτροπή που θα συγκροτούσαν ένας γιατρός, ένας ψυχίατρος και ένας δικαστής, θα είχε την ευθύνη της απόφασης για το αν ο όποιος υποψήφιος πληροί τις προϋποθέσεις για ευθανασία. Εκτός επιτροπής θα ήταν οι περιπτώσεις που καταλάβαιναν (;) πως ένας αναίσθητος άνθρωπος ήθελε να πεθάνει ή αν ο ασθενής έδινε τη συγκατάθεση του, για το τέλος του.
Οι καθ' ύλην αρμόδιοι ομολογούσαν πως πάντα υπάρχει η πιθανότητα να σκοτώσεις λάθος άνθρωπο. Από την άλλη, η ανθρωπότητα χάνει τόσες πολλές ζωές, από λάθος. Μια περισσότερη δεν θα κάνει μεγάλη διαφορά.
Η κατάληξη αυτού του πονήματος ήταν πως ο θάνατος, στις προαναφερθείσες κατηγορίες, ήταν σπλαχνική-θεραπευτική αγωγή, συνεπής με την ιατρική ηθική. Επιπροσθέτως, "γλίτωνε" από το κράτος χρήματα που χρειάζονταν για αγωγές, θεραπείες "και άρα σταματά η αφαίμαξη της κοινωνίας, όπως και η ρύπανση της δεξαμενής των γονιδίων, με ελαττωματικά γονίδια".
Όλα αυτά χρησιμοποιήθηκαν από τους Ναζί, στην παρουσίαση του προγράμματος Aktion Τ4. Γνωστό ως αυτό της ευγονικής, που εκτιμάται πως στοίχισε 70.273 ζωές.
Το Αίτημα της Νέας Υόρκης και η αντίδραση της Καθολικής Εκκλησίας
Στις 6 Ιανουαρίου του 1949, η Euthanasia Society of America παρουσίασε στους νομοθέτες της Νέας Υόρκης αίτημα για τη νομιμοποίηση της ευθανασίας. Το είχαν υπογράψει 379 κορυφαία στελέχη Προτεσταντών και Εβραίων. Ήταν η μεγαλύτερη ομάδα θρησκευτικών ηγετών που συνυπέγραψαν ποτέ το ίδιο αίτημα.
Οι ηγέτες του Καθολικισμού επέκριναν το αίτημα, λέγοντας πως “ένα τέτοιο νομοσχέδιο θα νομιμοποιήσει το συνδυασμό αυτοκτονίας-δολοφονίας”. Τόνισαν ότι “η πέμπτη εντολή του Θεού είναι “να μην σκοτώσεις”. Ένας αιδεσιμότατος, ονόματι Ρόμπερτ ΜακΚόρμικ είχε δηλώσει “ο απώτερος στόχος της Euthanasia Society of America βασίζεται στην αρχή του ολοκληρωτισμού, πως ένα κράτος είναι το ανώτερο όργανο και ότι το άτομο δεν έχει το δικαίωμα να ζει, αν η συνέχιση της ζωής του είναι βάρος ή εμπόδιο για το κράτος. Οι Ναζί ακολούθησαν το πρόγραμμα αυτό, στον πρόσφατο πόλεμο. Εμείς, οι Αμερικανοί πολίτες της Νέας Υόρκης πρέπει να διερωτηθούμε αν θα ολοκληρώσουμε τη δουλειά του Χίτλερ”.
Εν συνεχεία, παρατηρήθηκε κλίμα αντί-καθολικού συναισθήματος, το οποίο αφορούσε και άλλα θέματα όπως η αντισύλληψη, η ευγονική και ο έλεγχος του πληθυσμού. Το νομοσχέδιο δεν πέρασε.
"Η ζωή δεν ανήκει στον άνθρωπο, αλλά στο Θεό"
Εναντίον της ευθανασίας έχουν ταχθεί οι Ρωμαιοκαθολικοί, οι Ορθόδοξοι, οι Επισκοπικοί, οι Ευαγγελικοί, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι Πρεσβυτεριανοί, οι Βαπτιστές και οι Μεθοδιστές. Στο Ισλάμ υπάρχει μια σύγχυση, αλλά κατά βάση αντίκειται του ισλαμικού νόμου. Στον Ιουδαϊσμό, υπάρχει η απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου του Ισραήλ, κατά την οποία η παθητική ευθανασία, είναι νόμιμη, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Περιττό να αναφέρουμε πως η Εκκλησία της Ελλάδας έχει εκφράσει την αντίθεση της, καθώς όπως υποστηρίζει “ο θάνατος είναι ένα απλό συμβάν για τη μετάβαση του προσώπου σε έναν άλλο τρόπο προσωπικής ύπαρξης. Η ζωή δεν ανήκει στον άνθρωπο, άλλα στον Θεό, γι' αυτό και δεν μπορεί να παρεμβαίνει κανείς σε κάτι που δεν το προσδιόρισε”. Και αν δεν αντέχει άλλο πόνο; “Ο πόνος είναι ευεργετικός στη ζωή του ανθρώπου γιατί, εκτός των άλλων, αναπτύσσει και ισχυρούς δεσμούς αγάπης μεταξύ των ανθρώπων”.
Το Δικαίωμα στην άρνηση της θεραπευτικής αγωγής
Τα χρόνια πέρασαν, η Ευρώπη επέστρεψε στην -ας πούμε- κανονικότητα της και τον Απρίλιο του 1997 συγκλήθηκε στο Οβιέδο της Ισπανίας το Συμβούλιο της Ευρώπης, για να ασχοληθεί με τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του ατόμου -σε σχέση με τις εφαρμογές της βιολογίας και της ιατρικής. Στις 4/5 υπεγράφη από όλα τα μέλη της ΕΕ το σχετικό κείμενο (με τα πώς και τα γιατί) που έμεινε στην ιστορία, ως η Σύμβαση του Οβιέδο.
Στο κεφάλαιο ΙΙ με τίτλο “Συναίνεση”, στο άρθρο 5, θα διαβάσεις “επέμβαση σε θέματα υγείας μπορεί να υπάρχει μόνον, αφού το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δώσει την ελεύθερη συναίνεση του, κατόπιν προηγούμενης σχετικής ενημέρωσης του. Το πρόσωπο αυτό θα ενημερώνεται εκ των προτέρων, καταλλήλως, ως προς το σκοπό και τη φύση της επέμβασης, καθώς και ως προς τα επακόλουθα και κινδύνους που αυτή συνεπάγεται. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο μπορεί ελεύθερα και οποτεδήποτε να ανακαλέσει τη συναίνεση του”.
Η Ολλανδία ανήκει εις τους πρωτοπόρους τής Ευρώπης
Από το Δεκέμβριο του 2000, η Ολλανδία ενημέρωσε τον πλανήτη πως εξέταζε νομοθετική πρωτοβουλία, που αφορούσε στην ευθανασία, για πάσχοντες από ανίατες ασθένειες ή/και ασθενείς που υπέφεραν από αφόρητους πόνους, χωρίς προοπτική θεραπείας. Στις βασικές προϋποθέσεις ήταν να έχει ο ασθενής επίγνωση της κατάστασης του και να αποδέχεται ανεπιφύλακτα, τη διαδικασία -έχοντας πλήρη συνείδηση του αποτελέσματος. Έγινε η πρώτη χώρα στην Ευρώπη που νομιμοποίησε την ευθανασία. Η πρώτη χώρα του κόσμου ήταν η Ιαπωνία -προέβη στη σχετική νομιμοποίηση το 1962, με το ζήτημα τιμής να είναι στο επίκεντρο.
Στην Ολλανδία ωστόσο, δεν χρησιμοποιείται ο όρος “ευθανασία”. Περιλαμβάνεται στην ευρεία έννοια του “υποβοηθούμενη αυτοκτονία και τερματισμό της ζωής, κατόπιν αιτήματος”.
Στους υποστηρικτές του νόμου που επέτρεπε -υπό αυστηρές προϋποθέσεις- την ευθανασία, ήταν και πολλοί γιατροί. Τόνιζαν πως θα προήγαγαν τα δικαιώματα των ασθενών, φέρνοντας στην επικαιρότητα πρακτική που εφαρμοζόταν επί μακρόν -σε πολλές χώρες του κόσμου, υπό καθεστώς παρανομίας, χωρίς τον παραμικρό έλεγχο. Παρουσίασαν και στοιχεία, κατά τα οποία το 90% των περιπτώσεων ευθανασίας από το 1997 έως το 2000, αφορούσαν σε ετοιμοθάνατους καρκινοπαθείς.
Οι πολέμιοι επικαλούνταν την παράγραφο που διάβασες παραπάνω και αφορούσε στους Ναζί. Ο νόμος πέρασε το 2002 και ο τρόπος ήταν ενέσιμο διάλυμα που χορηγούνταν στον ασθενή, από ιατρικό προσωπικό ή συνταγογραφούμενα σκευάσματα που λάμβανε ο ίδιος.
Για να αποφευχθεί ο “τουρισμός ευθανασίας”, η κυβέρνηση απέκλεισε το ενδεχόμενο να γίνεται σε ετοιμοθάνατους ασθενείς, από το εξωτερικό. Το 2015 κατέληξαν δια αυτής της οδού 5.516 άνθρωποι. Αντιστοιχούσαν στο 3.9% όλων των θανάτων, στη χώρα.
Τον Οκτώβριο του 2016 το ολλανδικό κοινοβούλιο επανήλθε, με την απελευθέρωση. Νομιμοποίησε την ευθανασία και για τα άτομα “που έχουν μια σταθμισμένη γνώμη ότι η ζωή τους έχει ολοκληρωθεί θα πρέπει, υπό αυστηρά και προσεκτικά κριτήρια, να πάρουν την άδεια να τελειώσουν τη ζωή τους με αξιοπρέπεια”.
Το “φοβάμαι τον πόνο, όχι το θάνατο” του Βέλιου
Η τελευταία φορά που η Ελλάδα ασχολήθηκε με το συγκεκριμένο ζήτημα ήταν το Σεπτέμβριο του 2016, οπότε ο δημοσιογράφος Αλέξανδρος Βέλιος πέθανε με μη υποβοηθούμενη ευθανασία. Ταλαιπωρήθηκε από καρκίνο και κάποια στιγμή αποφάσισε ότι δεν ήθελε να υποφέρει άλλο -και δεν υπήρχε ελπίδα ανάρρωσης. Δεν μπορούσε όμως, να λάβει αυτό που χρειαζόταν στην Ελλάδα, ενώ η κατάσταση του δεν του επέτρεπε ταξίδι. Όταν στις 5/9 του 2016 έγινε γνωστός ο θάνατος του, προέκυψαν διάφορα θέματα. Το ένα το δημιούργησε η Εκκλησία, που δεν δεχόταν να προχωρήσει στην ταφή, πριν επιβεβαιωθεί ότι το τέλος δεν ήλθε με θανατηφόρα ένεση από τρίτο άτομο.
Σε συνέντευξη που είχε δώσει ο Βέλιος είχε πει ότι, μεταξύ πολλών άλλων, πως “φοβάμαι τον πόνο, όχι τον θάνατο. Η ευθανασία είναι μία πράξη ελευθερίας κι αυτή την ελευθερία οι πιο πολλοί δεν μπορούν να την σηκώσουν. Ακόμη κι αν επιτρεπόταν άνευ όρων η ευθανασία στην Ελλάδα, χωρίς καμία προϋπόθεση, θα ήταν πολύ λίγοι όσοι θα επέλεγαν αυτόν τον τρόπο εξόδου. Αλλά το πρόβλημα εδώ είναι ότι δεν γίνεται καν κουβέντα. Είναι ταμπού. Ας αρχίσει η συζήτηση, ας τεθούν οι δυσκολίες, ας αναζητηθούν οι προϋποθέσεις και να δούμε που θα πάει". Δημιουργήθηκε θόρυβος, εκδηλώθηκε μεγάλο ρεύμα υποστήριξης της νομιμοποίησης της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας, αλλά δεν άλλαξε κάτι ουσιαστικό στο νόμο.
Τι ισχύει σύμφωνα με το νόμο στην Ελλάδα
Συνοπτικά θα σου πω ότι στη χώρα μας απαγορεύεται η ευθανασία και η υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Το αξιόποινο κρίνεται σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες του ποινικού κώδικα, για την εν συναινέσει ανθρωποκτονία. Εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως έγκλημα από το κράτος και την εκκλησία -που διδάσκει πως μόνο ο Θεός μπορεί να διαθέσει τη ζωή και το θάνατο.
Μελέτη που διενήργησαν η διοίκηση υγείας του Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος Πελοποννήσου και η Νομική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών ενημέρωσε πως “τα άρθρα 299–302 του ελληνικού ΠΚ αναφέρονται γενικότερα σε εγκλήματα κατά της ζωής και πιο συγκεκριμένα το άρθρο 300 σχετίζεται με την ευθανασία και ορίζει ότι 'όποιος αποφάσισε και εκτέλεσε ανθρωποκτονία ύστερα από σπουδαία και επίμονη απαίτηση του θύματος και από οίκτο για αυτόν που έπασχε από ανίατη ασθένεια τιμωρείται με φυλάκιση'.
Για να στοιχειοθετηθεί λοιπόν, το έγκλημα της ευθανασίας θα πρέπει ο ασθενής
(α) να πάσχει από ανίατη ασθένεια (και όχι απαραίτητα να υποφέρει από αφόρητο πόνο και να βρίσκεται στην τελική και επώδυνη φάση της ασθένειάς του, όπως προβλέπεται στη νομοθεσία άλλων κρατών),
(β) να έχει εκφράσει ρητά, επανειλημμένα και κυρίως με πλήρη συνείδηση των λεγομένων, την επιθυμία να τερματιστεί το μαρτύριο του και
(γ) να συντρέχει και η υποκειμενική υπόσταση, ο 'οίκτος', δηλαδή ο δράστης θα πρέπει να αποδείξει στο δικαστήριο ότι το κίνητρο για την ενέργειά του ήταν 'ευγενές'.
Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι
(1) αποκλείεται η λεγόμενη 'κοινωνική' ή 'ευγονική' ευθανασία, η οποία από νομική άποψη είναι ταυτόσημη της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως,
(2) η ευθανασία είναι μια αξιόποινη πράξη που προβλέπεται από τον ΠΚ και τιμωρείται με φυλάκιση,
(3) η ευθανασία αντιμετωπίζεται ως ειδική περίπτωση ανθρωποκτονίας, για την οποία προβλέπονται ορισμένες ελαφρυντικές περιστάσεις, οι οποίες μετατρέπουν την εγκληματική πράξη από κακούργημα (όπως είναι η ανθρωποκτονία από πρόθεση) σε πλημμέλημα, και έτσι η προβλεπόμενη ποινή είναι η φυλάκιση και όχι η κάθειρξη και
(4) δεν αποποινικοποιείται η πράξη, αλλά διαφοροποιείται η ποινική μεταχείριση του δράστη”. Τονίζεται πως πέραν του ποινικού δικαίου, το ζήτημα της ευθανασίας άπτεται και του Συνταγματικού Δικαίου “όπου η προσέγγιση είναι ακόμη πιο σύνθετη”. Για λόγους που αν με ρωτάς είναι υποκριτικοί.
Τι γίνεται σε άλλες χώρες του κόσμου
Υπάρχουν έθνη που έχουν νομιμοποιήσει την υποβοηθούμενη αυτοκτονία, μολονότι απαγορεύεται στο υγειονομικό προσωπικό να χορηγήσει φαρμακευτική αγωγή στον ασθενή με σκοπό να επέλθει ο θάνατος. Του επιτρέπεται να προετοιμάσει τη θανατηφόρα δόση, αφήνοντας τον ασθενή να τη λάβει μόνος του ή με τη βοήθεια των οικείων του. Άλλα έχουν νομιμοποιήσει εν όλω και κάποια εν μέρει.
Οι Ολλανδία, Βέλγιο και Ελβετία έχουν αποδεχθεί το όλον, με τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιρλανδία, τη Μεγάλη Βρετανία, τη Νορβηγία, τη Σουηδία, την Ουγγαρία, τη Σλοβακία, την Κροατία, την Εσθονία, τη Λετονία και τη Μάλτα να έχουν κάνει νόμιμη την παθητική ευθανασία. Σαν και εμάς είναι οι Ιταλία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία και Πολωνία. Οι Αλβανία και Αυστραλία έχουν νομιμοποιήσει το κομμάτι που αφορά τους αφόρητους πόνους -και απαιτείται η συγκατάθεση του ασθενούς-, ενώ στις ΗΠΑ παραδοσιακά η κάθε πολιτεία το χειρίζεται διαφορετικά.
Στην Ταϊλάνδη προχώρησαν το 2007 στην Πράξη για την Εθνική Υγεία, όπου περιγράφονται οι όροι υπό τους οποίους επιτρέπεται η υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Στην Ινδία κάποιες φυλές έχουν παράδοση στην παθητική ευθανασία και μάλιστα άνθρωποι αποφασίζουν το θάνατο τους, με ενθουσιασμό, προσδοκώντας μια νέα ζωή.
Αντί επιλόγου
Κλείνοντας, θα ήθελα να μου επιτρέψεις μια προσωπική τοποθέτηση. Ενόσω το νομικό πλαίσιο είναι διαφορετικό στις χώρες για λόγους που έχουν να κάνουν κυρίως με την ηθική (αν και μου φαίνεται ότι περισσότερο έχουν να κάνουν με την έξωθεν καλή μαρτυρία), άνθρωποι υποχρεώνονται να υπόκεινται σε συνθήκες που δεν αξίζει καμία ζωντανή ψυχή. Εκτός και αν θεωρείς πως είναι ζωή αυτό που έχει ο κλινικά νεκρός που υποστηρίζεται από μηχανήματα ή ασθενής σε τερματικό στάδιο που δοκιμάζει καθημερινά την αντοχή του στον πόνο -χωρίς να υπάρχει ελπίδα.
Στο μυαλό μου αυτές οι συνθήκες αφορούν περισσότερο το εγωιστικό όσων είναι δίπλα και αρνούνται να αφήσουν τον άνθρωπο τους να 'φύγει'. Να εξηγήσω εδώ πως έχω χάσει τη μητέρα μου από καρκίνο και θυμάμαι να τη βλέπω να σφαδάζει και να παρακαλάω όποιον είναι εκεί πάνω να κάνει ό,τι είναι καλύτερο για εκείνη. Ήταν η πρώτη φορά που έβαλα στην άκρη το 'εγώ' μου. Δεν ήταν η τελευταία. Και μέχρι το δικό μου τέλος θα υποστηρίζω το δικαίωμα όποιου υποφέρει (δίχως να υπάρχει πιθανότητα επιβίωσης) να θέλει να λυτρωθεί. Θα υποστηρίζω και το δικαίωμα της επιλογής ως προς την 'έξοδο', όσων νιώθουν πως δεν μπορούν να συνεχίσουν άλλο -εφόσον έχουν κάνει τη διαδρομή τους σε αυτόν τον πλανήτη, άρα μπορούν να γνωρίζουν τι είχε να δώσει αυτό που λέγεται 'ζωή' και ως εκ τούτου κρίνουν βάσιμα ότι δεν μπορούν να ζουν, για να ζουν. Είναι δικαίωμα τους.
*Τα είδη της ευθανασίας προσδιορίζονται από τη συμμετοχή ή μη του ασθενούς στην πρόκληση του θανάτου και είναι τα εξής:
α) Εκούσια ενεργός ευθανασία: Πρόκειται για τη σκόπιμη χορήγηση από τον ιατρό φαρμακευτικών κατασκευασμάτων ή την εφαρμογή άλλων ιατρικών πράξεων που προκαλούν το θάνατο του ασθενούς, εφόσον όμως έχει προηγηθεί ρητή συγκατάθεση του ασθενούς στην πράξη αυτή. (Κουντουράς και συν., 2003: 148-156).
β) Ακούσια ενεργός ευθανασία: Και σ’ αυτήν την περίπτωση ο γιατρός χορηγεί φάρμακα ή εφαρμόζει άλλες ιατρικές πράξεις που οδηγούν στο θάνατο του ασθενούς, διαφέρει όμως από την προηγούμενη στο ότι δεν υπάρχει από μέρους του ασθενούς ρητή απαίτηση και πλήρης συγκατάθεση. Αυτό το είδος ευθανασίας ενδέχεται να εφαρμοστεί π.χ. στην περίπτωση που κάποιος έχει υποστεί σοβαρό τραυματισμό, από τον οποίο δεν είναι δυνατόν να επανέλθει, ή υποφέρει από μια αρρώστια που του προκαλεί αβάσταχτους πόνους. (Κουντουράς και συν., 2003: 148-156).
γ) Μη εθελοντική ενεργός ευθανασία: Σε γενικές γραμμές μοιάζει με τα προηγούμενα είδη, διαφέροντας μόνο στο ότι ο ασθενής παρουσιάζει διανοητική αναπηρία και κατά συνέπεια δεν είναι σε θέση να ζητήσει το θάνατό του. Αυτό συμβαίνει, για παράδειγμα, όταν ο ασθενής έχει πέσει σε κώμα και επομένως δεν είναι κύριος του εαυτού του. (Κουντουράς και συν., 2003: 148-156).
δ) Παθητική ευθανασία: Πρόκειται για την επίσπευση του θανάτου με σκοπό την ανακούφιση του ασθενούς και πραγματοποιείται με την αδρανή-παθητική συμπεριφορά του ιατρού. Αυτή με τη σειρά της διακρίνεται στη συναινετική και στη μη συναινετική. Στην παθητική ευθανασία λαμβάνεται υπόψη ο ρόλος του σεβασμού στην ατομική αυτονομία και στην ώριμη, ελεύθερη και υπεύθυνη βούληση του ασθενούς. (Βούλτσος & Τσούγκας, 2008: 76-78).
ε) Έμμεση ευθανασία: Πρόκειται για τη χορήγηση ναρκωτικών ή άλλων φαρμακευτικών ουσιών, προκειμένου να ανακουφιστεί ο πόνος του ασθενούς. Η χορήγηση αυτή όμως έχει ως έμμεσο επακόλουθο τη βαθμιαία πρόκληση σοβαρού βαθμού καταστολής του αναπνευστικού συστήματος του ασθενούς και τελικά τον θάνατό του (Κουντουράς και συν., 2003: 148-156).
στ) Ιατρο-υποβοηθούμενη αυτοκτονία: Είναι όταν ο γιατρός χορηγεί στον ασθενή φάρμακα ή παρεμβαίνει με άλλον τρόπο, γνωρίζοντας όμως συνειδητά ότι ο ασθενής προτίθεται να τις χρησιμοποιήσει για να δώσει τέλος στη ζωή του (Κουντουράς και συν., 2003: 148-156).
ζ) Δυσθανασία: Η Δυσθανασία ορίζεται ως η υπερβολική παράταση της ζωής ενός ασθενούς. Όπως καταδεικνύει και το πρόθεμα δυς-, πρόκειται για προβληματικό θάνατο, αφού η στιγμή του θανάτου αναβάλλεται με κάθε διαθέσιμο μέσο. Η υπερβολική αυτή παράταση της στιγμής που θα σημειωθεί ο φυσικός θάνατος, συνήθως παρατείνει και το πόνο του ασθενούς. Σε τελευταία ανάλυση η χρησιμοποίηση τεχνικών και ιατρικών μέσων καταλήγουν να μην προστατεύουν τη ζωή, αλλά απλώς να καθυστερούν τη στιγμή του αναπόφευκτου θανάτου (Diniz, 2002: 840).
η) Ορθοθανασία: Η ορθοθανασία ορίζεται ως η πράξη του να αφήνει κάποιος τον ασθενή να πεθάνει χωρίς τη χρήση υπερβολικών μέσων, εφόσον αυτά δεν θα έχουν κάποιο απτό αποτέλεσμα στην υγεία του ασθενούς. Μερικές φορές συγχέεται με την παθητική ευθανασία και ορισμένοι αναλυτές ταυτίζουν τις 2 έννοιες. (Diniz, 2002: 840). Ωστόσο, οι 2 αυτές έννοιες μπορούν εύκολα να διακριθούν, αν αναζητηθεί η αιτία θανάτου. Στην ευθανασία, είτε αυτή είναι ενεργητική είτε παθητική, αιτία θανάτου είναι μια ενέργεια ή παράλειψη κάποιου. Αντίθετα στην ορθοθανασία αιτία είναι η ασθένεια αυτή καθαυτή. Οι ηθικές και νομικές παράμετροι της ορθοθανασίας δεν περιορίζονται στην επιτάχυνση ή μη του θανάτου του ασθενή, αλλά περιλαμβάνουν επίσης την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και του σεβασμού της αυτονομίας του ασθενούς. Η ορθοθανασία είναι η εξανθρώπιση της διαδικασίας θανάτου του ασθενούς, φροντίζοντας τον ίδιο στο τέλος της ζωής του, έτσι ώστε να βρει τον θάνατο με το μικρότερο δυνατό πόνο, διασφαλίζοντας την αξιοπρέπεια του (Bostiancic, Dadalto, 2010: 351).
θ) Ευγονική ευθανασία: Πρόκειται για τη θανάτωση εμβρύων ή και νεογνών, τα οποία πάσχουν από σοβαρές σωματικές αναπηρίες ή και εγκεφαλικές βλάβες. Στη πραγματικότητα, βέβαια, ο όρος «ευθανασία» δεν ταιριάζει και τόσο στην περίπτωση αυτή, γιατί τα νεογνά δε υποφέρουν από αβάσταχτους πόνους ή δεν βρίσκονται ένα βήμα πριν το θάνατο. Για το λόγο αυτό η θανάτωσή τους αποτελεί προσβολή της ζωής, καθώς τελείται στα πλαίσια της ευγονικής προς όφελος της οικογένειας και του κοινωνικού περιγύρου. Ακόμη, στην περίπτωση αυτή ο γιατρός επιλέγει ανάμεσα στη ζωή και την ποιότητα ζωής, μεγέθη που δεν είναι συγκρίσιμα. (Μαστοράκης & Μπαλογιάννης, 2010: 144-149).